Συνεντεύξεις

Νίκος Φίλης: Ο ΣΥΡΙΖΑ μπορούσε να καταψηφίσει τη συμφωνία για τις βάσεις

Συνέντευξη στον Κώστα Παπαγιάννη

 

* Ποια είναι η αποτίμησή σας για τους πρώτους επτά μήνες της κυβέρνησης Ν.Δ.;

Η Ν.Δ., όπως έλεγε το προεκλογικό της τρικ, ήταν «έτοιμη να κυβερνήσει». Αυτό δεν επιβεβαιώθηκε. Στην ουσία επιχειρεί να εκμεταλλευτεί τη νεοσυντηρητική ηγεμονία που, με ρωγμές είναι αλήθεια, κυριαρχεί διεθνώς, καθώς και την κόπωση της κοινωνίας από τις περιπέτειες των Μνημονίων. Με αυτή την έννοια η εκλογική νίκη της Ν.Δ. μπορεί να μην είναι συγκυριακή.

Αντιλαϊκές επιλογές, όπως η προσφυγοφοβία, η αστυνομοκρατία, το ξήλωμα του ασφαλιστικού, η συρρίκνωση της δημόσιας εκπαίδευσης, συνιστούν πλευρές του δεξιού ριζοσπαστισμού. Κι αυτός αντιμετωπίζεται μόνο με μια προγραμματική αντεπίθεση στη βάση καθαρού ιδεολογικού μηνύματος, δηλαδή με ενίσχυση των ριζοσπαστικών χαρακτηριστικών της Αριστεράς. Αυτό άλλωστε είναι και το μήνυμα από τις εκλογές στην Μπολόνια, όπου χάρη και στο «Κίνημα των Σαρδέλων» τελικώς αποκρούστηκε ο Σαλβίνι.

Στο προσφυγικό, το οργανωτικό αλαλούμ αποδεικνύει το αδιέξοδο της πολιτικής που ακολούθησε η Ν.Δ. ως αντιπολίτευση, στην οποία, παρά τις αναγκαστικές προσαρμογές της, παραμένει ιδεολογικά δέσμια. Στην Υγεία, ο δογματισμός των ιδιωτικοποιήσεων υποκαθιστά την κοινωνική ευθύνη του Δημοσίου. Στην οικονομία, παρότι είμαστε στην αρχή, ήδη απογοητεύονται τα μεσαία στρώματα και βέβαια παραμένει άπιαστος στόχος η ανάπτυξη 4%. Όταν η ζωή διαψεύδει την κυβέρνηση, απομένει να διαπιστωθεί πόσο συνεκτική θα παραμείνει η ιδεολογική νεοσυντηρητική κυριαρχία.

 

* Σύμφωνα με δημοσκοπήσεις, η κυβέρνηση καταγράφει χαμηλή απήχηση σε ζητήματα που προεκλογικά είχε θέσει ψηλά στην ατζέντα της, όπως το προσφυγικό – μεταναστευτικό, η εγκληματικότητα και η Παιδεία. Πώς το σχολιάζετε;

Ότι δημοσκοπικά θα ήταν ψηλά η Ν.Δ. το πρώτο εξάμηνο ήταν αναμενόμενο. Ωστόσο, στους ποιοτικούς στόχους που αναφέρατε και συνιστούν μαζί με το φορολογικό τη ραχοκοκαλιά του κυβερνητικού αφηγήματος καταγράφεται κοινωνική δυσαρέσκεια, παρά τη θηριώδη τηλεοπτική προπαγάνδα. Αντιφατική, βέβαια, αλλά αρκετή να υπενθυμίσει ότι είναι παρούσα η κρίση πολιτικής εκπροσώπησης. Επίσης, η ιστορία με το ποδόσφαιρο φέρνει στην επιφάνεια ανταγωνιστικά οικονομικά συμφέροντα που βρίσκονται μέσα στο μπλοκ εξουσίας.

Το γεγονός ότι η Ν.Δ. αποτυγχάνει να αντιμετωπίσει θέματα στα οποία η ίδια είχε προσδώσει ιδεολογική προτεραιότητα, σε συνάρτηση με την αβεβαιότητα των οικονομικών εξελίξεων, μπορεί να τροφοδοτήσει απρόβλεπτες κοινωνικές αντιδράσεις προς πολλές και διαφορετικές κατευθύνσεις.

 

* Με την ψήφιση του νέου εκλογικού νόμου πυροδοτήθηκε η συζήτηση περί πρόωρων εκλογών. Πόσο πιθανό θεωρείτε αυτό το ενδεχόμενο;

Οι πρόωρες εκλογές δεν ανακοινώνονται, όπως είναι γνωστό. Η Ιστορία έχει δείξει ότι το εκλογικό σώμα θυμώνει και αντιδρά όταν γίνονται εκλογικοί σχεδιασμοί στην πλάτη του με στόχο την υφαρπαγή της ψήφου. Το σχέδιο λοιπόν της κυβέρνησης για διπλές εκλογές, με στόχο -όπως πιστεύει- να κερδίσει μια φρέσκια τετραετία, μπορεί να μείνει στο χαρτί. Ο ΣΥΡΙΖΑ, παρότι αξιωματική αντιπολίτευση, διατηρεί μια ιδιόμορφη πολιτική πρωτοβουλία που σχετίζεται με το γεγονός ότι οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν σίγουρα με απλή αναλογική. Στον βαθμό που αναλαμβάνει δράσεις για να διαμορφωθούν προγραμματικές συγκλίσεις και μια εναλλακτική προοδευτική κυβερνητική λύση, οι κυβερνητικοί σχεδιασμοί μπορεί να διαψευστούν πολύ επώδυνα για τη Ν.Δ.

Εξάλλου, οι πολίτες βλέπουν σήμερα την απλή αναλογική και τις κυβερνητικές συνεργασίες με διαφορετικό μάτι απ’ ό,τι σε όλη τη διάρκεια της Μεταπολίτευσης. Έχουν αντιληφθεί ότι ο παλαιοκομματισμός με τον δικομματικό αρχηγισμό ήταν κύριο αίτιο που η χώρα βυθίστηκε στην κρίση και την ύφεση.

Απομονωμένη η Ν.Δ. στην Παιδεία

* Πρόσφατα η κυβέρνηση ψήφισε την υπονόμευση άρθρου 16 με τη ρύθμιση υπέρ των κολεγίων. Παρά τις διαφωνίες από όλους τους εκπαιδευτικούς φορείς, δεν φαίνεται να υπάρχει η αναμενόμενη κινηματική αντίδραση. Πού το αποδίδετε;

Πρώτον, να θυμίσω ότι η κ. Κεραμέως αιφνιδίασε την εκπαιδευτική κοινότητα, αφού το άρθρο για τα κολέγια δεν είχε συμπεριληφθεί καν στη διαβούλευση, ακριβώς για να στερήσει την αντιπολίτευση αλλά και τους φορείς των εκπαιδευτικών -πρυτανικά συμβούλια, ΟΛΜΕ, ΔΟΕ, ΟΙΕΛΕ- από κρίσιμο χρόνο αντίδρασης. Παρότι ο νόμος που υποβαθμίζει τα δημόσια πανεπιστήμια προς όφελος των ιδιωτικών κολεγίων τελικώς ψηφίστηκε, η Ν.Δ. μένοντας μόνη της υπέστη ήττα που η έκτασή της θα φανεί στη συνέχεια, όταν η κοινωνία θα βιώσει τα αποτελέσματα της νομοθετικής επιλογής.

Είναι δε σαφές ότι ορισμένοι βουλευτές της Ν.Δ. ψήφισαν το άρθρο απολύτως διεκπεραιωτικά, αφού στην πράξη μ’ αυτό αμφισβητείται ο ανάλογος νόμος της κυβέρνησης Καραμανλή για την ισοτιμία των πτυχίων αποκλειστικά μέσω του ΔΟΑΤΑΠ.

Όπως έχουμε αναδείξει, θίγεται η ακαδημαϊκή υπόσταση των δημόσιων πανεπιστημίων και κλονίζεται η ανάγκη οι εκπαιδευτικοί όλων των βαθμίδων να έχουν αυξημένα, δηλαδή ακαδημαϊκά, προσόντα. Γενικότερα, η κυβέρνηση εκπέμπει μια επιθετικότητα, ακόμα και μίσος, απέναντι στη νεολαία που ανησυχεί για το μέλλον της. Ας έχουν υπόψη ότι συχνά η νεολαία έχει αναδειχθεί καταλύτης πολιτικών ανατροπών.

 

* Πρόσφατα στη Βουλή ψηφίστηκε η ελληνοαμερικανική στρατιωτική συμφωνία παρότι ο ΣΥΡΙΖΑ είχε ζητήσει αναβολή και ψήφισε παρών. Πώς σχολιάζετε αυτή την εξέλιξη;

Ο Αλέξης Τσίπρας είχε ζητήσει να αναβληθεί η ψηφοφορία επικαλούμενος το φιάσκο της επίσκεψης Μητσοτάκη στις ΗΠΑ και προκειμένου να διεκδικήσει η χώρα πολιτικά ανταλλάγματα (ποια άραγε; Άλλη μια διακήρυξη;) από τις ΗΠΑ. Ήταν προφανώς στάση εθνικής σκοπιμότητας. Προκαλεί αντίθετα ερωτήματα η βιασύνη του «προβλέψιμου» συμμάχου να ψηφιστεί η συμφωνία.

Η κυβέρνηση λέει ότι τη συμφωνία την είχε διαπραγματευθεί η δική μας κυβέρνηση. Σε γενικές γραμμές έτσι είναι. Στην παρούσα όμως φάση, που φοβάμαι θα αποδειχθεί μακρά και επικίνδυνη, διαπιστώνουμε ανατροπή των γεωπολιτικών δεδομένων. Η επιλογή Τραμπ να κλιμακώσει την ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή, ο ακήρυχτος πόλεμος στο Ιράν, η εισβολή της Τουρκίας στη Συρία, οι εξελίξεις στη Λιβύη, η ενίσχυση της τουρκικής παρουσίας στη Μεσόγειο (μια εξέλιξη που διαψεύδει τις πρόσφατες αυταπάτες ολόκληρου του πολιτικού συστήματος, σύμφωνα με τις οποίες θα μπορούσε να υπάρξει άξονας με το Ισραήλ και τις ΗΠΑ κατά της Τουρκίας), το γεγονός ότι ο East Med αποδεικνύεται έργο δύσκολο, στην πράξη μάλλον ανέφικτο, το σχέδιο Τραμπ για το Παλαιστινιακό, όλα αυτά προκαλούν τεράστια ρευστότητα και εντείνουν τους κινδύνους για ανάφλεξη στη Μέση Ανατολή.

Οι ΗΠΑ με τη συμφωνία αναβαθμίζουν τη βάση της Σούδας και αποκτούν τρεις νέες βάσεις σε ελληνικό έδαφος – Στεφανοβίκειο, Λάρισα, Αλεξανδρούπολη. Προφανώς, προκειμένου να τις χρησιμοποιήσουν στους σχεδιασμούς τους στη Μέση Ανατολή. Ως αποτέλεσμα, η Ελλάδα εγκαταλείπει τις όποιες αποστάσεις κρατούσε από τους εμπλεκόμενους στην κρίση και γίνεται όχι απλά μέρος της, αλλά αδύναμος κρίκος της: πιθανό έρμαιο των γεωπολιτικών αντιπαραθέσεων στη Μέση Ανατολή και τη Μεσόγειο.

Υπάρχει συνεπώς θέμα απειλής για την ειρήνη. Το καλώς εννοούμενο εθνικό συμφέρον δεν εξυπηρετείται από την ακόμα πιο σφιχτή πρόσδεση της Ελλάδας στη στρατηγική Τραμπ. Ειδικά μάλιστα τα σχέδια του Αμερικανού Προέδρου για το Ισραήλ συναντούν μεγάλες αντιδράσεις και δοκιμάζουν την αντίληψη σύμφωνα με την οποία η Ελλάδα έπρεπε να έχει προνομιακή σχέση με το Ισραήλ ακόμα και στον στρατιωτικό τομέα.

Ορθώς ο ΣΥΡΙΖΑ απομακρύνθηκε από το αρχικό «Ναι». Πιστεύω ότι με την παραπάνω -ουσιαστικά νέα και απαλλαγμένη από τους μνημονιακούς καταναγκασμούς- ανάλυση μπορούσε να προχωρήσει και στην καταψήφιση της συμφωνίας. Δεν είναι μια τοποθέτηση που εξυπηρετεί αντιπολιτευτικές σκοπιμότητες, αλλά την ειρήνη και το εθνικό συμφέρον.

Λέγεται ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ στην εξωτερική πολιτική υπερέβη την αριστερή ιδεολογία της προς όφελος του εθνικού συμφέροντος. Αυτή η διαπίστωση είναι παρεξηγήσιμη, γιατί δείχνει να υιοθετεί την κριτική των αντιπάλων ότι εξ ορισμού η Αριστερά δεν μπορεί να διεκδικήσει την ηγεμονική εκπροσώπηση του έθνους. Αντιθέτως, η ιστορία έχει αποδείξει ότι η Αριστερά με βάση τις αξίες της μπορεί να υπηρετήσει την ειρήνη και τα καλώς εννοούμενα εθνικά συμφέροντα.

Πρόσφατα αποδείχθηκε αυτό με τη Συμφωνία των Πρεσπών, ενώ σήμερα έχει ανοίξει η συζήτηση για τα ελληνοτουρκικά, όπου είναι φανερή η ανάγκη αναπροσανατολισμού της εξωτερικής πολιτικής. Με πρωτοβουλίες διαλόγου στη βάση του Διεθνούς Δικαίου, και εντέλει με την προσφυγή στη Χάγη, καθώς επίσης με την προώθηση λύσης στο Κυπριακό. Με μια παρέμβαση «ήπιας ισχύος» με εγκατάλειψη της αδιέξοδης και αναχρονιστικής, λόγω της κλιματικής αλλαγής, «διπλωματίας των εξορύξεων».

 

* Ο ΣΥΡΙΖΑ είναι επτά μήνες στην αντιπολίτευση. Ποια μηνύματα λαμβάνετε από τους πολίτες; Ποια είναι η εκτίμησή σας για τη διαδικασία διεύρυνσης του ΣΥΡΙΖΑ; Ποιο θα ήταν το ιδανικό πολιτικό σκηνικό για τον ΣΥΡΙΖΑ έναν χρόνο από τώρα;

Ενώ ο Μητσοτάκης συγκυβερνά με την αρπαχτική ολιγαρχία που μέσω των ελεγχόμενων ΜΜΕ τον λιβανίζει καθημερινά, εμείς ασκούμε αντιπολίτευση που ταιριάζει και στον τρόπο που κυβερνήσαμε (χωρίς εξαλλοσύνες, χωρίς να αδειάσουμε τα ταμεία του κράτους, χωρίς κυνήγι των αντιπάλων), αλλά και το ύφος και στο ήθος της νέας διακυβέρνησης που επιδιώκουμε.

Δείχνουμε απαραίτητη υπευθυνότητα στα λεγόμενα εθνικά θέματα και ιδίως στα ελληνοτουρκικά, ενώ, αντίθετα, στην οικονομία και την κοινωνική ατζέντα, αλλά και σε ζητήματα αυταρχικών και αντιδημοκρατικών εκτροπών ασκούμε έντονη και σκληρή αντιπολίτευση, στο πλευρό των κοινωνικών ομάδων που πλήττονται από τα «μνημόνια εσωτερικού». Αυτά που εφαρμόζει ο κ. Μητσοτάκης σε όλους τους τομείς, ξεπερνώντας σε σκληρότητα τους αλήστου μνήμης Τόμσεν και Βελκουλέσκου.

Αυτό το είδος της αντιπολίτευσης ήδη αποδίδει. Δεν είναι τυχαίο ότι στην Παιδεία, για παράδειγμα, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν ότι κατρακυλούν τα ποσοστά αποδοχής της Ν.Δ. αλλά και προσωπικά της υπουργού Παιδείας. Ειδικά μετά τη ρύθμιση για τα κολέγια, που αποτέλεσε πρόκληση όχι μόνο για την εκπαιδευτική κοινότητα, αλλά για το σύνολο της κοινωνίας.

 

* Άλλοι πάντως μιλούν για υποτονική αντιπολίτευση κι άλλοι επισημαίνουν ότι ως κόμμα της Αριστεράς ο ΣΥΡΙΖΑ δεν θα μπορούσε να κάνει τη σκληρή αντιπολίτευση που έκανε η Ν.Δ. Ποια είναι η δική σας άποψη;

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει «εγκατασταθεί» στη συνείδηση των πολιτών ως η εναλλακτική κυβερνητική πολιτική δύναμη. Στη δική μας Αριστερά έλαχε να πρέπει να εκπροσωπήσει ένα πολύ μεγαλύτερο ακροατήριο με ποικίλες προελεύσεις, που ριζοσπαστικοποιήθηκε στα χρόνια της κρίσης και συμπορεύτηκε με τον ΣΥΡΙΖΑ.

Σήμερα επιχειρούμε αυτή τη συμπόρευση να τη μετατρέψουμε σε στέρεη οργανική σχέση με το κόμμα μας: αυτό που ονομάζεται διεύρυνση. Ήδη χιλιάδες νέα μέλη πυκνώνουν τις τάξεις του ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα σε μια περίοδο που δοκιμάζεται η σχέση των πολιτών με την πολιτική.

Αυτό που πρέπει να γίνει σαφές είναι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να γίνει άθροισμα προελεύσεων. Δεν πάμε να κάνουμε ένα κόμμα των πρώην: πρώην ΚΚΕ, πρώην ΚΚΕ Εσωτερικού, πρώην ΕΑΡ, πρώην ΠΑΣΟΚ, ακόμη και πρώην Ν.Δ. Πάμε όλοι μαζί να οικοδομήσουμε την Αριστερά που έχει ανάγκη η χώρα, μια Αριστερά του 21ου αιώνα, που για ακόμη μια φορά στην ιστορία της θα είναι ο κορμός του συνασπισμού πολιτικών και κοινωνικών δυνάμεων της προόδου που θα κληθεί να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας.

Νομίζω ότι το ιδανικό σκηνικό δεν θα προκύψει ως εκ θαύματος, ούτε η Ν.Δ. θα πέσει ως «ώριμο φρούτο». Θα προκύψει μέσα από σκληρή προσπάθεια να πείσουμε τους πολίτες να μας εμπιστευθούν ξανά. Μιλώντας ανοιχτά και ειλικρινά για το σχέδιό μας, αλλά και για τα λάθη και τις αδυναμίες της πρώτης μας διακυβέρνησης. Το ιδανικό, λοιπόν, θα είναι -ανεξάρτητα από τα λάθη των αντιπάλων μας- ο ΣΥΡΙΖΑ άμεσα να ξεφύγει από τη μετεκλογική εσωστρέφεια, να ανασυγκροτηθεί, να αποσαφηνίσει τη φυσιογνωμία και τις προγραμματικές του θέσεις απομακρυνόμενος από τους καταναγκασμούς του Μνημονίου και να δίνει μέσα από την αντιπολιτευτική του τακτική πρόγευση από τη νέα διακυβέρνηση που θα κληθεί να ασκήσει.

Με δυο λόγια, να αποκρούσει τις πιέσεις του συστήματος που θέλουν να τον μετακινήσουν προς το «Κέντρο» και να τον μετατρέψουν σε μέρος της «δικομματικής κανονικότητας». Ο αριστερός ριζοσπαστισμός εξάλλου έφερε την Αριστερά στην κυβέρνηση. Αυτό είναι το στοίχημα του συνεδρίου μας.

Πηγή: Η Αυγή