Ο τρόπος με τον οποίο διεξάγει η κυβέρνηση και το υπουργείο Παιδείας τη συζήτηση για τα φαινόμενα βίας στα σχολεία, ο μονότονος εξορκισμός και οι υπερβολές περί του μαθητικού εκφοβισμού, δείχνουν την αναποτελεσματικότητα στην αντιμετώπιση του φαινομένου και την ιδεολογική φτώχεια μίας κυβέρνησης, που με την πολιτική της μεγεθύνει τις εκπαιδευτικές και κοινωνικές ανισότητες.
Το φαινόμενο δεν γεννιέται στα σχολεία, συνεπώς ούτε να αντιμετωπιστεί αποκλειστικά σε αυτά μπορεί. Η βία, όπου και όποτε εμφανίζεται, έρχεται απέξω. Από μια ρημαγμένη κοινωνία, που επί χρόνια έχει ταλαιπωρηθεί με τη μείωση του εισοδήματος, τα λοκντάουν και την «ατομική ευθύνη», τη δυσκολία να μεγαλώσει κανείς τα παιδιά του με αξιοπρέπεια, τη ματαίωση των ίδιων των παιδιών που βλέπουν γύρω τους, στους μεγαλύτερους φίλους, στον περίγυρο, στην οικογένεια, ένα μέλλον αβέβαιο. Πιθανότατα φτωχό.
Γι’ αυτό είναι αφελές να πιστεύουμε ότι η λύση βρίσκεται στο «τελευταίο μίλι» της διαδρομής: σε μεγαλύτερη αυστηρότητα στις τάξεις, σε εγκυκλίους και εντολές, σε μηχανισμούς παρακολούθησης και καταστολής, στη μετατροπή του σχολείου σε ίδρυμα επιτήρησης και τιμωρίας. Η λύση δεν βρίσκεται πίσω σε λύσεις αυταρχισμού, που σήμερα σε όλο τον κόσμο έχουν απορριφθεί ως χρεοκοπημένες ή ακόμα και ως αιτία αναπαραγωγής της βίας.
Φυσικά και πρέπει να έχει η εκπαιδευτική κοινότητα τα εργαλεία να αντιμετωπίσει τη βία αμέσως, εκεί που θα συμβεί. Προστατεύοντας ακαριαία τα παιδιά -ανάμεσά τους το ίδιο το βίαιο…- και τους εκπαιδευτικούς. Με προβλεπόμενες και καλά μελετημένες διαδικασίες, που θα υποστηρίζονται και από δημόσιους εξωσχολικούς θεσμούς, όπως π.χ. στους δήμους.
Θα πρέπει να κινηθούμε σε δύο βασικούς άξονες. Πρώτα, στη συστηματική και -αναπόφευκτα- μακροπρόθεσμη προσπάθεια να αλλάξει το συνολικό κλίμα στο σχολείο, με ένα σχέδιο παιδαγωγικά τεκμηριωμένο, στη βάση της συνεργασίας και δημοκρατικής συμμετοχής των παιδιών και των εκπαιδευτικών και όχι στον ξέφρενο ανταγωνισμό. Σχολείο που δεν θα διαλύεται σε πολλές ταχύτητες, ούτε θα καταντά εξεταστικό κέντρο. Με πρόγραμμα σπουδών που αφορά, αγγίζει και αναπτύσσει την προσωπικότητα των μαθητών. Με πλούτο μαθημάτων, και όχι την ουσιαστική κατάργηση της πολιτικής παιδείας και των καλλιτεχνικών. Με εκπαιδευτικούς επιμορφωμένους ουσιαστικά, όχι μόνο για το στενό ζήτημα του εκφοβισμού (και μάλιστα με προσχηματικά ολιγόωρα σεμινάρια), αλλά ολόκληρο το φάσμα της εφηβικής ψυχολογίας και συμπεριφοράς. Για αυτό ως κυβέρνηση ιδρύσαμε τα Περιφερειακά Κέντρα Εκπαιδευτικού Σχεδιασμού, που το έργο τους δεν περιοριζόταν μόνο στη διδακτική υποστήριξη των εκπαιδευτικών, αλλά επίσης στην αντιμετώπιση των κοινωνικο-ψυχολογικών προβλημάτων που αντιμετωπίζουν οι έφηβοι. Με την συνδρομή και διαρκή παρουσία ψυχολόγων και κοινωνικών λειτουργών μέσα στα σχολεία. Και βέβαια με τον περιορισμό των μαθητών σε κάθε τμήμα, και όχι με την αύξησή τους όπως συμβαίνει τα τελευταία χρόνια επί ΝΔ. Για να δοθεί χρόνος στους εκπαιδευτικούς να αντιμετωπίζουν τα προβλήματα, χωρίς να ξοδεύονται σε γραφειοκρατικές αναφορές και πρακτικά, όπως συμβαίνει με την ψευδώνυμη αξιολόγηση.
Μόνο ένα δημοκρατικό, συμμετοχικό και συμπεριληπτικό σχολείο, με επίκεντρο τον έφηβο και την κοινωνική αναγνώριση του εκπαιδευτικού, μπορεί να αντιμετωπίσει το φαινόμενο του σχολικού εκφοβισμού, που ορισμένες φορές θύματά του πέφτουν και εκπαιδευτικοί, από τη συμπεριφορά γονέων που θεωρούν ότι τα παιδιά τους αδικούνται.
Το πρόβλημα της σχολικής βίας είναι διαταξικό. Εντοπίζεται όχι μόνο στα σχολεία των λαϊκών περιοχών, αλλά και στα πλούσια ιδιωτικά σχολεία. Είναι δύσκολο να είναι κάποιος σήμερα 16χρονος, καθώς ενοχοποιείται για τα πάντα, από τη διασπορά του κόβιντ μέχρι μια συμμετοχή σε συναυλία. Και αντιδρά ο καθένας με το δικό του τρόπο. Σήμερα που οι κοινωνικές ανισότητες σπρώχνουν εκατοντάδες χιλιάδες παιδιά στο περιθώριο και η μετά-κόβιντ πραγματικότητα σφραγίζεται από την αύξηση του άγχους και της κατάθλιψης, το παράπονο μπορεί να μετατραπεί σε ξέσπασμα και έτσι να δημιουργηθούν προϋποθέσεις, έστω περιορισμένα, για την εκμετάλλευση των νέων παιδιών από συμμορίες κάθε λογής: οπαδικές, φασιστικές, εμπορίας ναρκωτικών κ.λπ.
Γενικότερα, η διέξοδος στα φαινόμενα μαθητικής βίας δεν είναι η κρατική καταστολή και η ενοχοποίηση του αδύναμου και του «άλλου». Είναι η επιμονή σε ένα όραμα ελευθερίας, ισότητας και δικαιοσύνης, δηλαδή η διαρκής διεύρυνση της Δημοκρατίας παντού. Μέσα κι έξω από το σχολείο.
Νίκος Φίλης