Αναδημοσιεύσεις

Νίκος Μπεόπουλος: Τα συμφέροντα των εταιρειών ενάντια στη δημόσια υγεία

Οι αγροχημικές εταιρείες πιέζουν τόσο τις αρμόδιες επιτροπές της ΕΕ, όσο και τις εθνικές κυβερνήσεις, προκειμένου να ανανεωθεί η άδεια του γκλάιφοζεϊτ, ενεργού ουσίας του ζιζανιοκτόνου ράουνταπ της Μονσάντο και άλλων παρόμοιων φυτοφαρμάκων, παρόλο που ιατρικές έρευνες υποστηρίζουν ότι ενδέχεται να είναι καρκινογόνο. Τι στάση θα κρατήσει το ελληνικό υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης στο lobbying των εταιρειών; Θα ενισχύσει εναλλακτικές λύσεις, προτάσσοντας τη δημόσια υγεία; 

Στις 7 και 8 Μαρτίου 2016, μια επιτροπή από ειδικούς των κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης επρόκειτο να αποφασίσει για την ανανέωση της άδειας για άλλα 15 χρόνια του γκλάιφοζεϊτ (glyphosate), ενεργού ουσίας ορισμένων ζιζανιοκτόνων. Η επαναξιολόγησή του γίνεται στο πλαίσιο της διαδικασίας δεκαετούς ανανέωσης της έγκρισης των ενεργών ουσιών των φυτοφαρμάκων. Η πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής ήταν να ανανεωθεί η άδειά του μέχρι το 2031. Η Επιτροπή ήλπιζε να υιοθετηθεί η πρότασή της χωρίς πολλές αντιρρήσεις, αλλά αντιμέτωπη με την αντίδραση ορισμένων κρατών (αρνητική θέση Γαλλίας, Ιταλίας, Σουηδίας, Ολλανδίας και αποχή πολλών άλλων μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα), που συγκέντρωναν την απαιτούμενη ειδική πλειοψηφία για να εμποδίσουν την ανανέωση, προτίμησε να μη θέσει σε ψηφοφορία την πρότασή της. Όρισε, λοιπόν, μια νέα συνεδρίαση της επιτροπής των ειδικών για τις 18 και 19 Μαΐου.

 

Το ζιζανιοκτόνο

Το γκλάιφοζεϊτ είναι η ενεργός ουσία ζιζανιοκτόνων που χαρακτηρίζονται «μη επιλεκτικά», γιατί επιτρέπουν την καταστροφή όλων των ζιζανίων είτε είναι ετήσια, διετή ή πολυετή, είτε αγρωστώδη ή δικοτυλήδονα. Χρησιμοποιείται ευρύτατα στη γεωργία (αροτραιές καλλιέργειες, ελαιώνες, αμπελώνες, οπωρώνες), για να καθαριστούν οι σιδηροδρομικές γραμμές και οι όχθες λιμνών και ποταμών. Πάρα πολύ χρησιμοποιείται στα πάρκα, στους δρόμους και τους κήπους. Το γκλάιφοζεϊτ δεν χρησιμοποιείται σε καθαρή μορφή, αλλά σε μίξη με άλλα χημικά προϊόντα, που διευκολύνουν τη δράση του, τα έκδοχα.

Το μόριο του γκλάιφοζεϊτ κατοχυρώθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1970 και κυκλοφόρησε στην αγορά ως σκεύασμα με το διάσημο πια όνομα ράουνταπ (roundup) από την αμερικανική εταιρεία Μονσάντο το 1974. Γρήγορα έγινε το νούμερο ένα των πωλήσεων και το προϊόν φάρος της εταιρείας. Μετά τη λήξη της πατέντας το 2000, το εμπορεύονται πολλές δεκάδες επιχειρήσεων και πολλές εκατοντάδες σκευάσματα που το περιέχουν κυκλοφορούν σε πάνω από είκοσι χώρες στον κόσμο. Παρά τον ανταγωνισμό, κυρίως από κινέζικες εταιρείες παραγωγής, η Μονσάντο διατηρεί δεσπόζουσα θέση στην αγορά.

Το γκλάιφοζεϊτ δεν είναι ένα φυτοφάρμακο όπως τα άλλα. Είναι ένα συνθετικό φυτοφάρμακο με τη μεγαλύτερη χρήση στον κόσμο και επίσης ο ακρογωνιαίος λίθος στη στρατηγική της βιομηχανίας αγροχημικών για τα γενετικά τροποποιημένα φυτά. Περίπου τα δύο τρίτα των γενετικά τροποποιημένων φυτών που καλλιεργούνται σήμερα έχουν τροποποιηθεί για να είναι ανθεκτικά κυρίως στο γκλάιφοζεϊτ. Έτσι, μπορεί να καταστρέφει όλα τα ζιζάνια, χωρίς να βλάπτει τα γενετικά τροποποιημένα φυτά. Τα τελευταία χρόνια, η υιοθέτηση των ανθεκτικών στο ράουνταπ, γενετικά τροποποιημένων και των συναφών του καλλιεργειών, προκάλεσε μεγάλη άνοδο στην παγκόσμια παραγωγή γκλάιφοζεϊτ.

Το γκλάιφοζεϊτ είναι, όπως είπαμε, το φυτοφάρμακο με τη μεγαλύτερη χρήση στον κόσμο, αλλά και η ουσία η οποία ανιχνεύεται πιο συχνά στο περιβάλλον. Το 2011, σε μια μελέτη που δημοσιεύτηκε στο περιοδικό Environmental Toxicology and Chemistry, αναφερόταν ότι ανιχνεύθηκε στα τρία τέταρτα των δειγμάτων του νερού της βροχής και του αέρα στις περιοχές με αροτραίες καλλιέργειες των ΗΠΑ. Στη Γαλλία, επίσης, το κύριο προϊόν της αποδόμησής του, η ένωση ΑΜΡΑ, είναι η ουσία που ανιχνεύεται συχνότερα στα ρέοντα νερά.

 

Η επιστημονική διαμάχη

Στην εκθετική άνοδο της χρήσης του ράουνταπ συνέβαλε η ιδέα ότι ήταν σχεδόν πλήρως αβλαβές για τους ανθρώπους. «Λιγότερο επικίνδυνο και από το αλάτι ή την ασπιρίνη» ήταν το σύνθημα προώθησής του από τη βιομηχανία. Ωστόσο, στις 20 Μαρτίου 2015, στην επιθεώρηση The Lancet Oncology δημοσιεύτηκε ένα κείμενο του Διεθνούς Κέντρου Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), που κατέτασσε το γκλάιφοζεϊτ στην κατηγορία των «πιθανά καρκινογόνων ουσιών για τον άνθρωπο». Η «γνώμη» του σοβαρού και αξιόπιστου Οργανισμού έσκασε σαν βόμβα. Σε ανακοίνωσή της, στις 23 Μαρτίου 2015, η Μονσάντο διαμαρτυρήθηκε και χαρακτήρισε το κείμενο του IARC «σκουπίδι». Παράλληλα, οι μη κυβερνητικές οργανώσεις ζητούσαν την απόσυρσή του από την αγορά και την απαγόρευση της χρήσης του.

Στις 12 Νοεμβρίου 2015, η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA), στην οποία η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στηρίζεται για τη διαδικασία επαναξιολόγησης των φυτοφαρμάκων, διατύπωνε σε έκθεσή της τη γνώμη ότι το γκλάιφοζεϊτ είναι «απίθανο» να είναι καρκινογόνο για τον άνθρωπο. Την έκθεση αξιολόγησης είχε προετοιμάσει η γερμανική Αρχή Ασφαλείας (BfR).

Γιατί οι γνώμες αυτών των δύο θεσμών για την επικινδυνότητα του γκλάιφοζεϊτ στην ανθρώπινη υγεία διαφέρουν τόσο πολύ; Πρώτα, γιατί τα συμπεράσματά τους δεν στηρίζονται στα ίδια δεδομένα. Η EFSA χρησιμοποίησε και εμπιστευτικές μελέτες της βιομηχανίας ζιζανιοκτόνων, των οποίων μόνο τα αποτελέσματα είναι διαθέσιμα, άρα είναι αδύνατο στην επιστημονική κοινότητα να κρίνει την ποιότητά τους. Το IARC εξέτασε κυρίως μελέτες που έχουν δημοσιευτεί σε επιστημονικά περιοδικά με κριτές, δηλαδή έχουν υποστεί μια διαδικασία αξιολόγησης πριν τη δημοσίευσή τους. Ένας άλλος λόγος που μπορεί να εξηγήσει τις διαφορές τους είναι ότι οι επιστήμονες που αποτέλεσαν την επιστημονική ομάδα του IARC ήταν κυρίως γνωστοί ερευνητές πανεπιστημίων ή δημόσιων θεσμών έρευνας, που επιλέχτηκαν με κριτήριο το υψηλό επιστημονικό τους κύρος και την ανεξαρτησία τους απέναντι σε βιομηχανικά και εμπορικά συμφέροντα. Αντίθετα, οι ειδικοί επιστήμονες της γερμανικής αρχής ασφαλείας (BfR) δεν είναι γνωστοί και ορισμένοι εξ αυτών διατηρούν επαγγελματικούς δεσμούς με εταιρείες αγροχημικών. Προφανώς, υπάρχουν και άλλοι λόγοι πιο αυστηρά επιστημονικοί, όπως τα διαφορετικά κριτήρια εκτίμησης της ποιότητας των τοξικολογικών και επιδημιολογικών μελετών, η στατιστική ανάλυση, κλπ.

Στις 9 Φεβρουαρίου 2016, η γαλλική αρχή υγειονομικής ασφάλειας της διατροφής, του περιβάλλοντος και της εργασίας δημοσίευσε μια γνώμη, η οποία, ενώ δεν ήταν σαφής για το επίμαχο ζήτημα, ανέδειξε ένα άλλο σοβαρό θέμα: το ρόλο των εκδόχων που ενισχύουν την αποτελεσματικότητα του ζιζανιοκτόνου. Για μια χημική οικογένεια εκδόχων, τις ταλοουαμίνες (tallowamines), εκφράζει ανησυχίες και ζητά την επαναξιολόγησή τους.

 

Προετοιμάζουν το έδαφος

Με δεδομένο ότι το γκλάιφοζεϊτ ανιχνεύεται ευρύτατα στο περιβάλλον, αλλά και στη διατροφή, η άρνηση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να εξετάσει τη γνώμη του IARC και η πλήρης σύνταξή της με τη γνώμη της EFSA δημιουργεί ερωτήματα. Ορισμένοι θεωρούν ότι η απόρριψη των προειδοποιήσεων ανεξάρτητων επιστημόνων συνιστά κίνηση υπέρ των πολυεθνικών της αγροχημείας, προκειμένου να προετοιμαστεί το έδαφος για την εφαρμογή της Διατλαντικής Συμφωνίας Ελεύθερου Εμπορίου (TAFTA) με περιορισμό των κανόνων προστασίας του περιβάλλοντος και της υγείας των Ευρωπαίων πολιτών.

Η στάση της Επιτροπής έχει προκαλέσει σε πολλές ευρωπαϊκές χώρες κινητοποίηση των πολιτών. Μη κυβερνητικές οργανώσεις, που ζητούν την απαγόρευση του γκλάιφοζεϊτ, έχουν συγκεντρώσει πάνω από ενάμισι εκατομμύριο υπογραφές. Μάλιστα, μερικές από αυτές τις οργανώσεις στις 3 Μαρτίου 2016 κατέθεσαν αγωγή κατά της EFSA και ορισμένων βιομηχανιών για «κανονιστική απάτη». Επίσης, η Επιτροπή Περιβάλλοντος του Ευρωκοινοβουλίου στις 22 Μαρτίου 2016, ζητάει από την Επιτροπή να μην ανανεώσει την έγκριση του.

Η πολύ μεγάλη χρήση του γκλάιφοζεϊτ και η αυξημένη παρουσία του στο περιβάλλον, καθώς και οι επιστημονικές διαφωνίες για τους κινδύνους που διατρέχει η δημόσια υγεία, επιβάλλουν την άμεση εφαρμογή από την Επιτροπή της αρχής της προφύλαξης. Όσο η επιστημονική αβεβαιότητα παραμένει, καμία έγκριση δεν πρέπει να δοθεί, προκειμένου να διασφαλιστεί η υγεία των πολιτών και προφανώς εν αναμονή πληρέστερων επιστημονικών πληροφοριών.

 

Η στάση της χώρας

Οι εβδομάδες που ακολουθούν μέχρι την ψηφοφορία θα είναι κρίσιμες, γιατί από τη μια η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα επιδιώξει να δημιουργήσει την απαιτούμενη ειδική πλειοψηφία υπέρ της πρότασής της, ενώ και οι αγροχημικές βιομηχανίες έχουν περάσει στην αντεπίθεση. Από την άλλη, η δυσαρέσκεια των ευρωβουλευτών και η κινητοποίηση των πολιτών συνεχίζουν να διευρύνονται.

Τι συμβαίνει αυτή την περίοδο στην Ελλάδα; Οι απόψεις των μη κυβερνητικών οργανώσεων για την επικινδυνότητα του γκλάιφοζεϊτ, εξαιτίας και της περιορισμένης δημοσιότητας, δεν φαίνεται να έχουν ευρεία απήχηση. Αντίθετα, οι απόψεις των εταιρειών των αγροχημικών είναι στοχευμένες και οργανωμένες. Απευθύνονται, αφενός, στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων, ζητώντας να αλλάξει στάση και να υποστηρίξει την πρόταση της Επιτροπής και, αφετέρου, στους αγρότες με τον ισχυρισμό ότι η απαγόρευση του συγκεκριμένου ζιζανιοκτόνου θα οδηγήσει σε μείωση της παραγωγής και αύξηση του κόστους της. Στην εκστρατεία συμμετέχουν ειδικοί επιστήμονες για τα ζιζάνια, ειδικές για το θέμα επιστημονικές εταιρείες, σύλλογοι γεωπόνων και αγροτών, ο αγροτικός τύπος και φυσικά οι εταιρείες εισαγωγής και διανομής των φυτοφαρμάκων.

Η ανάλυση της προβαλλόμενης επιχειρηματολογίας είναι αποκαλυπτική. Πρώτα, τα περισσότερα επιχειρήματα είναι κοινά, είτε πρόκειται για Έλληνα ειδικό επιστήμονα, είτε για ευρωβουλευτή θετικό στην ανανέωση της άδειας, είτε για σύλλογο Γάλλων αγροτών. Για παράδειγμα, «στην Ε.Ε. για κρίσιμα τεχνικά θέματα επιδιώκεται πολιτική απόφαση (που είναι) αντίθετη στις εισηγήσεις των ειδικών», η επιστημονική διχογνωμία προφανώς δεν είναι επιστημονικό επιχείρημα. Επίσης, οι αναφορές στη μελέτη του Κέντρου Έρευνας για τον Καρκίνο (IARC) είναι ανύπαρκτες, ενώ σε επίδειξη αντικειμενικότητας σημειώνουν τον κίνδυνο από συγκεκριμένα έκδοχα, τις ταλοουαμίνες, που μπορεί να περιέχουν ορισμένα σκευάσματα, θέμα μικρότερης σημασίας και σχετικά απλό στη λύση του. Έτσι, μια επιστημονική εταιρεία γράφει ότι «δεν υπεισέρχεται στην εγκυρότητα των σχετικών αναφορών που αφορούν πιθανή καρκινογόνο ή όχι δράση» και, ενώ θα περίμενε κανείς να επικαλεστεί την αρχή της προφύλαξης, αντ΄ αυτού προτείνει η χώρα να ακολουθήσει την εισήγηση της EFSA. Κεντρική θέση έχει και το επιχείρημα ότι η μη στήριξη της πρότασης του EFSA υπονομεύει το ευρωπαϊκό σύστημα αξιολογήσεων. Ωστόσο, το κύρος των θεσμών το διαφυλάσσουν οι ίδιοι οι θεσμοί, και η EFSA στο θέμα των δεσμών που διατηρούν επιστήμονές της με τη βιομηχανία δεν έχει και την καλύτερη φήμη. Αλλά και σε θέματα καθαρά επιστημονικά λέγονται μισές αλήθειες. Γράφεται ότι «αναμένεται (με την κατάργηση του γκλάιφοζεϊτ) να αυξηθούν οι πιθανότητες ανάπτυξης ζιζανίων στα ζιζανιοκτόνα», ενώ είναι γνωστό ότι η πολύ μεγάλη χρήση του έχει οδηγήσει σε εμφάνιση ανθεκτικών ζιζανίων. Μάλιστα, η επέκταση στις ΗΠΑ των γενετικά τροποποιημένων καλλιεργειών, ανθεκτικών στο γκλάιφοζεϊτ, εδώ και δέκα χρόνια έχει συμβάλει στην εμφάνιση ανθεκτικών σε αυτό το μόριο ζιζανίων. Στην Ευρώπη είναι γνωστές πάνω από δέκα περιπτώσεις ανθεκτικότητας (ειδικά στις μεσογειακές χώρες μεταξύ των οποίων και η Ελλάδα). Οι αγροχημικές εταιρείες αποκρύπτουν την επικινδυνότητα του προϊόντος τους, υπερτονίζουν το ρόλο του για την παραγωγή άφθονων και φτηνών τροφών και ασκούν οργανωμένες πιέσεις στους πολιτικούς. Αυτή η επιχειρηματολογία συγκαλύπτει τα «κρυφά κόστη» (περιβαλλοντικά, υγειονομικά, κανονιστικά και δαπάνες αποφυγής) από τη χρήση αυτών των ουσιών.

 

Ενίσχυση εναλλακτικών λύσεων

Από όσα προηγήθηκαν φαίνεται ότι το γκλάιφοζεϊτ είναι πιθανό να έχει συνέπειες στη ανθρώπινη υγεία και άρα απαιτείται η εφαρμογή της αρχής της προφύλαξης. Σε αυτή την υπόθεση η κυβέρνηση (αλήθεια τι κάνει το Υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας;) είναι αντιμέτωπη με μια διπλή απαίτηση, να προστατεύσει τη δημόσια υγεία και να στηρίξει τους παραγωγούς, δεδομένου ότι το γκλάιφοζεϊτ είναι ένα αποτελεσματικό και φθηνό ζιζανιοκτόνο. Η αναζήτηση εναλλακτικών λύσεων πρέπει να ενισχυθεί. Πρέπει να αναζητηθούν τρόποι παραγωγής με δραστικό περιορισμό των φυτοφαρμάκων ή χωρίς φυτοφάρμακα αλλά και «οικονομικών» για τους πολίτες.

Η μάχη για την ανανέωση της έγκρισης του γκλάιφοζεϊτ δεν έχει τελειώσει στο Υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων. Άραγε θα συμβεί αυτό που διαβάζει κανείς στον αγροτικό Τύπο: «θετική στάση φαίνεται αποφασισμένο να τηρήσει το ΥπΑΑΤ στις συζητήσεις που πραγματοποιεί η Κομισιόν με τα κράτη-μέλη σχετικά με την ανανέωση της έγκρισης της ζιζανιοκτόνου δραστικής ουσίας γκλάιφοζεϊτ». Ή θα ανοίξει τη συζήτηση με την κοινωνία για σταδιακή έξοδο από τα φυτοφάρμακα, που δεν είναι μόνο υπόθεση των γεωργών, έστω κι αν είναι τα πρώτα θύματα;

 

* Ο Νίκος Μπεόπουλος είναι συνταξιούχος καθηγητής του Γεωπονικού πανεπιστημίου Αθηνών.

Πηγή: Εποχή