Συνεντεύξεις

Nadia Urbinati: Οι κοινωνικές ανισότητες παραβιάζουν τη Δημοκρατία

Τη συνέντευξη πήρε ο Γιάννης Αγουρίδης

Οι κοινωνικές ανισότητες έχουν διευρυνθεί κατά τη διάρκεια της πανδημίας. Τι πρέπει να γίνει για την επίλυση αυτού του προβλήματος;

Δεν είμαι οικονομολόγος και δεν μπορώ να πω τι μπορεί να γίνει. Αυτό που θα ήθελα να τονίσω είναι ότι δεν πρέπει να εξετάσουμε τις «ανισότητες καθαυτές», αλλά τη διαδικασία που τις δημιουργεί, γιατί εάν αυτή η διαδικασία δεν τεθεί υπό αμφισβήτηση, φαντάζει σχεδόν αδύνατον να υπάρξουν αλλαγές ή βελτιώσεις. Πρέπει λοιπόν να αναφερόμαστε στις κοινωνικές αδικίες ως χρόνιες καταστάσεις που σχετίζονται ή προέρχονται από την τεράστια ανισότητα που δημιουργεί ο πλούτος. Πρέπει να μιλήσουμε για τα προνόμια που απορρέουν από αυτές τις τεράστιες ανισότητες, παραβιάζοντας τη Δημοκρατία. Η διαφορά μεταξύ του εισοδήματος ενός CEO (διευθύνων σύμβουλος μιας εταιρείας) και ενός εργαζομένου είναι στρατοσφαιρική και δεν μπορεί κάποιος να μην αναλογιστεί ότι απαιτείται κάποια μορφή δημοσιονομικής ανακατανομής. Η προοδευτική φορολογία φαίνεται να είναι μια πολιτική που απαιτείται για να ξεκινήσει η επίλυση του προβλήματος της κοινωνικής ανισότητας.

Θα μπορούσε αυτή η κατάσταση να οδηγήσει στην ταχεία απονομιμοποίηση του ισχύοντος πολιτικού συστήματος σε διάφορες χώρες;

Νομίζω ότι θα μπορούσε. Γιατί οι πολλοί πρέπει να συνεχίσουν να τηρούν τους νόμους και τις αποφάσεις που λαμβάνονται σύμφωνα με την υπόσχεση ότι όλοι αντιμετωπίζονται ισότιμα, ενώ στην πραγματικότητα έχουν την εύλογη αντίληψη ότι μόνο οι λίγοι απολαμβάνουν μια πραγματική -ίση- ισχύ στη δημοκρατία μας; Το τέλος της ευρείας ισότητας (ή ανεκτής ανισότητας) των κοινωνικών συνθηκών και η έλλειψη ευκαιρίας βελτίωσης για μεγάλο αριθμό ανθρώπων δημιουργεί αμφιβολίες για το γεγονός ότι εξακολουθούμε να ζούμε σε συνταγματική Δημοκρατία. Ο συμβιβασμός μεταξύ των πολλών και των λίγων ισχύει εάν οι πρώτοι αντιλαμβάνονται πως η νομική και πολιτική τους υπόσταση δεν είναι απλώς μια καταγέλαστη διατύπωση. Η Δημοκρατία είναι ένα πολιτικό σύστημα που δεν υπόσχεται σοσιαλισμό ούτε επίπεδη εξίσωση των οικονομικών και κοινωνικών συνθηκών. Ωστόσο, είναι ένα σύστημα που δεν θα διαρκέσει εάν η διάσπαση μεταξύ των λίγων και των πολλών είναι τόσο ριζική σαν να είναι δύο χώρες σε μία. Χρειάζεται κάποια κοινωνική ισότητα για να διατηρηθεί η πολιτική Δημοκρατία. Το μάθημα του Σόλωνα εξακολουθεί να ισχύει σήμερα: όταν εξελέγη άρχων (περί το 594 π.Χ.), η πρώτη του πράξη ήταν να ελευθερώσει τη γη και να καταστρέψει τα σύμβολα δουλείας και υποθήκης των γαιών. Με την πράξη του αυτή, γνωστή ως σεισάχθεια ή «παραίτηση από όλα τα βάρη», ακύρωσε όλα τα χρέη, απελευθέρωσε τους αγρότες και έδωσε γη στους καλλιεργητές της. Η δεύτερη πράξη του Σόλωνα ήταν η απαγόρευση της υποθήκευσης γης και της δουλείας εξαιτίας των ενυπόθηκων δανείων. Χωρίς αυτές τις πράξεις, δεν θα υπήρχε πολιτική ελευθερία και ούτε ασφάλεια στη δικαιοσύνη.

Ποιο είναι το αποτύπωμα της διακυβέρνησης του Τραμπ στη δημοκρατία;

Είναι ένα αρνητικό αποτύπωμα, αλλά και ένα καμπανάκι που θα πρέπει να ανησυχεί τους δημοκράτες και να τους παρακινεί να λάβουν κάποια ριζοσπαστικά μέτρα όσον αφορά την κοινωνική ενδυνάμωση των πολλών. Η κυβέρνηση του Τραμπ μας δείχνει ότι ο λαϊκισμός είναι ισχυρός και ότι μπορεί ακόμη και ένα πολίτευμα σαν τη Δημοκρατία να οδηγείται σε ακραία όρια, με τον κίνδυνο της δικτατορίας να ελλοχεύει. Δείχνει επίσης ότι η Δημοκρατία είναι κάτι πολύ περισσότερο από ένα σύστημα πολιτικού ανταγωνισμού μέσω εκλογών και αυτό πολλές φορές είναι κρίσιμο, ιδιαίτερα όταν ένας εκλεγμένος ηγέτης προσβάλλει τις εκλογές και αρνείται τα αποτελέσματά της.

Είναι δυνατόν οι ριζοσπαστικοί άνθρωποι στις ΗΠΑ να βασίσουν τις ελπίδες τους στην εκλογή Μπάιντεν;

Ως πολιτικός, ο Μπάιντεν γεννήθηκε μετριοπαθής. Ως Πρόεδρος, ίσως αναγκάζεται να είναι ριζοσπαστικός. Η νίκη του Μπάιντεν κατάφερε να αναζωογονήσει τον κομματικό διάλογο στην αμερικανική πολιτική σκηνή χωρίς καν να αναζητήσει τη συναίνεση των (πολύ λίγων) μετριοπαθών Ρεπουμπλικανών. Μπορούμε τώρα να δούμε ότι ένα κόμμα, το Δημοκρατικό Κόμμα -χάρη και στο ότι τελικά άκουσε την Αριστερά-, βρίσκεται σε θέση να δείξει ότι είναι δυνατόν να κάνουμε θαρραλέες κοινωνικές πολιτικές ακόμη και αν η κοινωνία είναι διχασμένη και τα κόμματα κινητοποιούνται σύμφωνα με αντίθετες απόψεις ως προς το τι πρέπει να γίνει. Ο Μπάιντεν προσπαθεί να… ρίξει δημόσιο χρήμα στο εξασθενημένο κοινωνικό σύστημα προκειμένου να δημιουργήσει σταθερές θέσεις εργασίας, να βελτιώσει τα δημόσια σχολεία, να λύσει τα χρόνια προβλήματα αδικίας στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης, να ελαφρύνει φοιτητές από τα χρέη και, τέλος, να φορολογήσει τους λίγους πλούσιους και τις εταιρείες. Ακόμη και σε σύγκριση με τους -λίγους ακόμη- Ευρωπαίους σοσιαλδημοκράτες, οι πολιτικές του Μπάιντεν φαίνονται ριζοσπαστικές.

Πηγή: Η Αυγή