Οι δυο ανασχηματισμοί, κόμματος και κυβέρνησης, όπως η πολιτική τους στόχευση συμπληρώθηκε ή σωστότερα μεταγράφηκε ως συγκεκριμένη πολιτική κατεύθυνση στο υπουργικό συμβούλιο, συνιστούν όντως μια νέα αφετηρία για την κυβέρνηση που ξεκινά με «περισσότερη αισιοδοξία», όπως είπε και ο πρωθυπουργός, όχι σκέτη αισιοδοξία. Στο αντίπαλο στρατόπεδο, με βάση τις πρόχειρες απαντήσεις επιπέδου γραφείου Τύπου που είδαμε, ως φαίνεται, αιφνιδιάστηκαν κάπως, με την έννοια ότι μετά την πίεση που δέχθηκε η κυβέρνηση λόγω μακεδονικού και τις φωτιές πίστευαν ότι δεν θα μπορέσει να ξαναπάρει την πρωτοβουλία των κινήσεων, αλλά μοιραία θα όδευε προς την ήττα της. Αποδείχθηκε ότι είχαν δίκιο όσοι στην πλευρά του, στις αναλύσεις τους —π.χ. ο Αλέξης Παπαχελάς αλλά και άλλοι— υποστήριξαν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ και ο Αλέξης Τσίπρας έχει ακόμη πολλές αντοχές.
Ο χρόνος ήταν εξαιρετικά πυκνός στο διάστημα που η «Εποχή» δεν κυκλοφόρησε. Δύσκολο να καλυφθεί σε ένα —και μάλιστα στο πρώτο φύλλο. Κλείσαμε με την πικρή γεύση από την τραγωδία της φωτιάς που προλάβαμε να αξιολογήσουμε χωρίς υπεκφυγές. Σήμερα διαπιστώνουμε ότι έχουν γίνει άλματα και αυτό είναι πολύ θετικό διότι η κυβέρνηση, ύστερα από κάποιες αρχικές ατυχείς προσεγγίσεις, επιχειρεί να αντιμετωπίσει τον πυρήνα του προβλήματος χωρίς δισταγμό.
Δεν ταιριάζουν εορτασμοί
Στο διάστημα αυτό είχαμε και την ημερομηνία του τέλους του μνημονιακού τρίτου προγράμματος, την 21η Αυγούστου. Είχαμε συχνά αναφερθεί και υποστηρίξει ότι η έξοδος είναι αξία αυτή καθ΄ αυτή, είναι ιστορικό ορόσημο που η κυβέρνηση με κορμό την Αριστερά πρέπει να αξιοποιήσει για να περάσει η χώρα σε άλλο στάδιο, να επουλωθούν πολλές από τις πληγές που προηγήθηκαν στα πιο ευάλωτα κοινωνικά στρώματα, βλάβες στην πλειοψηφία της κοινωνίας. Ωστόσο, δεν πρέπει να αποσπόμαστε από τη σκληρή πραγματικότητα ότι μας βαραίνει πάντα ο μνημονιακός κορμός και οι δεσμεύσεις που επιβλήθηκαν εξαναγκαστικά. Όσο αλήθεια είναι ότι ακόμη και στις συνθήκες μετά την ήττα του 2015 μπορέσαμε να πάρουμε πολλά θετικά μέτρα που προσιδιάζουν στην Αριστερά, άλλο τόσο είναι αλήθεια ότι ασκήσαμε και πολιτικές που δεν ήταν δικές μας. Αυτή είναι η ουσία του εξαναγκασμού.
Δανείζουμε, αντί σχολίου στην επιλογή του πρωθυπουργού να απευθύνει διάγγελμα από την Ιθάκη –μια συνέντευξη Τύπου θα κάλυπτε πιο σωστά τις ανάγκες του σημαντικού ορόσημου–, ένα απόσπασμα από άρθρο του Αντώνη Λιάκου από την Εφ. Συντακτών που νομίζω αποδίδει την ουσία: «Δεν ταιριάζουν εορτασμοί στην έξοδο από τα μνημόνια. Δεν ήταν επιλογή της Αριστεράς, εξαναγκάστηκε να διαχειριστεί μια κατάσταση στην οποία άλλοι ευθύνονταν και είχαν οδηγήσει και διαχειρίζονταν με ολέθριο τρόπο. Εξαναγκάστηκε επίσης να διαχειριστεί τη λαϊκή αμφιθυμία, η οποία αφενός αντιδρούσε, και δικαίως, στην επιβολή λιτότητας, αφετέρου δίσταζε, και πάλι δικαίως, να προχωρήσει σε πολιτικές ρήξεις με το ευρωπαϊκό πολιτικό και οικονομικό πλέγμα. Το πέρασμα αυτό από τους Λαιστρυγόνες και τους Κύκλωπες το χειρίστηκε χωρίς να ναυαγήσει. Δεν χρειάζεται όμως να απεκδυθεί της κοινωνικής κριτικής, η οποία άλλωστε είναι και ο λόγος ύπαρξής της, και κυρίως να αποστρέψει το βλέμμα της από τις απώλειες της περασμένης οκταετίας.»
Να μην μείνουμε μόνο στο γραμματέα
Από τους δύο ανασχηματισμούς πριν την τελική μάχη οι αλλαγές στο κόμμα, σ΄ αυτή τη φάση, αποκτούν μεγαλύτερη σημασία. Για μια σειρά λόγους το κόμμα είχε παραμεληθεί, ως ένα βαθμό αντικειμενικά, αλλά και λόγω αντίληψης. Σήμερα, ομόφωνα η ΚΕ αποφάσισε ότι η κομματική δουλειά πρέπει να αλλάξει ριζικά, το κόμμα να παίξει το ρόλο του. Τώρα έγινε κατανοητό και στην κυβέρνηση ότι δεν παραμελήθηκε το κόμμα, αλλά ο ζωτικός κρίκος της με την κοινωνία. Αλλά αυτό είναι ένα σύνθετο καθήκον τώρα, και πιο δύσκολο διότι έχει καθυστερήσει. Στο άρθρο του ο Μπάμπης Γεωργούλας και ο Πάνος Λάμπρου στη συνέντευξή του αναπτύσσουν τα συναφή ζητήματα με το κόμμα και δεν χρειάζεται να πούμε κάτι περισσότερο. Θα επισημάνουμε όμως ότι αν η εκλογή του Πάνου Σκουρλέτη ως γραμματέα θεωρηθεί ότι αρκεί τότε δεν θα έχουμε κάνει τίποτε. Από την εκλογή του γραμματέα αρχίζει η πραγματική συλλογική προσπάθεια που θα είναι επίπονη. Εξάλλου, δεν χρειάζεται ένα κόμμα εκλογικός μηχανισμός ικανός να κερδίσει τις επόμενες εκλογές. Χρειάζεται ένα κόμμα ανοιχτό, δημοκρατικό, ευαίσθητο στα νέα μηνύματα, ικανό να δίνει ιδεολογικές και πολιτικές μάχες, πρώτα απ΄ όλα να συγκροτεί πολιτική για την επίλυση των προβλημάτων στο χώρο αναφοράς του, αδιάφορο αν αυτό το φέρει σε αντιπαράθεση και με την κυβέρνηση.
Οι τρεις επιδιώξεις της νέας κυβέρνησης
Η νέα κυβέρνηση που προέκυψε από τον πρόσφατο ανασχηματισμό, κινούμενη στους ίδιους άξονες, κρατά τα βασικά της χαρακτηριστικά και τους πιο νευραλγικούς υπουργούς. Αυτό που μπορούμε να πούμε είναι ότι ως κύρια επιδίωξη έχει να κερδίσει χρόνο και σταθερότητα στην πορεία της, αν είναι δυνατόν, έως το τέλος της θητείας της, τον Σεπτέμβριο του 2019. Είναι φανερό αυτό και από την ενίσχυση των ΑΝΕΛ στην κυβέρνηση όσο και στην είσοδο —μέσω ιδιότυπης σχέσης με τους ΑΝΕΛ— της κ. Παπακώστα. Ο χρόνος είναι στρατηγικό στοιχείο για την κυβέρνηση διότι τώρα μπορεί να ασκήσει πολιτικές που να την διευκολύνουν στην επαναπροσέγγιση με τα κοινωνικά στρώματα που έχει απογοητεύσει, δεν είναι ποσοτικό ζήτημα ούτε παροχολογία όπως λαθεμένα υποστηρίζει η ΝΔ.
Η δεύτερη επιδίωξη είναι να επιχειρήσει με τα νέα πρόσωπα —εκτός κλασικής Αριστεράς— που περιλαμβάνει, να προκαλέσει ρήγματα στην «υγειονομική ζώνη» που έχουν κατασκευάσει γύρω από την κυβέρνηση οι αντίπαλοί της, ως ένα βαθμό επιτυχώς. Πρόκειται για το κορυφαίο ζήτημα που αντιμετωπίζει η κυβέρνηση σήμερα, δεν μπορεί να αδιαφορεί. Όσο και περιορισμένη να είναι η πολιτική αξία, ως προς αυτό, των νέων προσώπων η αντιπολίτευση έσπευσε να τα υποβαθμίσει ακριβώς, ιδίως το ΚΙΝΑΛ, διότι η κ. Ξενογιαννακοπούλου δεν είναι ένα πολιτικό στέλεχος αδιάφορο γι΄ αυτό, φοβάται. Γι΄ αυτό και επέμεινε ότι είναι «παλαιά» υλικά κ.τ.λ, κ.τ.λ., αποκρύπτοντας ακόμη και κομμάτια διαδρομής και συμβολής σε δύσκολες περιόδους, όπως είναι η νέα υπουργός Πολιτισμού Μυρσίνη Ζορμπά που είχε δραστήρια συμμετοχή στην αντίσταση κατά της δικτατορίας από τις γραμμές του Πατριωτικού Μετώπου και στη συνέχεια από το ΚΚΕ Εσωτερικού.
Το ζήτημα της διεύρυνσης της επιρροής ενός κόμματος, μιας κυβέρνησης, η καλλιέργεια πιθανών μελλοντικών συμμαχιών κ.τ.λ δεν υπήρξε ποτέ ζήτημα «πολιτικής τοπογραφίας», όπως φαίνεται να θεωρούν πολιτικές δυνάμεις παραδοσιακά. Θα ήταν κρίμα να το πιστεύει αυτό —έχει δώσει αφορμές— ένα κόμμα της ανανεωτικής αριστεράς όπως ο ΣΥΡΙΖΑ. Μάλιστα, όταν έχει κάνει το μείζον θεσμικό βήμα που είναι η θέσπιση της απλής αναλογικής, δηλαδή διασφαλίσει τα συμμαχικά σχήματα, ως άποψή του. Ασφαλώς, βρήκε αυτιά κλειστά και έτοιμες επιλογές, ποιος δεν το βλέπει αυτό; Όμως αν ελέγχεται σε κάτι είναι το κατά πόσον με υπομονή και ευελιξία εργάστηκε, αποφεύγοντας τον άγονο μανιχαϊσμό, την αχρείαστη πόλωση και αντιπαράθεση, την φροντίδα να ηγεμονεύσει η ποιότητα στην επικοινωνιακή του πολιτική, η επιχειρηματολογημένη πειστικότητά της.
Ακόμα είναι απαραίτητες οι προσπάθειες επαφής με τους διανοούμενους, επιστήμονες, καλλιτέχνες και ακτιβιστές, που, κάνοντας αποδεκτή την ενδεχόμενη κριτική τους, να γονιμοποιείτε η πολιτική του κόμματος και της κυβέρνησης με αυτήν. Πρόκειται για μια αντίληψη ηγεμονίας που δεν χρειάζεται, αλλά παρακάμπτει το σύνθημα «ή εμείς ή αυτοί», διότι αυτό δεν εκφράζει την εμβέλεια, το εύρος της πολιτικής μας. Όπως είπε ο σύντροφος Άλκης Ρήγος στην ΚΕ ένα τέτοιο σχήμα δεν θα χωρούσε ασφαλώς τις εξελίξεις, τις τοποθετήσεις και τις ανακατατάξεις για το Μακεδονικό.
Ένας τρίτος στόχος του ανασχηματισμού, που προκύπτει έμμεσα είναι η επιδίωξη, μέσω νέων στελεχών, αποτελεσματικότητας και ανανέωσης. Ποιος να αμφισβητήσει το θετικό αυτής της επιλογής; Ωστόσο, δεν πρέπει να μην επισημανθεί ότι, τουλάχιστον κάποιες από τις αντικαταστάσεις του προηγούμενου ανασχηματισμού που όχι μόνο δεν είχαν καμία δικαιολόγηση, αλλά επιπλέον προκάλεσαν δυσφορία στο κόμμα, έπρεπε τώρα να επανέλθουν. Μη θετική εντύπωση έκανε, επίσης, όταν νέος Υπουργός έσπευσε να ακυρώσει έτοιμο νευραλγικό νομοσχέδιο του προκατόχου του.
Παύλος Κλαυδιανός
Πηγή: Η Εποχή