Η ΝΔ έχει παραμείνει σταθερή στην υλοποίηση του κυβερνητικού της προγράμματος, ευνοούμενη και από την πανδημία. Τώρα δείχνει να σκληραίνει ακόμα περισσότερο τη στάση της, καθώς βιάζεται να ολοκληρώσει τη θητεία-οδοστρωτήρα. Πώς «διαβάζεις» τη στρατηγική της;
«Έχουμε τη χειρότερη κυβέρνηση, στη χειρότερη στιγμή» είχε πει πολύ εύστοχα ο Αλ. Τσίπρας, αναφερόμενος στη συγκυρία. Αν δούμε δε και την προοπτική της συγκυρίας, με την επιβράδυνση της οικονομικής μεγέθυνσης και των διαδικασιών της παγκοσμιοποίησης, τη διόγκωση του πληθωρισμού, τη συρρίκνωση της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών, τον πόλεμο, την ενεργειακή, την επισιτιστική και την περιβαντολλογική κρίση, κ.ά., διαμορφώνεται μία πολύ δυσοίωνη προοπτική για τη χώρα, την περιοχή και για τον κόσμο. Στο τιμόνι της χώρας έχουμε μια κυβέρνηση, η οποία είναι η επιτομή της Alt Right, της νέας, τραμπικού τύπου, ακροδεξιάς. Πρόκειται για ένα μείγμα υπερβάλλοντα συντηρητισμού, που στηρίζεται ακόμη και σε προνεοτερικές αρχές και αξίες, με τις πλέον επιθετικές δομές του νεοφιλελευθερισμού. Ένα μείγμα που συχνά «πολιτικοποιεί» και προάγει τον κοινωνικό αυτοματισμό, την ατομική ευθύνη, την λογική του «ας πρόσεχε», την φυσικοποίηση των ανισοτήτων και τελικά την αδιαφορία για την διασφάλιση της κοινωνικής συνοχής. Η διαχείριση της πανδημίας από την μια συνέδραμε αυτή την πολιτική ενώ, από την άλλη, την έκανε και προκλητικά ξεκάθαρη. Χαρακτηριστικό αυτού του τύπου των κυβερνήσεων είναι η επιθετική επιμονή, που επιβάλλει η «μηδενική ανοχή» και η διασφάλιση συναίνεσης από καθεστώτα μετά-αλήθειας που κατασκευάζονται με την συνδρομή των ΜΜΕ και των συστημικών διανοουμένων. Η κυβέρνηση δεν αποτελεί εξαίρεση αυτού του υποδείγματος και έτσι εξηγείται η σκλήρυνση στάσης της παρά τα κοινωνικές και θεσμικές καταστροφές που προξενεί.
«Οι εκλογές κερδίζονται στο Κέντρο», είπε ο Κ. Μητσοτάκης. Καταφέρνει να προσεγγίσει αυτό το χώρο με τις μερικές και αποσπασματικές αναφορές του στην κλιματική αλλαγή, τα δικαιώματα της LGBTQ+ κοινότητας, την ισότητα, κ.λπ.;
Η σχέση της ΝΔ με το λεγόμενο Κέντρο είναι μόνο στο επίπεδο της διαχείρισης. Πρόκειται για τη συμμαχία του κυβερνητικού κόμματος με το δεύτερο ρεύμα στελεχών του εκσυγχρονισμού, τα οποία χρησιμοποιούνται ως τεχνοκράτες σε αυτή την κυβέρνηση, της προσδίδουν μια επίπλαστη «προοδευτικότητα» και συντηρούν τον αντιΣΥΡΙΖΑ συρμό που αποτελεί μια από τις θεμελιώσεις της Alt Right λογικής. Δίνεται, έτσι, μία επίπλαστη αίσθηση ότι είναι και κεντρώο κόμμα. Όσο για τις άλλες ρητορικές «κεντρώες» και «προοδευτικές» αναφορές αυτές έχουν αποκλειστικά φιλελεύθερη γείωση, χωρίς δυνατότητα κοινωνικής /ταξικής διάστασης. Ωστόσο, οι σοβαροί περιορισμοί και ιστορικές περιπέτειες του κράτους δικαίου ταύτισαν τα σχετικά φιλελεύθερα δικαιώματα με την στρατηγική της αριστεράς. Κατά συνέπεια, δεν πρέπει να δημιουργείται η στρεβλή αντίληψη ότι η ΝΔ επιδιώκει να εκπροσωπήσει αυθεντικά τις σχετικές και άλλες κοινωνικές επιδιώξεις ή συμφέροντα. Ο νεοφιλελευθερισμός δεν θέλει να εκπροσωπήσει την κοινωνία, δεν μπορεί να εκπροσωπήσει κάτι στο οποίο δεν πιστεύει ότι υπάρχει. Η Θάτσερ, να θυμίσω, έλεγε ότι δεν υπάρχει κοινωνία, υπάρχουν μόνο τα άτομα και οι οικογένειές τους. Προσπαθεί, λοιπόν, η ΝΔ να ελέγξει την κοινωνία, όχι μόνο μέσα από τη συρρίκνωση δικαιωμάτων, όπως έκανε κατά τη διάρκεια της πανδημίας, και μέσα από τον έλεγχο οποιασδήποτε κοινωνικής αντίδρασης αλλά και με την απόσυρση των δυνάμεών της από πεδία κοινωνικής εκπροσώπησης (όπως έγινε με τη ΔΑΠ).
Η ΝΔ κυβέρνησε με την κοινωνία κλειστή, μέχρι τώρα. Προβλέπεις να έρχεται αντιμέτωπη με κοινωνικές αντιδράσεις;
Πράγματι, ήρθε αντιμέτωπη με αντιδράσεις, όχι όμως από παραδοσιακούς θεσμούς κοινωνικής εκπροσώπησης και κινητοποίησης, αλλά από νέες κινηματικές πρωτοβουλίες. Θυμίζω τις κινητοποιήσεις στην e-food, στην Cosco, το φοιτητικό κίνημα κ.α. Οι νέες τάσεις που εμφανίζονται αποζητούν μέσα από τη δική τους κοινωνική κινητοποίηση και άλλο τρόπο πολιτικής εκπροσώπησης. Αυτός δεν μπορεί να είναι άλλος από εκείνον που αναδείχθηκε την δεκαετία του 2010, ο οποίος κινείτο σε άλλη λογική από αυτή του παλιού δικομματισμού. Δηλαδή ενός συστήματος διακυβέρνησης, το οποίο έχτιζε επιλεκτικές σχέσεις σχέση με την κοινωνία και έδινε απόλυτη προτεραιότητα στις κρατικές επιλογές. Αυτό που μας δείχνουν οι σκόρπιες αντιδράσεις στην κυβέρνηση, μέχρι τώρα, είναι η συνεχιζόμενη κρίση εκπροσώπησης. Δεν μπορεί αυτές οι τάσεις να έχουν κάποιο πολιτικό αποτέλεσμα, εάν ο άλλος πόλος, ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν καταφέρει να εκφράσει αυτά τα κινήματα, όχι με έναν τρόπο φορμαλιστικό, όπως ήταν στο πλαίσιο του παλιού και ξεπερασμένου δικομματισμού, της εναλλαγής δηλαδή στην κυβέρνηση, αλλά με τον τρόπο όμοιο και αντίστοιχο με εκείνο που ανέτρεψε το πολιτικό σκηνικό το 2012.
Ο ΣΥΡΙΖΑ ανταποκρίνεται σε αυτή την ανάγκη;
Πρέπει καταρχάς να αναγνωρίσει ότι αυτές οι κινητοποιήσεις είναι σήματα προς μια εναλλακτική πολιτική έκφραση και εκπροσώπηση, η οποία θα είναι σε διαφορετική λογική, με τις πρακτικές του παλιού δικομματισμού. Δεν θα περιορίζεται μόνο σε συγκεκριμένες πολιτικές, οι οποίες θα είναι πιο αποτελεσματικές, με μεγαλύτερη διαφάνεια και σε κάθε περίπτωση «κοστολογημένες». Δεν φτάνουν οι τεχνικές και ποσοτικές διαστάσεις των προτεινόμενων πολιτικών. Αλλά κομματικές πρωτοβουλίες, οι οποίες θα προεικάζουν τις αυριανές κυβερνητικές πρακτικές, που θα έχουν σε πρώτο πλάνο το απόσταγμα και τα νέα κεκτημένα των εργαζομένων και των κοινωνικών κινημάτων.
Ο ΣΥΡΙΖΑ βγαίνει από ένα συνέδριο. Τον απασχόλησε ο προβληματισμός που αναπτύσσεις ως μείζονα;
Θα ήταν άδικο να πούμε ότι η όλη εμπειρία και επίγευση του συνεδρίου δεν προβληματίστηκε με τα παραπάνω. Κάθε άλλο. Ωστόσο, έχω την εντύπωση ότι σε κάποιο βαθμό οι σχετικές συζητήσεις αναλώθηκαν σε συνθήματα, διλήμματα και αντιπαραθέσεις, που έμειναν μακριά από την ουσία: Ο ΣΥΡΙΖΑ προχωρά ως «τομή σε συνέχεια», ή το «αποτελεί κόμμα εν κινήσει», ή κάποιοι είναι ενάντια στη «διεύρυνση», ή το «προεδρικοί» και μη. Πρόκειται για ζητήματα κενού περιεχομένου. Είναι προφανές ότι κάθε διαδικασία αποτελεί τομή, κανένα κόμμα δεν βρίσκεται «εν στάσει», κανένα κόμμα δεν είναι αδιάφορο στην διεύρυνση και ενδυνάμωσή του, και φυσικά κανένα κόμμα δεν διχάζεται για την ηγεσία του όταν αυτή δεν αμφισβητείται. Επιπλέον, έλειψαν οι σαφείς δεσμεύσεις των μελών του κόμματος ενώ υπήρξαν σημαντικές καινοτομίες που έμειναν σε επίπεδο μηχανιστικό. Για παράδειγμα, η καταστατική δέσμευση για την ποσόστωση φύλου (50-50 στα συλλογικά όργανα του κόμματος) δεν αρκεί. Διότι πρέπει να είναι ένα μέτρο με χρονικό ορίζοντα, να συνοδεύεται από τις πρόνοιες εντός του κόμματος αλλά και από αναφορές στο κυβερνητικό πρόγραμμα που θα ακυρώνει αυτή την θετική διάκριση στο μέλλον. Τέλος φοβάμαι ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν κατάφερε να αδράξει την «ευκαιρία» που ανέδειξε η συγκυρία της πανδημίας, η οποία για πρώτη φορά έφερε στην πολιτική ατζέντα συγχρόνως και με ιδιαίτερα σαφή τρόπο το ταξικό ζήτημα, το περιβαλλοντολογικό και το έμφυλο ζήτημα. Ζητήματα και προκλήσεις που απαιτούσαν, και ακόμη απαιτούν, ολοκληρωμένη και συνθετική αντιμετώπιση.
Αναδείχθηκε πιστεύεις η σημασία του να υπάρχει κόμμα; Τις εσωκομματικές διαδικασίες απασχόλησε η ενίσχυσή του, το κατάφερε; Σε ποια κατεύθυνση;
Ο ΣΥΡΙΖΑ έδωσε μια «εύκολη λύση» σε ένα δύσκολο ζήτημα, το οποίο αποτελεί πολύ μεγάλη πρόκληση για όλα τα κόμματα, τα οποία επιδιώκουν τον κοινωνικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Ο ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και αυτού του τύπου τα κόμματα, αντιμετωπίζουν μια χρόνια κρίση, δεν μπορούν να εκφράσουν το κοινωνικό γίγνεσθαι, καθώς η οργανωτική τους λειτουργία αντιστοιχεί σε έναν κοινωνικό καταμερισμό εργασίας του παρελθόντος. Αυτό που δεν έχει κάνει ο ΣΥΡΙΖΑ είναι να αναζητήσει τις νέες λειτουργίες και ρόλους για τα μέλη του σε ένα νέου τύπου κόμμα μαζών. Όχι μια διαχειριστική αντιμετώπιση των προβλημάτων, αλλά ένα σχέδιο με βάση το αξιακό πλαίσιο στο οποίο ανήκει το κόμμα. Έτσι οι μεταρρυθμίσεις που προτείνει να αποκτούν συνοχή και θα προεικάζουν το επιδιωκόμενο όραμα.
Είναι ζητούμενο και η ανάδειξη νέων στελεχών;
Προφανώς, όμως θα πρέπει να γίνεται ουσιαστικά και συστηματικά και να συνοδεύεται από ένα μηχανισμό αξιολόγησης και επιμόρφωσης. Κάτι που διαθέτουν πολλά κόμματα εδώ και αλλού και ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πολύ δρόμο να διανύσει προς αυτή την κατεύθυνση. Αυτό όμως θέλει δέσμευση και οργάνωση.
Οι καταστατικές αλλαγές κινούνται σε αυτή την κατεύθυνση;
Μάλλον περιορισμένα. Όσο για την καταστατικές αλλαγές να το πω σχηματικά: έχω την εντύπωση ότι αντιστοιχούν σε μία πολιτεία προεδρικής και όχι κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Βγήκε από το συνέδριο με έναν μεγεθυμένο κατάλογο μελών. Πώς θα αξιοποιήσει τα 172.000 μέλη;
Είναι μεγάλη η πρόκληση όχι μόνο πώς θα ενταχθούν τα νέα μέλη στην στρατηγική του κόμματος αλλά και πώς θα επαναδραστηριοποιηθούν τα παλαιότερα. Πρέπει πρώτα να τα καταγράψει, να δει την κοινωνική τους παρουσία. Δεύτερον, πρέπει διαβαθμισμένα να ξεκινήσει –κάτι που λείπει πολλά χρόνια- την επιμόρφωση μελών και στελεχών. Δεν μπορείς να αντιπαρατεθείς με την κρατική και κυβερνητική προπαγάνδα, τα μίντια, χωρίς να έχεις τον κόσμο σου ενημερωμένο. Τρίτον, χρειάζεται να τεθεί ξανά το ζήτημα της ελεύθερης διακίνησης ιδεών εντός του κόμματος και της αποκατάστασης της συντροφικότητας, διότι υπήρξε ιδιαίτερη ένταση το τελευταίο διάστημα. Τέταρτον, πρέπει πιλοτικά να εφαρμοστούν οργανωτικές διευθετήσεις που θα δίνουν την δυνατότητα ουσιαστικής συμμετοχής των μελών στη διαδικασία λήψης και υλοποίησης αποφάσεων αλλά και θα δίνουν την ευκαιρία για ουσιαστική σχέση με την κοινωνική δυναμική μακριά από τις αδράνειες του παλαιού δικομματισμού. Πρωτοβουλίες προς αυτή την κατεύθυνση πρέπει να γίνουν προτεραιότητα αφού είναι εκείνες που δυνάμει ξεπερνούν τους περιορισμούς των κατεστημένων γραφειοκρατικών θεσμών κοινωνικής εκπροσώπησης. Οι πρωτοβουλίες φοιτητών, καθηγητών και διοικητικών στο ΑΠΘ για την αντιμετώπιση της επίθεσης που δέχεται το πανεπιστήμιο είναι εξαιρετικό παράδειγμα. Με άλλα λόγια πέρα από την ένταξη και κινητοποίηση παλαιών και νέων μελών ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει έμπρακτα να δείχνει την διαμόρφωση μια στρατηγικής «Alt Left» ως μόνης ικανής να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά την κυβερνητική Alt Right.
Πώς θα οικοδομηθεί αυτή; Και σε αυτό το πλαίσιο, πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί το αντιΣΥΡΙΖΑ μέτωπο;
Πρώτα από όλα, χρειάζεται η συνειδητοποίηση ότι αυτή είναι η μόνη σοβαρή και αποτελεσματική προοπτική για την αντιμετώπιση της ιδιαίτερα τοξικής για την δημοκρατία και την κοινωνική συνοχή κυβέρνησης. Επομένως ο στόχος πρέπει να είναι ξεκάθαρος: Ο ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να κυβερνήσει –όχι πάσει θυσία- για να ανακουφίσει τον κόσμο και μέσα από τις πολιτικές ανακούφισης να ανοίξουν δρόμοι για αλλαγή κοινωνικών και πολιτικών συσχετισμών, που θα οδηγήσουν σε ένα ευρύτερο κοινωνικό μετασχηματισμό. Δυστυχώς, η βιαστική θέσμιση της απλής αναλογικής χωρίς οικοδόμηση της σχετικής κουλτούρας στο αριστερό τμήμα του πολιτικού φάσματος αναμένεται να δημιουργήσει εμπόδια. Η αριστερά δεν πρέπει να περιορίζεται στην διαμαρτυρία ή στην διαχείριση του υπάρχοντος. Σε δεύτερο χρόνο επιβάλλεται να γίνει αποτίμηση της πορείας και των κεκτημένων του ΣΥΡΙΖΑ. Θα πω για άλλη μια φορά ότι το κείμενο του απολογισμού που είχε αποτελέσει και συνεδριακό υλικό αλλά ελάχιστα συζητήθηκε θα φανεί ιδιαίτερα χρήσιμο. Φυσικά, επιβάλλεται η συνεχής, ενδελεχής και σε βάθος ανάλυση της συγκυρίας, της οποίας ο χρόνος είναι πολύ πυκνός και οι διαστάσεις της εξαιρετικά και πρωτόγνωρα πολύπλοκες.
Σε αυτό το πλαίσιο, η καταπολέμηση του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου θα πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα. Καθώς η τοξικότητά του δεν συμβάλει μόνο στην συστηματική υπονόμευση της πολιτικής αποτελεσματικότητας του κόμματος της ελληνικής ριζοσπαστικής αριστεράς αλλά κυρίως γιατί αποτελεί την βάση της ελληνικής Alt Right. Εμφανίστηκε ήδη από τα μέσα της δεκαετίας του 2000, με τις προσπάθειες να ταυτιστεί η αριστερή στροφή του Συνασπισμού / ΣΥΡΙΖΑ είτε με την σχεδόν τρομοκρατική απειλή της δημοκρατίας είτε να παρουσιαστεί ως «μια από τα ίδια» αφού η ΤΙΝΑ (δεν υπάρχει εναλλακτική λύση) δεν αφήνει περιθώρια. Εξελίχθηκε ως το ένα «άκρο» της «θεωρίας των δύο άκρων» και το οποίο και ήταν καθοριστική για το αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου. Μέτωπο πού συγκροτήθηκε ήδη πριν τις εκλογές του 2015 και συνέβαλε αποφασιστικά για την θεμελίωση του μετασχηματισμού της ελληνικής δεξιάς και του λεγόμενου «κέντρου», που συγκρότησαν στελέχη από το πρώτο και το δεύτερο ρεύμα των εκσυγχρονιστών, σε Alt Right. Η λογική και οι θεωρητικές συντεταγμένες του μετώπου βρίσκονται στα θεμέλια αυτής της εξέλιξης. Με αυτό το δεδομένο η αποδυνάμωση του αντιΣΥΡΙΖΑ μετώπου είναι πολύ σοβαρή για την προοπτική του ΣΥΡΙΖΑ, ωστόσο αυτό δεν μπορεί να γίνει μόνο με την απλή στήριξη δημοκρατικών πολιτών και πολιτευτών, οι οποίοι στηρίζουν την συμφωνία των Πρεσπών και την συνεπαγόμενη στροφή σε κάποιο υποθετικό και ανύπαρκτο κέντρο.