Macro

Μια πιο διευρυμένη πολιτική ιδιότητα;

SUE DONALDSON, WILL KYMLICKA, Ζωόπολις. Μια πολιτική θεωρία για τα δικαιώματα των ζώων, μετάφραση: Γρηγόρης Μολύβας, εκδόσεις Πόλις, σελ. 512
Τι προϋποθέτει – και τι συνεπάγεται – μια πολιτική θεωρία για τα ζώα; Είναι προφανές ότι τα ζώα μπορούν να έχουν ενδιαφέρον για την πολιτική θεωρία, δηλαδή την πολιτική φιλοσοφία; Μετέχουν το πολιτικού σώματος; Είναι φορείς της πολιτικής ιδιότητας, δηλαδή υπέχουν ίσες πολιτικές υποχρεώσεις και είναι και υποκείμενα ίσων πολιτικών δικαιωμάτων; Έχουν, δηλαδή, και δυνατότητα ίσου αυτοκαθορισμού; Εν τέλει, δεν μας είναι αρκετό το να έχουμε την ηθική και, κυρίως, τη δικαιική υποχρέωση να μην τα κάνουμε να υποφέρουν, να μην τα θανατώνουμε, να φροντίζουμε ώστε να μη ζουν σε άθλιες συνθήκες; Γιατί είναι λίγη αυτή η ηθική υποχρέωση ως προς το να σεβόμαστε τα αρνητικά δικαιώματα, δηλαδή να μην επεμβαίνουμε, ει μη μόνον για να τα προστατέψουμε, για να βελτιώσουμε τις συνθήκες ζωής τους, αλλά και να μην επεμβαίνουμε στην άγρια φύση; Πρέπει να αλλάξουν όλα αυτά; Εάν ναι, τότε πώς δικαιολογείται το να αλλάξουν προς την κατεύθυνση της πολιτικής ιδιότητας;
Αυτό το πάρα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο θέτει με πολύ σαφή τρόπο ερωτήματα όπως τα παραπάνω. Η προβληματική του βιβλίου αλλάζει τον άξονα επί του οποίου γινόταν η σχετική συζήτηση. Μετατοπίζει τον σχετικό προβληματισμό από το πεδίο της ηθικής, χωρίς να μειώνει το ενδιαφέρον που έχουν τα σχετικά προς της σχέση μας με τα ζώα ηθικά ζητήματα, στο πεδίο του δικαίου – κάτι που, όμως, δεν είναι πρωτόγνωρο, εφόσον υπέχουμε δικαιικό καθήκον ως προς το να μην τα κακομεταχειριζόμαστε – και από εκεί στο πεδίο της πολιτικής. Και αυτό δεν είναι πρωτοφανές, εφόσον η εύνομη πολιτεία οφείλει να διαθέτει νόμους που απαγορεύουν την κακομεταχείριση των ζώων. Συνεπώς, από αυτήν μας την υποχρέωση, συνάγονται άτυπα δικαιώματα για αυτά ∙ δικαιώματα τα οποία τα ίδια τα ζώα δεν μπορούν να ασκήσουν ενεργώς, αλλά που αντιστοιχούν στις δικές μας ηθικές και δικαιικές υποχρεώσεις. Πώς, λοιπόν, συντελείται η μετάβαση, από το πεδίο της ηθικής και του δικαίου, στο πεδίο της πολιτικής, ώστε να αλληλοσυμπληρώνονται αυτά τα τρία πεδία της σχέσης μας με τα ζώα; Και, βεβαίως, τι σημαίνει το να συνιστά η σχέση μας με τα ζώα πολιτικό ζήτημα; Αυτό πιστεύω ότι είναι και το κύριο ζήτημα, αλλά και διαρκές ζητούμενο, για την προβληματική αυτού του βιβλίου. Ας ξεκινήσουμε από την πιο γνωστή θέση περί της ηθικής υποχρέωσης, την οποία υπέχουμε απέναντι στα ζώα. Ξεκινώντας από τις κύριες παραδοχές που συγκροτούν την εν λόγω θέση, διαπιστώνουμε ότι αυτές συνίστανται στο ότι αυτές οι υποχρεώσεις ισοδυναμούν με καθήκοντα έναντι του εαυτού μας. Εμείς, ως άνθρωποι, είμαστε φορείς ηθικής συνείδησης, καθώς και υποκείμενα δικαιωμάτων, οπότε έχουμε δυνατότητα καταλογισμού για οτιδήποτε είναι ανήθικο, όπως η βάναυση συμπεριφορά έναντι των ζώων. Συνεπώς, το καθήκον για σωστή μεταχείριση των ζώων είναι καθήκον και προς εμάς τους ίδιους και την ανθρώπινη αξιοπρέπειά μας. Βεβαίως, είναι προφανής η σχετική επιταγή ως προς τη συμμόρφωση προς τον νομικό κανόνα. Αυτή δεν αφορά την εσωτερική ηθική μας νομοθεσία, αλλά την εξωτερική συμπεριφορά μας, καθώς και τις συνέπειές της προς τους άλλους, δηλαδή και τα ζώα. Η εν λόγω προβληματική απολήγει ότι πρέπει να φερόμαστε στα ζώα, οδηγούμενοι από το ίδιο καθήκον που έχουμε απέναντι στην ανθρωπότητα. Είναι σαφές ότι πρόκειται για μια ανθρωποκεντρική θεώρηση, οπότε το ερώτημα είναι αν μας είναι αρκετή αυτή η θεώρηση. Στο κέντρο των δικαιωμάτων βρίσκεται πάντοτε ο άνθρωπος ως πρόσωπο εγγενούς αξίας. Η αξία του ανθρώπου είναι ο πυρήνας των δικαιωμάτων. Ως τέτοιος ο άνθρωπος οφείλει να συνυπάρχει και να μοιράζεται τις πόλεις και τα χωριά στα οποία ζει με τα ήμερα ζώα, όπως επίσης οφείλει να προστατεύει και το σπίτι των άγριων ζώων από κάθε ανθρώπινη επέμβαση. Όμως, μετά τα ατομικά, τα πολιτικά και τα κοινωνικά δικαιώματα, βαθμηδόν εντάσσονται στο πλαίσιο των δικαιωμάτων και τα δικαιώματα των ζώων. Αυτή η ένταξη θα αποτυπωθεί και στη συνταγματική τους κατοχύρωση. Το Σύνταγμα μιας εύνομης πολιτείας, εκτός από το να διαπλάθει τα χαρακτηριστικά του πολιτεύματος και να οργανώνει τις εξουσίες του, ρυθμίζει και τις σχέσεις όλων ως πολιτών. Η ίδια η πολιτική ιδιότητα νοείται σε αναφορά προς τον ανώτατο καταστατικό νόμο του κράτους, εφόσον ρυθμίζει τις σχέσεις των πολιτών με το κράτος. Αυτή η ρύθμιση καθίσταται δυνατή επί τη βάσει των θεμελιωδών συντακτικών και οργανωτικών αρχών της πολιτείας, όπως είναι η ελευθερία και η ισότητα. Χωρίς αυτές τις αρχές, δεν επιτυγχάνεται η οριοθέτηση των σχέσεων, η οποία προϋποθέτει αναγνώριση ίσων υποχρεώσεων, άρα και οριοθέτηση των ίσων δικαιωμάτων. Πώς θα ισχύσει αυτό για τα ζώα; Από αυτό το τελευταίο ερώτημα, όμως, προκύπτει και το ακόλουθο: τι σημαίνει η πολιτική ιδιότητα, σύμφωνα με τα παραπάνω; Για την ακρίβεια, τι σημαίνει η πολιτική ιδιότητα ως προς το υπαρκτό, αλλά και ως προς το δυνητικό εύρος της; Νομίζω ότι αυτό το ερώτημα είναι οδηγητικό – τουλάχιστον έτσι λειτούργησε για τον γράφοντα –για να διαβαστεί αυτό το τόσο ενδιαφέρον βιβλίο. Εάν ακολουθήσουμε τη σειρά των προβλημάτων, στα οποία θα μας οδηγήσει αυτό το ερώτημα, καθώς και στα αντίστοιχα επιχειρήματα, που – με λεπτό και στιβαρό, συγχρόνως, τρόπο – αναπτύσσονται στο βιβλίο, τότε θα πρέπει «να το πάρουμε αλλιώς». Θα πρέπει να σκεφτούμε αλλιώς, χωρίς να πάψουμε να είμαστε εμείς. Εννοώ ότι θα πρέπει να σκεφτούμε την ανθρωποκεντρική οπτική μας σαν να είμαστε έξω από αυτήν. Ξαναγυρίζουμε, λοιπόν, στο ζήτημα των σχέσεων. Πλέον, δεν είναι απλώς η ρύθμιση και η οριοθέτηση των σχέσεων μεταξύ πολιτών. Ή μήπως είναι; Τι άλλο θα μπορούσε να είναι, εάν και εφόσον μιλάμε για πολιτική κοινωνία; Ας ξεκινήσουμε από τη ρύθμιση και την οριοθέτηση: εφόσον μιλάμε για σχέσεις, το να ξανασκεφτούμε την ανθρωποκεντρική αντίληψη και οπτική μας υπερβαίνει την αυτονόητη πλέον ρύθμιση των υποχρεώσεών μας ως μη κακομεταχείριση τους (αν και, στον πραγματικό κόσμο, όλο το ανθρώπινο ψυχικό έρεβος, με τον πιο θρασύδειλο τρόπο – γιατί ο νόμος για ανθρώπινα θύματα τέτοιας βίας βαράει άσχημα – εκεί προβάλλεται) και ανάγεται σε κάτι ευρύτερο. Τι είναι αυτό το ευρύτερο, όμως, και τι μπορεί να χωρέσει στο εύρος του; Είναι η ίδια η σχέση μας με τα ζώα και τη φύση, άρα μπορεί να χωρέσει εμάς τους ίδιους, εφόσον αυτή η αναστοχαστική αλλαγή οπτικής προϋποθέτει να ξαναδούμε και τη σχέση με τον εαυτό μας, σε συνδυασμό με τα ζώα και τη φύση. Αυτή η σχέση μπορεί να αλλάξει, χωρίς να αλλάξουμε εμείς οι ίδιοι και να μας αλλάζει και η ίδια; Μια τέτοια αλλαγή οπτικής σημαίνει και διεύρυνση, όχι πλέον του ανθρωποκεντρισμού μας, εφόσον αυτός θα έθετε στο περίγραμμα τα ζώα, αλλά του ίδιου του ανθρωπισμού μας, δηλαδή της αυτοσυνείδητης παραδοχής ότι είμαστε άνθρωποι, πλάσματα με λόγο, αξιοπρέπεια, αλλά και συναισθηματικό βάθος, πλάσματα ικανά να συνυπάρξουν, εάν σκεφτούν τον εαυτό τους αλλιώς.
Ξεκίνησα λέγοντας ότι πρόκειται για πάρα πολύ ενδιαφέρον βιβλίο. Το μεγάλο ενδιαφέρον που έχει ίσως έγκειται στο ότι μπορεί να μας κάνει πιο ενδιαφέροντες ανθρώπους, με την έννοια ότι μπορεί να μας κάνει πιο αναστοχαστικούς ανθρώπους. Αυτός είναι εν τέλει και ο τρόπος για να το διαβάσει κανείς. Είναι ένα κατεξοχήν μη δογματικό βιβλίο και ως προς τη σύλληψη και τη διατύπωση των προβλημάτων και ως προς την επιχειρηματολογία. Προσφέρεται, λοιπόν, και για κατεξοχήν μη δογματική ανάγνωση. Έτσι μπορούμε να ξανασκεφτούμε τον ανθρωπισμό μας, αλλά και να τον δούμε μέσα στα ανθρώπινα πιο διευρυμένο. Ίσως αυτή να είναι και η αρχή για μια «συμπολιτεία», για μια ισότιμη συνύπαρξη. Όπως και να έχει, όμως, η διεύρυνση του ανθρωπισμού μας, άρα η πιο αναστοχαστική μας αυτοκατανόηση, θα τον κάνει – όχι μόνο διανοητικά, αλλά και συναισθηματικά – πιο πλούσιο, ίσως και ζάμπλουτο. Το ίδιο και εμάς. Και αυτό μόνο λίγο δεν είναι.
Ο Στέφανος Δημητρίου είναι αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Φιλοσοφία στο Τμήμα Πολιτικής Επιστήμης και Ιστορίας του Παντείου Πανεπιστημίου
Πηγή: Η Αυγή