Ως φιλόσοφος και επιστημολόγος αναγνωρίζεται ως ένας από τους σημαντικότερους στοχαστές του 20ού αιώνα, ενώ κατάφερε να δώσει μια νέα, εντυπωσιακή και ιδιαίτερα ελκυστική ερμηνεία της κριτικής του ορθού λόγου σε σχέση –πρώτα απ’ όλα– με την ίδια την επιστήμη και την ανάπτυξή της. Ο σπουδαίος Αυστριακός φιλόσοφος Καρλ Πόππερ (1902-1994) ήταν γιος ενός φιλελεύθερου δικηγόρου, εβραϊκού θρησκεύματος που είχε ευρεία μόρφωση και κοινωνική δραστηριότητα. Στην οικογένειά του υπήρχε βαθιά μουσική παράδοση και ο ίδιος αισθανόταν μια έντονη έλξη για την τέχνη αυτή. Αλλά από πολύ νωρίς ο Πόππερ έδειξε ότι πρόκειται για ασυνήθιστη περίπτωση.
Και, βέβαια, οι φιλοσοφικές και επιστημονικές ανησυχίες του και οι πνευματικές του ικανότητες δεν του επέτρεψαν να επαναπαυτεί στο επάγγελμα του εκπαιδευτικού και τον οδήγησαν σε συμπληρωματικές σπουδές και μελέτες, με έργο που καλύπτει τη φιλοσοφία των επιστημών, τη λογική, τη φιλοσοφία των μαθηματικών, τη φυσική και τη βιολογία, τη φιλοσοφία του νου, την πολιτική και την κοινωνική φιλοσοφία, τη φιλοσοφία της τέχνης, την ηθική φιλοσοφία και τη φιλοσοφία του αρχαίου ελληνικού κόσμου. Δηλαδή, σχεδόν όλα τα φιλοσοφικά γνωστικά πεδία.
Στα χρόνια 1935-1936 ο Πόππερ πραγματοποίησε αρκετά ταξίδια: Στην Αγγλία συναντήθηκε –μεταξύ άλλων– με τον Ράσσελ και τον Γκόμπριχ, με τους οποίους είχε σημαντικές συζητήσεις για τη σύγχρονη φυσική της εποχής. Επισκέφτηκε επίσης την Κοπεγχάγη, όπου εντυπωσιάστηκε από το επίπεδο ανάπτυξης της κβαντικής φυσικής, αν και ο ίδιος υποστήριζε μια διαφορετική εκδοχή αυτού του επιστημονικού τομέα. Λίγο μετά, κατέφυγε στο εξωτερικό, αρχικά στη Νέα Ζηλανδία, για να αποφύγει τις μεγάλες διώξεις που ετοίμαζε το ναζιστικό κόμμα – δεκαέξι από τους συγγενείς του που έμειναν στη Βιέννη εξοντώθηκαν από τους Ναζί στα στρατόπεδα συγκέντρωσης. Από το 1946 μέχρι τον θάνατό του θα έμενε στην Αγγλία, όπου δίδασκε ως καθηγητής στο London School of Economics γνωρίζοντας τεράστια φήμη και αποδοχή μέσα από το έργο του.
Η μάχη στο πεδίο των ιδεών
Από αυτήν την άποψη, το έργο αυτό είναι κυριολεκτικά πολεμικό. Γράφτηκε την εποχή του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και διαπνέεται από έντονο πάθος. Ο Πόππερ πίστευε ότι η μάχη που έδινε ο κόσμος της δημοκρατίας δινόταν και στο πεδίο των ιδεών και θεωρούσε την περάτωση του βιβλίου του πρωταρχικής σημασίας – μια συμβολή στην πολεμική προσπάθεια. Το βιβλίο αυτό, αλλά και «Η ένδεια του ιστορικισμού» που γράφτηκε την ίδια περίοδο, αποτυπώνουν την οξύνεια του πνεύματός του και το αδιάλειπτο ενδιαφέρον του για τη ζωή ως κατάσταση συνθηκών την οποία «κατασκευάζει» ο ίδιος ο άνθρωπος. Κατά τον Πόππερ, ύψιστο πολιτισμικό επίτευγμα του νεωτερικού κόσμου είναι η ελευθερία του ατόμου. Η ελευθερία δεν ισοσταθμίζεται με την ισότητα και τη δικαιοσύνη, είναι σημαντικότερη: Οι μεγάλες αφηγήσεις περί ισότητας οδήγησαν, λέει, στην καταστρατήγηση της ελευθερίας του ατόμου.
Ο αυστριακός φιλόσοφος με το «Η ανοιχτή κοινωνία και οι εχθροί της» εκφράζει μια ορθολογική απέχθεια σε ο,τιδήποτε θα μπορούσε να ονομαστεί ολιστικό, ολικό ή καθολικό. Επειδή πιστεύει ακράδαντα ότι η ζωή του ανθρώπου βρίσκεται στα χέρια του, θα πρέπει αυτός ο ίδιος ο άνθρωπος να ανακαλύψει τις μεθόδους με τις οποίες θα αντιμετωπίσει τα προβλήματά της. Πρόκειται για έργο πρωταρχικής σπουδαιότητας που θα ξεχωρίζει πάντα για την εμβριθή κριτική των εχθρών της δημοκρατίας, παλιών και νεώτερων.
Γιώργος Βαϊλάκης
Πηγή: Η Εποχή