Οσοι και όσες από μας ζουν στο κέντρο της Αθήνας, εργάζονται εκεί, πηγαίνουν για δουλειές, αγορές ή για βραδινή έξοδο, αλλά και όσοι-ες απλά το επισκέπτονται για βόλτα, γνωρίζουμε καλά τα προβλήματα της πόλης, έχουμε πολλές επιθυμίες και ιδέες για τη βελτίωσή της. Αν μας ρωτούσαν τι επιτέλους χρειάζεται επειγόντως η Αθήνα, μάλλον δεν θα αναφέραμε το Μεγάλο Περίπατο. Αλλά δεν μας ρώτησαν ποτέ.
Έχουν γραφεί πλέον πολλά για το μεγαλόπνοο σχέδιο του δημάρχου Αθηναίων και δεν ξέρω τι νόημα έχει να επαναλάβουμε αυτά που είναι εν πολλοίς γνωστά: το μονομερή σχεδιασμό, την κυκλοφοριακή αναστάτωση, την ανεπάρκεια πρόβλεψης για άτομα με κινητικές δυσκολίες, τις κακοτεχνίες της εκτέλεσης, τα αισθητικά σφάλματα ή την κακοποίηση των φυτών. Όλα αυτά είναι σημαντικά και καλώς συζητήθηκαν, αλλά θα ήθελα να επικεντρωθώ εδώ σε δύο άλλα ζητήματα που, κατά τη γνώμη μου, θέλουν άμεση πολιτική απάντηση: την άγνοια για τις παράπλευρες επιπτώσεις της παρέμβασης και την παράκαμψη των συμμετοχικών διαδικασιών στον αστικό σχεδιασμό.
Πολλαπλές επιπτώσεις
Δεν θα κουραστώ να επαναλαμβάνω πως μια κυκλοφοριακή παρέμβαση δεν έχει μόνον κυκλοφοριακές επιπτώσεις. Πειράζοντας τον κεντρικό άξονα της πόλης, δημιουργώ αλλαγές σε πολλά άλλα επίπεδα και σε πολλούς άλλους χώρους. Για να μελετήσω, δηλαδή, τις παράπλευρες επιπτώσεις του Μεγάλου Περίπατου, εξετάζω και άλλα μεγέθη, αλλά και άλλους χώρους. Το πιο προφανές είναι και πάλι η κυκλοφορία, όπου εξετάζεται τι συμβαίνει και στην οδό Σόλωνος και στη λεωφόρο Αλεξάνδρας, και ίσως και πιο μακριά, μετά το κλείσιμο της μισής Πανεπιστημίου. Υπάρχουν έπειτα και περιβαλλοντικές επιπτώσεις (ρύποι, ηχορύπανση, κ.λπ) στους άλλους χώρους που θα επιβαρυνθούν, και θα πρέπει να μετρηθούν και αυτές. Μπορεί ακόμη η παρέμβαση σε μια τόσο σημαντική αρτηρία να αλλάξει τη ροή κίνησης των πολιτών, έτσι ώστε ξαφνικά να δούμε να αποφεύγουν το κέντρο και τα καταστήματά του. Τι σημαίνει αυτό για τις πιάτσες του χονδρεμπορίου που έχουν δημιουργηθεί και λειτουργούν στην πόλη εδώ και πολλές δεκαετίες; Μπορεί, βέβαια, να δούμε και θετικές επιπτώσεις, να έρχονται άνθρωποι για βόλτα στο κέντρο -όπως έγινε π.χ. με τον Αρχαιολογικό Περίπατο (Διον. Αρεοπαγίτου και Αποστόλου Παύλου)- να υπάρξει, δηλαδή, μια ανα-ανακάλυψη του κέντρου για περίπατο. Και τέλος οι επιπτώσεις θα είναι διαφορετικές για διαφορετικές ομάδες. Έχουν ταξικό και έμφυλο πρόσημο, έχουν προέλευση, ηλικία, σωματική κατάσταση και πολλά άλλα. Η κατανόηση αυτών των κατηγοριών, ο προσδιορισμός των «άλλων χώρων», ο ορισμός των δεικτών που θέλουμε να μετρήσουμε, αλλά και η επιλογή της μεθοδολογίας που πρέπει να ακολουθηθεί γι’ αυτήν τη διερεύνηση, δεν γίνονται στο πόδι. Είναι πολύπλοκα εγχειρήματα και χρειάζονται μια σοβαρή επιστημονική προσέγγιση που παίρνει χρόνο.
Υπάρχει τέλος κι ένα τεράστιο συμβολικό κομμάτι επιπτώσεων, το οποίο δεν επιτρέπεται να αγνοήσουμε, και που ίσως εκεί να βρίσκεται και η όλη ουσία της παρέμβασης. Η ενασχόληση με το κέντρο της πόλης, ενώ όλοι ξέρουμε πως τα μεγαλύτερα προβλήματα τα αντιμετωπίζουν οι γειτονιές της, δίνει ένα σήμα στους πολίτες, στους επενδυτές, στους τουρίστες και στην βιομηχανία του real estate. Άλλους τους προσκαλεί, άλλους τους αποκλείει. Οι συμβολικές παρεμβάσεις είναι βεβαίως και πολύ υλικές. Η αξία των ακινήτων, για παράδειγμα, ορίζεται σε μεγάλο βαθμό από άυλες παραμέτρους, όπως τη φήμη και το prestige του τόπου. Δεν είναι απλή χρονική σύμπτωση η πρόσφατη πρόταση του ΕΕΑ για τη μετατροπή ενός κομματιού του κέντρου σε Open Mall [sic] με brand name «Athens Agora Πλάκα Μοναστηράκι», κάτι που προσωπικά μου προξενεί τρόμο.
Χωρίς διαβούλευση
Όμως, κατά τη γνώμη μου, το πιο σοβαρό εδώ είναι ο τρόπος που σχεδιάστηκε και δρομολογήθηκε ο Μεγάλος Περίπατος, χωρίς να ερωτηθεί ουσιαστικά κανείς απ’ όσους εμπλέκονται στην πόλη. Εκ των υστέρων μάθαμε πως ο Εμπορικός Σύλλογος και ο ΣΕΤΕ ήταν σύμφωνοι με τη συνολική παρέμβαση (που συμπεριλαμβάνει το, κατά την άποψή μου, πολύ πιο σημαντικό κομμάτι του εμπορικού τριγώνου), αλλά δεν μάθαμε τίποτα για τη διαδικασία και το πλαίσιο αυτής της συμφωνίας. Η λεγόμενη διαβούλευση, δηλαδή η ανταλλαγή απόψεων με εμπλεκόμενους φορείς, είναι ένα σημαντικό, αλλά όχι το μοναδικό κομμάτι, των συμμετοχικών διαδικασιών. Η συμμετοχή των πολιτών από την άλλη δεν είναι κάτι που γίνεται μια κι έξω, αλλά θέλει συνέχεια, θέλει δομές και θεσμικό πλαίσιο. Η συμμετοχή, μάλιστα, δεν ξεκινάει καν στον σχεδιασμό, μπαίνει σε υψηλότερο επίπεδο, σε ζητήματα προτεραιοτήτων για την πόλη: πώς οραματιζόμαστε την πόλη μας, τι χρειάζεται αυτή η πόλη, τι χρειαζόμαστε εμείς οι ίδιοι, οι πολύ διαφορετικοί χρήστες αυτού του χώρου. Η συμμετοχή δεν είναι παραχώρηση της πολιτείας, αλλά δικαίωμα. Είναι αναπόσπαστο κομμάτι της ιδιότητας του πολίτη.
Προϋπόθεση για μια σοβαρή διαδικασία συμμετοχής είναι η συστηματική πληροφόρηση από τη μεριά της πολιτείας (εδώ του δήμου) ως προς τις προθέσεις της, το στάδιο των σχεδίων και τη δυνατότητα παρέμβασης από τη μεριά των πολιτών. Η πληροφορία οφείλει να είναι προσβάσιμη σε όλους, σε γλώσσα κατανοητή και σφαιρική, να παρουσιάζει, δηλαδή, τα διάφορα πιθανά σενάρια των επιπτώσεων. Αν και ο δήμος Αθηναίων δίνει απαντήσεις για το Μεγάλο Περίπατο (υπάρχει ένα Q&A στην ιστοσελίδα του), αυτές έχουν την ποιότητα διαφημιστικού φυλλαδίου.
Η συμμετοχή δεν μπορεί να είναι ούτε τυχαία, ούτε ασυνεχής. Ιδανικά θα χρειαζόταν μια δομή που θα δημιουργούσε ένα μόνιμα ανοιχτό δίαυλο επικοινωνίας. Πέρα από το διαδικτυακό χώρο, με όλες του τις αρετές, χρειάζεται και ένας πολύ υλικός χώρος συνάντησης. Αυτός δεν χρειάζεται να αφορά μόνο το Μεγάλο Περίπατο, αλλά θα μπορούσε να είναι ένας μόνιμος χώρος στον οποίο θα παρουσιάζονται στο μέλλον όλες οι παρεμβάσεις στην πόλη σε πρώιμο ακόμη στάδιο. Ένας τέτοιος χώρος θα έχει σχέδια, μακέτες και φυλλάδια με πληροφορίες, ίσως κάποιες ώρες της ημέρας μπορεί να υπάρχει και κάποιος εκπαιδευμένος να απαντά σε ερωτήματα των πολιτών. Θα μπορούσε να είναι χώρος συζητήσεων για την πόλη, χώρος εργαστηρίων και δράσεων.
Να ξαναμιλήσουμε για τη συμμετοχή
Όμως ποιοι είναι «οι πολίτες» που θα συμμετέχουν; Είναι όλοι οι κάτοικοι της πόλης, κάτι που θα συμπεριλαμβάνει και τους μετανάστες που ζουν μόνιμα εδώ; Είναι όσοι έχουν κάποια εμπλοκή ή συμφέροντα στην πόλη, το οποίο θα συμπεριλάμβανε και τους κινέζους ιδιοκτήτες ακινήτων; Και ποιοι/ποιες δεν θα συμμετέχουν; Για να συμμετάσχεις, χρειάζεσαι χρόνο. Χρειάζεσαι επίσης συγκεκριμένες δεξιότητες: γλώσσα, φωνή, παρουσία, αυτοπεποίθηση, κλπ. Αυτό από μόνο του αποκλείει από το δημόσιο διάλογο πολλές ομάδες, συνήθως τις ήδη περιθωριοποιημένες. Γι’ αυτό και η συμμετοχή δεν είναι μόνον ατομική υπόθεση, αλλά και συλλογική.
Φυσικά υπάρχουν πάντοτε οι παρατάξεις μέσα στο δημοτικό συμβούλιο, το οποίο παραμένει ο προνομιακός χώρος πολιτικής αντιπαράθεσης στην τοπική αυτοδιοίκηση. Υπάρχουν όμως και άλλες μορφές δημοκρατίας μη αντιπροσωπευτικής, άλλες πιο συγκρουσιακές κι άλλες που βασίζονται στο διάλογο και τη συναίνεση. Υπάρχει ακόμη ο (χαμένος) διάλογος με τα κινήματα της πόλης που πρέπει να ξανααποκτηθεί, υπάρχουν συμβούλια διαφόρων αποχρώσεων και κοινοτήτων. Όλα αυτά είναι μορφές συμμετοχής που αλληλοσυμπληρώνονται και αλληλοελέγχονται. Κι όλο αυτό είναι μια παλιά πολιτική συζήτηση που πρέπει να ανοίξει πάλι επειγόντως.
Ο Άρης Καλαντίδης είναι πολεοδόμος, καθηγητής αστικής διαχείρισης στο Μάντεστερ. Ζει στην Αθήνα και στο Βερολίνο.
Πηγή: Η Εποχή