Macro

Μαρία Καραμεσίνη: Η αύξηση μισθών στα εκλογικά προγράμματα: Πολιτική κοροϊδία ΝΔ vs Ουσιαστικές δεσμεύσεις ΣΥΡΙΖΑ

Το εκλογικό πρόγραμμα της ΝΔ, γενικά, βρίθει από μεγαλεπήβολους στόχους, ενώ τα μέτρα για την επίτευξή τους, δηλαδή τις πολιτικές δεσμεύσεις του κόμματος, είτε τα ψάχνεις με το κιάλι είτε είναι αόριστα. Γνωρίζοντας τον κ. Μητσοτάκη και το επιτελείο του, αυτό δεν αποτελεί έκπληξη. Το να εμφανίζεται όμως πρώτη-πρώτη, στο πρώτο κεφάλαιο του προγράμματος, η υπόσχεση για αύξηση του μέσου μισθού 28% και του κατώτατου μισθού κατά 22% την τετραετία 2023-2027 συνιστά πολιτική κοροϊδία και εξαπάτηση. Γιατί;
 
Πρώτον, διότι το πρόγραμμα θεωρεί ως τετελεσμένη την αφαίμαξη της αγοραστικής δύναμης των μισθωτών από τον πληθωρισμό τον προηγούμενο ενάμιση χρόνο και δεν ενδιαφέρεται για την εκπτώχευση των μισθωτών. Καμία αναφορά δεν γίνεται σε αυτήν, ούτε συνδέονται οι υποσχέσεις για αυξήσεις με την αναπλήρωση απωλειών. Το ίδιο ισχύει με την αόριστη υπόσχεση για αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων από 1/1/2024.
 
Όμως, από τον Σεπτέμβριο του 2021 μέχρι και τον Απρίλιο του 2023 ο γενικός δείκτης τιμών έχει αυξηθεί 13% (στα τρόφιμα, τις μεταφορές και τη στέγαση 23%, 20% και 19% αντίστοιχα), με αποτέλεσμα οι δημόσιοι υπάλληλοι, με μισθούς καθηλωμένοι από το 2011, να έχουν χάσει 13% της αγοραστικής τους δύναμης και ο μέσος πραγματικός μισθός στην οικονομία να έχει μειωθεί 7,4% μόνο το 2022 (στοιχεία ΟΟΣΑ). Σημειωτέον, οι χαμηλόμισθοι είχαν ακόμα μεγαλύτερες απώλειες αγοραστικής δύναμης, λόγω της μεγαλύτερης συμμετοχής των εξόδων για τρόφιμα και στέγαση στο καλάθι του λαϊκού νοικοκυριού και της επιλογής της κυβέρνησης Μητσοτάκη να αφήσει την αισχροκέρδεια ανεξέλεγκτη, επιδοτώντας τα νοικοκυριά με pass από τα υπερέσοδα του ΦΠΑ. Γι’ αυτό και αυξήσεις του κατώτατου μισθού, που ήρθαν εκ των υστέρων, δεν έχουν αποτρέψει την πραγματική μείωση της αγοραστικής του δύναμης κατά 14%, σύμφωνα με το ΙΝΕ-ΓΣΕΕ.
 
Ο δεύτερος λόγος πολιτικής κοροϊδίας δεν έχει αναδειχθεί, αλλά είναι εξίσου ή και πιο σημαντικός. Το πρόγραμμα της ΝΔ λέει ρητά ότι ο μέσος μισθός θα ανέβει από τα 1170 σήμερα στα 1500 ευρώ το 2027, ενώ ο κατώτατος μισθός θα αναπροσαρμόζεται βάσει των αυξήσεων του μέσου μισθού στον ιδιωτικό τομέα. Πώς όμως θα γίνει αυτό, όταν οι μισθοί στον ιδιωτικό τομέα καθορίζονται μέσω συλλογικών διαπραγματεύσεων, οι οποίες έχουν ήδη υπονομευτεί από τον Σεπτέμβρη του 2019 με τον «αναπτυξιακό» νόμο Γεωργιάδη και σήμερα καλύπτουν μόνο το 16% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα. Η ΝΔ κατά συνέπεια υπόσχεται αυξήσεις του μέσου μισθού χωρίς αυτές να εμπίπτουν στη δικαιοδοσία του κράτους. Η στρεψοδικία ισοδυναμεί με πολιτική εξαπάτηση των ψηφοφόρων.
 
Αντίθετα, το πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ είναι σαφές. Η αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ και των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων κατά 10% από 1.7.2023 και η νομοθέτηση της τιμαριθμικής αναπροσαρμογής των μισθών με βάση τον πληθωρισμό του περασμένου χρόνου απαντά στην αφαίμαξη της αγοραστικής δύναμης του εισοδήματος των μισθωτών από τον πληθωρισμό τον τελευταίο ενάμιση χρόνο, ενώ η τιμαριθμική αναπροσαρμογή θα αποτελέσει τη βάση εκκίνησης για τη συλλογική διαπραγμάτευση μισθολογικών αυξήσεων στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας, συμπεριλαμβανόμενου του κατώτατου μισθού του οποίου η διαμόρφωση θα επανέλθει στη δικαιοδοσία των κοινωνικών εταίρων. Τέλος, η αποκατάσταση των κλαδικών συλλογικών διαπραγματεύσεων (επεκτασιμότητα, δικαίωμα μονομερούς προσφυγής στη διαιτησία των συνδικάτων) και το ξεπάγωμα των τριετιών θα συμβάλουν στην αναζωογόνηση των συλλογικών διαπραγματεύσεων, στην αύξηση της διαπραγματευτικής δύναμης των συνδικάτων και στην άνοδο των μισθών.
 
Μπροστά στις κάλπες, οι μισθωτοί του δημόσιου και ιδιωτικού τομέα καλούνται να επιλέξουν μεταξύ πολιτικής κοροϊδίας και εξαπάτησης (ΝΔ) και πολιτικής δέσμευσης για πραγματική αύξηση μισθών και αποκατάσταση εργασιακών δικαιωμάτων.
 
Η Μαρία Καραμεσίνη είναι Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, πρώην Πρόεδρος και Διοικήτρια ΟΑΕΔ και υποψήφια βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στη Β’ Αθηνών, Νότιος Τομέας