Macro

Μαρία Καραμεσίνη: Δουλειά και ζωή με αξιοπρέπεια – Κοινωνικοί αγώνες και πολιτική αλλαγή

Δεκατρία χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου με την τρόικα, τρεις αλλεπάλληλες κρίσεις (οικονομική, υγειονομική, κόστους ζωής) και τέσσερα χρόνια διάλυσης των εργασιακών και συνδικαλιστικών δικαιωμάτων και ιδιωτικοποίησης/απαξίωσης των δημόσιων και κοινωνικών αγαθών από την κυβέρνηση Μητσοτάκη,η φετινή Εργατική Πρωτομαγιά βρίσκει στη χώρα μας τα κοινωνικά κινήματα σε άνοδο και τα συνδικάτα, τους μισθωτούς και την κοινωνία σε κατάσταση αφύπνισης-εγρήγορσης-αναζήτησης, και μπροστά σε κρίσιμα πολιτικά διλήμματα ενόψει των εκλογών της 21ης Μαΐου.
 
Το δυστύχημα των Τεμπών αποτέλεσετη θρυαλλίδα της κοινωνικής αφύπνισης και συνειδητοποίησης, και έδωσε την ευκαιρία να αμφισβητηθούν στερεότυπα. Η έγκαιρη προειδοποίηση του συνδικάτου των μηχανοδηγών για το πρόβλημα της ασφάλειας στα τρένα που έγινε γνωστή στο πανελλήνιο. Μαζί με τη μεγάλη κινητοποίηση των συνδικάτων της ύδρευσης κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού αναβάθμισαν το κύρος του συνδικαλισμού στην κοινή γνώμη, αναδεικνύοντας το ρόλο του στην προάσπιση των κοινωνικών αγαθών. Το κοινωνικό αίτημα για ασφάλεια της ζωής των πολιτών, ήρθε να συνδεθεί με τους συνδικαλιστικούς αγώνες των υγειονομικών για τη δημόσια υγεία, που παλεύουν από την έναρξη της κρίσης της πανδημίας κατά της διάλυσης του ΕΣΥ, και να ενωθεί με τα αιτήματα των κινημάτων των καλλιτεχνών, των εκπαιδευτικών, των ντελιβεράδων της E-food και των εργολαβικών της Wolt για εργασιακά δικαιώματα και αξιοπρεπείς αμοιβές, που προστατεύουν από την επισφάλεια. Γιατί, από τις κινητοποιήσεις της άνοιξης του 2021 κατά του νόμου Χατζηδάκη για την κατάργηση του οκταώρου μέχρι σήμερα, οι συνδικαλιστικοί αγώνες είναι σε άνοδο, φέρνοντας σε ώσμωση μεγάλες κατηγορίες εργαζομένων στο δημόσιο τομέα, με κινήματα νέων κυρίως εργαζομένων που δουλεύουν με επισφαλείς μορφές εργασίας .Όλες-όλοι συνειδητοποιήσαμε ότι «δεν πάει άλλο».
 
Η συγκλονιστική παλλαϊκή διαμαρτυρία για τα Τέμπη σηματοδότησε λοιπόν μια τεράστια κοινωνική αφύπνιση/συνειδητοποίηση/αντίδρασηαπέναντι στην ακραία νεοφιλελεύθερη πολιτική της κυβέρνησης Μητσοτάκη που, εκτός από την ιδιωτικοποίηση και απαξίωση των δημόσιων αγαθών, διέλυσε τις εργασιακές σχέσεις (συλλογικές διαπραγματεύσεις, οκτάωρο, προστασία από τις απολύσεις, δικαίωμα απεργίας κλπ.) και φτωχοποίησε για δεύτερη φορά μετά τα Μνημόνια τους εργαζομένους με την ενεργειακή κρίση και την ακρίβεια, ιδιωτικοποιώντας τη ΔΕΗ και αφήνοντας ανεξέλεγκτο το καρτέλ της ενέργειας, και αδιαφορώντας για τη δραματική μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών που προκαλεί ο πληθωρισμός. Τα στοιχεία του ΟΟΣΑ έδειξαν ότι, με πληθωρισμό 9,6%, ο μέσος πραγματικός μισθός μειώθηκε κατά 7,4% το 2022.
 
Πολύ μεγαλύτερες ήταν οι απώλειες για τους δημόσιους υπαλλήλους των οποίων οι μισθοί παραμένουν καθηλωμένοι από το 2011 μέχρι σήμερα, αφού πρώτα «κουρεύτηκαν» με το πρώτο Μνημόνιο. Μεταξύ 2008 και 2020 ο μέσος μισθός των δημοσίων υπαλλήλων μειώθηκε κατά 26%. Τη διετία 2021-22, λόγω του πληθωρισμού, υπέστη πρόσθετη μείωση12% της αγοραστικής δύναμης, ενώ ο εισαγωγικός μισθός στο δημόσιο είναι πλέον χαμηλότερος εκείνου του ιδιωτικού τομέα. Αυτό σημαίνει ότι, για πρώτη φορά ιστορικά στην Ελλάδα, οι όροι εργασίας δημόσιου και ιδιωτικού τομέα έχουν συγκλίνει, τουλάχιστον σε ότι αφορά τους μισθούς.Οι μισθωτοί και των δύο τομέων βλέπουν τον μισθό τους να εξανεμίζεται γρήγορα από την ακρίβεια, τα χρέη τους να αυξάνονται, να αδυνατούν να ανταποκριθούν σε υποχρεώσεις, λογαριασμούς, δόσεις δανείων.
 
Γυναίκες και νέοι με μερική απασχόληση, οι εργαζόμενοι με τον κατώτατο μισθό/ωρομίσθιο, οι εργολαβικοί ή αυτοί με μπλοκάκια τα φέρνουν ακόμα δυσκολότερα βόλτα, ενώ η ασυδοσία των απλήρωτων υπερωριών και της υποδηλωμένης εργασίας συνεχίζεται. Και για να μην ξεχνιόμαστε. Με τα υψηλότερα ποσοστά ανεργίας στην Ε.Ε., 30% και 16% αντίστοιχα, πάρα πολλοί νέοι και γυναίκες διεκδικούν επί πολλά χρόνια το δικαίωμα σεαξιοπρεπή εργασία και επαγγελματική ένταξη. Το στοίχημα της ανεργίας και της έλλειψης ευκαιριών εργασίας για μεγάλο μέρος του πληθυσμού δεν έχει ακόμα κερδηθεί.
 
Οι εκλογές της 21ης Μαΐου καλούν εκ των πραγμάτων τους μισθωτούς να συγκρίνουν εκλογικά προγράμματα. Η ΝΔ υπόσχεται την αύξηση του μέσου μισθού πάνω από 25% μεταξύ 2023 και 2027 και αντίστοιχη αύξηση του κατώτατου μισθού, που θα αποτελεί αναλογία του μέσου μισθού. Κούφιες υποσχέσεις, εφόσον οι μισθοί του ιδιωτικού τομέα δεν καθορίζονται από το κράτος, αλλά με συλλογικές διαπραγματεύσεις μεταξύ κοινωνικών εταίρων. Σήμερα, μόνο το 16% των μισθωτών του ιδιωτικού τομέα καλύπτονται από συλλογικές συμβάσεις εργασίας. Πώς λοιπόν υπόσχεται μισθολογικές αυξήσεις η ΝΔ, όταν φρόντισε νατορπιλίσει το θεσμό των συλλογικών διαπραγματεύσεων από τον Σεπτέμβριο του 2019 με τον αναπτυξιακό νόμο Γεωργιάδη; Ως προς την αύξηση των μισθών των δημοσίων υπαλλήλων από 1.1.2024 με το νέο ενιαίο μισθολόγιο, η διατύπωση δεν περιλαμβάνει συγκεκριμένη δέσμευση. Όπως ήταν αναμενόμενο, καμία αναφορά δεν γίνεται στις εργασιακές σχέσεις. Όλα καλά καμωμένα την κυβερνητική τετραετία. Έτσι θα συνεχίσουν εάν επανεκλεγούν.
 
Αντίθετα, ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ προβάλλει ένα τελείως διαφορετικό πολιτικό σχέδιο, με την άμεση ανακούφιση και την προστασία του κόσμου της εργασίας στο επίκεντρο του προγράμματός του και του μοντέλου δίκαιης και βιώσιμης ανάπτυξης που προτείνει. Το πρόγραμμα των 50 πρώτων ημερών περιλαμβάνει την άμεση αύξηση του κατώτατου μισθού στα 880 ευρώ και των μισθών του δημόσιο τομέα κατά 10%, καθώς και τη θεσμοθέτηση της ετήσιας τιμαριθμικής αναπροσαρμογής στο ύψος του πληθωρισμού του προηγούμενου έτους. Στα άμεσα μέτρα περιλαμβάνονται και η κατάργηση των αντεργατικών ρυθμίσεων των νόμων της ΝΔ, το ξεπάγωμα των τριετιών στον ιδιωτικό τομέα, η κατοχύρωση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, η επαναφορά του βάσιμου λόγου απόλυσης και η αυστηρή προστασία από τις ομαδικές απολύσεις, η κατάργηση της υπερεργασίας και η μείωση του νόμιμου ορίου των υπερωριών, ενώ η μείωση του χρόνου εργασίας από το 40ωρο στο 35ωρο χωρίς μείωση μισθών θα εφαρμοστεί αρχικά πιλοτικά. Σειρά μέτρων προβλέπονται τέλος για την ρύθμιση των ευέλικτων μορφών εργασίας, την αναβάθμιση του ΣΕΠΕ και του ΟΑΕΔ και την ενίσχυσή τους με το απαραίτητο προσωπικό.
 
Τεράστιο είναι και το χάσμα των εκλογικών προγραμμάτων ΝΔ και ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ ως προς το κοινωνικό κράτος, που παρέχει στους εργαζόμενους έναν πρόσθετο «κοινωνικό μισθό» μέσω των δωρεάν παροχών.
 
Οι εκλογές της 21ης Μαΐου είναι η στιγμή που οι εργαζόμενοι-ες θα κληθούμε να αποφασίσουμε εάν θα συνεχίσουμε με το καθεστώς Μητσοτάκη ή εάν θα δώσουμε με την ψήφο μας τη δυνατότητα συγκρότησης μιας προοδευτικής κυβέρνησης προγραμματικής σύγκλισης, που θα επιδιώξει να φέρει τη δικαιοσύνη παντού.Η ψήφος στο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στις 21 Μαΐου ανοίγει το δρόμογια την εξασφάλιση δουλειάς και ζωής με αξιοπρέπεια και συνδικαλιστικών και άλλων ελευθεριών, μέσα από τις οποίες οι συλλογικές διεκδικήσεις δίνουν σάρκα και οστά στην κοινωνική αλλαγή που θα επιδιώξει μια προοδευτική κυβέρνηση που θα εκφράζει τα συμφέροντα της κοινωνικής πλειοψηφίας.
 
Η Μαρία Καραμεσίνη είναι Υποψήφια βουλεύτρια ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ στη Β’ Αθηνών, Νότιος Τομέας- Καθηγήτρια Παντείου Πανεπιστημίου, πρώην Πρόεδρος και Διοικήτρια ΟΑΕΔ, αναπληρώτρια συντονίστρια του Τμήματος Εργατικής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ