Συνεντεύξεις

Μαρία Κανελλοπούλου: «Ούτε είμαστε ίδιοι, αλλά ούτε πρέπει να γίνουμε!»

Για αυτή τη συνέντευξη με την σημαντική ηθοποιό και άνθρωπο Μαρία Κανελλοπούλου, αφορμή δεν στάθηκε μια θεατρική παράσταση, μια ταινία ή μια τηλεοπτική σειρά. Η Μαρία απουσιάζει από το θεατρικό σανίδι, ο κορονοϊός και οι παρατεταμένες για μεγάλο διάστημα συνέπειές του στην υγεία της την κρατούν μακριά μας. Στους τηλεοπτικούς δέκτες μας βέβαια είναι παρούσα μέσα από τις επαναλήψεις πολλών τηλεοπτικών σειρών στις οποίες έχει εργαστεί. Όχι ότι χρειάζεται αφορμή για να συνομιλήσουμε με τον μεστό πολιτικό λόγο του μέλους της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ και πρώην δημοτικής συμβούλου Αθηναίων και βουλεύτριας του ΣΥΡΙΖΑ. Μάλλον αυτός είναι αιτία αλλά και δικαίωση για τούτη τη συνέντευξη.

Πώς επιβιώνει ένας εργαζόμενος καλλιτέχνης που νοσεί από κορονοϊό με παρατετάμενα συμπτώματα τα οποία τον κρατούν μακριά από την εργασία του για μεγάλο χρονικό διάστημα, που δεν έχει φυσικά δυνατότητα τηλεργασίας; Υπάρχει κάποιου είδους αποζημίωση;

Σχεδόν τίποτα. Χιλιάδες νεότεροι, αλλά και μεγαλύτεροι, που δεν έχουν βγει ακόμα στη σύνταξη, συνάδελφοι μου, δοκιμάζονται σκληρά περιμένοντας ευτελή επιδόματα που πάντα καθυστερούν, για να επιβιώσουν. Εγώ ανήκω στους «προνομιούχους», έχω τη σύνταξή μου. Καθώς βγήκα στη δουλειά πριν το 1983, αξιοποίησα τον νόμο που μας επέτρεπε να συνταξιοδοτηθούμε κανονικά, υπό προϋποθέσεις. Δούλεψα σκληρά γι’ αυτές τις προϋποθέσεις, πήρα μια σύνταξη, ποτέ ολόκληρη λόγω μνημονίων!

 

Πώς βιώνεις αυτόν τον ιδιότυπο «αποκλεισμό» του κορονοϊού;

Ο κορονοϊός είναι μια συνθήκη που μας έφερε αντιμέτωπους με μια σειρά από πράγματα σε υπαρξιακό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο. Είναι η κατεξοχήν ασθένεια της μοναξιάς. Για τους ανθρώπους που ζούμε μόνοι μας, πραγματικά υπάρχει τεράστιο ζήτημα. Από τη μια, είμαστε ανήμποροι, από την άλλη, δεν μπορούμε να φέρουμε σε δύσκολη θέση τους κοντινούς μας ανθρώπους. Συνάντησα έναν φίλο και μου είπε: έμαθα από κοινή μας φίλη ότι βιώνεις μια δύσκολη νόσηση διαρκείας και στεναχωρήθηκα. Γιατί δεν με πήρες ένα τηλέφωνο, του απάντησα. Το έμαθα αργά και φαντάστηκα ότι θα έχεις συνέλθει, μου λέει, δεν έγραψες και κάτι στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης… «Δεν θέλω να σε τρομάξω, αλλά κι όταν πεθάνω, δεν θα το γράψω στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης», είπα. Σοκαρίστηκε βέβαια. Ήθελα απλώς να τονίσω πως άριστα κάνουμε βοηθώντας ανθρώπους που έχουν ανάγκη, αλλά ίσως υπάρχουν και δίπλα μας άνθρωποι που χρειάζονται την αλληλεγγύη μας!

 

Βαθμιαία και συστηματικά απομονωνόμαστε και κάθε ευκαιρία προς αυτήν την κατεύθυνση την εκμεταλλεύεται η εξουσία ώστε να αποδυναμώνει κάθε πιθανότητα αντίδρασης. Ωστόσο υπάρχουν οι τρόποι, οι παραδοσιακοί και οι σύγχρονοι, να επικοινωνήσουμε τις ιδέες μας με περισσότερους ανθρώπους.

Ακριβώς έτσι. Στην επικοινωνία υστερούμε. Δεν γίνεται να μην έχουμε κυκλοφορήσει έναν «λαϊκό» δίφυλλο απολογισμό με όσα σωστά κάναμε ως κυβέρνηση. Δεν γίνεται να μην κουβεντιάζουμε αναλυτικά για όσα ψευδώς μας καταλογίζουν, ενώ οι ίδιοι είχαν προ-ψηφίσει – ΕΚΑΣ, καλλιτεχνικές συντάξεις 2013 κ.λπ. Δεν γίνεται να απολογούμαστε για δικές τους επιλογές! Δεν γίνεται να χρησιμοποιούμε τα χυδαία «όπλα» τους, όταν έχουμε τόσα πολιτικά επιχειρήματα στη φαρέτρα μας! Όταν ανοίγω τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και βλέπω το άθλιο χάσταγκ «έρχεται πούτσα» από ανθρώπους του δικού μας χώρου, απελπίζομαι. Ούτε είμαστε ίδιοι, αλλά ούτε πρέπει να γίνουμε!

 

Μας περιβάλλει μια βία σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής που κόβει την ανάσα. Ξεκίνησε από τον καλλιτεχνικό χώρο, αλλά δεν είναι μόνο εκεί. Σχεδόν κάθε μέρα μια καινούργια είδηση για ένα βιασμένο παιδί. Τα στοιχεία συνηγορούν ότι δεν πρόκειται για περισσότερα τέτοια περιστατικά, αλλά για τη δημοσιοποίησή τους πια. Μπορούμε να αναθαρρήσουμε όμως από αυτό όταν γίνεται αντικείμενο εκμετάλλευσης από την εξουσία των ΜΜΕ μόνο για να μας τρομοκρατήσουν και να μας μετατρέψουν σε φοβισμένους παρατηρητές της κλειδαρότρυπας; Όταν η δικαστική εξουσία δεν στέκεται με τον ίδιο τρόπο απέναντι σε όλες τις ανάλογες περιπτώσεις;

Ναι, επιτέλους αυτά τα περιστατικά απέκτησαν ορατότητα. Σωστά αποκαλύφθηκε ο παιδοβιαστής, οι παρέες και οι πελάτες του. Όμως σωστά κατασκηνώνουν έξω από το σπίτι του βιασμένου παιδιού τα ΜΜΕ; Αναφέρθηκες στο #metoo. Σωστά ξεκίνησε, αλλά γιατί περιορίστηκε στον καλλιτεχνικό χώρο; Γιατί «επιτρέψαμε» να μπουν σε ένα μίξερ όλες οι παραβατικές συμπεριφορές, με αποτέλεσμα η συμπεριφορά του Κιμούλη και τα εγκλήματα του Λιγνάδη να παρουσιάζονται ως το ίδιο πράγμα; Γιατί δεν υπερασπιστήκαμε τα θύματα επαρκώς από τον κανιβαλισμό των ΜΜΕ και της «δικαιοσύνης»; Η ερώτηση βάζει πολλά και διαφορετικά ζητήματα που κατά τη γνώμη μου τα συνδέει ένα πράγμα. Η αποπολιτικοποίηση, που απλώνεται στην κοινωνία σαν αρρώστια. Το «όλοι είναι ίδιοι» εξυπηρετεί το βολικό «ό,τι και να κάνεις δεν αλλάζει τίποτα», ολέθρια όπλα στα χέρια των αντιπάλων. Ποιόν εξυπηρετεί η απόσυρση και ποια είναι η «αποστολή» μας; Να μάθουμε, να πείσουμε τους ανθρώπους που μας πλησιάζουν –από όπου κι αν προέρχονται– πως η βία σε κάθε πτυχή της κοινωνικής ζωής, η καταπάτηση τόσων ελευθεριών, οι υποκλοπές, η αστυνομία στα πανεπιστήμια, συνδέονται απόλυτα με τη φτώχεια τους οικονομική, κοινωνική, πολιτική! Δηλαδή να θυμηθούμε (και) τον διαπαιδαγωγητικό ρόλο που οφείλει να έχει ένα αριστερό κόμμα.

 

Προέρχεσαι από οικογένεια αριστερών;

Ναι. Ταξικά και ιδεολογικά. Δημοκρατικοί άνθρωποι. Τα δύο αδέρφια του πατέρα μου στο βουνό. Εκείνος σύνδεσμος. Το ιστορικό βιβλιοπωλείο της οικογένειας στα Καλάβρυτα υπήρξε πανεπιστήμιο για μας. Πολλά βιβλία στο σπίτι μας, η Επιθεώρηση Τέχνης και το ραδιόφωνο. Η αγαπημένη βραδινή ασχολία ήταν να αναζητούμε λήμματα για καλλιτέχνες, συγγραφείς, ποιητές… Έλεγα στον πατέρα μου: «μπαμπά, είσαι ο καλύτερος άνθρωπος του κόσμου». Και μου έλεγε: «Καλός είμαι, παιδί μου. Αλλά μην ξεχνάς ότι δεν έχω δοκιμαστεί ποτέ σε θέση εξουσίας. Εκεί δοκιμάζονται οι άνθρωποι.» Και για να το κάνει πιο ελαφρύ, συμπλήρωνε: «Να, και στο σπίτι μας η μάνα σου έχει την εξουσία.» Και όντως έτσι ήταν. Όταν πέθανε εκείνη κατάλαβα πόσο φτωχοί ήμασταν.

Ζωή Γεωργούλα

Η ΕΠΟΧΗ