ΣΥΡΙΖΑ

Μαρία Κανελλοπούλου: Διεύρυνση ναι, αλλά με τι όρους;

Κάθε μέρα που περνά μετά τις πρόσφατες εκλογές και την ανάληψη της διακυβέρνησης της χώρας από τη Ν.Δ. (την εξουσία δεν την είχε χάσει ποτέ) κάνει πιο επιτακτική την ανάγκη της αναδιάταξης των αληθινά αριστερών, ριζοσπαστικών, δημοκρατικών δυνάμεων, διαδικασία στην οποία ο ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να πρωτοστατήσει.

Ζητήματα όπως «ποιος ΣΥΡΙΖΑ», «με ποιον ΣΥΡΙΖΑ», «με ποιους και πώς ο ΣΥΡΙΖΑ» απασχολούν μεγάλα κομμάτια της κοινωνίας κι όχι μόνον όσους του έδωσαν με την ψήφο τους το 31,5%, κάνοντάς τον ισχυρή αντιπολίτευση, πρωταγωνιστή της επόμενης μέρας και το ισχυρότερο αριστερό κόμμα της Ευρώπης.

Στους κύκλους των ανθρώπων που συναντώ ή συναναστρέφομαι δεν υπάρχει ούτε ένας που να μην ονειρεύεται και να μην επιθυμεί ένα μεγάλο, δυνατό, διεκδικητικό, μαζικό κι αποτελεσματικό αριστερό κόμμα που θα αγκαλιάζει την καταπονημένη κοινωνία, τους νέους, τους ηλικιωμένους, τους ανθρώπους χωρίς φωνή, τους ανυπεράσπιστους. Οι όροι με τους οποίους αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα είναι το κεντρικό επίδικο της συζήτησης που έχει ανοίξει.

Θεωρώ πως οι οργανωτικές επιλογές δεν είναι ανεξάρτητες από τις πολιτικές και δεν μπορούμε να συζητάμε γενικώς κι αορίστως για το πώς φανταζόμαστε το κόμμα αν δεν ορίσουμε εκ των προτέρων ποια πολιτική θέλουμε να εξυπηρετήσουμε. Το να ψηφίζεις απλώς εκπροσώπους σε όργανα και συνέδρια και να επιδιώκεις ευκαιριακές συμμαχίες με ποσοτικά και όχι ιδεολογικά-ποιοτικά χαρακτηριστικά δεν μπορεί να σε μετατρέψει σε μαζικό κόμμα.

Αν δεν είσαι ζωντανός οργανισμός, ανοιχτός στην κοινωνία, δεν συζητάς, δεν στηρίζεις πρωτοβουλίες, δεν αφουγκράζεσαι νέες ανάγκες, δεν επεξεργάζεσαι νέες ιδέες, δεν ακούς την κριτική για λάθη και παραλείψεις, αν δεν ξαναπιάσεις απ’ την αρχή το νήμα που σε έδεσε με το πιο σημαντικό «εργαλείο» της στρατηγικής σου, που ήταν η ενεργοποίηση του κοινωνικού παράγοντα και η σύνδεσή σου με τα κινήματα, είσαι καταδικασμένος να γίνεις κάτι που οριστικά έχει πεθάνει.

Παρακολουθώ με ενδιαφέρον την ερώτηση που συντεταγμένα (και γι’ αυτό «ύποπτα»!) γίνεται στα μέλη και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ «αντιπολίτευση προγραμμάτων ή αντιπολίτευση στους δρόμους;», ενώ κάποιοι το «σκληραίνουν» κάπως: «Θα είστε σοβαροί ή θα σας ξαναδούμε στον δρόμο;». Είναι προφανές πως πρόκειται για ένα κατασκευασμένο δίλημμα που θεωρεί δεδομένο πως ο συγκροτημένος προγραμματικός λόγος είναι ασύμβατος με την κινητοποίηση των λαϊκών μαζών.

Ακολουθώντας ωστόσο την Ιστορία, από τις κοινωνικές κατακτήσεις του προπερασμένου αιώνα μέχρι τη μεταπολεμική θεμελίωση του κοινωνικού κράτους και την κατάκτηση ατομικών δικαιωμάτων, δεν συναντά κανείς πραγματικές αλλαγές που να έγιναν χωρίς τη συμμετοχή των λαών. Γι’ αυτό και κανένα οργανωτικό σχήμα δεν μπορεί να υπαγορεύσει, να εξασφαλίσει ή να υποκαταστήσει την απαραίτητη και ουσιαστική συμμετοχή του λαϊκού παράγοντα.

Αν λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ περιοριστεί στην «προγραμματική αντιπολίτευση» ως αποτέλεσμα συστημικών πιέσεων, που είναι ισχυρότερες παρά ποτέ, αλλά και εσωτερικών φωνών που «διακριτικά» συνηγορούν (το άσυλο, οι σχέσεις Κράτους-Εκκλησίας, τα «αριστερά βαρίδια» κ.λπ.) ο κίνδυνος της στρατηγικής ήττας είναι σχεδόν αναπόφευκτος.

Η πολιτική απογοητεύει. Η απογοήτευση οδηγεί στην απεμπλοκή των πολιτών, κυρίως των νέων. Το οργανωτικό μοντέλο οφείλει να προκύψει ως συνέπεια μιας πολιτικής που δεν θα είναι τηλεοπτικό προϊόν για παθητική κατανάλωση, αλλά θα εκπροσωπεί με σοβαρούς όρους στρώματα και ομάδες που νιώθουν ότι δεν εκπροσωπούνται και δεν τους αφορά. Μιας πολιτικής που θα δώσει λόγο στους ανθρώπους να εμπλακούν ενεργά, όχι από πολιτικές φιλοδοξίες, αλλά επειδή θα πειστούν ότι η συμμετοχή τους αξίζει τον κόπο.

Μιας πολιτικής που θα απευθύνεται στο μεγάλο «κοινό» της αποχής, του «τίποτα δεν αλλάζει», του «όλοι ίδιοι είναι», που θα αφήσει γραφεία και κλειστά τηλέφωνα και θα βρεθεί στις γειτονιές, στα στέκια, στα σχολεία, στα Πανεπιστήμια, στους χώρους δουλειάς, εκεί που παράγονται τα προβλήματα, δηλαδή, κι εκεί που ξεκινούν οι αγώνες για την επίλυσή τους. Εχει λιγότερη σημασία το πόσα μέλη θα εγγραφούν και πολύ μεγαλύτερη ο τρόπος που θα ενταχθούν. Θα είναι εκλογικοί μηχανισμοί εσωκομματικών αναμετρήσεων ή θα έχουν πλήρη δικαιώματα, θα προτείνουν, θα συναποφασίζουν, θα παράγουν οι ίδιοι πολιτική;

Τα δείγματα γραφής της νέας κυβέρνησης δεν είναι καθόλου «νέα»! Ερχονται από παλιά, είναι δοκιμασμένα, είναι αποτυχημένα, είναι σκοτεινά. Είναι μηχανισμοί που κατέχουν τις συνταγές της συναλλαγής, της καταστολής, της καταστροφής, είναι η ΕΡΕ με καινούργια κοστούμια. Είναι «νοικοκυραίοι».

Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει ιστορική ευθύνη να μετατρέψει σε «μεγάλο ποτάμι, φουσκωμένο την οργή του λαού» που είναι θέμα χρόνου να εκδηλωθεί. Εχει σημασία πώς και με ποιους θα το κάνει! Αρκεί να κοιτάξει προσεκτικά από πού αντλήθηκε το πολύτιμο 31,5% των τελευταίων εκλογών!

Η Μαρία Κανελλοπούλου είναι πρώην βουλευτής ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών