Macro

Μαρία Γιαννακάκη: Η πολιτική φαίνεται και από το πώς στέκεσαι στις μειονότητες: απέναντι ή δίπλα;

Ο Κυριάκος Μητσοτάκης συνεπαρμένος από αλαζονεία εξαιτίας των αποτελεσμάτων της 21ης Μάη, δεν μπορεί να ανεχθεί ότι οι πολίτες της Ροδόπης, τόσο οι μειονοτικοί όσο και οι πλειονοτικοί, επικρότησαν το σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ και εξέλεξαν έναν άξιο σύντροφό μας και όχι την υποψήφια της ΝΔ.
 
Η ΝΔ επενδύει στο διχασμό, καλλιεργεί ένα εμφυλιοπολεμικό κλίμα κλείνοντας το μάτι σε εθνικιστικά ακροατήρια επιδιώκοντας να επαναπατρίσει ψήφους από τον χώρο της Ακροδεξιάς και επικαλείται εθνικούς κινδύνους, κατηγορώντας έλληνες πολίτες ως ενεργούμενους ξένης δύναμης καταστρατηγώντας τη συνταγματική αρχή της ισονομίας.
 
Οι δηλώσεις του Μητσοτάκη είναι ηθικά και πολιτικά απαράδεκτες τόσο για τη μειονότητα όσο και για την πλειονότητα και μας δίνουν μία πρόγευση για το τι περιμένει τον κάθε δημοκρατικό πολίτη σε περίπτωση παντοδυναμίας της ΝΔ. Τέτοιες δηλώσεις, οι οποίες παραπέμπουν σε αλήστου μνήμης εποχές, κάνουν την ηγεσία της Τουρκίας να τρίβει τα χέρια της, καθώς την εφοδιάζουν με όλα τα απαραίτητα επιχειρήματα προκειμένου να μας σύρει, για μία ακόμη φορά, απολογούμενους ενώπιον των Διεθνών Οργανισμών και του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για παραβίαση των Δικαιωμάτων της μειονότητας και μη σεβασμό των Συνθηκών.
 
Ο απερχόμενος πρωθυπουργός προτιμά να παραβλέπει ότι η ΝΔ έχει απωλέσει την εμπιστοσύνη της μειονότητας από τις εκλογές του 2004, όπως και το ότι οι χαμηλές επιδόσεις της στις εκλογές του Μαΐου οφείλονται στην αύξηση των καταχρηστικών αστυνομικών ελέγχων στα μειονοτικά χωριά, στην φτώχεια με τα ελλειμματικά και εποχικά μεροκάματα στα καπνά, όπως και στην πλήρη αδιαφορία της για τα μεγάλα θεσμικά ζητήματα που απασχολούν την μειονότητα.
 
Τον Μάιο του 2019 ο Αλέξης Τσίπρας από την Ξάνθη ανακοίνωνε δύο εμβληματικές πρωτοβουλίες για τη μειονότητα: την εκλογή από την ίδια των μελών της διαχειριστικής επιτροπής για τη βακουφική περιουσία, γεγονός που θα επέλυε ένα χρόνιο ζήτημα που ταλαιπωρούσε τις σχέσεις της Διοίκησης με τη μειονότητα της Θράκης. Να σημειωθεί ότι την τελευταία φορά που είχαν γίνει εκλογές για τα βακούφια ήταν πριν από τη Χούντα των συνταγματαρχών. Το δεύτερο ζήτημα ήταν η δημιουργία ενός εκλεκτορικού σώματος που θα αναδείκνυε τον μουφτή.
 
Η επίλυση αυτών των προβλημάτων με τρόπο δημοκρατικό και δίκαιο δεν θα ήταν μια ανέφελη πορεία. Υπήρχαν επί δεκαετίες και υπάρχουν ακόμη αντιστάσεις από τους πυλώνες του «βαθέως κράτους» στη Θράκη και όχι μόνο. Τόσο το ΥΠΕΞ όσο και η ΕΥΠ επί δεκαετίες διακινούσαν το σενάριο ότι αν εκδημοκρατισθούν οι θεσμοί της μειονότητας, τότε υπάρχει κίνδυνος να μην μπορεί το ελληνικό κράτος να τους ελέγχει. Όμως, η ουσιαστική άρνηση του δρόμου της δημοκρατίας μοιραία οδηγεί σε αυταρχικές μεθοδεύσεις και κλειστά και αδιαφανή συστήματα εξουσίας που αναπαράγουν ρόλους.
 
Για την Αριστερά, τα δύο ζητήματα που ανέδειξε ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ είναι η αφετηρία από την οποία το κόμμα δεν μπορεί να οπισθοχωρήσει. Όμως και σε αυτά τα δύο, κυρίως στο θέμα του εκλεκτορικού σώματος για τον μουφτή, υπάρχουν διαφορετικές προσεγγίσεις. Οι υποστηρικτές του ελέγχου της μειονότητας θεωρούν ότι στο εκλεκτορικό σώμα πρέπει να συμμετέχουν και οι διορισμένοι από το κράτος ιεροδιδάσκαλοι. Μια τέτοια εξέλιξη θα έβρισκε το όλον της μειονότητας αντίθετο για λόγους προφανείς, με κίνδυνο την αποχή της από τη διαδικασία.
 
Ένα μεγάλο κεφάλαιο στις σχέσεις της μειονότητας και του κράτους είναι η εκπαίδευση. Ο στόχος μιας κυβέρνησης της Αριστεράς πρέπει να είναι μια πολιτική μέσω της οποίας τα παιδιά της μειονότητας θα κατέχουν και τις δύο βασικές γλώσσες, τα ελληνικά και την μητρική τους. Αυτή η πολιτική μπορεί να υλοποιηθεί μόνο μέσω ουσιαστικά διαπολιτισμικών σχολείων, τόσο στην πρωτοβάθμια όσο και στη δευτεροβάθμια εκπαίδευση, με ταυτόχρονη στήριξη και των σχολείων που χαρακτηρίζονται ως μειονοτικά. Ταυτόχρονα, πρέπει να δώσουμε το δικαίωμα στη μειονότητα να ιδρύσει δικά της νηπιαγωγεία, που θα διέπονται από το ίδιο καθεστώς με τα μειονοτικά δημοτικά.
 
Οφείλουμε επίσης να συζητήσουμε ανοιχτά και δημόσια το αίτημα για την κύρωση από τη Βουλή της συμφωνίας – πλαίσιο του 1997 του ΟΑΣΕ για την προστασία των εθνικών μειονοτήτων. Η χώρα μας την έχει υπογράψει αλλά δεν την έχει κυρώσει από τη Βουλή.
 
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ του κράτους και της μειονότητας είναι μείζονος σημασίας. Για την Αριστερά δεν μπορεί να υπάρχουν πολίτες που δεν απολαμβάνουν το σύνολο των πολιτικών και κοινωνικών δικαιωμάτων τους. Για τον ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι ανεκτό να καταδικάζεται η χώρα μας από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο για παραβιάσεις δικαιωμάτων της μειονότητας στο όνομα ενός άγονου και επικίνδυνου εθνικισμού.
 
Γιατί η υπεράσπιση των δικαιωμάτων αποτελεί ταυτοτικό στοιχείο μας, που σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να υποχωρήσει. Οποιαδήποτε άλλη θέση και τοποθέτηση, όχι μόνο αποτελεί προσωπική άποψη, αλλά και θέτει αυτόν που την εκφέρει εκτός του πλαισίου αρχών του χώρου.
 
Η Μαρία Γιαννακάκη είναι Πρώην γ.γ. Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων