Συνεντεύξεις

Μαργαρίτα Συγγενιώτου: Να «επιδοτηθεί» και το κοινό του πολιτισμού

Τη συνέντευξη πήρε η Λιάνα Μαλανδρενιώτη

Η τεχνολογία μέσω του διαδικτύου φέρνει τις θεατρικές και μουσικές παραστάσεις στην τηλεόρασή μας. Εσάς ως ενεργό μέλος της μουσικής κοινότητας σας προβληματίζει αυτό καθεαυτό το γεγονός;
Υπάρχουν εύλογες ανησυχίες για την επόμενη μέρα, αν αυτό που γίνεται με τις δωρεάν παραστάσεις στο διαδίκτυο θα πλήξει τα θέατρα και γενικά τους χώρους πολιτισμού. Μου θυμίζει τη συζήτηση που γινόταν όταν αναπτύχθηκε η τεχνολογία του cd. Κάποιοι έλεγαν ότι, αν έχει ο κόσμος τη δυνατότητα να ακούσει μουσική σε τέτοια ποιότητα στο σαλόνι του, δεν θα πηγαίνει σε συναυλίες. Φυσικά ο κόσμος συνέχισε να πηγαίνει σε συναυλίες και θα συνεχίσει για πολλά χρόνια. Όπως κι ο κόσμος συνεχίζει να πηγαίνει στον κινηματογράφο την εποχή του Νέτφλιξ και του διαδικτύου, που τα έχεις όλα στη διάθεσή σου με ένα κλικ. Δεν νομίζω ότι ποτέ στο μυαλό ενός ανθρώπου που αγαπάει την τέχνη μπορεί να τεθεί αυτό το δίλημμα.

Πολύ θα ’θελα να συμμεριστώ την αισιοδοξία σας. Όμως έπεσε στην αντίληψή μου πως, για τον ίδιο λόγο, η επιτυχημένη παράσταση της Λυρικής ο «Βότσεκ» του Άλμπαν Μπέργκ σε σκηνοθεσία Ολιβιέ Πι, στην οποία συμμετείχατε, μαγνητοσκοπήθηκε για το γαλλικό κανάλι Mezzo και θα προβληθεί τους επόμενους μήνες.
Ναι πράγματι. Είναι, μάλιστα, η πρώτη φορά που παράσταση της Λυρικής μαγνητοσκοπήθηκε για κορυφαίο πολιτιστικό κανάλι της Ευρώπης και η ποιότητα της μαγνητοσκόπησης είναι εξαιρετική. Δεν μπορώ όμως να φανταστώ ούτε έναν λάτρη της όπερας στην Αθήνα που θα έμπαινε στο δίλημμα «να αγοράσω εισιτήριο ή να περιμένω να το δω στην τηλεόραση;» Πόσω μάλλον όταν οι μαγνητοσκοπήσεις των παραστάσεων που διατίθενται στο διαδίκτυο στη συντριπτική τους πλειοψηφία έχουν αρχειακό χαρακτήρα, δεν είναι επαγγελματικές και δεν αποτυπώνουν παρά ελάχιστα από την παράσταση, ένα «κέλυφος» θα λέγαμε.

Για ποιους λόγους οι ζωντανές παραστάσεις μας προκαλούν αληθινή ευχαρίστηση τελικά;
Οι λόγοι είναι πολλοί. Πρώτον φυσιολογίας. Ο ανθρώπινος εγκέφαλος αντιλαμβάνεται διαφορετικά ένα δρώμενο όταν το βλέπει σε τρεις διαστάσεις και με τα ερεθίσματα να ενεργούν απ ευθείας στο νευρικό του σύστημα, και διαφορετικά όταν το βλέπει στις δύο διαστάσεις της οθόνης. Επίσης ο χρόνος την ώρα της ζωντανής συμμετοχής είναι αναπόδραστος, δεν μπορείς να διακόψεις, να πας μπρος ή πίσω. Αλλά το πιο βασικό είναι ότι το κοινό συμμετέχει σε μια παράσταση, την διαμορφώνει. Το κοινό είναι σαν την κοινωνία: δεν είναι το άθροισμα των ανθρώπων που το αποτελούν, είναι το σύνολο που προκύπτει όταν οι άνθρωποι αλληλεπιδρούν. Αυτή η αλληλεπίδραση συμβαίνει σε ένα μη λεκτικό επίπεδο, σαν μια «ενέργεια» θα λέγαμε. Αυτή δεν είναι καινούργια σκέψη, είναι κατά κάποιον τρόπο ο προβληματισμός του σύνθετη Τζον Κέιτζ στο περίφημο έργο του «4΄33΄΄», όπου ο πιανίστας κάθεται στο πιάνο και δεν παίζει τίποτα. Πολλοί νομίζουν ότι πραγματεύεται το τέλος της τέχνης, τη σιωπή. Εκείνος, όμως, έλεγε ότι η μουσική είναι αυτό που προκύπτει από το κοινό, όταν κανείς δεν μιλάει για 4 λεπτά και 33 δευτερόλεπτα.
Νομίζω ότι η μεγαλύτερη ανησυχία και από τους καλλιτέχνες και από το κοινό, είναι να μην χαθεί το «μαζί». Γιατί δεν υπάρχει τέχνη χωρίς «μαζί» και το «μαζί» ισχυροποιείται από την τέχνη. Σκεφτείτε μόνο τη δύναμη που έχει ένα τραγούδι που τραγουδιέται ταυτόχρονα από μερικές χιλιάδες κόσμου σε μια συγκέντρωση. Σκεφτείτε τις μεγάλες συναυλίες. Η στιγμή που ο Φρέντι Μέρκιουρι τραγουδάει στο Γουέμπλεϊ το «Love of my life» μόνο με μια κιθάρα και εκατό χιλιάδες άνθρωποι τραγουδούν μαζί του σαν ένας, είναι μια στιγμή βαθιά πολιτική.
Δεν είναι, λοιπόν, να απορεί κανείς γιατί υπάρχει αυτή η προσπάθεια τις τελευταίες δεκαετίες το κοινό να πάψει να είναι δομικό στοιχείο της τέχνης και να γίνει απλός καταναλωτής. Και ο ρόλος των Ιδρυμάτων δεν είναι καθόλου αθώος, αλλά αυτή είναι συζήτηση για άλλη φορά. Πάντως νομίζω ότι ο κόσμος έχει μεγάλη ανάγκη την κοινωνικότητα που αναπτύσσει πηγαίνοντας σινεμά, θέατρο, σε μια συναυλία και δεν πρόκειται να την εγκαταλείψει οικειοθελώς. Στο σχεδιασμό, λοιπόν, για την επόμενη μέρα, πρέπει να προβλεφθεί το κοινό να μπορεί να πηγαίνει σε παραστάσεις και συναυλίες. Οικονομικά, εννοώ. Γιατί αν έχεις μείνει άνεργος, αν έχεις μπει σε εκ περιτροπής εργασία και όλα αυτά τα ωραία που έχει θεσμοθετήσει ο Βρούτσης και ετοιμάζει την επέκτασή τους, το πρώτο που θα κόψεις ως πολυτέλεια είναι τα θεάματα.

Προκύπτει όμως και το μείζον θέμα των εργασιακών αλλά και πνευματικών σας δικαιωμάτων.
Δεν είδα με πολύ καλό μάτι όλη αυτή την προσφορά στο διαδίκτυο. Κυρίως γιατί έχουμε μια κατάσταση εξαίρεσης. Οι καλλιτέχνες κλήθηκαν να προσφέρουν τη δουλειά τους χωρίς να εισπράξουν δικαιώματα. Γι’ αυτό ήταν απόλυτα εξοργιστικό όταν το ΥΠΠΟ περιέλαβε τις δράσεις αυτές στο δελτίο Τύπου για τα μέτρα στήριξης προς τους καλλιτέχνες. Αν είχε καλύψει το ίδιο τα δικαιώματα, θα μπορούσε να το κάνει. Τώρα η μόνη στήριξη ήταν από τους καλλιτέχνες προς την κοινωνία. Και μιλάμε για έναν ειδικό κλάδο. Εδώ και χρόνια καλλιεργείται η αντίληψη ότι ο καλλιτέχνης ζει για τη δημιουργία κι όποιος μιλάει για εργασιακά δικαιώματα είναι μάλλον κάποιος αποτυχημένος, που δεν έχει ευαισθησίες και καλλιτεχνικές ανάγκες. Δείτε πόσοι γνωστοί καλλιτέχνες λένε ότι η καραντίνα ήταν μια ευκαιρία για ενδοσκόπηση. Αλλά οι περισσότεροι καλλιτέχνες δεν έχουν αυτή την πολυτέλεια, έχουν νοίκια και λογαριασμούς και βλέπουν και την επόμενη περίοδο να καταστρέφεται.

Ως συνδικαλίστρια, μέλος του ΔΣ της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ακροάματος Θεάματος, τι προτείνετε;
Ο πολιτισμός πρέπει να στηριχτεί σε τρία επίπεδα: να στηριχτούν οι καλλιτέχνες μέχρι να ξαναμπεί σε λειτουργία ο χώρος, δηλαδή στην καλύτερη περίπτωση το τέλος του καλοκαιριού. Να στηριχτούν οι οργανισμοί, τα θέατρα, οι χώροι συναυλιών. Ειδικά τα ιστορικά θέατρα, που τα βγάζουν δύσκολα πέρα και που σε ορισμένες περιπτώσεις επιμένουν σε δύσκολες γειτονιές με δύσκολες συνθήκες. Να στηριχτεί το ίδιο το κοινό. Θα μπορούσε να υπάρξει ένα πρόγραμμα «επιδότησης κοινού», μια προπληρωμένη κάρτα πολιτισμού για θέατρα, συναυλίες, μουσεία κ.λπ. Ιδέες υπάρχουν πολλές. Ανοιχτά αυτιά στο υπουργείο χρειαζόμαστε και η εμπειρία μας με το επίδομα στους καλλιτέχνες δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας.

Η πολυαναμενόμενη νέα όπερα «Πάπισσα Ιωάννα», παραγγελία της ΕΛΣ στον συνθέτη Γιώργο Βασιλαντωνάκη στην οποία συμμετείχατε, έριξε αυλαία λόγω κορονοϊού.
Δυστυχώς το κλείσιμο των θεάτρων μας βρήκε στη Λυρική στη γενική δοκιμή της όπερας «Πάπισσα Ιωάννα» πάνω στο μυθιστόρημα του Εμ. Ροΐδη. Θα ήθελα πολύ σύντομα να κάνουμε την πρεμιέρα.

Πηγή: Η Εποχή