Macro

Μανιακή με τη ζωή και τη γραφή

Patricia Highsmith «Ιστορίες φυσικών και αφύσικων καταστροφών», μετάφραση: Ανδρέας Αποστολίδης, εκδόσεις Άγρα, 2015
 
 
Η Πατρίτσια Χάισμιθ (1921-1995) είναι από εκείνες τις μοναχικές συγγραφείς, τις λογοτεχνικά ανυπότακτες, που προβλημάτισαν αναγνώστες εκδότες και κριτικούς. Τα μυθιστορήματά της διέφεραν πολύ από την επικρατούσα αστυνομική λογοτεχνία και η ένταξή της σε μια λογοτεχνική σχολή αποτελεί ένα εγχείρημα σχεδόν ακατόρθωτο. Στην Αμερική θεωρήθηκε ως συγγραφέας αστυνομικών μυθιστορημάτων ή απλώς mystery writer. Στην Ευρώπη, πάντως, και ειδικά στην Γαλλία εκτιμήθηκε περισσότερο παρά στην πατρίδα της. Οι Γάλλοι την κατατάσσουν αποκλειστικά στον χώρο της σύγχρονης λογοτεχνίας και της ριζοσπαστικής σκέψης. Η ίδια όχι μόνον έζησε στην Ευρώπη για πολλά χρόνια αλλά και το 1993, δύο χρόνια πριν από τον θάνατό της, παραχώρησε τα διεθνή δικαιώματα του έργου της στον εκδοτικό οίκο της Ζυρίχης «Diogenes».
 
 
Έχει ενδιαφέρον να ξαναδιαβάσουμε την συγγραφέα ως διηγηματογράφο αυτή τη φορά. Τα πάντα στον κόσμο της Πατρίτσια Χάισμιθ είναι ρευστά, ασυγκράτητα, ανεξέλεγκτα. «Είναι μια συγγραφέας που δημιούργησε τον δικό της κόσμο – έναν κόσμο κλειστοφοβικό και παράλογο», έγραφε ο Γκράχαμ Γκριν στην εισαγωγή του στην πρώτη της συλλογή διηγημάτων «Eleven» (1970). Ένας κόσμος χωρίς ηθικές δεσμεύσεις, σκοτεινός και με εκλάμψεις βίαιης συμπεριφοράς. «Τίποτε δεν είναι σίγουρο, όταν περάσουμε αυτό το σύνορο». Και πράγματι έτσι είναι.
 
Το «γοτθικό» ύφος της –αυτή η αχόρταγη όρεξη για το γκροτέσκο, το βάναυσο και το μακάβριο, ιδιαίτερα εμφανής στα διηγήματά της– οφείλει πολλά στον Έντγκαρ Άλαν Πόε, με τον οποίο γεννήθηκε την ίδια μέρα, 19 Ιανουαρίου, ενώ ο τόνος της γραφής της είχε επηρεαστεί από τις «νουάρ» νουβέλες της δεκαετίας του ’30 και ’40.
 
Γενικότερα στα διηγήματά της συναντάμε μια ευρύτερη θεματολογία, ξεχωριστούς χαρακτήρες και ατμόσφαιρα που αγγίζει άλλα λογοτεχνικά είδη, απ’ ό,τι στα μυθιστορήματα. Είναι γεμάτα με αλλόκοτες καταστάσεις, με εκπλήξεις και ανατροπές. Εντούτοις οι ιστορίες της δεν έχουν πολλά κοινά με την κλασική αμερικάνικη διηγηματογραφία· απηχούν το άγχος, την αγωνία, τη ρευστότητα της ταυτότητας, τη βία, τις κατακλυσμικές και οικολογικές αλλαγές.
 
 
Απόβλητοι και τα απόβλητα κάθε τοξικής πολιτικής
 
Η Χάισμιθ εξέδωσε επτά συλλογές διηγημάτων. «Οι ιστορίες φυσικών και αφύσικων καταστροφών» («Tales of natural and unnatural catastrophes», 1987) είναι μια συλλογή δέκα ιστοριών και, παρά το γεγονός ότι δεν είναι καθαρόαιμες αστυνομικές ιστορίες, εμπεριέχουν τον προβληματισμό της για το περιβάλλον και τις καταστροφές που υπόκειται από τις αλόγιστες ανθρώπινες επεμβάσεις.
 
«Eχει πλάκα να γράφει κανείς ιστορίες καταστροφής. Μου θυμίζουν τις παρωδίες που έγραφα στο σχολείο για κάποιο μάθημα όταν ήμουν δέκα ή έντεκα χρονών, ή τις φάρσες που σκάρωνα στα δεκατέσσερά μου για να διασκεδάσω τους συμμαθητές μου. Αλλά βέβαια, εδώ το περιεχόμενο είναι πιο σοβαρό. Στα τέλη του εικοστού αιώνα ο άνθρωπος έχει σχεδόν μάθει να συμβιώνει με έναν απίστευτα μεγάλο αριθμό καταστροφών» σημειώνει η συγγραφέας.
 
Και στις δέκα συνολικά ιστορίες η εξουσία με οποιαδήποτε μορφή εμφανίζεται ως ανάλγητη, βίαιη και συντριπτική για οποιονδήποτε ανθρώπινο παράγοντα. Όσοι βρίσκονται απέναντί της είτε εκμηδενίζονται είτε δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να την αντιμετωπίσουν με τον ίδιο τρόπο.
 
Οι δέκα ανατριχιαστικές ιστορίες της μιλούν για τους απόβλητους της εποχής μας και για τα απόβλητα κάθε τοξικής πολιτικής που ακολουθούν οι κυρίαρχες κυβερνητικές, οικονομικές, επιστημονικές και θρησκευτικές ελίτ, στον μεταπολεμικό κόσμο. Ενδεικτικά κάποιοι τίτλοι: «Ναμπουτί: θερμή υποδοχή σε μια επιτροπή του ΟΗΕ», «Γλυκιά ελευθερία! Και ένα πικ νικ στο γρασίδι του Λευκού Οίκου», «Πρόβλημα στους Σμαραγδένιους Πύργους».
 
 
Μια καταγγελία στην κατασκευή του εχθρού
 
Η πρώτη ιστορία «Το μυστηριώδες νεκροταφείο» είναι μια σύγχρονη γκόθικ ιστορία. Σε ένα μικρό μυστηριώδες νεκροταφείο κάπου στην Αυστρία φυτρώνουν βολβοειδή εξαμβλώματα που αναπτύσσονται σε δέντρα μέχρι και δύο μέτρων. Το νοσοκομείο βρίσκεται πίσω από το Κρατικό Νοσοκομείο όπου διενεργούνται πειράματα πάνω στον καρκίνο. Τα τοξικά απόβλητα θάβονται δίχως καμιά προφύλαξη στο γειτονικό σχεδόν εγκαταλελειμμένο νεκροταφείο.
 
Όμως τα εκβλαστήματα συνεχίζουν να φύονται. Γλύπτες εμπνέονται από το σχήμα τους, καρτ ποστάλ του νεκροταφείου πωλούνται, κόσμος έρχεται για να τα φωτογραφίσει.
 
«Μερικοί φιλόσοφοι και ποιητές συνέκριναν τα αλλόκοτα σχήματα με το ναυάγιο της ψυχής του ανθρώπου που ο ίδιος το προκάλεσε, με μια παλαβή επέμβαση στη φύση, όπως αυτή που κατέληξε στην τρισκατάρατη ατομική βόμβα. Άλλοι φιλόσοφοι αντεπιτέθηκαν: “Ο καρκίνος δεν είναι μέσα στη φύση των ανθρώπων;”»
 
Το θέμα της παρένθετης μητρότητας αποτελεί το αντικείμενο της διαμάχης δύο κόσμων στο διήγημα «”Νοίκιασε μια Μήτρα” Εναντίον Κραταιάς Δεξιάς».
 
Το πιο ποιητικό και μελαγχολικό διήγημα της συλλογής είναι το «Μόμπι Ντικ ΙΙ ή η φάλαινα βλήμα». Σε αυτό, η αφήγηση γίνεται στο τρίτο πρόσωπο μέσα από τη ματιά του μεγάλου θηλαστικού που βρίσκεται στο στόχαστρο των φαλαινοθηρικών αλλά εκείνη επιθυμεί τόσο πολύ να ζήσει.
 
Εδώ η Χάισμιθ παίρνει τη σκυτάλη από τον Μέλβιλ (που επίσης ξεβόλευε το κοινό και ειδικά το αριστούργημά του «Μόμπι Ντικ») και μιλά από την πλευρά μιας γιγάντιας φάλαινας, η οποία, ενώ στην αρχή προσπαθεί να αποφύγει τους φαλαινοθήρες, αναγκάζεται στη συνέχεια να τους επιτεθεί αμυνόμενη ώσπου τελικά, μπροστά στη φονική επιμονή τους, εγκαταλείπει τον αγώνα. Πρόκειται για έναν ύμνο στο μοναχικό κήτος και για μια καταγγελία της κατασκευής του εχθρού, που είναι η προσφιλής στρατηγική των ισχυρών.
 
 
Έντονο στοιχείο πολιτικοποίησης και κοινωνικής αφύπνισης
 
Υπήρχε έντονο το στοιχείο πολιτικοποίησης και κοινωνικής αφύπνισης μέσα της. Άλλωστε η ίδια είχε αφιερώσει το μυθιστόρημά της «People who knock on the door» στον Παλαιστινιακό λαό και ας μην είχε σχέση το θέμα, ενώ αργότερα το «Ripley under water», στην Ιντιφάντα και στους Κούρδους. Σχετιζόταν με έντονα πολιτικοποιημένους συγγραφείς και διανοούμενους όπως ο Γκορ Βιντάλ, ο Αλεξάντερ Κόκμπερν, ο Nόαμ Τσόμσκι και ο Έντουαρντ Σεντ και, ως μέλος της Διεθνούς Αμνηστείας, διαμαρτυρόταν για τον εκτοπισμό των Παλαιστινίων.
 
Στα ελληνικά κυκλοφορεί επίσης από τις εκδόσεις Άγρα η συλλογή «Το εγχειρίδιο του κτηνώδους φόνου για ζωόφιλους» (1975), δεκατρείς ιστορίες εκδίκησης από σκυλιά, γατιά, γουρούνια και άλλα ζώα, γραμμένες με βαθιά συμπάθεια για τον ζωικό κόσμο και μια εκπεφρασμένη απέχθεια για τους κυρίους τους.
 
Με τον καιρό η αξία της Χάισμιθ ανεβαίνει στον λογοτεχνικό κανόνα. Στέκεται ισάξια ανάμεσα στο Φίλιπ Ροθ και στον Νόρμαν Μέιλερ, ενώ τα βιβλία της εξοστρακίζουν πολλά αβαθή και πανομοιότυπα ευπώλητα. Γιατί έγραφε από μέσα της, αντλώντας από το ασυνείδητο, όλα ξεχείλιζαν από την πάλη του προσωπικού με τους εφιάλτες της. Ήταν μια μανιώδης συγγραφέας, μανιακή με τη ζωή και τη γραφή που δεν τα ξεχώριζε ποτέ.
 
Ο Θεόδωρος Γρηγοριάδης είναι συγγραφέας.