«Οι ευρωεκλογές της 9ης Ιουνίου είναι οι πιο σημαντικές των τελευταίων χρόνων. Θα καθορίσουν το εάν η Ευρώπη θα συνεχίσει την πολιτική της αλληλεγγύης που είδαμε να εφαρμόζεται με το Ταμείο Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας στην περίοδο της πανδημίας ή θα επιστρέψουμε πίσω στην εποχή της λιτότητας, με ό,τι συνεπάγεται αυτή για τους εργαζόμενους, τους νέους, τους συνταξιούχους», αναφέρει στο προεκλογικό μανιφέστο της, η Συνομοσπονδία των Ευρωπαϊκών Συνδικάτων (ΣΕΣ). «Η Συνομοσπονδία έχει αρχίσει μια μεγάλη καμπάνια κατά της λιτότητας. Η υιοθέτησή των νέων δημοσιονομικών κανόνων θα προσφέρει ένα απίστευτο δώρο στην Ακροδεξιά και μάλιστα διπλό», τονίζει ο Λουντοβίκ Βοέ, ομοσπονδιακός γραμματέας της ΣΕΣ, σε συνέντευξή του στο ηλεκτρονικό περιοδικό Solidaire, την οποία αναδημοσιεύουμε στην εφημερίδα μας.
Η Ευρώπη φαίνεται να προχωράει με γοργούς ρυθμούς σε νέο πρόγραμμα λιτότητας. Ποια είναι η λογική μιας τέτοιας πολιτικής;
Το 2020, την περίοδο της πανδημίας, πετύχαμε η ΕΕ να αναστείλει τους δημοσιονομικούς κανόνες με τους οποίους είχε επιβάλει τη λιτότητα. Η αναστολή αυτή τελείωσε στις 31 Δεκεμβρίου του 2023, παρά την πρόταση και τις πιέσεις των ευρωπαϊκών συνδικάτων να συνεχιστεί η πολιτική της αλληλεγγύης. Και αυτό για δυο λόγους: ο πρώτος, η μεγάλη αύξηση του πληθωρισμού που έχει αφήσει αρνητικό αποτύπωμα στην οικονομία. Ο δεύτερος αφορά στον κίνδυνο να ματαιωθούν οι αναγκαίες κοινωνικές μεταρρυθμίσεις, καθώς και αυτές για την αντιμετώπιση της κλιματικής κρίσης. Οι ευρωπαϊκοί θεσμοί παρέμειναν σιωπηλοί στις προτάσεις των συνδικάτων. Αν και δεσμεύτηκαν πως οι διαπραγματεύσεις για τους δημοσιονομικούς κανόνες θα είναι πιο ευέλικτες… Βλέποντας, όμως, τα αρνητικά αποτελέσματα των προηγούμενων κυμάτων λιτότητας, μετά την χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, στα συνδικάτα θεωρούμε αυτή τη δέσμευση σαν ένα καλό ξεκίνημα, χωρίς να αδιαφορούμε για το τίμημα. Oι εργαζόμενοι γνωρίζουν πολύ καλά τι σημαίνουν οι δημοσιονομικές περικοπές: ξήλωμα των κοινωνικών τους δικαιωμάτων, απορρύθμιση των δημόσιων υπηρεσιών, αύξηση του χρόνου εργασίας, καμία πρόσληψη –ούτε για την αναπλήρωση αυτών που συνταξιοδοτούνται– μπλοκάρισμα μισθών κλπ. Και αναρωτιόμαστε: όσοι συζητούν για νέους κανόνες, δεν έχουν διδαχτεί τίποτα από τις διαδοχικές κρίσεις;
Αυτές οι περικοπές δαπανών έχουν δικαιωθεί;
Εάν αυτές αναφέρονται στις συνέπειες που έχουν υποστεί οι εργαζόμενοι και ο πλανήτης, όχι. Για τα υπερκέρδη των πλουσίων και τα υπέρογκα κέρδη των μεγάλων επιχειρήσεων, γιατί όχι; Αν κοιτάξουμε λίγο πιο πίσω, από τον Ιούλιο του 2022 μέχρι και τον Ιούλιο του 2023, οι 3.000 πιο μεγάλες επιχειρήσεις, με τις πολύ μεγάλες τράπεζες του κόσμου, συγκέντρωσαν το 4% του παγκόσμιου ΑΕΠ (του παραγόμενου πλούτου), δηλαδή αποκόμισαν όχι κέρδη, αλλά υπερκέρδη. Αυτά τα υπερκέρδη μετατράπηκαν σε μη παραγωγικό κεφάλαιο, το οποίο το σφετερίστηκε μια χούφτα καπιταλιστών. Στην Ευρώπη, ένα ποσό των 800 δισ. ευρώ κατατέθηκε στους τραπεζικούς λογαριασμούς των μεγάλων επιχειρήσεων. Πρόκειται για ένα ποσό που θα μπορούσε να καλύψει μια αναδιανεμητική πολιτική, με στόχο την αύξηση των μισθών και των επενδύσεων για το περιβάλλον.
Ποιες είναι οι εκτιμήσεις της ΣΕΣ για τους δημοσιονομικούς κανόνες που έχουν τεθεί στο τραπέζι των συζητήσεων;
Οι νέοι κανόνες που προτείνονται, εκκινούν από τις ίδιες αρχές που μας οδήγησαν στην ύφεση και τις διαδοχικές κρίσεις μέχρι το 2008. Προβλέπεται, όπως και στο παρελθόν, ο περιορισμός του δημοσίου χρέους κάτω από το 60% του ΑΕΠ για τα κράτη και η μείωση των δημοσίων ελλειμμάτων κάτω από το 3% του προϋπολογισμού τους. Με τις περικοπές που συνεπάγονται αυτές οι πολιτικές, δεν υπάρχουν περιθώρια ούτε για αυξήσεις, ούτε για επενδύσεις. Το αποτέλεσμά τους θα είναι η περαιτέρω διεύρυνση των κοινωνικών ανισοτήτων. Είναι συνεπώς εντελώς αναγκαία η διαφυγή από τις ιδεοληψίες και τις λαθεμένες δοξασίες για την οικονομία. Εάν δεν δράσουμε, θα πρέπει να αναμένουμε κοινωνικές και κλιματικές καταστροφές, οι οποίες θα πλήξουν κυρίως τις νέες γενιές. Δεν θα μιλάμε πια για χρηματοπιστωτικό κόστος, αλλά για κόστος ανθρωπιστικό και περιβαλλοντολογικό. Αυτό το γνωρίζουν ήδη καλά οι χώρες που υπέστησαν μεγάλες πλημμύρες και άλλες φυσικές καταστροφές το 2021 και το 2023. Επομένως, οι δημοσιονομικές πολιτικές θα πρέπει να απαντούν στις νέες προκλήσεις στην υγεία, την παιδεία, τις πυροσβεστικές υπηρεσίες κλπ. Στη διάρκεια της κρίσης του covid-19, οι πολιτικές για την οικονομική και κοινωνική ενίσχυση έγιναν δυνατές χάρη στην αναστολή των δημοσιονομικών κανόνων, κυρίως δηλαδή με την αύξηση του δημόσιου χρέους των χωρών.
Ποια μέσα και τρόπους διαθέτουν τα κοινωνικά κινήματα για να δράσουν; Οι ευρωεκλογές του Ιουνίου θα παίξουν και αυτές κάποιο ρόλο;
Εμείς δεν θα αφήσουμε ήσυχους αυτούς που αποφασίζουν και που τώρα συζητούν για μέτρα και κανόνες που θα επιφέρουν νέα χτυπήματα στα δικαιώματά μας. Στις 12 Δεκεμβρίου του 2023, χιλιάδες εργαζόμενοι βγήκαν στους δρόμους των Βρυξελλών, μετά το κάλεσμα της ΣΕΣ, με το σύνθημα «όχι στη νέα λιτότητα». Η αντίδραση αυτή πρέπει να γενικευτεί. Να γίνει υπόθεση των εργαζομένων σε όλες τις πρωτεύουσες της Ευρώπης. Η πρόσφατη πίεσή μας, κατέστησε αδύνατη την απόφαση για τους νέους δημοσιονομικούς κανόνες. Η εξέλιξη αυτή δείχνει ότι τα συνδικάτα μπορούν να επιβάλουν λύσεις στα προβλήματά τους. Πράγματι, εάν επιβληθούν οι κανόνες αυτοί, θα τεθούν φραγμοί στις μεταρρυθμίσεις που ζητούν οι εργαζόμενοι και τα προοδευτικά κόμματα. Μετά από όλα αυτά, εάν η Ευρώπη προχωρήσει στην υιοθέτηση των δημοσιονομικών κανόνων, θα προσφέρει ένα απίστευτο δώρο στην Ακροδεξιά και μάλιστα διπλό. Η Ακροδεξιά θα μπορέσει να κάνει προεκλογική καμπάνια καταγγέλλοντας τους κανόνες της λιτότητας, που θα έχουν ψηφιστεί από τα Δεξιά, Κεντροδεξιά και μερικά Κεντροφιλελεύθερα κόμματα, που βρίσκονται τώρα στην εξουσία. Στη συνέχεια, εάν βρεθεί η ίδια στην εξουσία, θα μπορέσει να κάνει τις περικοπές σε βάρος των κοινωνικών μας δικαιωμάτων, δείχνοντας το πραγματικό νεοφιλελεύθερο πρόσωπό της, λέγοντας ταυτόχρονα ότι «για όλα φταίει η Ευρώπη».
Ποιες είναι οι σχέσεις μεταξύ των συνδικάτων που βρίσκονται σε κινητοποίηση σε διάφορες χώρες της Ευρώπης;
Η αλληλεγγύη μεταξύ των κοινωνικών κινημάτων των χωρών της Ευρώπης είναι βασική προϋπόθεση για τη διαμόρφωση μιας κοινής στρατηγικής. Είναι δύσκολο να αγωνιστεί κάποιος για την αύξηση της αγοραστικής του δύναμης, χωρίς την άρθρωσή της με τις αναγκαίες αλλαγές των κοινωνικών και οικονομικών κανόνων. Συνεπώς, ναι. Οι εργαζόμενοι στην Ευρώπη αγωνίζονται για τις αυξήσεις των μισθών και όχι για ψίχουλα. Καθώς και για την πτώση των τιμών. Το ακριβώς αντίθετο επιδιώκουν οι καπιταλιστές.
Μπάμπης Κοβάνης