Η Νέα Δημοκρατία συνεχίζει να υποσκάπτει τα θεμέλια των θεσμών, το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται συνεχώς σε μια τακτική αμηχανία, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φοβερό στρατηγικό και προγραμματικό κενό, το ΚΚΕ τηρεί μια στάση αναμονής και συνέχισης της ίδιας κατάστασης, η Νέα Αριστερά δεν έχει καταφέρει να αποκτήσει ένα διακριτό πολιτικό στίγμα μέσα στο κομματικό σύστημα. Ο Λουδοβίκος Κωτσονόπουλος επίκουρος καθηγητής με αντικείμενο το κράτος και την κοινωνική πολιτική μιλά στην «Εποχή» για την πολιτική συγκυρία.
Αυτή τη βδομάδα, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης κατακλείστηκαν από τα ηχητικά από την πολύνεκρη σύγκρουση στα Τέμπη, ανασύροντας στην επιφάνεια το συμβάν αλλά και το σκάνδαλο που ήλπιζε η κυβέρνηση ότι είχε θάψει βαθιά. Παρότι φαίνεται ότι προκάλεσαν ένα σοκ οι συνομιλίες, ξανά οι αντιδράσεις έρχονται σε δεύτερο χρόνο, την ίδια στιγμή που δύο χρόνια τώρα η κυβέρνηση δεν έκανε τίποτα για να βελτιώσει το σιδηρόδρομο…
Η κοινωνία βρίσκεται σε συνολικότερη αμηχανία απέναντι στα σημαντικά της προβλήματα. Ένα από αυτά είναι η εγκατάλειψη των μεταφορών, όπως φάνηκε ο σιδηρόδρομος δεν είναι στις προτεραιότητες της κυβέρνησης, και μία σειρά δημόσιων υποδομών. Η κληρονομιά αυτής της τετραετίας είναι η συστηματική απαξίωση των δημόσιων υποδομών σε όλα τα πεδία. Ωστόσο, νομίζω ότι υπάρχει βαθύ κοινωνικό αίτημα για τη διαλεύκανση της υπόθεσης, όπως είδαμε στη συναυλία που διοργανώθηκε στο Καλλιμάρμαρο ή στο πώς κατάφεραν να συγκεντρώσουν 1,5 εκατ. υπογραφές για την αλλαγή του νόμου περί ευθύνης υπουργών. Θέλω να πω ότι υπάρχει πάντα ένα ρεύμα που ζητά δικαιοσύνη, τη στιγμή που η κυβέρνηση συστηματικά συγκαλύπτει πτυχές και επιβραβεύει πρωταγωνιστές. Αυτό είναι μια πρόκληση για το κοινό περί δικαίου αίσθημα.
Απαξιώνεται συστηματικά οτιδήποτε δημόσιο. Καλλιεργείται από την κυβέρνηση η σμίκρυνση του δημοσίου, όπως γίνεται με τα δημόσια πανεπιστήμια και τη δημιουργία των ωνάσειων σχολείων, για παράδειγμα, ή με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών που εμφανίζεται ως αύξηση του μισθού, ενώ μειώνονται τα κονδύλια για την Υγεία.
Ουσιαστικά επιστρέφουν σε εποχές ατομικής ευθύνης για τους πολλούς και φιλανθρωπίας για αυτούς που έχουν ανάγκη. Αυτό σηματοδοτεί κάθε νομοθετική πρωτοβουλία. Χαρακτηριστική τελευταία περίπτωση είναι ότι σε απάντηση των υποδομών που καταρρέουν στη δημόσια εκπαίδευση, έρχεται ένα φιλανθρωπικό ίδρυμα να αναλάβει δράση για να προσφέρει ευκαιρίες σε παιδιά που ζουν σε υποβαθμισμένες περιοχές. Και αυτό απλώνεται σε όλες τις υπηρεσίες του κράτους.
Παράλληλα η κυβέρνηση επιχειρεί να έχει το απόλυτο έλεγχο όλων των θεσμών, με τελευταίο παράδειγμα τον πρόεδρο της Δημοκρατίας. Τι αποτέλεσμα φέρνει;
Μια μακροπρόθεσμη υπονόμευση του χαρακτήρα των κεντρικών θεσμών της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας. Αυτές είναι πολιτικές επιλογές που έχουν βραχυπρόθεσμο πολιτικό όφελος για την κυβέρνηση, αλλά μακροπρόθεσμα αλλοιώνουν τους κανόνες του παιχνιδιού της δημοκρατίας. Το γεγονός ότι επέλεξε να φέρει στην προεδρία της Δημοκρατίας έναν άνθρωπο με περιχαρακωμένο πολιτικό στίγμα, μπορεί να εξασφαλίζει πόντους στα δεξιά της δεξιάς, δίνοντας περαιτέρω οξυγόνο στον κ. Μητσοτάκη, αλλά την ίδια στιγμή ένας τόσο σκληρά κομματικός υποψήφιος, χωρίς την ανάλογη εμβέλεια, οδηγεί τον θεσμό σε κρίση. Αυτή η υποψηφιότητα δικαιολογήθηκε με έναν κυνισμό: ότι ο ρόλος του προέδρου της Δημοκρατίας είναι διακοσμητικός, οπότε γιατί δεν μπορεί να κάνει τη δουλειά κύριος Τασούλας; Αυτή ακριβώς η λογική είναι που υποσκάπτει τα θεμέλια των θεσμών.
Σε αυτό το περιβάλλον, δεν έχουμε αντιπολίτευση. Ο ΣΥΡΙΖΑ έχει χάσει το θεσμικό αυτό ρόλο και βρίσκεται ακόμα στη δίνη της εσωστρέφειας και το ΠΑΣΟΚ φαίνεται να αντιμετωπίζει εσωτερικά προβλήματα, συνεχίζοντας το αποτυχημένο σχέδιο του ΣΥΡΙΖΑ ότι η Δεξιά θα πέσει σαν ώριμο φρούτο.
Το ΠΑΣΟΚ είναι διχασμένο ανάμεσα στο να προτείνει τον εαυτό του ως επόμενη πιθανή κυβερνητική λύση και στο να λειτουργεί ως μια πολύ σημαντική εφεδρεία για μια κυβέρνηση μεγάλου συνασπισμού. Είδαμε στις εσωτερικές εκλογές ότι υπήρχε πάρα πολύ αυτό το στίγμα. Το πρόβλημα με την αξιωματική αντιπολίτευση είναι ότι πρώτον υπάρχει μια αμηχανία προγραμματική απέναντι στον Κ. Μητσοτάκη, δεύτερον ότι ο πρωθυπουργός θέτει την ατζέντα και τρίτον ότι δεν έχει καταφέρει να κινητοποιήσει τον κόσμο. Και αυτό είναι ένα πολύ μεγάλο στοίχημα, διότι αυτός δεν κινητοποιείται επί χάρτου. Θέλει μια δουλειά βάσης και μια δουλειά ζύμωσης των προγραμμάτων και μετασχηματισμού τους σε πολιτικά αιτήματα, ώστε να βγει από την αδράνεια ο κόσμος.
Το ΠΑΣΟΚ θέλει να εμφανιστεί ως ένα κόμμα που μπορεί να είναι μέρος ενός δίπολου. Είναι σε αυτή τη φάση; Ποια η στρατηγική του;
Το ΠΑΣΟΚ έχει βρεθεί σε μια θέση που δεν του αντιστοιχεί. Η βασική του μέριμνα είναι να εξασφαλίσει ότι είναι αξιωματική αντιπολίτευση και να συστηθεί ως ηγεμονικός πόλος στην Κεντροαριστερά. Η δεύτερη μέριμνά του είναι ότι δεν θέλει να γίνουν άμεσα εκλογές, διότι ενδεχομένως να βρεθεί προ τετελεσμένων. Έχω την αίσθηση πως το ΠΑΣΟΚ αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι σε θέση να αμφισβητήσει μια κυβέρνηση της Δεξιάς και θα προτιμούσε μια λογική ώριμου φρούτου, όπως είπες πριν. Η τακτική του Ν. Ανδρουλάκη πάντα αυτή ήταν: αυτοκτόνησε ο ΣΥΡΙΖΑ βρέθηκε αξιωματική αντιπολίτευση, μπορεί να σκοντάψει ο Μητσοτάκης και να βρεθεί κάτι καλύτερο για το ΠΑΣΟΚ. Αυτή η τακτική, δεν έχει να αναδείξει ένα πολιτικό πρόταγμα για το πώς θα είναι η μετά-Μητσοτάκη εποχή.
Και πάλι φαίνεται να υπονομεύεται ο Ν. Ανδρουλάκης, τη στιγμή που πρόσφατα επανεξελέγη. Γιατί; Υπάρχουν πολλές γραμμές;
Υπάρχουν κάποιοι -λίγοι- οι οποίοι υποστηρίζουν ότι αυτοδύναμα μπορεί να κάνει κυβέρνηση το ΠΑΣΟΚ, άλλοι οι οποίοι θεωρούν ότι το ΠΑΣΟΚ πρέπει να συγκυβερνήσει με τη δεξιά, όπως έκανε και στο παρελθόν, και εκείνοι οι οποίοι λένε ότι πρέπει να δούμε τι θα γίνει συνολικά με τον προοδευτικό χώρο. Βέβαια, αυτό είναι μια αυτοϋπονόμευση, διότι αν ξεκινήσει μια τέτοια συζήτηση, σημαίνει ότι αναγνωρίζει ότι δεν είναι το κυρίαρχο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης και άρα θα πρέπει να αναγνωρίσει και τα υπόλοιπα κόμματα ως συνομιλητές. Το ΠΑΣΟΚ βρίσκεται συνεχώς σε μια τακτική αμηχανία.
Ο ΣΥΡΙΖΑ θέλει να επανακάμψει στη θέση της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Μπορεί;
Όχι. Παρόλες τις αυτοκτονικές του τάσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ εξακολουθεί με κάποιον τρόπο να κινητοποιεί έναν πυρήνα κόσμου, με όρους brand name. Από εκεί και ύστερα, ο ΣΥΡΙΖΑ έχει φοβερό στρατηγικό και προγραμματικό κενό· δεν έχει τους πόρους ούτε τους ανθρώπους για να μπει σε μια διαδικασία διαμόρφωσης ενός συγκεκριμένου πολιτικού προγράμματος· έχει πρόβλημα στα στελέχη του διότι αρκετά συνειδητοποιούν ότι δεν θα επανεκλεγούν, με αποτέλεσμα να λοξοκοιτάνε στο ΠΑΣΟΚ· υπάρχει μια βάση κόσμου που συνειδητοποιεί ότι πια ο ΣΥΡΙΖΑ θα πρέπει να έχει παρουσία ως ένα κόμμα τύπου «ΚΚΕ της ανανεωτικής αριστεράς». Το μεγάλο άλμα εμπρός για τον ΣΥΡΙΖΑ θα ήταν να προσελκύσει τους βουλευτές της Νέας Αριστεράς, ώστε να γίνει ξανά αξιωματική αντιπολίτευση. Αυτομάτως, τότε, θα άλλαζε την παρτίδα. Δεν νομίζω, όμως, ότι αυτό είναι εφικτό, ούτε πολιτικά βιώσιμο.
Η Νέα Αριστερά έχει χώρο να κινηθεί;
Αν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι ένα αεροπλάνο χωρίς ώθηση, που δεν ξέρεις αν θα κάνει αναγκαστική προσγείωση ή θα συντριβεί, η Νέα Αριστερά είναι ένα αεροπλάνο που δεν έχει καν απογειωθεί. Είναι μια προσπάθεια η οποία καλώς έγινε. Έπρεπε να συμβεί από την τροπή που πήραν τα πράγματα στον ΣΥΡΙΖΑ. Τίμιος ο αγώνας που δόθηκε, αλλά η εμβέλεια είναι συγκεκριμένη και πεπερασμένη. Δεν έχει καταφέρει ως σχηματισμός να αποκτήσει ένα διακριτό πολιτικό στίγμα μέσα στο κομματικό σύστημα. Και συνεχώς διαπραγματεύεται μια συζήτηση σε σχέση με τον ΣΥΡΙΖΑ, κάτι που δεν ξέρω αν θα μπορέσει ποτέ να αποφύγει.
Η συζήτηση για ένα Λαϊκό Μέτωπο ή για κοινωνικές και πολιτικές συμμαχίες είναι πάλι ζωντανή και ζωηρή. Ποια η γνώμη σου;
Μετωπικά σχήματα πρέπει να υπάρξουν. Προς ποια κατεύθυνση θα πάνε αυτά είναι συζητήσιμο. Αν έχει ένα νόημα, πάντως, είναι να κινείται σε ένα φάσμα από Κέντρο έως Αριστερά, να είναι συμπεριληπτικό, ώστε να έρθει με αξιώσεις να το ακούσει ο κόσμος. Αυτό, όμως, πρέπει να ζυμωθεί μέσα στην κοινωνία και να γίνει κτήμα της. Δεν αρκούν συναντήσεις υψηλού επιπέδου, χρειάζονται συγκεκριμένες πρωτοβουλίες.
Το ΠΑΜΕ είναι 26 χρονών και η αποσυνδικαλιστικοποίηση συνεχίζεται. Όλα αυτά τα χρόνια, πάνω κάτω το ΚΚΕ προσελκύει τον ίδιο αριθμό ψηφοφόρων. Παράλληλα, επιμένει ότι όχι απλώς δεν είναι ώριμες οι συνθήκες, αλλά ότι δεν μπορεί να υπάρξει κανενός είδους προσέγγιση με την Αριστερά, πόσω μάλλον με τη σοσιαλδημοκρατία. Πώς αποτιμάς το ρόλο του;
Το ΚΚΕ είναι από τα πιο πετυχημένα κομμουνιστικά κόμματα στην Ευρώπη. Έχει καταφέρει να διατηρήσει στον τίτλο του τη λέξη «κομμουνιστικό» και να παραμένει στη βουλή με ένα αξιοπρεπές ποσοστό, δυσθεώρητο σε σχέση με άλλα ευρωπαϊκά κομμουνιστικά κόμματα. Το δίλημμα που έχει το ΚΚΕ είναι αν θα κάνει ανοίγματα και θα διατυπώσει μια ηγεμονική φιλοδοξία κυβέρνησης, που θα σήμαινε ότι πρέπει να ανοίξει τις γραμμές του, να απλωθεί οργανωτικά και ιδεολογικά, κάτι που θα έφερνε πολλούς τριγμούς στο εσωτερικό του ή αν θα κατοχυρώσει όσα έχει κατοχυρώσει από το 1991 και θα συνεχίσει και στην επόμενη γενιά. Έχω την αίσθηση ότι η ηγεσία του ΚΚΕ προσπάθησε με την πτώση του ΣΥΡΙΖΑ να κάνει ανοίγματα για μια περίοδο, νομίζω όμως ότι έχει ένα ταβάνι από άλλους μηχανισμούς μέσα στο κόμμα. Βλέπω μοιραία μια στάση αναμονής και συνέχισης της ίδιας κατάστασης.
Η Αριστερά βρίσκεται ξανά σε μια στιγμή που πρέπει να δει πώς θα προχωρήσει ενωμένα, με έναν τρόπο. Το παράδειγμα όμως του ΣΥΡΙΖΑ έχει αφήσει ένα ανοιχτό τραύμα. Είναι τελικά θέμα εμπιστοσύνης ή μήπως πια τα κόμματα της Αριστεράς δεν έχουν πια τέτοια διάθεση;
Οι διαιρετικές τομές είναι ακόμα πολύ νωπές. Υπάρχουν πέντε θραύσματα του ΣΥΡΙΖΑ: ΜέΡΑ25, Πλεύση Ελευθερίας, ΛΑΕ, Νέα Αριστερά, Κίνημα Δημοκρατίας. Η συνεννόηση είναι από δύσκολη έως αδύνατη μεταξύ τους. Μόνο μία συγκυρία ανωτέρας βίας θα μπορούσε να τους αναγκάσει να μπουν σε μια τέτοια διαδικασία. Άλλη συζήτηση βέβαια το να δούμε τι γίνεται από τα κάτω, σε συνδικαλιστικά όργανα ή δημοτικά σχήματα, διότι πια δεν υπάρχουν κεντρικές γραμμές και είναι ξεχωριστή περίπτωση το πώς ο κάθε κοινωνικός χώρος διαχειρίστηκε τις διασπάσεις. Ακόμα υπάρχουν συνεννοήσεις από τα κάτω, διαμορφώνοντας μια κοινωνική αντιπολίτευση, χωρίς οργανωτικές αγκυλώσεις, που όμως μένουν σε αυτό το επίπεδο.
Δεν μπορούμε να αντισταθούμε από το να σε ρωτήσουμε για τη δεύτερη θητεία Τραμπ. Άνοιξε πολλά μέτωπα από την πρώτη βδομάδα, σε ποια στέκεσαι ώστε να δούμε και τι να περιμένουμε σε αυτή τη νέα εποχή που ανοίγει;
Στο κέντρο αυτή τη στιγμή γίνεται μία μάχη, την οποία δεν έχουμε καταλάβει καλά, και αφορά το πού θα πάει η τεχνητή νοημοσύνη. Δείτε ο Τραμπ πώς κατάφερε να προσεγγίσει όλους τους CEO των νέων τεχνολογιών, οι οποίοι ήταν Δημοκρατικοί, καθώς συνειδητοποίησαν ότι για να αναπτυχθούν τα μοντέλα αυτά με όρους αγοράς και με ελάχιστη ρύθμιση του κράτους, έπρεπε να εγκαταλείψουν τον Μπάιντεν που φλέρταρε με το βαρύ μοντέλο ρύθμισης της ΕΕ και να αλλάξουν άλογο. Παράλληλα, ο Τραμπ κατάφερε να προσεγγίσει τους από κάτω με έναν λόγο που κινούταν σε όλα τα πεδία στο δίπολο σταθερότητα εναντίον ρευστότητας. Όσοι πληθυσμοί εντός ΗΠΑ έχουν κατοχυρώσει δικαιώματα ανεξαρτήτως χρώματος είναι καλοί, όσοι πληθυσμοί είναι ρευστοί, δηλαδή αποτελούν τμήμα της μεταναστευτικής ροής είναι κακοί. Όσοι είναι σταθεροί σε ένα φύλο είναι καλοί, όσοι είναι ρευστοί ανάμεσα στα φύλα είναι κακοί. Όσοι θέλουν τη σταθερότητα του οικονομικού απομονωτισμού είναι καλοί, όσοι θέλουν τη ρευστότητα του παγκόσμιου εμπορίου είναι κακοί. Βέβαια και ο Τραμπ έχει τώρα πάνω του την κατάρα της δεύτερης θητείας, δεν τον αμφισβητεί πλέον κανένας και επομένως όλοι περιμένουν να δουν αν θα υλοποιήσει όσα λέει.
Ιωάννα Δρόσου – Βασίλης Ρόγγας