Μερτς και Μακρόν έχουν την κύρια ευθύνη στην ΕΕ να αποτρέψουν την άνοδο της Aκροδεξιάς στην εξουσία. Εάν δεν το κάνουν, ας θυμούνται πού κατέληξε η Βαϊμάρη.
Οι εκλογές στη Γερμανία ήταν ιδιαίτερα κρίσιμες ως μία ακόμη σημαντική ψηφίδα στη διαδικασία γεωπολιτικού και καπιταλιστικού μετασχηματισμού στην εποχή Τραμπ.
Τα αποτελέσματα των γερμανικών εκλογών ήταν καταστροφικά για το SPD του Όλαφ Σολτς, που κατέγραψε ιστορικά χαμηλά ποσοστά (16,41%). Η ειρωνεία, όμως, είναι ότι, ακριβώς πριν 3 χρόνια, ο Σολτς ανακοίνωνε το «Zeitenwende» (=τέλος εποχής και αρχή μιας άλλης), μια πρωτοβουλία που έμεινε στα λόγια. Αντίθετα, ήταν η επάνοδος του Τραμπ που επέφερε το παγκόσμιο Zeitenwende, αλλά σε έκδοση MAGA.
Στην τραμπική συγκυρία, η αδρανής ΕΕ, εγκλωβισμένη στη νεοφιλελεύθερη παγίδα, χάνει συνεχώς έδαφος στον παγκόσμιο καταμερισμό εργασίας και η υφεσιακή Γερμανία ακόμα περισσότερο, ως λοκομοτίβα της ΕΕ.
Αλλά δεν ήταν μόνο ο καγκελάριος Σολτς που ηττήθηκε και αποσύρεται από την πρώτη γραμμή. Ήταν όλοι οι ηγέτες των κομμάτων της προηγούμενης κυβέρνησης: οι Πράσινοι (11,6 %) των Χάμπεκ και Μπέρμποκ (παραιτήθηκε) και οι Φιλελεύθεροι (FDP) του Λίντνερ (παραιτήθηκε). Ο τελευταίος, ως ΥΠΟΙΚ, με την άρνηση του να συμφωνήσει στην αλλαγή στους κανόνες του χρέους, πρώτα έριξε την κυβέρνηση και μετά έστειλε το κόμμα του εκτός Βουλής (4,3%). Εκτός Βουλής έμεινε και η Βάγκενκνεχτ του BSW με το σχέδιο της «Συντηρητικής Αριστεράς».
Η συμμετοχή στις εκλογές ήταν η μεγαλύτερη των τελευταίων 40 χρόνων. Υπήρχαν εννέα τηλεοπτικές συζητήσεις στην τελική ευθεία της προεκλογικής εκστρατείας, ενδεικτικό του έντονου ενδιαφέροντος του κοινού. Τη μάχη των social media κέρδισε η Βάιντελ (AfD), ακολουθούμενη από τη Χάιντι Ράιχινεκ (Die Linke). Αριθμητικά, όμως, η νεολαία (14,5%) δεν ήταν ο καθοριστικός παράγοντας των εκλογών, όταν το 40% όσων έχουν δικαίωμα ψήφου είναι άνω των 60, που κατά πλειονότητα ψηφίζουν.
Το ZEW (Κέντρο Ευρωπαϊκών Οικονομικών Ερευνών του Leibniz), έχει υπολογίσει πώς θα εξελισσόταν η φτώχεια στη Γερμανία εάν τα προεκλογικά προγράμματα των κομμάτων εφαρμόζονταν πλήρως: η αύξηση της φτώχειας είναι 13% με το AfD, 11% με το FDP, 4,2% με το BSW, 2,9% με το CDU/CSU και 0,5% με το SPD. Με τους Πράσινους, η φτώχεια θα μειωνόταν κατά 5% και με το Die Linke κατά 16%. Η Αριστερά θα μείωνε περισσότερο τη φτώχεια μέσω φορολογικής δικαιοσύνης.
Το AfD ήταν ο μεγάλος νικητής των εκλογών και πρώτο στην Αν. Γερμανία, εκτός από το «κόκκινα κάστρα» του Die Linke (Βερολίνο, Λειψία). Η CDU επικράτησε στην Δ. Γερμανία, εκτός των κάστρων του SPD (Ρηνανία-Βεστφαλία, Αμβούργο) και κάποιες πράσινες «πιτσιλιές».
Η Αριστερά (Die Linke) ήταν από τους νικητές των εκλογών. Εκτινάχθηκε από το 2,7% (Ευρωεκλογές) στο 8,8% μέσα σε μόλις 8 μήνες, είναι το πιο δημοφιλές κόμμα στη νεολαία (25%, με δεύτερο το AfD (21%), έγινε η ισχυρότερη δύναμη στο Βερολίνο με 19,9%, αλλά πήγε καλά και στη Δ. Γερμανία (8,9% στο Μόναχο, 14%+ στη Φρανκφούρτη).
Το ναζιστικό AfD (20,8%) κέρδισε ψήφους από όλα τα κόμματα, κυρίως από CDU, FDP και SPD. Αλλά το μεγαλύτερο μέρος των νέων ψήφων για το AfD προήλθε από 1,8 εκ. ανθρώπους που ήρθαν από την αποχή. Ακολούθησαν σε ψήφους από την αποχή CDU και BSW. Το AfD κέρδισε στις φτωχότερες περιοχές (Αν. Γερμανία). Αντίθετα, το SPD υπέστη τις χειρότερες απώλειες στις φτωχότερες εκλογικές περιφέρειες , ενώ τα πήγε σχετικά καλύτερα σε πιο εύπορες περιοχές. Το AfD προηγείται στους άνεργους και στους εργάτες (απώλειες CDU-SPD), ενώ πήγε καλά στους υπαλλήλους και στους αυτοαπασχολούμενους αλλά όχι στους συνταξιούχους, όπου κυριαρχούν CDU-SPD. Οι εργάτες αποτελούν το 10% του εκλογικού σώματος.
Εάν δεν αντιμετωπισθούν άμεσα τα προβλήματα, στις επόμενες εκλογές το AfD θα ανέβει στην κυβερνητική εξουσία. Η αντιφασιστική οικονομική πολιτική είναι τώρα πιο επείγουσα από ποτέ.
Η πύρρειος νίκη της CDU (28,5%) εξασφαλίζει στον Μερτς την καγκελαρία και επιτρέπει τον σχηματισμό κυβέρνησης είτε οριακής μόνο με το SPD (Μεγάλος Συνασπισμός) είτε τριπλής διακυβέρνησης (και με τους Πράσινους). Μόνο το «σπάσιμο» του Φρένου του Χρέους απαιτεί την ψήφιση του από τα 2/3 της Βουλής.
Η έλλειψη δημόσιων επενδύσεων αντανακλάται σε όλες τις κρίσιμες υποδομές της χώρας και αυτό αφορά τη νεοφιλελεύθερη αντιμετώπιση του προβλήματος από τις κυβερνήσεις και όχι μόνο λόγω του Φρένου του Χρέους. Οι δημόσιες επενδύσεις στο σύνολό τους έχουν υποχωρήσει, από τη δεκαετία του 2000, σε επίπεδα πολύ χαμηλότερα από εκείνα των ΗΠΑ.
Η Γερμανία πρέπει να αναβαθμίσει το οικονομικό, τεχνολογικό και στρατηγικό μοντέλο της. Αλλά αυτό προϋποθέτει δημόσιες επενδύσεις ύψους 500 δις ευρώ, όπως λένε τα think tanks και τα ερευνητικά της κέντρα για τις προοπτικές ανάπτυξης. Ο Μερτς μίλησε για ανεξαρτησία της Ευρώπης από ΗΠΑ και Ρωσία, σε κοινή γραμμή με την έκθεση Ντράγκι, αλλά αυτό σημαίνει ριζική αλλαγή του παραγωγικού μοντέλου σε Γερμανία και ΕΕ.
Η πήλινη ΕΕ
Η ΕΕ αιφνιδιάστηκε από τους δασμούς, τον εμπορικό πόλεμο και τη «συμμαχική» αντιμετώπιση του Τραμπ, που όμως είχαν ήδη προαναγγελθεί. Η ηγεσία της είναι κατώτερη των περιστάσεων σε όλα τα επίπεδα (π.χ επιτελείο Φον ντερ Λάιεν). Ακόμα συζητάει θεωρητικά τις εκθέσεις Ντράγκι-Λέτα, ακόμα σκέφτεται τι είναι η στρατηγική αυτονομία και γιατί συνθλίβεται μεταξύ των υπερδυνάμεων, ακόμα δυσκολεύεται να εκδώσει ευρωομόλογα, ακόμα «τραγουδάει» τον ίδιο νεοφιλελεύθερο σκοπό, βάσει των Συνθηκών Μάαστριχτ και Λισαβόνας, ενώ έχουν συμβεί κοσμογονικές αλλαγές. Η μακροχρόνια πολιτική λιτότητας ενίσχυσε τη φτώχεια, εκτόξευσε τις ανισότητες, μείωσε δικαιώματα και δημοκρατία και οδηγεί την Ευρώπη στην κοινωνία του 1/3. Αλλά κυρίως έθρεψε την Ακροδεξιά, που τώρα ετοιμάζει την τελική της επίθεση.
Σε μια εποχή που ακόμα και η αρχιτεκτονική της πολυπολικότητας αποφασίζεται σε Ουάσιγκτον, Μόσχα και Πεκίνο, η Ευρώπη θα πρέπει να επιλέξει τον δρόμο της στρατηγικής αυτονομίας, έστω και αν δεν είναι εφικτή βραχυπρόθεσμα. Το πέρασμα σε μια πολυπολική γεωπολιτική απαιτεί μια ΕΕ στρατηγικά ανεξάρτητη. Και να ενισχύσει τις σχέσεις της με τον Παγκόσμιο Νότο, σε ισότιμη βάση.
Ο οικονομικός σχεδιασμός που βασίζεται στην πολεμική οικονομία θα αποτύχει γιατί δεν υπάρχει βιομηχανική-σχεδιαστική αυτονομία της ΕΕ. Ο ατλαντισμός έχει ακυρώσει κάθε μορφή αμυντικής κυριαρχίας της Ευρώπης. Το Πεντάγωνο διατηρεί τον επιχειρησιακό έλεγχο των προηγμένων οπλικών συστημάτων που αναπτύσσονται στις συμμαχικές δυνάμεις και διατηρεί μονομερή έλεγχο της χρήσης και της ενημέρωσης του software και της συντήρησης όπλων με ικανότητα αποτροπής. Η έλλειψη πρώτων υλών επιδεινώνει την υποτέλεια. Μια αύξηση των στρατιωτικών δαπανών στο 3,5% του ΑΕΠ τα επόμενα χρόνια (από περίπου 1,9% το 2024), είτε με αυξήσεις φόρων είτε με περικοπές σε άλλους τομείς, θα είχε αρνητικό αντίκτυπο σε οικονομία και κοινωνία, ενώ, βέβαια, η πολεμική οικονομία είναι και εχθρός της δημοκρατίας.
Επί του πεδίου, καμία υπερδύναμη δεν πρόκειται να δώσει τεχνολογία 6ης γενιάς στην ΕΕ, εκτός και αν αναπτύξει η ίδια. Κανέναν σοβαρό έλεγχο δεν μπορεί να κάνει η ΕΕ στις εισαγόμενες νέες τεχνολογίες, γιατί δεν γνωρίζει την αρχιτεκτονική των συστημάτων τους, εκτός και εάν αναπτύξει η ίδια. Αλλά αυτό προϋποθέτει ριζική αλλαγή του ευρωπαϊκού παραγωγικού μοντέλου σε δημοκρατική κατεύθυνση και πολιτική μείωσης των ανισοτήτων. Και υπάρχουν εναλλακτικές: καθώς οι ΗΠΑ αποσύρονται από τις δεσμεύσεις για το κλίμα, άλλες χώρες πρωτοπορούν στην πράσινη βιομηχανική στρατηγική, στην επισιτιστική ασφάλεια, στο δικαίωμα στην κατοικία, στις βιώσιμες πόλεις κτλ.
Ο παράγοντας Τραμπ
Οι επανειλημμένες δηλώσεις Τραμπ και Μασκ , ο Βανς στη Διάσκεψη για την Ασφάλεια του Μονάχου, η δήλωση Μπάνον στην σύνοδο της CPAC (Conservative Political Action Conference) στην Ουάσιγκτον, επιβεβαιώνουν τη στήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης στην ευρωπαϊκή Ακροδεξιά και την περιφρόνηση του ευρωπαϊκού πολιτικού κατεστημένου (Δεξιάς-Σοσιαλδημοκρατίας), που παραμένει πιστό στο νεοφιλελεύθερο και νατοϊκό μοτίβο. Εάν ο Τραμπ θέλει να κερδίσει από τις εμπορικές σχέσεις με την ΕΕ, τότε η πιο αποτελεσματική προσέγγιση θα ήταν να υποστηρίξει τη διάλυση της ΕΕ, μέσω διμερών σχέσεων με τα κράτη. Δηλαδή ο στόχος του συγκλίνει με το σχέδιο της ευρωπαϊκής Ακροδεξιάς για χαλαρή συνομοσπονδία της ΕΕ. Εξάλλου, η «Μαύρη Διεθνής» των Μασκ – Μπάνον είναι σε πλήρη λειτουργία, με κύριους ευρωπαϊκούς αντιπροσώπους τη Μελόνι, τον Όρμπαν, τον Φάρατζ, το Vox και το AfD. Η Alt.Right του 2016 είναι υπερ-ενισχυμένη πολιτικά αλλά και οικονομικά, μέσω της στήριξης των ακροδεξιών δισεκατομμυριούχων.
Η εκφοβιστική πολιτική του Τραμπ επεκτείνεται σε όλον τον πλανήτη, είτε αυτό αφορά το ουκρανικό, τη Γάζα, την Ευρώπη, τον Παναμά, τον Παγκόσμιο Νότο, αλλά και Κίνα, Ρωσία. Η τραμπική πολιτική καταστρέφει την παλιά τάξη πραγμάτων (και αυτή made in the USA), ενώ η πολιτική του εκφοβισμού απειλεί και τους ευρωατλαντικούς , ιστορικά, «συμμάχους» στο πεδίο της γεωπολιτικής και της οικονομίας.
Οι σαρωτικές αλλαγές, το πολιτικοιοκονομικό blitzkrieg, του Τραμπ σε εσωτερικό και παγκόσμιο επίπεδο αναδιαμορφώνουν τον παγκόσμιο χάρτη.
Στον υπερκαπιταλιστικό σχεδιασμό Τραμπ, η αμερικανική ολιγαρχία θα βρίσκεται στην πρωτοπορία, έστω κι αν ακολουθηθεί από την κινέζικη και τη ρωσική ολιγαρχία. Η πολιτική συμμαχία του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου της Wall Street με το τεχνολογικό κεφάλαιο της Silicon Valley υπό την ηγεσία Τραμπ παραπέμπει σε ολιγαρχικό καπιταλισμό. H ολιγαρχική και φαιά «απορρύθμιση» Τραμπ είναι προσχεδιασμένη και καλά μελετημένη, μέσω του Ρroject 25. Είναι γελασμένοι οι Δημοκρατικοί και η πολιτική ελίτ της Ευρώπης που ελπίζουν απλώς να περάσει η 4ετία Τραμπ: τα πράγματα δεν πρόκειται να επανέλθουν στο παλιό status quo. Σε έναν κόσμο που οι αυταρχικές κυβερνήσεις κυριαρχούν, ο προστατευτισμός θα επιδεινώσει, περαιτέρω και δραστικά, δημοκρατία και οικονομία για τα 2/3 της κοινωνίας, αλλά θα εντείνει και τους γεωπολιτικούς κινδύνους.
Μερτς και Μακρόν έχουν την κύρια ευθύνη στην ΕΕ να αποτρέψουν την άνοδο της Aκροδεξιάς στην εξουσία. Εάν δεν το κάνουν, ας θυμούνται που κατέληξε η Βαϊμάρη.