Συνεντεύξεις

Λεονάρδο Παδούρα: «Προσπαθώ να κάνω ένα χρονικό της σύγχρονης ζωής στην Κούβα»

Είχαμε και πάλι τη χαρά να μιλήσουμε -στο πλαίσιο του 15ου Φεστιβάλ ΛΕΑ- με τον σπουδαίο κουβανό συγγραφέα Λεονάρδο Παδούρα για την τελευταία του δουλειά με τίτλο «Έντιμοι άνθρωποι» (μτφ. Κώστας Αθανασίου, εκδ. Καστανιώτη, 2023).
 
Ποτέ ο Παδούρα δεν εγκατέλειψε την Αβάνα, όπου σπούδασε λογοτεχνία και φιλολογία ενώ ασχολήθηκε και με τη δημοσιογραφία, την κριτική και το σενάριο. Έγινε ευρύτερα γνωστός με τη σειρά των βιβλίων του με πρωταγωνιστή τον -νυν ή πρώην, ανάλογα με την εποχή- αστυνομικό Μάριο Κόντε, αλλά στη συνέχεια εξέδωσε και διαφορετικά βιβλία, όπως το «Ο άνθρωπος που αγαπούσε τα σκυλιά», ενώ έλαβε πολλές τιμητικές διακρίσεις.
 
Ο Κόντε, αυτός ο αγνός και πάντα σκεπτικιστής θιασώτης ενός δικαιότερου κόσμου, νυν παλαιοπώλης βιβλίων, εμπλέκεται τώρα, στο πιο πρόσφατο μυθιστόρημα του Παδούρα, σε ένα βάναυσο διπλό φονικό με θύματα δύο πρώην κυβερνητικά στελέχη που βαρύνονται με πλήθος εγκλήματα κατά κουβανών καλλιτεχνών και διανοουμένων.
 
Παράλληλα ο συγγραφέας δημιουργεί μια δεύτερη ιστορία που διαδραματίζεται στις αρχές του 20ού αιώνα, στην ταραγμένη και μπερδεμένη περίοδο όπου η Κούβα αγωνιζόταν για την ανεξαρτησία της από Ισπανούς και Βορειοαμερικανούς. Βιβλίο μέσα σε βιβλίο, όπου αναδεικνύεται η προσωπικότητα του θρυλικού Αλμπέρτο Γιαρίνι, νεαρού πολιτευτή του Συντηρητικού Κόμματος και μέγα μαστροπού σε κακόφημη συνοικία της Αβάνας. Σε τούτη την ιστορία τα πτώματα ανήκουν σε δυο νεαρές γυναίκες, άγνωστης ταυτότητας αρχικά, προτού αποδειχθεί ότι δουλεύουν στον σκληρό κόσμο που διευθύνει ο Γιαρίνι.
 
Ούτως, με τις παράλληλες ιστορίες και με τις κοινωνικές και πολιτισμικές αναφορές, ο Παδούρα αφορμάται για να φέρει ακόμη μια φορά στο φως πτυχές από την ιστορία της Κούβας και της γενιάς του.
 
 
Γιατί χρησιμοποιείτε τη φόρμα του νουάρ μυθιστορήματος, στην οποία βέβαια ενσωματώνετε πλείστα όσα κοινωνικά στοιχεία;
 
Πιστεύω πως όσο περνάει ο χρόνος μπορώ να γίνομαι όλο και πιο στοχαστικός. Είναι μια διαδικασία φυσιολογική, μια διαδικασία ωρίμανσης και μια προσπάθεια ερμηνείας της πραγματικότητας. Και νομίζω πως είναι μια διαδικασία νοητική για να καταλάβω τις συμπεριφορές των ανθρώπων. Το μυθιστόρημα είναι ένα είδος που σου επιτρέπει να κινείσαι σε πολλά πεδία. Μπορείς με μυθοπλαστικό τρόπο να κάνεις κοινωνιολογία, ιστορία, φιλοσοφία. Αυτό με ενδιαφέρει πολύ περισσότερο από το να διηγηθώ απλώς ότι ο Χουάν σκότωσε τον Πέδρο. Χρησιμοποιώ αυτό το γεγονός για να στοχαστώ για μια κοινωνία, για την ανθρώπινη συνθήκη, για μια ιστορική στιγμή. Και αυτό το κάνω χρησιμοποιώντας εκείνο το λογοτεχνικό είδος που για πάρα πολύ καιρό έχει θεωρηθεί το κατ’ εξοχήν λαϊκό είδος λογοτεχνίας. Ένα είδος που αποδεικνύεται πάρα πολύ γενναιόδωρο όταν έρχεται η στιγμή να κάνεις λογοτεχνία.
 
 
Τελικά στα βιβλία σας ακολουθείτε μια ιστορική συνέχεια της γενιάς σας.
 
Ναι. Σε όλη μου τη λογοτεχνία προσπαθώ να κάνω ένα χρονικό της σύγχρονης ζωής στην Κούβα. Μάλιστα, βλέπω την πραγματικότητα από τη οπτική γωνία μιας γενιάς. Όλοι οι ήρωες είναι της γενιάς μου, ο Κόντε ή ο κουβανός πρωταγωνιστής στον Άνθρωπο που αγαπούσε τα σκυλιά. Έχω μιλήσει σε όλα μου τα βιβλία για πολλές συγκρούσεις και συμπεριφορές των ανθρώπων όλα αυτά τα χρόνια. Χθες μου ζήτησαν να μιλήσω για μια ισπανική λέξη που έχει ελληνική ρίζα και διάλεξα τη λέξη «διασπορά», μια έννοια που είναι πολύ σημαντική για τη γενιά μου. Πώς, για παράδειγμα, μια ομάδα ανθρώπων που έχουν ζήσει και έχουν μεγαλώσει σε επίπεδο κοινωνικό και διανοητικό στην Κούβα αποφασίζουν κάποια στιγμή να μεταναστεύσουν; Αυτή είναι κατά κάποιον τρόπο μια ιστορία ματαίωσης της γενιάς μου. Μαζί με τον Κόντε υπάρχει αυτή η ομάδα των φίλων του που συλλογίζονται για αυτή την κατάσταση. Κι αυτό είναι κάτι που συνδέεται με τον ιστορικό πεσιμισμό που υπάρχει.
 
 
Σχετικά με το τωρινό σας βιβλίο, «Έντιμοι άνθρωποι», γράφετε στις σημειώσεις ότι αισθανθήκατε την ανάγκη να γράψετε ένα αληθινό, όπως λέτε, αστυνομικό μυθιστόρημα.
 
Ενώ στα μυθιστορήματά μου με τον Κόντε υπάρχουν πολύ λίγα εγκλήματα, θεώρησα ότι η ιστορία που άρχιζα να συλλαμβάνω για το τελευταίο μου βιβλίο απαιτούσε από εμένα μια πλοκή με πιο πολλά εγκλήματα. Στην ιστορία που συμβαίνει στις αρχές του 20ού αιώνα υπάρχουν δύο δολοφονίες και ένας αστυνομικός που διερευνά αυτούς τους φόνους. Είναι μια ιστορία πολύ μεγάλης βίας. Στην ιστορία που διαδραματίζεται στο παρόν υπάρχουν άλλοι δύο δολοφονημένοι, διότι εγώ ήθελα να μιλήσω για τον τύπο των ανθρώπων που εκπροσωπούσαν αυτοί οι δύο, που είναι αυτό που θα αποκαλούσαμε τα κακόψυχα παράσιτα σε μια κοινωνία, ήταν σαν τις κατσαρίδες αυτής της κοινωνίας. Σκέψου πως ο Κόντε νιώθει συμπάθεια για τον δολοφόνο και όχι για το θύμα.
 
 
Στους Έντιμους ανθρώπους φαίνεται να υπάρχει ένα βιβλίο μέσα σε ένα άλλο βιβλίο – οι τίτλοι των κεφαλαίων με γράμματα αναφέρονται στο παρελθόν και αυτοί με αριθμούς στο παρόν.
 
Στην ουσία έχω εφαρμόσει αυτή τη δομή και σε άλλα μυθιστορήματά μου διότι όταν τελείωσα την πρώτη τετραλογία με τον Κόντε ένιωθα ότι είχα εγκλωβιστεί στη μία και μοναδική ιστορία. Άρχισα να εφαρμόζω αυτή την πρακτική ακόμη από το «Αντιός, Χέμινγουεϊ» αν και πρόκειται για σύντομη νουβέλα. Γιατί από τη μια, αν θυμάστε, ο Κόντε διερευνά τι συνέβη στο σπίτι του Χέμινγουεϊ εκείνη την εποχή, ταυτόχρονα όμως διαβάζουμε τι πραγματικά συνέβη στο σπίτι την ημέρα που έγινε αυτό το έγκλημα. Μου αρέσει η δομή των μυθιστορημάτων που είναι σαν να προχωρούν με ένα τρόπο παράλληλο ή σαν να ανοίγονται στον χρόνο. Στους Αιρετικούς είναι τρεις ιστορίες σχεδόν παράλληλες και όπως ξέρετε είναι ένα μυθιστόρημα που μιλά για τους Εβραίους και τον κόσμο των Εβραίων.
 
 
Γιατί σας γοητεύει τόσο πολύ η προσωπικότητα του Αλμπέρτο Γιαρίνι; Αυτό φαίνεται και από τις σημειώσεις σας.
 
Ο Γιαρίνι ήταν μια φιγούρα μαγνητική τα χρόνια στα οποία έζησε αλλά και πολλά χρόνια μετά τον θάνατό του. Είναι, κατά τη γνώμη μου, ο άνθρωπος που απεικονίζει με τον καλύτερο τρόπο εκείνη την εποχή της εθνικής σύγχυσης που ήταν τα πρώτα χρόνια του 20ού αιώνα. Και γι’ αυτό είναι ένας χαρακτήρας που με καταδιώκει για δεκαετίες. Την εποχή που δούλευα σε κάποιο περιοδικό είχα γράψει ένα μεγάλο ρεπορτάζ για τη ζωή και τον θάνατο του Γιαρίνι. Αλλά πάντα με έλκυε αυτός ο άνθρωπος γιατί ήταν πολύ αντιφατικός και πολύ τραγικός. Ένας άνθρωπος που ήταν στην κορυφή, είχε σχεδόν τα πάντα και στα εικοσιοκτώ του πεθαίνει με έναν τρόπο σχεδόν παράλογο. Σε μια εποχή που η Κούβα πάλευε να βρει έναν δρόμο προς την ανεξαρτησία της, κάτω από τον ασφυκτικό έλεγχο, την πίεση και τις εισβολές από τις ΗΠΑ, ο Γιαρίνι ήταν ένας ραγδαία ανερχόμενος πολιτικός, στέλεχος του μόλις ιδρυμένου Συντηρητικού Κόμματος, πολλοί μάλιστα τον πρόβαλλαν ως τον μελλοντικό πρόεδρο της χώρας. Ταυτόχρονα ήταν ιδιοκτήτης ενός μεγάλου δικτύου οίκων ανοχής και ο λόγος της δολοφονίας του ήταν πως αυτός, ο βασιλιάς της μαστροπείας, ερωτεύτηκε μια γυναίκα την οποία εξέδιδε στα πορνεία του.
 
 
Ο Κεβέδο, αυτός ο κομματικός και κρατικός ινστρούχτορας που κατέστειλε και καταδίωξε τόσους καλλιτέχνες, υπήρξε υπαρκτό πρόσωπο; Οι υπόλοιποι κατατρεγμένοι καλλιτέχνες, όπως η Νατάλια Πομπλέτ;
 
Οι χαρακτήρες είναι μυθοπλαστικοί, βασισμένοι σε πρόσωπα, γεγονότα και διαδικασίες πραγματικές. Όταν αυτό που γράφεις αναφέρεται σε ένα ιστορικό πρόσωπο είσαι υποχρεωμένος να διατηρείς κάποια πιστότητα. Αυτό συνέβη με τον Τρότσκι αλλά και με τον Γιαρίνι. Αυτές οι πραγματικές ζωές μπορεί να είναι τραγικές αλλά δεν είναι δραματουργικές. Δεν μπορεί να τις αξιοποιήσει ο συγγραφέας για να πλάσει δραματουργία. Γι’ αυτό λοιπόν ο συγγραφέας παίρνει τα πραγματικά πρόσωπα και εμπνεόμενος από αυτά φτιάχνει μυθοπλαστικούς ήρωες οι οποίοι είναι λογοτεχνικοί, δραματικοί, χαρακτήρες που του επιτρέπουν να αναπτύξει την πλοκή του. Δεν ξέρω αν πραγματικά ένας αληθινός Κεβέδο ήταν ένας τύπος τόσο διεστραμμένος όσο ο χαρακτήρας που βάζω στο μυθιστόρημά μου. Εγώ όμως χρειαζόμουν έναν χαρακτήρα που να απεικονίζει σε συμπύκνωση όλη την καταστολή και το κακό. Από την άλλη πλευρά, η Νατάλια Πομπλέτ, μια γυναίκα που υπέστη όλη αυτή την καταστολή και τελικά συνετρίβη απ’ αυτήν, είναι ένας χαρακτήρας που εγώ χρειαζόμουν, ένας χαρακτήρας σχεδόν αγνός. Το δίπολο αυτό φτιάχνει ένα δραματουργικό κοντράστ πολύ δημιουργικό.
 
 
Επομένως τα χαρακτηριστικά του Κεβέδο και της Πομπλέτ είναι παρμένα από διάφορους πραγματικούς ανθρώπους.
 
Ναι, ο καθένας από αυτούς είναι ένα μίγμα από αληθινά πρόσωπα, πράγμα που κάνω πολύ συχνά στη λογοτεχνία μου. Για παράδειγμα στο «Σαν σκόνη στον άνεμο» κανένα από αυτά τα πρόσωπα δεν είναι πραγματικό, όλα όμως είναι χτισμένα με βάση ιστορίες αληθινών ανθρώπων.
 
 
Μιλήστε μας για αυτό το καθεστώς το οποίο συμβολίζει ο Κεβέδο – ένας άνθρωπος που φίμωσε και κυριολεκτικά εξαφάνισε δημιουργούς που δεν πληρούσαν τις νόρμες του σοσιαλιστικού ρεαλισμού.
 
Είναι μια πολύ μεγάλη απάντηση αυτή γιατί πρέπει κανείς να μιλήσει και για τα προηγούμενα, όλα εκείνα που προηγήθηκαν και δημιούργησαν αυτή την κατάσταση, αλλά και πώς πραγματικά συνέβη ό,τι συνέβη. Διότι όλα αυτά ήταν το αποτέλεσμα μιας συγκεκριμένης πολιτιστικής πολιτικής που εφαρμόστηκε στην Κούβα. Υπάρχουν δύο κορυφαίες στιγμές που συνέβησαν το 1971. Η μία είναι η περίπτωση του ποιητή Παδίγια, που αρχικά συλλαμβάνεται και κατόπιν αναγκάζεται να βγει δημόσια και να παραδεχτεί την ενοχή του, να αυτοενοχοποιηθεί. Αμέσως μετά έγινε ένα συνέδριο για την παιδεία και τον πολιτισμό όπου εκεί διατυπώθηκαν οι βασικές κατευθύνσεις για το πώς θα είναι ο πολιτισμός στο επόμενο διάστημα. Εκεί θεσπίστηκαν και οι «παράμετροι» τις οποίες όφειλε να ακολουθεί, για παράδειγμα, ένας καλλιτέχνης. Ήταν ένα σύστημα που εφαρμόστηκε πάρα πολύ σκληρά σε όλους τους δημιουργούς. Μπορούσε κανείς να περιθωριοποιηθεί και να εξοστρακιστεί είτε για τα θρησκευτικά του πιστεύω είτε για τη σεξουαλική του επιλογή είτε για την πολιτική του σκέψη. Ήταν εκατοντάδες οι καλλιτέχνες και οι άνθρωποι της διανόησης που έζησαν σε αυτή την περιθωριοποίηση και μάλιστα κάποιοι από αυτούς πέθαναν όντας εξοβελισμένοι. Πάντα αναφέρω δυο χαρακτηριστικά παραδείγματα, τον Χοσέ Λεσάμα Λίμα, τον πιο σημαντικό κουβανό συγγραφέα, αλλά και τον σπουδαίο δραματουργό Βιρχίλιο Πινιέιρα. Αναγκάζομαι να δώσω μια πολύ συμπυκνωμένη απάντηση για μια ολόκληρη εποχή.
 
 
Για φινάλε, κάτι πιο ελαφρύ: από τα συμφραζόμενα φαίνεται πως είστε φαν των Beatles και όχι των Rolling Stones…
 
Είναι αλήθεια ότι, στους «Έντιμους ανθρώπους», ο Κόντε αποφασίζει τελικά να μην πάει στη συναυλία των Rolling Stones που πραγματοποιείται –πράγμα απίστευτο, κάποτε– στην Κούβα. Αν βέβαια έρχονταν οι Beatles στην Κούβα ο Κόντε θα έκανε τα πάντα, οτιδήποτε μπορούσε, για να τους δει! Υπάρχουν κάποια στοιχεία τού ανήκειν που δεν μπορούν να αλλάξουν ποτέ. Μπορεί κανείς να αλλάξει πολιτικό κόμμα, σύντροφο ή χώρα αλλά ποτέ δεν μπορεί να αλλάξει ομάδα ποδοσφαίρου. Έτσι και ο οπαδός των Beatles, δεν μπορεί να γίνει οπαδός των Stones. Αυτό είναι κάτι αιώνιο!
 
Αντώνης Ν. Φράγκος