Τη συνέντευξη πήρε ο Ζουζέ Εντουάρν του Μπερνάρντες
Ένα χρόνο μετά τη διαδικασία παραπομπής σας (impeachment), πώς βλέπετε όλα όσα συνέβησαν;
Θεωρώ ότι η διαδικασία παραπομπής μου ήταν ένα πραξικόπημα, γιατί δεν στοιχειοθετήθηκε οποιαδήποτε ποινική ευθύνη. Επινόησαν μια διαδικασία για να μου πάρουν την εξουσία. Και χρησιμοποίησαν μια πλειοψηφία αγορασμένων ψήφων, που είναι οι ίδιοι διακόσιοι δεκαεπτά ψήφοι βουλευτών που εγγυήθηκαν την ατιμωρησία του παράνομου προέδρου Τέμερ. Είναι η ίδια σύνθεση του Κογκρέσου, που κατασκευάστηκε από τον [πρώην βουλευτή] Εντουάρντου Κούνια, που με παρέπεμψε μέσω μιας εντελώς αβάσιμης διαδικασίας, κάτι που σήμερα αναγνωρίζεται από όλο τον κόσμο. Η ιστορία ήταν αρκετά δυσάρεστη για τους πραξικοπηματίες. Τους έπιασαν στα πράσα, έγινε σαφές ποιοι ήταν.
Πολιτικοποίηση της δικαιοσύνης και κοινοβουλευτισμός
Το πραξικόπημα έχει επίσης σχέση με τη δίωξη του πρώην προέδρου Λούλα;
Πιστεύω πως το πραξικόπημα δεν ήταν απλώς μια πράξη. Η αποπομπή μου ήταν το πρώτο στάδιο του πραξικοπήματος, η δεύτερη φάση αποκαλύπτεται πολύ συντηρητική και πολύ αντιδραστική, από τη μια πλευρά, και ακραία ριζοσπαστικοποιημένη από την άλλη. Αποτελεί μέρος αυτής της δεύτερης φάσης το να πετάξουν τον Λούλα έξω από τις εκλογές του 2018, κατασκευάζοντας δικαστικά πλασματικά γι’ αυτόν. Όλη αυτή η παράλογη ιστορία του τριώροφου διαμερίσματος όπου ο ίδιος ο δικαστής αναγνωρίζει ότι η κατηγορία δεν είναι στοιχειοθετημένη. Απαγγέλλει δηλαδή κατηγορίες που δεν θα έπρεπε να έχουν απαγγελθεί. Η δεύτερη όψη του πραξικοπήματος έχει μια πλευρά που είναι η πολιτικοποίηση της δικαιοσύνης. Όταν ένας δικαστής λέει «Κοίτα, δεν το έχω διαβάσει, αλλά πιστεύω πως είναι ορθό» και μιλά έξω από το αυτοκίνητο της προσαγωγής… ένα ζήτημα βασικό στη δημοκρατία, η ισότητα όλων απέναντι στο νόμο, έχει πάψει να υπάρχει. Κατασκευάζεται μια δικαιοσύνη και χρησιμοποιείται ο νόμος για να καταστραφεί πολιτικά όποιος θεωρούν εχθρό, στόχο που πρέπει να χτυπηθεί.
Το Κογκρέσο τώρα προτείνει μια πολιτική μεταρρύθμιση, με το «distritao« [ΣτΜ: μεγεθυντικό της Περιφέρειας στα πορτογαλικά] και κάποια κόμματα μιλάνε για κοινοβουλευτισμό. Αποτελεί κι αυτό μέρος του πραξικοπήματος;
Υπάρχει ένα τρίτο στάδιο, που μπορεί να είναι ταυτόχρονο, όπως αυτή η επίκληση του κοινοβουλευτισμού. Πάντα, όταν οι κυρίαρχες τάξεις, τα συντηρητικά σώματα, βρίσκονται σε μια δύσκολη κατάσταση, επικαλούνται τον κοινοβουλευτισμό. Αυτός ο κοινοβουλευτισμός, συνδυασμένος με το «distritao» [ΣτΜ: ένα διαφορετικό εκλογικό μοντέλο, όπου οι ψήφοι θα μετρούν για τους υποψήφιους και όχι για τα κόμματα, άρα θα εκλέγονται όσοι έχουν ψηφιστεί περισσότερο σε κάθε περιφέρεια], έχει στόχο να δημιουργήσει ένα σύστημα όπου θα κυριαρχεί η εξουσία του χρήματος. Δεν είναι καν ηγεμονικό, είναι κυρίαρχο. Ο στόχος είναι να σβήσουν από το χάρτη την προοδευτική, τη λαϊκή εκπροσώπηση, της αριστεράς ή της κεντροαριστεράς. Αυτός είναι ο μείζων στόχος του στρατηγικού πραξικοπήματος. Η άμεση τακτική είναι να εμποδίσουν την πρόοδο της έρευνας Lava Jato («Πλυντήριο Αυτοκινήτων») που στρέφεται εναντίον τους και εξετάζει τα σκάνδαλά τους. Όλο το πάρε-δώσε της ευνοιοκρατίας και του πολιτικού πελατειασμού για το οποίο είναι ικανοί. Τώρα, καθώς έχασαν τέσσερις διαδοχικές εκλογές, τέσσερις προεδρικές εκλογές, κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η δημοκρατία δεν τους βολεύει. Δεν είναι δημοκράτες.
Αναγκαίες μεταρρυθμίσεις σε εκλογικό νόμο και ΜΜΕ
Κατά τη γνώμη σας, ποια θα ήταν η ιδανική πολιτική μεταρρύθμιση για τη χώρα;
Ζούμε μια εξαιρετικά δύσκολη κατάσταση. Η Βραζιλία έχει τριάντα πέντε πολιτικά κόμματα. Θα συμφωνήσετε μαζί μου πως δεν υπάρχουν τριάντα πέντε πολιτικά σχέδια για τη Βραζιλία. Αυτό που καταλαβαίνουμε, αυτό που εν μέρει εξηγεί το πραξικόπημα, ήταν μια πολύ δύσκολη συγκυρία, μετά τη Συντακτική Βουλή και το Σύνταγμα του 1988: συγκροτήθηκε ένα δημοκρατικό κέντρο στη Βραζιλία. Στο κέντρο βρισκόταν το MDB [Βραζιλιάνικο Δημοκρατικό Κίνημα], με τον Ουλύσσες Γκιμαράες και άλλους προοδευτικούς, κεντροδεξιούς ή κεντροαριστερούς. Η μεγάλη πλειοψηφία δεν ήταν υπερβολικά συντηρητική. Κάποιοι ήταν, αλλά κοιτούσαν τη χώρα, σέβονταν τη Βραζιλία. Αυτό το δημοκρατικό κέντρο χάθηκε στους δρόμους των κυβερνήσεων μετά το 1988. Έφτασε στην κυβέρνηση του Λούλα και εξελίχθηκε περισσότερο στη δική μου, η κατασκευή ενός κέντρου το οποίο προοδευτικά άρχισε να έχει μια κεντροδεξιά ηγεμονία. Αυτή η ηγεμονία, που εκφράζεται στην ομάδα του Εντουάρντου Κούνια και ο έλεγχος που είχε πάνω στο ευρύτερο κέντρο, είναι κάτι εξαιρετικά σοβαρό. Γιατί σ’ αυτήν τη συζήτηση πάνω στις μορφές που πήρε ο προεδρικός συνασπισμός έχουμε την κυριαρχία πάνω στο κέντρο από μια ακροδεξιά. Ακροδεξιά ως προς τις μεθόδους, τη θέαση του κόσμου, τους αγώνες ενάντια στις γυναίκες, ενάντια στους ομοφυλόφιλους και όλον τον LBGT πληθυσμό, ενάντια στους μαύρους… εντέλει ακραία συντηρητική από πολιτισμική άποψη, αλλά και οικονομική και κοινωνική. Υπάρχει μια δομή εκλογικής ρύθμισης που διευκολύνει τον πολλαπλασιασμό των κομμάτων, διότι δεν υπάρχει κανένα κριτήριο εισόδου. Ακριβώς επειδή δεν υπάρχει αυτό, δύο προϋποθέσεις της δημοκρατίας –η κομματική χρηματοδότηση και η δωρεάν πρόσβαση στην τηλεόραση– μετατρέπονται σε νόμισμα συναλλαγής. Δημιουργούνται κόμματα που δεν έχουν καμία δέσμευση ως προς το τι είναι ένα κόμμα, τι σημαίνει πρόσβαση στην εξουσία, και αρχίζουν να διαπραγματεύονται τον τηλεοπτικό χρόνο, αγοράζοντας και πουλώντας, καθώς και την κομματική επιχορήγηση στην οποία έχουν πρόσβαση. Το κόμμα μετατρέπεται σε επιχείρηση. Επομένως, μία μεταρρύθμιση είναι αναγκαία, αλλά δεν λύνεται το θέμα της πολιτικής μεταρρύθμισης με ένα « distritao» ή με ένα «μικτό distritao». Λύνεται αλλάζοντας τους όρους εισόδου, ελέγχοντας τα κόμματα, αξιολογώντας τα.
Ακόμη και σ’ αυτή την πορεία του πραξικοπήματος, ποια είναι η γνώμη σας σχετικά με τη σημασία ενός νόμου για τα μίντια ώστε να εκδημοκρατιστεί η πρόσβαση στα περιεχόμενα και να μειωθεί το μονοπώλιο;
Πάντα μου ζητούν αυτοκριτική για τα λάθη μου. Έχω κάνει δύο μεγάλα. Το πρώτο είναι πως δεν αγωνίστηκα περισσότερο για ένα νόμο για τα Μέσα Ενημέρωσης. Το άλλο αφορά το γεγονός ότι αυτοακυρώθηκα, με την ελπίδα ότι οι επιχειρηματίες θα επένδυαν, και αυτό που έκαναν ήταν να αυξήσουν το περιθώριο κέρδους τους. Στην περίπτωση όμως των μέσων ενημέρωσης, σκέφτομαι ότι υπάρχει ένα χαρακτηριστικό το οποίο πρέπει να λάβουμε υπόψη μας. Όποτε μιλάμε για έλεγχο και ρύθμιση των μέσων ενημέρωσης, μιλάμε για οικονομική ρύθμιση των μίντια. Εμείς δεν λέμε ότι θέλουμε να ελέγξουμε αυτά που λένε ή να θεσπίσουμε οποιονδήποτε νόμου ενάντια στην ελευθερία του Τύπου. Όχι. Αυτοί δεν θέλουν την ελευθερία του Τύπου. Αυτοί σκέφτονται ότι, μέσω του ελέγχου που έχουν, μονοπωλιακού ελέγχου, είναι δυνατόν να υπάρχει μόνο μία άποψη. Εμείς υπερασπιζόμαστε την πολυφωνία των απόψεων, την ποικιλία των γνωμών, το σεβασμό στον μεγάλο τοπικό πλούτο αυτής της χώρας. Είναι φανερό ότι ζούμε σε μια πολύ κρίσιμη κατάσταση στη Βραζιλία, αντιδημοκρατική, που συμπυκνώνεται στην παρουσία ενός πολύ μεγάλου ομίλου, του Red Globo, ο οποίος προσπαθεί να καθοδηγήσει την πολιτική στη Βραζιλία. Δημιουργείται ένα φαινόμενο «μεγάλου αδελφού». Το Red Globo είναι ο «μεγάλος αδελφός».
Επιστροφή στον χάρτη της πείνας
Τι λέτε για τις επιθέσεις στα δικαιώματα των εργαζομένων που γίνονται από την κυβέρνηση των πραξικοπηματιών;
Ο λαός βρίσκεται όλο και περισσότερο χωρίς το παραμικρό δίχτυ κοινωνικής προστασίας, χωρίς πρόσβαση στις βασικές υπηρεσίες εκπαίδευσης και υγείας, κι αυτό θα προκαλέσει, με το πέρασμα του χρόνου και ως δευτερεύουσα συνέπεια, βία, πείνα, αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που θα βρεθούν στο δρόμο, θα επιστρέψουμε πάλι στο χάρτη της πείνας, από τον οποίο είχαμε βγει το 2014. Η βίαιη επιστροφή των ανισοτήτων, οι περικοπές στα κοινωνικά προγράμματα, το τέλος του προγράμματος Minha Casa Minha Vida [Το Σπίτι Μου, η Ζωή Μου], του προγράμματος Mais Médicos [Περισσότεροι Γιατροί] προετοιμάζουν τη μεγάλη φιλοδοξία του νεοφιλελευθερισμού. Στο διεθνές επίπεδο, η Βραζιλία υποτάσσεται και πάλι στη σφαίρα επιρροής των αναπτυγμένων χωρών, παύει να έχει αυτόνομη, περήφανη πολιτική, που σέβεται τις υπόλοιπες χώρες, αλλά και που επιβάλλει να τη σέβονται. Η Βραζιλία χάνει επίσης τη βαρύτητά της ως εκπρόσωπος της δημοκρατίας και της ειρήνης εδώ στη Λατινική Αμερική.
Και πάλι στο θέμα των οπισθοδρομήσεων: η κυβέρνηση των πραξικοπηματιών προσπαθεί να ιδιωτικοποιήσει την Ελετρομπράς. Βάσει της εμπειρίας σας στον τομέα της ενέργειας, πώς αξιολογείται τον αντίκτυπο της ιδιωτικοποίησης αυτής στον βραζιλιάνικο πληθυσμό;
Οι άνθρωποι πρέπει να καταλάβουν ότι αυτός είναι ένας τομέας με τεχνική περιπλοκότητα και ότι η κυβέρνηση και διάφορα πρόσωπα εκμεταλλεύονται αυτή την περιπλοκότητα για να κρύψουν αυτό που στην πραγματικότητα κάνουν. Η Ελετρομπράς είναι μια επιχείρηση που έχει σαράντα εφτά κεντρικές υδροηλεκτρικές μονάδες. Πολλές από αυτές τις μονάδες είναι πάνω από τριάντα χρόνων, κάποιες ακόμη και εξήντα. Στη Βραζιλία υπάρχει ένας νόμος που λέει ότι, όταν μια κεντρική μονάδα συμπληρώνει τριάντα χρόνια ζωής, έχει ήδη αποσβεστεί. Και ποιος την απόσβεσε; Ο καταναλωτής ενέργειας μέσα από το λογαριασμό του. Όταν πληρώνει το λογαριασμό, πληρώνει για κάποιες απ’ αυτές τις κεντρικές μονάδες. Κάποιες έχουν πληρωθεί δύο φορές, διότι έχουν πίσω τους εξήντα χρόνια πληρωμής.
Μειώσαμε το κόστος της ηλεκτρικής ενέργειας το 2012. Κανείς δεν συμφωνούσε με τη μείωση. Προτιμούσαν να έχουν κέρδη, πάνω απ’ αυτά που προέβλεπε ο νόμος. Τότε εμείς μειώσαμε το κόστος, υπό τις διαμαρτυρίες κάποιων προσώπων που περίμεναν ο ιδιωτικός και ο δημόσιος τομέας να συνεχίσουν να εισπράττουν και ο πληθυσμός να μην αποκτούσε ποτέ πρόσβαση σ’ αυτό που του ανήκει δικαιωματικά, που πρέπει να του επιστραφεί – αυτό είναι ζήτημα δικαιοσύνης.
Η ιδιωτικοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας
Οι ειδικοί λένε ότι η τιμή δεν έχει καμία σχέση με την πραγματικότητα της περιουσίας της Ελετρομπράς.
Βλέπετε ότι αυτό είναι μια τρέλα. Θα πουλήσουν για 6,3 δισεκατομμύρια δολάρια ΗΠΑ, διότι νομίζω ότι το σχήμα της ιδιωτικοποίησης έχει ως εξής: παίρνουν κάποιες κεντρικές μονάδες, ανανεώνουν τη σύμβαση παραχώρησής τους, λένε το εξής: «μηδενίζονται τα πάντα (σαν να είναι καινούργια)». Δεν υπάρχει εδώ κανένα πλεονέκτημα για τον καταναλωτή. Η τιμή των κεντρικών μονάδων είναι η τιμή των κεντρικών μονάδων. Αλλά το πιο σοβαρό είναι το εξής: ποιος εγγυήθηκε από την εποχή του μπλακάουτ του (πρώην προέδρου) Φερνάντου Ενρίκε Καρντόζου και του εξορθολογισμού που έγινε από το 2000 για το 2001; Ένα μέρος αυτής της εγγύησης δόθηκε από την Ελετρομπράς. Εγώ θα έλεγα ότι το μεγαλύτερο μέρος της δόθηκε από τις κεντρικές μονάδες της Ελετρομπράς. Οι επενδυτές θα βάλουν χρήματα μόνο αν είναι σίγουροι ότι θα έχουν σημαντικό κέρδος. Διαφορετικά, δεν επενδύουν. Πιστεύω πως αυτή η ατζέντα είναι πάρα πολύ επικίνδυνη γιατί υποθηκεύει το μέλλον της Βραζιλίας, αφαιρεί από τη χώρα τα βασικά εργαλεία ανάπτυξης.
Μπορούμε ήδη να υπολογίσουμε πώς θα μεταφραστεί αυτό στους λογαριασμούς των Βραζιλιάνων; Μίλησα με τον Λουίς Πινγκέλι (πρώην διευθυντή της Ελετρομπράς), και λέει ότι μπορεί να έχουμε αύξηση μεταξύ 8 και 10%.
Εγώ δεν έχω τέτοιους υπολογισμούς, το λέω, αλλά πιστεύω πως ως σημείο αφετηρίας ο υπολογισμός του Πινγκέλι είναι μια καλή βάση.
Τουλάχιστον 8 με 10% απευθείας αύξηση στο λογαριασμό;
Εγώ νομίζω πως αυτό είναι λίγο. Γιατί αν δείτε την τιμή ενός μεμονωμένου ηλεκτρικού εργοστασίου, θαρρώ πως ακολουθεί την εξής εξίσωση: περίπου το 70% ή και περισσότερο είναι για την επένδυση. Ένα 30%, ίσως και λιγότερο, 20% είναι λειτουργία και συντήρηση. Κι αυτό πηγαίνει στο λογαριασμό. Δεν έχουν αποσβεστεί όλα τα εργοστάσια, είναι αλήθεια, αλλά ένα σημαντικό μέρος τους έχει αποσβεστεί. Κι αυτό μπορεί να οδηγήσει σε ένα 8 με 9% κατ’ ελάχιστο και να φτάσει ως το 15 ή 20%. Αυτό περιμένουμε. Επιπλέον, είναι κρισιμότατη επίσης η έλλειψη ασφάλειας. Θέλω να δω ποιος θα επενδύσει όταν έρθει η ώρα της αλήθειας. Διότι όταν η χώρα ξαναρχίσει να αναπτύσσεται, θα αυξηθούν και οι ανάγκες της για κατανάλωση ενέργειας.
Η Λατινική Αμερική ως ζώνη συγκρούσεων
Κατά τη γνώμη σας, ποιο είναι το κίνητρό από την πλευρά της κυβέρνησης των πραξικοπηματιών γι’ αυτό το μέτρο; Εκείνοι λένε ότι είναι η κάλυψη του ελλείμματος των 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων ΗΠΑ.
Δεν είναι μόνο αυτό, όχι. Πιστεύω πως η κυβέρνηση των πραξικοπηματιών συνδυάζει την πείνα με την όρεξη, όπως λέει ο λαός για να μιλήσει για το συνδυασμό δύο κακών. Από τη μια είναι η ιδεολογία τους, ότι το κράτος πρέπει να αποσυρθεί από όλες τις δραστηριότητες, ακόμη και από αυτές που είναι στρατηγικής σημασίας για μια χώρα, όπως είναι η παροχή ηλεκτρικής ενέργειας. Και είναι στρατηγική διότι απ’ αυτήν εξαρτώνται όλες οι οικονομικές και κοινωνικές δραστηριότητες αυτής της χώρας. Ένα σχολείο δεν λειτουργεί αν δεν έχει ηλεκτρικό ρεύμα, ούτε ένα κέντρο υγείας, ένα νοσοκομείο. Δεν λειτουργεί ένα εργοστάσιο ή μια αγροτική δραστηριότητα. Όμως αυτοί είναι νεοφιλελεύθεροι. Ένα από τα θεμελιώδη κεφάλαια του νεοφιλελευθερισμού είναι η απόσυρση του κράτους από όλες τις δραστηριότητες. Και ιδιαιτέρως, στον τομέα της ενέργειας, γιατί, επιπλέον, είναι πάρα πολύ ελκυστικός. Αυτή είναι η μεγάλη νεοφιλελεύθερη πείνα, να τελειώνουν με την Ελετρομπράς, να γίνει ιδιωτική επιχείρηση, είναι κομμάτι της συνταγής που θέλουν να εφαρμόσουν στη Βραζιλία. Αυτή η συνταγή θα φτάσει μέχρι και την Πετρομπράς.
Αυτά τα μέτρα πλήττουν την εθνική κυριαρχία της χώρας;
Αυτό που είναι τρομερό είναι ότι γυρίζουμε πίσω… σε μια περιοχή του κόσμου όπου για περισσότερα από 140 χρόνια ζήσαμε εν ειρήνη, βλέπουμε την είσοδο του στρατού του ΟΗΕ σε επιχειρήσεις στην Αμαζονία. Αυτό είναι ασυγχώρητο. Δεν έχω τίποτα εναντίον του ΟΗΕ, αλλά δεν βλέπω με την παραμικρή συμπάθεια το ότι ο βορειοαμερικανικός στρατός πάει στην Αμαζονία, ακόμη περισσότερο στο πλαίσιο της εντεινόμενης αντιπαράθεσης στη Βενεζουέλα. Πιστεύω πως πρόκειται για αστόχαστη ανευθυνότητα της βραζιλιάνικης κυβέρνησης. Είναι ανεύθυνοι που αφήνουν να υπάρξει εκεί μια σύγκρουση, δεν είναι παιχνίδι αυτό. Εκεί θα γίνει εμφύλιος πόλεμος. Αυτό που θέλουν είναι να μετασχηματίσουν τη Λατινική Αμερική σε μια ζώνη συγκρούσεων. Και η κυβέρνηση του Τέμερ είναι ανεύθυνη που προσχωρεί σ’ αυτό το σχέδιο.
Πρέπει να αγωνιστούμε
Ζούμε σε μια στιγμή που έχει χαθεί η ελπίδα από τη χώρα. Τι μήνυμα στέλνετε στον βραζιλιάνικο λαό;
Πιστεύω ότι ο βραζιλιάνικος λαός πάντα ήταν ικανός, στις πιο δύσκολες καταστάσεις, να χωνεύει αυτές τις δυνάμεις που θέλουν στην πραγματικότητα να τον υποτάξουν, να τον καταπιέσουν ή να τον αποκλείσουν από τις αποφάσεις. Πάντα ήταν αρκετά διαυγής. Νομίζω ότι ο βραζιλιάνικος λαός έχει πίστη και πολλή ελπίδα. Εμείς πρέπει να αγωνιστούμε, αυτό είναι το σημαντικό. Το να αγωνίζεσαι σε δυναμώνει, σου δίνει κέφι, αντοχή. Όλοι εμείς πρέπει να δοθούμε με όλες μας τις δυνάμεις στην προσπάθεια να βγάλουμε τη Βραζιλία απ’ αυτήν τη δύσκολη συγκυρία στην οποία βρίσκεται.
Μετάφραση από τα ισπανικά: Έφη Γιαννοπούλου
Πηγή: Η Εποχή