Βορίδης στη Βουλή το περασμένο Σάββατο: «Αν αναρωτιέστε γιατί η Ν.Δ. είναι ηγέτιδα δύναμη, η απάντηση βρίσκεται στη σύζευξη αυτών των δύο εννοιών. Εθνος και ελευθερία μάς οδηγούν στην επόμενη φάση της διαλεκτικής μας πορείας».
Με άλλα λόγια: «έθνος» και «ελευθερία», δηλαδή φασισμός και νεοφιλελευθερισμός (ή αλλιώς: νεοφιλοφασισμός, όπως είχα πει κάποτε).
Υποθέτω από τα λεγόμενά του πως ο ακροδεξιός πολιτικός, θεωρώντας πως η Ν.Δ. είναι πλέον (και ιδεολογικά) «ηγέτιδα δύναμη», πιστεύει ταυτόχρονα πως η χώρα έχει επί τέλους απαλλαγεί από αυτό που ο ίδιος –σε παλαιότερες θεωρητικές του αναλύσεις- αποκαλούσε «ιδεολογική ηγεμονία της Αριστεράς».
Κάτι τέτοιο βέβαια δεν υπήρξε ποτέ. Παρ’ ότι ο Βορίδης παρέπεμπε στον… Αντόνιο Γκράμσι, τα φαινόμενα που είχε κατά νου δεν είχαν καμία σχέση με αριστερή ηγεμονία. Επρόκειτο απλώς για την κατάρρευση –μαζί με τη χούντα, της οποίας ο Βορίδης ήταν ιδεολογικός θιασώτης- του ακροδεξιού ιδεολογήματος της «εθνικοφροσύνης», καθώς και για την ευρεία κυκλοφορία, κατά τα πρώτα χρόνια μετά τη μεταπολίτευση, κυρίως στη νεολαία και στη διανόηση, κάποιων αριστερών ιδεών – επ’ ουδενί όμως θα μπορούσαμε να μιλάμε για ηγεμονία.
Ας πούμε λοιπόν δυο λόγια για αυτή την τελευταία. Η ηγεμονία, ως μαρξιστικός όρος, έχει πρώτα απ’ όλα ταξικό χαρακτήρα. Ενα εμπόρευμα που επικρατεί στην αγορά έναντι άλλων δεν ασκεί ηγεμονία, ούτε ένα πρόσωπο που αναδεικνύεται σε προέχουσα θέση – σε κόμμα, σε επιχείρηση, στη δημόσια σφαίρα. Η ηγεμονία είναι ο τρόπος με τον οποίο η κυρίαρχη τάξη εξασφαλίζει αποτελεσματικά την κυριαρχία της, οργανώνοντας την κοινωνία έτσι ώστε να εξυπηρετούνται καλύτερα τα συμφέροντά της.
Επειδή τούτο απαιτεί συναίνεση και όχι μόνο βία και οικονομικό εξαναγκασμό, η ιδεολογία στην ηγεμονία παίζει κεντρικό ρόλο – αλλά όχι αποκλειστικό. Οπως είχε πει ο Γκράμσι: «ενώ η ηγεμονία είναι ηθικο-πολιτική [δηλαδή ιδεολογική], οφείλει να είναι και οικονομική». Τούτο σημαίνει πως ενώ για την κυρίαρχη τάξη στον καπιταλισμό η ηγεμονία της (στην καλύτερη για αυτήν περίπτωση) είναι δεδομένη, για την Αριστερά είναι το διαρκές ζητούμενο – και θα επιτευχθεί πλήρως μαζί με τον σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας.
Τούτη η ασυμμετρία μεταξύ κυρίαρχης τάξης (στον καπιταλισμό) και Αριστεράς ως προς την επίτευξη ηγεμονίας συνεπάγεται και κάτι ακόμα, εξαιρετικά σημαντικό. Η ηγεμονία της κυρίαρχης τάξης εκπηγάζει από την ίδια την κυρίαρχη τάξη. Δηλαδή από την αστική τάξη ή από το κυρίαρχο τμήμα της – από το μεγάλο κεφάλαιο.
Η στήριξη του μεγάλου κεφαλαίου στους φορείς που θα εξασφαλίσουν την ηγεμονία του δεν είναι σκέτα οικονομική – είναι και οργανωτική. Οι μεγαλοκαπιταλιστές δεν χρηματοδοτούν απλώς ΜΜΕ και πολιτικά κόμματα. Επιβάλλουν την επικοινωνιακή τους πολιτική, επιλέγουν ποιοι πολιτικοί θα ηγηθούν, ποιο πολιτικό κόμμα θα προωθηθεί για να κυβερνήσει.
Οι κυριαρχούμενες τάξεις, εξ ορισμού, δεν διαθέτουν τέτοια ισχύ – ούτε οργανωτική ούτε βέβαια οικονομική. Επί πλέον, πάλι εξ ορισμού, ως κυριαρχούμενες, είναι οι τάξεις εκείνες επί των οποίων και εις βάρος των οποίων η κυρίαρχη τάξη ασκεί την ηγεμονία της. Οι φορείς που θα εκπροσωπήσουν τα συμφέροντά τους, τα αριστερά πολιτικά κόμματα, είναι επιφορτισμένα με το τιτάνιο έργο να αντιστρέψουν την κατεύθυνση της ηγεμονίας χωρίς να διαθέτουν ούτε στο ελάχιστο τα υλικά μέσα του αντιπάλου.
Επισημαίνω τα παραπάνω θεμελιώδη ζητήματα, επειδή με την τραγική ήττα που υπέστη ο ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές και την παραίτηση Τσίπρα που ακολούθησε, το «κοντέρ της Αριστεράς» έχει μηδενιστεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ εκτινάχτηκε εκλογικά το 2012 για λόγους καθαρά συγκυριακούς: μνημόνια και πρωτοφανής οικονομική και πολιτική κρίση που τούτα δημιούργησαν. Εκτοτε δεν έχει εργαστεί καθόλου για να εδράσει την επιρροή του σε βαθύτερο κοινωνικό-ταξικό επίπεδο.
Αν η –όποια- ηγεμονία της κυρίαρχης τάξης με τα μνημόνια και την κρίση χάθηκε ή έστω αποδυναμώθηκε δραστικά, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν έκανε το παραμικρό για να την αντικαταστήσει με τη δική του. Παρασύρθηκε από τη δίνη των εκλογικών του επιτυχιών και αρκέστηκε στο ευκαιριακό και πρόσκαιρο «ατού» ενός ηγέτη με χαρισματική ικανότητα στο «λέγειν». Μπέρδεψε την ηγεμονία με τον οπαδισμό. Εκ των υστέρων βέβαια κρίνοντας, η παταγώδης εκλογική αποτυχία ήταν προδιαγεγραμμένη στην ουσιαστική ανυπαρξία του ΣΥΡΙΖΑ στα συνδικάτα, στη φοιτητική νεολαία, στην τοπική αυτοδιοίκηση, στα κινήματα. Εκεί όπου η Αριστερά οφείλει να εργάζεται για την επίτευξη της ηγεμονίας της.
Αν και μετά την παραίτηση Τσίπρα η επανεκκίνηση του κόμματος περιοριστεί στην εκλογή νέου ηγέτη «από τη βάση», δηλαδή από τους οπαδούς, η σύγχυση ηγεμονίας και οπαδισμού θα εξακολουθήσει να ισχύει.
Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι ομότιμος καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών