Πρόσφατα το «Magazine» του «news 24/7» δημοσίευσε, υπό τον τίτλο «Ο Αμερικάνος που πιστεύει ότι η Δύση ευθύνεται για την εισβολή στην Ουκρανία», μετάφραση άρθρου του Αμερικανού πολιτικού επιστήμονα John Mearsheimer στο περιοδικό «Economist». Παρ’ ότι θεωρείται κορυφαίος μελετητής των διεθνών σχέσεων και ανήκει στη «ρεαλιστική σχολή σκέψης», ένα τουλάχιστον σημείο του άρθρου του μου φάνηκε υπερβολικά αφελές: «…οι Ρώσοι που είναι υπεύθυνοι για τη χάραξη της πολιτικής -συμπεριλαμβανομένου και του Πούτιν- δεν έχουν πει σχεδόν τίποτα μέχρι σήμερα για την κατάκτηση νέων εδαφών προκειμένου να αναδημιουργηθεί η Σοβιετική Ενωση ή για να οικοδομηθεί μια μεγαλύτερη Ρωσία». Λες και οι επεκτατικές ή ιμπεριαλιστικές προθέσεις μιας χώρας ή υπερδύναμης είναι κάτι που δηλώνεται.
Δεν κρίνω εδώ το σύνολο του άρθρου. Τούτη όμως η αφελής διατύπωση είναι ενδεικτική μιας γενικότερης τάσης που επικρατεί στη μελέτη της διεθνούς πολιτικής και που χαρακτηρίζει ακόμη και προσεγγίσεις της Αριστεράς. Το διεθνές πεδίο αντιμετωπίζεται σαν να αποτελείται μόνο από τις σχέσεις μεταξύ κρατών και τις διεθνείς οικονομικές συναλλαγές. Ετσι, η επιστημονική του προσέγγιση τείνει να περιορίζεται σε κλάδους που αφορούν τα επίπεδα των νομικο-πολιτικών θεσμών και της οικονομίας.
Τούτο με τη σειρά του σημαίνει πως ακόμη και επιστημονικές προσεγγίσεις που λαμβάνουν υπόψη τις υποκειμενικές διαθέσεις των κρατών, ως προς τις αποφάσεις που παίρνουν μέσα στη διεθνή συγκυρία στο πλαίσιο των αντιπαρατιθέμενων στρατηγικών και των πιέσεων που δέχονται, συχνά στηρίζονται σε μια «τοις μετρητοίς» ερμηνεία δηλώσεων ηγετών ή άλλων υψηλά ιστάμενων πολιτικών προσώπων. Αγνοείται κατ’ αυτόν τον τρόπο η τεράστια σπουδαιότητα του ιδεολογικού στοιχείου ως προς τη διατύπωση δηλώσεων, τη χάραξη στρατηγικής και τη λήψη κρίσιμων αποφάσεων, όπως είναι η στρατιωτική εισβολή σε μια ξένη χώρα. Ολα αυτά είναι υποκειμενικά εξ ορισμού. Συμβαίνουν σε ένα πλαίσιο αντικειμενικών συνθηκών και έχουν σοβαρές υλικές συνέπειες, αλλά χάνεται η μισή ουσία αν αντιμετωπίζονται ως συμπεριφορές που απορρέουν «αυτομάτως» από αντικειμενικές πιέσεις ή ανάγκες.
Η ιδεολογία σπανίως δηλώνει «είμαι ιδεολογική». Γι’ αυτό και σπανίως μπορούμε να κατανοήσουμε τους στόχους της αν μένουμε στο επίπεδο των δηλώσεων ή των επίσημων (ή και ανεπίσημων) εγγράφων. Για να φέρω ένα ακραίο παράδειγμα, η θεωρία του ναζιστικού Lebensraum ήταν έτσι διατυπωμένη ώστε να δικαιολογεί πλήρως τις επεκτατικές προθέσεις της Γερμανίας στην Ανατολική Ευρώπη που οδήγησαν στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο: η «Αρία φυλή» δεχόταν απειλή από την εξάπλωση του σλαβικού στοιχείου στην Ευρώπη. Σε ένα λιγότερο ακραίο παράδειγμα, σύσσωμη η Αριστερά συμφωνεί ως προς τον ιμπεριαλιστικό χαρακτήρα της εξωτερικής πολιτικής των Ηνωμένων Πολιτειών από την εποχή του ψυχρού πολέμου έως σήμερα, αλλά οι αμερικανικές κυβερνήσεις ακόμα και τον πόλεμο στο Βιετνάμ παρουσίαζαν ως καθ’ όλα νόμιμη υπεράσπιση των εθνικών τους συμφερόντων. Η ιμπεριαλιστική ιδεολογία είναι σαν τον εθνικισμό, ο οποίος κατά κανόνα αυτοπαρουσιάζεται ως πατριωτισμός. Κατ’ αναλογίαν, η ιμπεριαλιστική δύναμη θα πει: «Δεν είμαι ιμπεριαλιστική, υπερασπίζομαι τη νόμιμη σφαίρα επιρροής μου».
Η αυτοκρατορική Γερμανία κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο ήταν λιγότερο ισχυρή από τη συμμαχία Βρετανίας, Γαλλίας και Ηνωμένων Πολιτειών – γι’ αυτό και έχασε. Δεν θα τη χαρακτηρίζαμε μη ιμπεριαλιστική επειδή ήταν λιγότερο ισχυρή. Τώρα, οι ιδεολογικές συνθήκες μοιάζουν εν μέρει με εκείνες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου. Η Αριστερά δεν μπορεί παρά να είναι εναντίον όλων των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων (πράγμα που μεγάλο μέρος της δυστυχέστατα αμέλησε να κάνει τότε – εξ ου και η διάλυση της Β’ Διεθνούς). Χωρίς συμψηφισμούς του τύπου «οι ΗΠΑ έχουν κάνει πιο πολλές επεμβάσεις» ή δικαιολογίες όπως «η Ρωσία ασφυκτιούσε από την επέκταση του ΝΑΤΟ στην Ανατολική Ευρώπη».
Υπάρχει και κάτι ακόμη, που διαφοροποιεί λίγο τα πράγματα από την κατάσταση που επικρατούσε κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο: η πυρηνική συνθήκη. Το ότι σήμερα οι μεγάλες δυνάμεις είναι πυρηνικές υπερδυνάμεις δημιουργεί μια κατάσταση παρόμοια με εκείνη του ψυχρού πολέμου: ενώ γίνονται «επιμέρους» ιμπεριαλιστικές επεμβάσεις, οι ίδιες οι ιμπεριαλιστικές δυνάμεις αποφεύγουν (μέχρι νεωτέρας) να έρθουν σε απ’ ευθείας σύγκρουση μεταξύ τους για ευνόητους λόγους – ένας επιπλέον παράγοντας που συμβάλλει στο να μην παίζει ρόλο ποιος ιμπεριαλισμός είναι πιο ισχυρός. Και φαίνεται πως ο Πούτιν και η ρωσική ηγεσία έχουν πλήρη επίγνωση αυτής της κατάστασης και την εκμεταλλεύονται. Η σύγχρονη –τραγική– «ειρωνεία της ιστορίας» συνίσταται στο ότι η αποφυγή του πυρηνικού ολοκαυτώματος αποτελεί τη συνθήκη επί της οποίας στηρίζονται οι ιμπεριαλισμοί προκειμένου να εξακολουθούν ανενόχλητοι το μακάβριο παιχνίδι τους.
Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών