Macro

Κύρκος Δοξιάδης: Η δυστοπία ως ιδεολογία

Μάλλον η μοναδική κινηματογραφική ταινία που με έχει τρομάξει στην ενήλικη ζωή μου είναι το «Funny games» του σημαντικού Αυστριακού σκηνοθέτη Μίχαελ Χάνεκε. Ο οποίος την έκανε αρχικά στην Αυστρία, το 1997, και δέκα χρόνια αργότερα, το 2007, την ξαναέκανε ολόιδια, πλάνο προς πλάνο, αλλά σε (παρόμοιο) αμερικανικό τοπίο, με Αμερικανούς ηθοποιούς και στην αγγλική γλώσσα. Ο άνθρωπος επέμεινε. Σαν να ήθελε να μας πει: «Ισως δεν καταλάβατε το μήνυμα που σας έστειλα στα γερμανικά, να σας το ξαναπώ στα αγγλικά μπας και το καταλάβετε».
Η πλοκή συνοπτικά: Δυο νεαροί «τη βρίσκουν» σκοτώνοντας το ένα μετά το άλλο τα μέλη μιας οικογένειας που παραθερίζει στο εξοχικό της σπίτι, μέσα στο ήσυχο, ειδυλλιακό περιβάλλον μιας λίμνης. Και όπως δείχνει η ταινία υπαινικτικά, επαναλαμβάνουν επ’ αόριστον αυτή τους τη «διασκέδαση» και με τις υπόλοιπες οικογένειες της περιοχής. Σημαντικές λεπτομέρειες: Κανένα σχεδόν πλάνο της ταινίας δεν δείχνει άμεσα τη βία που ασκείται, και οι δυο νεαροί, κατά τα άλλα, στην εμφάνιση και στη συμπεριφορά τους είναι απολύτως φυσιολογικοί, έως ευχάριστοι και συμπαθητικοί θα μπορούσαμε να πούμε. Το μήνυμα (όπως εγώ το διαβάζω): Οι σύγχρονες κοινωνίες μας, χωρίς να φαίνεται και χωρίς να το συνειδητοποιούμε οι περισσότεροι, κατασκευάζουν ιδεολογικά τέρατα.
Μέχρι λίγο πριν από τα τέλη του 20ού αιώνα, οι ιδεολογίες χαρακτηρίζονταν από ένα έντονο ουτοπικό στοιχείο. Προέβαλλαν μια αναπαράσταση της κοινωνίας όπως θα έπρεπε να είναι ή όπως θα είναι στο μέλλον, όπου, σύμφωνα με τις αξιακές αρχές της κάθε ιδεολογίας, τα πάντα είναι ιδανικά. Η σοσιαλιστική/κομμουνιστική ιδεολογία προέβαλλε το όραμα μιας παγκόσμιας αταξικής κοινωνίας χωρίς εκμετάλλευση και κρατική καταπίεση, ο φιλελευθερισμός είχε ως πρόταγμα την ιδανική δημοκρατία, όπου διά μέσου της επικράτησης των αρχών του κράτους δικαίου θα υπάρχουν γνήσια ελευθερία και αληθινή ισονομία για όλους. Μέχρι και ο νεοφιλελευθερισμός, στις αρχικές θεωρητικές του διατυπώσεις, προέβαλλε το πρότυπο μιας κοινωνίας όπου η ευτυχία και η ελευθερία όλων θα διασφαλίζονταν από το ότι θα επικρατούσαν τα αξιότερα άτομα διά μέσου του θεμιτού ανταγωνισμού.
Τα συστήματα εξουσίας είναι πιο κυνικά και προσγειωμένα από τις ιδεολογίες τις οποίες προτάσσουν για να διαιωνίζουν την κυριαρχία τους. Χωρίς αυτό να γίνεται πάντοτε σκόπιμα και συνειδητά, όταν κρίνεται πως μια ουτοπική ιδεολογία απέχει τόσο πολύ από την πραγματικότητα ώστε να μην είναι πειστική, το σύστημα προσαρμόζεται ανάλογα, διαμορφώνοντας ρεαλιστικότερες παραλλαγές της. Ετσι λοιπόν, βλέπουμε πώς το καπιταλιστικό σύστημα, από τις αρχές της δεκαετίας του 1970, άρχισε να συγκροτεί μια ολόκληρη ιδεολογική στρατηγική, ρεαλιστικά προσγειωμένη ούτως ώστε να προετοιμαστεί ο κόσμος για την επερχόμενη λαίλαπα των νεοφιλελεύθερων πολιτικών.
Προνομιακό πεδίο καθημερινής ιδεολογικής παρέμβασης ήταν και είναι οι μαζικές μορφές μυθοπλασίας – οι εμπορικές ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Η ψυχαγωγική πλευρά της μυθοπλασίας καθιστά τους ανθρώπους ιδεολογικά εύπλαστους – αν κάτι τους διασκεδάζει δεν πολυνοιάζονται για τα ιδεολογικά πρότυπα που μπορεί να αφομοιώνουν ασυνείδητα. Από την «κοινοτοπία του κακού» που επισήμανε η Χάνα Αρεντ με αναφορά στη δίκη του Αϊχμαν το 1961, περίπου δέκα χρόνια αργότερα περνάμε σε μια συστηματική ιδεολογική εκστρατεία «εξωραϊσμού του κακού» από τις κυρίαρχες μορφές μυθοπλασίας των δυτικών κοινωνιών. Και προφανώς δεν είναι τυχαίες οι συγκεκριμένες εκδοχές του «κακού» που εξωραΐζονταν: η αυθαίρετη αστυνομική βία (αρχής γενομένης με τις ταινίες του «Βρόμικου Χάρι») και οι αρχιμαφιόζοι (ταινίες τύπου «Νονός»). Το πρώτο προβαλλόταν ως απαραίτητη προϋπόθεση αντιμετώπισης της «επικίνδυνης παραβατικότητας» και το δεύτερο ως υπαινικτική αποδοχή του γεγονότος ότι οι οικονομικά ισχυροί αναπόφευκτα λειτουργούν με τους δικούς τους ηθικούς κώδικες.
Κοινός στόχος όλης αυτής της ιδεολογικής εκστρατείας στις αμέτρητες παραλλαγές και εκδοχές της που επακολούθησαν στην τηλεόραση και στον κινηματογράφο, αλλά και αργότερα στα video games καθώς και σε μη μυθοπλαστικές εκπομπές όπως ριάλιτι: η κατασκευή του απολύτως αδίστακτου και «σκληρού» ανταγωνιστικού ατόμου, απαλλαγμένου από κάθε είδους ηθικές αναστολές που παραδοσιακά ίσχυαν από τον Διαφωτισμό κι έπειτα.
Είτε ως σκληρός μπάτσος που επιβάλλει «νόμο και τάξη» όπως εκείνος κρίνει σκόπιμο, είτε ως αδίστακτος «παίκτης» στην αγορά ή στα ριάλιτι που αποσκοπεί στην εξόντωση των ανταγωνιστών, στη σύγχρονη κοινωνία έχει όντως συγκροτηθεί ένας νέος τερατώδης τύπος ανθρώπου. Τούτος ο τύπος ανθρώπου υπάρχει ανάμεσά μας, διότι η ίδια η πραγματικότητα της νεοφιλελεύθερης κοινωνίας τον χρειάζεται και τον καλλιεργεί. Είναι το δημιούργημα της δυστοπικής ιδεολογίας του σύγχρονου καπιταλισμού. Ενα «τσακ» πιο πέρα βρίσκονται οι δυο νεαροί του «Funny games».

Ο Κύρκος Δοξιάδης είναι καθηγητής της Κοινωνικής Θεωρίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών