Στο προηγούμενό μου άρθρο στην «Εφ.Συν.» («Η αρνητική ιδεολογία της Δεξιάς – μέρος δεύτερο» – 23.8.2022), είχα γράψει: «…η ελληνική Δεξιά ποτέ (σχεδόν) δεν είχε τη δική της θετική ιδεολογία – πάντοτε οριζόταν ιδεολογικά σε αντιπαράθεση με την ιδεολογία της Αριστεράς. Τούτο όμως σημαίνει, μεταξύ άλλων, ότι όσο χειρότερα τα πηγαίνει η Δεξιά από πλευράς δικής της ιδεολογικο-πολιτικής απήχησης, τόσο πιο απωθητική πρέπει να είναι η εικόνα που κατασκευάζει για την Αριστερά».
Το ερώτημα του σημερινού μου άρθρου είναι: Τι συνεπάγεται λοιπόν αυτό για την ιδεολογική ταυτότητα της ελληνικής Αριστεράς; «Καλώς εχόντων των πραγμάτων», τίποτε. Δεν είναι δυνατόν να συμπαρασύρεται η οργανωμένη Αριστερά από την εις βάρος της δεξιά προπαγάνδα ως προς τη συγκρότηση της δικής της ιδεολογικής ταυτότητας. Η πραγματικότητα της ιδεολογικής πρακτικής άλλα μας λέει όμως, δυστυχώς. Και τούτη η πραγματικότητα έχει να κάνει με δύο θεμελιώδη χαρακτηριστικά της ιδεολογίας, που έχει επισημάνει η μαρξιστική θεωρία.
Πρώτον, η ιδεολογία δεν διαμορφώνεται σε ακαδημαϊκές συζητήσεις διανοουμένων ή/και πολιτικών προσώπων, αλλά μέσα σε υλικούς μηχανισμούς και διά μέσου αντίστοιχων υλικών πρακτικών. Και τούτο δεν αφορά μόνο την κυρίαρχη –αστική, ας πούμε– ιδεολογία, αλλά και την κυριαρχούμενη: εκείνη της Αριστεράς. Που με τη σειρά του σημαίνει ότι η κυρίαρχη τάξη, ακόμη και αν δεν έχει κατορθώσει να συγκροτήσει τη δική της θετική ιδεολογία, έχει μια προνομιακή θέση ως προς τη συγκρότηση της ιδεολογίας του αντιπάλου, δηλαδή της Αριστεράς. Καθ’ ότι εκείνη κυριαρχεί και στους εν λόγω υλικούς ιδεολογικούς μηχανισμούς: σχολείο, ΜΜΕ, εκκλησία, κοινοβουλευτικοί θεσμοί, πολιτισμός.
Δεύτερον, που κατά μία έννοια ίσως είναι σημαντικότερο. Η ιδεολογία έχει εξ ορισμού μια εξαιρετικά επιδραστική ασυνείδητη επενέργεια. Το τι πιστεύουμε δεν προκύπτει μόνον ως αποτέλεσμα συνειδητών επιλογών, αλλά σε μεγάλο βαθμό ορίζεται από τις εμπειρίες μας στους εν λόγω μηχανισμούς και εν γένει στην καθημερινότητά μας, που επηρεάζουν και διαμορφώνουν τη σκέψη μας χωρίς να το συνειδητοποιούμε. Επιπλέον, συχνότατα δεν έχουμε καν συνειδητή επίγνωση της ιδεολογίας που προσδιορίζει τις πράξεις μας και τα λόγια μας. Αρκεί να αναλογιστούμε πόσοι εθνικιστές, ρατσιστές, σεξιστές διαρρηγνύουν τα ιμάτιά τους πως ουδεμία σχέση έχουν με τις συγκεκριμένες ιδεολογίες.
Τα παραπάνω ισχύουν και για την ιδεολογία της Αριστεράς ως συλλογικού υποκειμένου. Πριν από τη δικτατορία, η ΕΔΑ στο Κυπριακό διατηρούσε την πιο αδιάλλακτη από όλα τα κόμματα «εθνικόφρονα» στάση, υποστηρίζοντας μέχρι τέλους (έως λίγο πριν από το πραξικόπημα του 1967) την ένωση (ολόκληρης) της Κύπρου με την Ελλάδα. Τούτο το γεγονός έχει μείνει καταχωνιασμένο στα βάθη της ιστορικής λήθης, δεδομένου ότι μεσολάβησαν ακριβώς η δικτατορία και η οργανωμένη από τη χούντα του Ιωαννίδη ανατροπή του Μακαρίου που αποτέλεσε το πρόσχημα για την τουρκική εισβολή το 1974.
Αλλά αν το ανασύρουμε στην ιστορική μας μνήμη είναι αποκαλυπτικό για το πόσο διαστρεβλωτικά μπορεί να λειτουργήσει για την ιδεολογία της Αριστεράς η άκρως απαξιωτική εικόνα που κατασκευάζει για εκείνη η Δεξιά. Η Αριστερά τότε προσέφυγε στην εθνικιστική πλειοδοσία, σε μια προσπάθεια να αποβάλει από πάνω της τη ρετσινιά του προδότη που της είχαν αποδώσει οι νικητές του Εμφυλίου. [Αναλυτικότερα για αυτό το ζήτημα, βλ. Κύρκος Δοξιάδης, «Εθνικόφρων διχασμός και εθνική συσπείρωση», στο: Γιάννα Αθανασάτου, Αλκης Ρήγος και Σεραφείμ Σεφεριάδης (επιμ.), Η δικτατορία 1967-1974, Αθήνα: Καστανιώτης, 1999, σ. 166-173.]
Γενικεύοντας, θα μπορούσαμε να ονομάσουμε τούτη την κατάσταση «σύνδρομο του ηττημένου». Χωρίς να προσφεύγουμε σε ψυχολογισμούς, θα έπρεπε ωστόσο να επισημάνουμε ότι πρόκειται για μια υποκειμενική στάση, που συνίσταται στην ασυνείδητη –και εν μέρει αναπόφευκτη– αποδοχή των όρων που επιβάλλει η υλικά πανίσχυρη καθεστωτική αντι-αριστερή προπαγάνδα.
Η συντριπτική επικοινωνιακή υπεροπλία της Δεξιάς εξακολουθεί βέβαια να ισχύει και στις μέρες μας, παρ’ ότι δεν υφίστανται οι συνθήκες καταστολής και λογοκρισίας της μετεμφυλιακής περιόδου. Η αντίστοιχη «ρετσινιά» που έχει κολλήσει τώρα η Δεξιά στην Αριστερά είναι εκείνη του «λαϊκισμού». Η οποία εν ολίγοις συνίσταται στην παρουσίαση της ίδιας της αριστερής ιδεολογίας ως ανεύθυνης δημαγωγίας.
Η ειρωνεία με τον ΣΥΡΙΖΑ είναι πως το «σύνδρομο του ηττημένου» το ανέπτυξε όντας στην κυβέρνηση. Η αναγκαστική εφαρμογή του μνημονίου επηρέασε την ιδεολογική του ταυτότητα κατά τρόπο καθοριστικό – και, όπως φαίνεται προς το παρόν τουλάχιστον, μη αναστρέψιμο. Οσο πασχίζει να εμφανίζεται «εκσυγχρονιστικός» (με τους όρους του νεοφιλελεύθερου καθεστώτος), η ιδεολογική του ταυτότητα θα εξακολουθεί να ορίζεται από τη διαστρεβλωτική επενέργεια της αρνητικής ιδεολογίας της Δεξιάς.
Κύρκος Δοξιάδης