Οι Κούρδοι, μαζί με τους Άραβες, τους Αρμένιους, τους Ασσύριους και τους Πέρσες είναι ένας από τους παλαιότερους λαούς που κατοικούν στα εδάφη της Μέσης Ανατολής. Ο τόπος τους, το Κουρδιστάν, αποτέλεσε ήδη από τα αρχαία χρόνια, σημαντικό εμπορικό σταυροδρόμι, και ακριβώς λόγω της γεωπολιτικής του σημασίας, υπήρξε σχεδόν πάντοτε, πεδίο στρατιωτικών συρράξεων μεταξύ των εκάστοτε μεγάλων δυνάμεων της περιοχής. Ως αποτέλεσμα αυτών των συγκρούσεων, δεν υπήρξε ποτέ η δυνατότητα δημιουργίας κράτους που να περιλαμβάνει στην εδαφική του επικράτεια όλους τους κουρδικούς πληθυσμούς. Μετά τη λήξη του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, το 1923, με τη Συνθήκη της Λωζάννης, τα κουρδικά εδάφη χωρίστηκαν στα τέσσερα. Σήμερα, υπολογίζεται ότι περίπου 20 εκατομμύρια Κούρδοι ζουν στην Τουρκία, 10 εκατομμύρια στο Ιράν, 6 εκατομμύρια στο Ιράκ και 4 εκατομμύρια στη Συρία. Έγγραφα του Συμβουλίου της Ευρώπης περιγράφουν τους Κούρδους ως τον πολυπληθέστερο λαό, χωρίς εθνικό κράτος, διεθνώς. Οι ομιλούμενες κουρδικές διάλεκτοι είναι πολλές και όλες ανάγονται στην ιρανική υποομάδα της ευρύτερης Ινδοευρωπαϊκής ομάδας γλωσσών.
Τα κράτη που έχουν υπό την επικυριαρχία τους κουρδικούς πληθυσμούς προσπαθούσαν πάντοτε να καταστείλουν τις κουρδικές διεκδικήσεις για ανεξαρτησία, αυτονομία ή για αναγνώριση πολιτικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων, αναπτύσσοντας πολιτικές γενοκτονίας, εξορίας, φυλακίσεων ή αφομοίωσης. Παρά τις μεταξύ τους διαφορές και συγκρούσεις συμφερόντων, οι τέσσερεις αυτές χώρες, ανέκαθεν εναρμόνιζαν τη στάση τους σε ό,τι είχε να κάνει με το κουρδικό ζήτημα, με κοινό στόχο να εμποδίσουν τη δημιουργία κουρδικής κρατικής οντότητας. Δυστυχώς οι κυβερνήσεις και οι οργανισμοί που διαμορφώνουν την παγκόσμια τάξη πραγμάτων αντιμετώπισαν με ανάλογο τρόπο το κουρδικό, προτάσσοντας τα εκάστοτε συμφέροντά τους και τις διεθνείς ισορροπίες. Έτσι, οι Κούρδοι διαμοιρασμένοι σε τέσσερα κράτη, απέτυχαν να συγκροτήσουν μια πολιτική ενότητα, γεγονός καθοριστικό για την κατάσταση στην οποία βρίσκονται σήμερα. Ωστόσο, παρά τις δυσκολίες, κανένα από αυτά τα τέσσερα κουρδικά τμήματα δεν παραιτήθηκε από τον αγώνα του για ελευθερία και όλα κατάφεραν να επιβιώσουν διατηρώντας την ταυτότητά τους.
Στο Ιράκ
Η διεθνής επέμβαση στο Ιράκ το 2003 υπό την ηγεσία των ΗΠΑ, ενάντια στο καθεστώς του Σαντάμ Χουσεΐν, πρόσφερε στους Κούρδους της χώρας αυτής τη δυνατότητα να αποκτήσουν μια ισχυρή παρουσία στο ομοσπονδιακό σύστημα διοίκησης που εγκαθιδρύθηκε. Παρ’ όλα αυτά, περιοχές όπως το ΚΙρκούκ, με πυκνό κουρδικό πληθυσμό και πλούσια κοιτάσματα πετρελαίου, δεν έχουν συμπεριληφθεί στα υπό κουρδική διοίκηση εδάφη, και γι’ αυτό εξακολουθούν να υπάρχουν προβλήματα με την κεντρική ιρακινή διοίκηση. Τα τελευταία δύο χρόνια, τα κουρδικά εδάφη στο Ιράκ δέχονται εκτεταμένες επιθέσεις από τις δυνάμεις του ISIS. Είναι νωπή στη μνήμη των ανθρώπων της περιοχής η τραγωδία στη Σενγκάλ, όπου ο ISIS, αφού το κατέλαβε, επιδόθηκε σε άγριες σφαγές και σε απαγωγές Γεζίντι γυναικών, υποχρεώνοντας ταυτόχρονα εκατοντάδες ανθρώπους να ξεριζωθούν από τις πατρογονικές τους εστίες.
Στη Συρία
Με την έναρξη του εμφυλίου πολέμου στη Συρία, το 2011, οι εκεί Κούρδοι κράτησαν αποστάσεις τόσο από το καταπιεστικό μπααθικό καθεστώς όσο και από τους αντιπάλους του, που διακήρυσσαν ανοιχτά έναν αραβικό εθνικισμό και την επιβολή του νόμου της Σαρίας, γεγονός που τους καθιστούσε ακόμα πιο επικίνδυνους. Προτίμησαν να ακολουθήσουν έναν τρίτο δρόμο, διεκδικώντας ένα σύστημα διακυβέρνησης δημοκρατικό, πλουραλιστικό, χωρίς αποκλεισμούς και με σεβασμό στις ατομικές ελευθερίες, και πάντως να υπερασπιστούν τις περιοχές τους από κοινού με τους γείτονές τους, Ασσύριους, Άραβες, Τουρκομάνους και Αρμένιους. Γι’ αυτόν το λόγο και στοχοποιήθηκαν από τα αντιδραστικά καθεστώτα της περιοχής, όπως εκείνα της Τουρκίας, της Σαουδικής Αραβίας, του Κατάρ και του ISIS. Όπως έγινε φανερό στη συνέχεια, τα καθεστώτα του Ιράν, του Ιράκ και της Συρίας ήσαν και αυτά αρνητικά στη δημιουργία ενός κουρδικού κράτους στην περιοχή της Ροζάβα. Παρ’ όλα αυτά, το πλουραλιστικό και δημοκρατικό σύστημα διοίκησης που εγκαθιδρύθηκε στις ελεγχόμενες από τους Κούρδους περιοχές, κέρδισε την λαϊκή υποστήριξη και καλλιέργησε την επιθυμία για αυτοδιάθεση των τοπικών πληθυσμών, ανεξαρτήτως εθνοτικής καταγωγής. Καθώς μάλιστα σε αυτό το σύστημα διακυβέρνησης καθοριστικό ρόλο παίζει και η γυναικεία χειραφέτηση, υπάρχει ενεργή συμμετοχή των γυναικών και στον πόλεμο αλλά και σε κάθε επίπεδο της πολιτικής και της κοινωνικής ζωής, κάτι που έχει προκαλέσει τον διεθνή θαυμασμό. Επιπλέον, οι Κούρδοι έχουν καταστεί ο πιο σημαντικός παίκτης στην περιοχή, με τον αγώνα τους και με τις νίκες τους απέναντι στις δυνάμεις του ISIS, ειδικά στην περιοχή του Κομπάνι.
Από τη στιγμή που οι Κούρδοι, έχουν αρχίσει να κερδίζουν τη λαϊκή υποστήριξη, δεν είναι δυνατόν να αγνοηθούν από τις διεθνείς δυνάμεις που δρουν στην περιοχή. Αντιθέτως, όλοι πια αναγνωρίζουν πως δεν μπορεί να υπάρξει πολιτική λύση στη Συρία χωρίς να ληφθούν υπόψη οι Κούρδοι και χωρίς τη συνεργασία τους. Είναι γεγονός ότι εξαιτίας των εσωτερικών και των διεθνών ισορροπιών, οι Κούρδοι δεν κλήθηκαν στις συνομιλίες της Γενεύης. Ωστόσο οι μεγάλες δυνάμεις που έχουν καθοριστικό ρόλο στον πόλεμο της Συρίας, γνωρίζουν πως δεν μπορούν να κάνουν παραπέρα βήματα, χωρίς να συνεργαστούν με τους Κούρδους. Γι’ αυτόν το λόγο, στα πεδία των μαχών, οι τουρκικές προσπάθειες να εξομοιωθεί το PYD με το ISIS και να καταστεί στόχος για τις διεθνείς δυνάμεις, απέτυχαν, και τόσο οι ΗΠΑ όσο και η Ρωσία εξακολουθούν να παρέχουν μερική υποστήριξη στις κουρδικές δυνάμεις. Οι Κούρδοι αποδείχθηκαν η μόνη εναλλακτική δύναμη απέναντι στο μπααθικό καθεστώς, ακριβώς εξαιτίας του προοδευτικού τους προσανατολισμού, της αποδεδειγμένης δυνατότητάς τους για αρμονική συμβίωση με διαφορετικούς λαούς, αλλά και εξαιτίας των επιτευγμάτων τους στο πεδίο των μαχών. Στο μέλλον, οι διεθνείς μεγάλες δυνάμεις θα πρέπει δίχως άλλο να αναγνωρίσουν τα κουρδικά δικαιώματα, και να προσφέρουν στους Κούρδους μια θέση στο τραπέζι των ειρηνευτικών συνομιλιών.
Στο Ιράν
Στο Ιράν, οι Κούρδοι έχουν στερηθεί τα βασικά δικαιώματά τους και ακόμα και οι ελάχιστες προσπάθειες για δημοκρατικές διεκδικήσεις καταστέλλονται με σφαγές τους. Αυτή την στιγμή το κουρδικό κίνημα έχει τον πρωταγωνιστικό ρόλο στους κόλπους της δημοκρατικής αντιπολίτευσης στο Ιράν. Έχει τη δυνατότητα να διεξαγάγει κάθε είδους αντίσταση, συμπεριλαμβανομένης της ένοπλης πάλης. Παρ’ όλα αυτά, εξαιτίας των περιφερειακών αλλά και των διεθνών συσχετισμών, αυτή την περίοδο υφίσταται μια πολύ ευαίσθητη και εύθραυστη κατάπαυση του πυρός μεταξύ του ιρανικού κράτους και των Κούρδων. Με γνώμονα τις υπόλοιπες εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, το ιρανικό καθεστώς θα υποχρεωθεί, στο εγγύς μέλλον, είτε να αποδεχτεί την παραχώρηση δημοκρατικών ελευθεριών στους Κούρδους, είτε να εκδημοκρατιστεί αυτό το ίδιο και να αποδεχθεί μια μορφή αυτονόμησης των κουρδικών επαρχιών. Διαφορετικά και σε αυτήν την περιοχή θα γίνουμε μάρτυρες νέων σκληρών πολεμικών συγκρούσεων.
Στην Τουρκία
Όπως ήδη αναφέρθηκε, στην Τουρκία βρίσκονται τα μισά κουρδικά εδάφη και ο μισός κουρδικός πληθυσμός. Εύλογα, το γεγονός αυτό παίζει καθοριστικό ρόλο στην επίλυση του κουρδικού ζητήματος. Η Τουρκία, όντας μέλος του ΝΑΤΟ, του Συμβουλίου της Ευρώπης, του ΟΑΣΕ και υποψήφιο μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης, αποτελεί σημαντικό παίκτη στην περιοχή. Παράλληλα, ασκεί σημαντική επιρροή στον ισλαμικό κόσμο, ως διάδοχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, που για αιώνες εξουσίαζε εδάφη σε τρεις ηπείρους. Γι’ αυτούς τους λόγους, ο αγώνας των Κούρδων της Τουρκίας έχει πολλές φορές θυσιαστεί στο βωμό διεθνών συσχετισμών και συμφερόντων.
Η κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο, και η συγκρότηση του νέου κράτους σε πολύ στενότερα όρια, έχει προκαλέσει μια διαχρονική φοβία ότι θα χάσουν ακόμα και αυτό. Αυτό εντείνεται όπου όσοι έχουν τουρκικές ρίζες, αποτελούν μειονότητα μεταξύ των πληθυσμών που κατοικούν στην εδαφική επικράτεια του νέου κράτους. Ως απάντηση στο πρόβλημα, οι ελίτ της νεοσύστατης Τουρκικής Δημοκρατίας συνέλαβαν την ιδέα δημιουργίας ενός καινούργιου Τουρκικού Έθνους, μέσω του εκτουρκισμού όλων των κατοίκων με πολιτικές αφομοίωσης, εκτοπίσεις και γενοκτονίες, και άλλες καταπιεστικές πρακτικές. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εγκαθίδρυση ενός πολύ αυταρχικού, μονολιθικού και αντιδημοκρατικού συστήματος διακυβέρνησης. Όσοι αντιστέκονταν, σφαγιάζονταν ή εξορίζονταν χωρίς εξαιρέσεις. Οι Κούρδοι όμως, εξαιτίας του μεγάλου αριθμού τους, της διασποράς τους σε ευρεία γεωγραφική περιοχή και της πολύ ισχυρής πολιτιστικής τους παράδοσης και κληρονομιάς, κατάφεραν να μην εκτουρκιστούν, να επιβιώσουν και να διατηρήσουν άσβεστη την επιθυμία τους για ελευθερία, παραμένοντας μια σημαντική κοινωνική δύναμη, μέχρι και σήμερα. Κατά τα πρώτα χρόνια της Τουρκικής Δημοκρατίας όλες οι κουρδικές εξεγέρσεις καταστάληκαν με γενοκτονίες, αλλά από τη δεκαετία του ‘70 και μετά ο αγώνας των Κούρδων για ελευθερία εξαπλώθηκε σε όλο το Κουρδιστάν και τα σχετικά κινήματα πολλαπλασίασαν την επιρροή τους. Εξαιτίας αυτής της δυναμικής, οι πρόσφατες τουρκικές κυβερνήσεις δεν κατάφεραν να συνεχίσουν την ίδια πολιτική που αρνιόταν την ύπαρξη κουρδικής εθνότητας, που απαγόρευε την κουρδική γλώσσα και κουλτούρα, ακόμα και την κουρδική μουσική, και υποχρεώθηκαν σε ορισμένες παραχωρήσεις.
Στα τέλη της δεκαετίας του ’80, η ευρύτερη δημοσιοποίηση του κουρδικού απελευθερωτικού αγώνα και η βαθιά επιρροή του σε όλη την τουρκική κοινωνία, υποχρέωσε τις κυβερνήσεις της εποχής να αναζητήσουν πιο δημοκρατικές λύσεις στο κουρδικό ζήτημα, και σε κοινοβουλευτικό επίπεδο επιτράπηκε η νόμιμη λειτουργία κουρδικών πολιτικών κομμάτων. Όμως η κυβερνητική ανοχή απέναντι στις εντεινόμενες κουρδικές δημοκρατικές διεκδικήσεις αποδείχθηκε πολύ περιορισμένη. Από το 1990 μέχρι σήμερα, επτά κουρδικά πολιτικά κόμματα έχουν κηρυχθεί παράνομα από το Ανώτατο Συνταγματικό Δικαστήριο της Τουρκίας. Επίσης, βουλευτές των κομμάτων αυτών έχουν σκοτωθεί ή φυλακιστεί, ενώ κάποιοι από αυτούς αναγκάστηκαν να αυτοεξοριστούν στην Ευρώπη. Παρ’ όλα αυτά οι Κούρδοι επέμειναν όλα αυτά τα χρόνια στον κοινοβουλευτικό δρόμο διεκδίκησης δημοκρατικών δικαιωμάτων, και αυτήν τη στιγμή αποτελούν μια μεγάλη αντιπολιτευτική δύναμη στην τουρκική Βουλή. Διαθέτουν 80 βουλευτές, ενώ το HDP (Democratic Peoples’ Party) έλαβε το 13% των ψήφων, στις εκλογές της 7ης Ιουνίου 2015. Έτσι, απέδειξαν ότι επιδιώκουν να επιλύσουν προβλήματα με μη βίαιες, δημοκρατικές, πολιτικές μεθόδους, και η Δημοκρατία της Τουρκίας θα πρέπει να το σεβαστεί αυτό.
Πράγματι, μετά τις εκλογές, δημιουργήθηκε η εντύπωση ότι η κυβέρνηση θα άλλαζε ρότα, προς δημοκρατικές πολιτικές επίσης, κάτι αναγκαίο και λογικό. Τα όνειρα του Ερντογάν, που φιλοδοξούσε να γίνει ένας «νέος Οθωμανός σουλτάνος», να κερδίσει μια ευρεία λαϊκή υποστήριξη και να προβεί σε συνταγματικές αλλαγές, ηττήθηκαν. Στην ουσία τα συνέτριψε το γεγονός ότι οι κουρδικές ψήφοι ξεπέρασαν το 10% ‒αυτό το εξαιρετικά αντιδημοκρατικό και υψηλό όριο εισόδου στη Βουλή–. ποσοστό που επέτρεψε όχι μόνο την εκλογή 80 Κούρδων βουλευτών αλλά και εμπόδισε το ΑΚΡ, το κόμμα του Τούρκου πρωθυπουργού, να έχει την πλειοψηφία και τη δυνατότητα να συγκροτήσει μονοκομματική, αυτοδύναμη κυβέρνηση.
Οτσαλάν και Ερντογάν
Ταυτόχρονα η κουρδική αντίσταση στο Κομπάνι οδήγησε σε ναυάγιο την πολιτική του Ερντογάν και στο συριακό ζήτημα, βουλιάζοντας ακόμα ένα φιλόδοξο νεοοθωμανικό βασισμένο στο Ισλάμ σχέδιο του. Για τους λόγους αυτούς, ο Ερντογάν έθεσε τέλος στην ειρηνευτική διαδικασία και στην κατάπαυση του πυρός, που είχε εγκαινιαστεί στις αρχές του 2013 μεταξύ της κυβέρνησής του και του Αμπντουλάχ Οτσαλάν, του φυλακισμένου ηγέτη του ΡΚΚ, και άρχισε να βομβαρδίζει τα στρατόπεδα των ανταρτών στο Νότιο Κουρδιστάν αλλά και τις κουρδικές στρατιωτικές δυνάμεις στα εδάφη της Συρίας. Επιθέσεις δέχθηκαν επίσης τα κομματικά γραφεία του HDP, στελέχη και μέλη του κόμματος συνελήφθησαν και ένα γενικότερο κλίμα κυβερνητικής τρομοκρατίας επιχειρήθηκε να επιβληθεί σε όλο το βόρειο Κουρδιστάν. Προχωρώντας ακόμα παραπέρα, ο Ερντογάν αρνήθηκε να αναγνωρίσει τα εκλογικά αποτελέσματα της 7ης Ιουνίου και έτσι επαναπροκηρύχθηκαν εκλογές, οι οποίες έγιναν την 1η Νοεμβρίου του 2015. Στη διάρκεια της προεκλογικής εκστρατείας το HDP δεχόταν συνεχώς παρενοχλήσεις από τους Τούρκους εθνικιστές και από παραστρατιωτικές ομάδες, οι συνθήκες διεξαγωγής της προεκλογικής καμπάνιας ήταν εξαιρετικά δύσκολες, τα φιλοκουρδικά μίντια είχαν σχεδόν φιμωθεί και δεν επιτρέπονταν ειδήσεις που να αφορούν το HDP. Η τουρκική κυβέρνηση έκανε ό,τι μπορούσε προκειμένου το HDP να μην ξεπεράσει εκ νέου το 10%. Tο κουρδικό κόμμα παρουσιαζόταν σαν τέρας, οι δε ψηφοφόροι του δέχονταν απειλές και παρενοχλούνταν ώστε να μην το στηρίξουν ξανά στις κάλπες. Παρ’ όλα αυτά όμως, το HDP κατάφερε εκ νέου να υπερβεί το κατώφλι του 10%.
Χάρη στην καταπίεση που επέβαλε προεκλογικά, τις απειλές και τους εκβιασμούς, το AKP πήρε την πλειοψηφία και ήταν σε θέση να σχηματίσει κυβέρνηση. Δεν κατόρθωσε όμως να φτάσει τα ποσοστά που απαιτούνται από το τουρκικό Σύνταγμα για να τροποποιηθεί το πολίτευμα και να δοθούν περισσότερες αρμοδιότητες στον Πρόεδρο της χώρας, όπως ονειρευόταν ο Ερντογάν. Παρ’ όλα αυτά αποφασίστηκε να συνεχιστεί η ίδια κυβερνητική πολιτική, βασισμένη στους εκβιασμούς, στο φόβο και στην καταπίεση προκειμένου να επιτευχθεί η συνταγματικά απαιτούμενη πλειοψηφία. Τους τελευταίους 5 μήνες πολλές κουρδικές πόλεις και κωμοπόλεις έχουν βομβαρδιστεί και έχουν δεχθεί επιθέσεις από τανκς, ρουκέτες και άλλα βαρέα όπλα. Το πρόσχημα είναι η «καταπολέμηση της τρομοκρατίας», και το αποτέλεσμα είναι ο θάνατος εκατοντάδων αμάχων, η κατεδάφιση δεκάδων χιλιάδων κατοικιών, ενώ εκατοντάδες χιλιάδες κατοίκων έχουν αναγκαστεί να πάρουν το δρόμο της εξορίας. Σε ορισμένες επαρχίες υπάρχει επί μήνες απαγόρευση της κυκλοφορίας και βασικά ανθρώπινα δικαιώματα καταπατούνται συστηματικά.
Αυτήν τη στιγμή βασική προτεραιότητα του Ερντογάν είναι η εγκαθίδρυση ενός προεδρικού συστήματος «τουρκικού τύπου» διακυβέρνησης, και η αλλαγή των συνταγματικών επιταγών, ώστε να γίνει ένας χαλίφης του ισλαμικού κόσμου, να εκλέγεται ως Πρόεδρος αλλά να έχει τις εξουσίες ενός Οθωμανού Σουλτάνου. Τυφλωμένος από αυτήν τη φιλοδοξία είναι αποφασισμένος να κάνει τα πάντα και όλες οι κινήσεις του εντάσσονται στην υλοποίηση αυτού του σχεδίου. Θα συνεχίσει και θα κλιμακώσει την πολιτική βιαιοτήτων εναντίον των Κούρδων. Κύριος στόχος του αυτήν τη στιγμή είναι να ξεφορτωθεί τους βουλευτές του HDP από το τουρκικό Κοινοβούλιο, μέσω άρσης της ασυλίας τους, ενδεχομένως φυλακίζοντας κάποιους από αυτούς, ώστε να αλλάξουν τα ποσοστά στη Βουλή, να κάνει νέες επαναληπτικές εκλογές, προκειμένου να επιτευχθεί η πολυπόθητη πλειοψηφία που χρειάζεται τουλάχιστον για δημοψήφισμα. Χρησιμοποιώντας σαν όπλο το προσφυγικό πρόβλημα, ο Ερντογάν επιδιώκει τη σιωπή των ξένων κυβερνήσεων και των διεθνών οργανισμών για τα όσα κάνει, και υπολογίζει πως θα συνεχίσει να κινείται με τον ίδιο τρόπο, χάρη στην αυτοπεποίθηση που του έχει προσφέρει η βρώμικη συμφωνία που διαπραγματεύτηκε με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Μέσω των ευρέως γνωστών διασυνδέσεων που διατηρεί με τον ISIS στη Συρία, εκμεταλλεύεται σε όφελος των προσωπικών επιδιώξεων του τη γεωπολιτική και στρατηγική θέση της χώρας του.
Παρόλο που τέτοιες πολιτικές δεν μπορούν να είναι αποτελεσματικές για μεγάλο χρονικό διάστημα, απαιτείται πλέον μια άμεση παρέμβαση. Είναι ώρα να πάψει η πολιτική του Ερντογάν που προκαλεί αποσταθεροποίηση σε ολόκληρη την περιοχή, αλλά ακόμα και στην Ευρώπη, και απειλεί τελικά να οδηγήσει σε κανονικό περιφερειακό πόλεμο! Η κουρδική αντίσταση στον Βορρά, στη Ροζάβα και σε άλλες περιοχές αυτήν τη στιγμή εμποδίζει τα σχέδιά του. Ο κουρδικός λαός έχει πετύχει ένα υψηλό επίπεδο συσπειρωμένης αντίδρασης, και έχει καταστεί έτσι ο πιο κρίσιμος παίκτης του μεσανατολικού σκηνικού χάρη στα επιτεύγματά του των τελευταίων χρόνων. Αποτελεί το λαμπερό αστέρι της περιοχής, μια προοδευτική, δημοκρατική, κοσμικού χαρακτήρα, πλουραλιστική και εξισορροπητική δύναμη στο γενικά οπισθοδρομικό μεσανατολικό σκηνικό, εκτός από μια ένοπλη δύναμη.
Οι Κούρδοι μπορούν να αποτελέσουν την εναλλακτική λύση απέναντι στα σκοταδιστικά καθεστώτα της περιοχής, τις φιλοδοξίες του Ερντογάν που ονειρεύεται να γίνει χαλίφης και σουλτάνος, αλλά και τη δράση του ISIS. Οι Κούρδοι μπορούν να αποτελέσουν τον πυλώνα ώστε να υπάρξει νέα αναγέννηση στο ασταθές και χαοτικό περιβάλλον της Μέσης Ανατολής και γι’ αυτό πρέπει να υποστηριχθούν. Οι Κούρδοι, ανέκαθεν καταπιεσμένοι και υφιστάμενοι γενοκτονίες, εξορίες και ξένες επικυριαρχίες, ποτέ, ιστορικά, δεν έδρασαν με τη λογική της αντεκδίκησης. Αντίθετα, υπερασπίζονταν και διακήρυσσαν πάντα την ειρηνική συνύπαρξη και την ισότητα των λαών της περιοχής, καθώς και τα δημοκρατικά ιδεώδη. Η απαίτησή τους για ένα ανεξάρτητο κράτος, όπως και των υπολοίπων λαών στον κόσμο, είναι απολύτως φυσιολογική. Ωστόσο, το σημερινό κουρδικό κίνημα δεν επιδιώκει απλώς την ίδρυση ενός εθνικού κράτους, αδιαφορώντας για το χαρακτήρα που αυτό θα έχει, αλλά επιμένει πως το κράτος αυτό πρέπει να είναι δημοκρατικό, με ισότιμους πολίτες, με σεβασμό στις ανθρώπινες ελευθερίες, πλουραλιστικό και με ανθρωπιστική προσέγγιση.
Ο Fayik Yagizay είναι αντιπρόσωπος του HDP (Peoples’ Democratic Party) στο Συμβούλιο της Ευρώπης, στο Στρασβούργο.