Macro

Κωστής Παπαϊωάννου: Θα παίζουμε μόνο άμυνα;

Η Αριστερά απέναντι στην alt–Right και τη «νέα Δεξιά»

Μιλάμε για την Ακροδεξιά σαν να είναι επικείμενος κίνδυνος. Δεν είναι. Είναι παρούσα, είναι κατάσταση εν εξελίξει, παγιώνει σχέση αντιπροσώπευσης με μεγάλα κοινωνικά στρώματα. Δεν είναι ψήφος διαμαρτυρίας, όπως βολεύονται πολλοί να λένε. Η Ακροδεξιά αποτελεί ήδη –ή γίνεται– «λανθάνουσα» κύρια επιλογή πολλών εκλογέων. Η σχέση τους μ’ αυτήν δεν είναι πια ευκαιριακή, αντέχει στον χρόνο, σε περισσότερες εκλογικές αναμετρήσεις – την παντρεύονται. Κι όταν η Ακροδεξιά είναι εντός της Δεξιάς, όταν κυβερνάει ή ετοιμάζεται να κυβερνήσει, οι εκλογείς δεν αντιλαμβάνονται καν ότι έχουν να κάνουν με ακροδεξιούς. Αυτό συμβαίνει στην Ελλάδα σήμερα.

Προβληματίζομαι για τον όρο «Ακροδεξιά»: δεν μπορεί πια να καλύψει τις ανάγκες αυτής της συζήτησης, το φαινόμενο έχει ξεπεράσει τους όρους που το ονομάτιζαν. Η λέξη «Ακροδεξιά» μπορεί συχνά να αποπροσανατολίζει, άλλοτε καθιστώντας πιο ήπιες τις βίαιες όψεις ενός καθαρού νεοφασισμού, άλλοτε τσουβαλιάζοντας συντηρητικές απόψεις με την ακραία αντιδραστική σκέψη και αυταρχική πρακτική. Ούτε οι νεοναζί είναι σωστό να αποκαλούνται απλά ακροδεξιοί, ούτε πρέπει να φτάνουμε σε έναν άγονο παμφασισμό που βαφτίζει ακροδεξιό ό,τι είναι απέναντι. Και τα δύο είναι προβληματικά.

Γάζα και ΗΠΑ – Όψεις της δυστοπίας

Ζούμε μια πρωτοφανή ιστορική συγκυρία. Παρακολουθούμε ταυτόχρονα σε πλανητική μετάδοση δυο συγκλονιστικά γεγονότα. Στη Γάζα γίνεται ανθρωποσφαγή, μια γενοκτονία live, με τη διεθνή τάξη να ανέχεται την παραβίαση κάθε νομιμότητας και ταυτόχρονα να ασκεί πλανητική πειθάρχηση σε όποιον αντιδρά με το όπλο τού δήθεν αντισημιτισμού. Η διεθνής Ακροδεξιά, ακόμα και το πιο αντισημιτικό τμήμα της, αναδεικνύεται σε σωματοφύλακα της κυβέρνησης του Ισραήλ. Από την άλλη, παρακολουθούμε σε ζωντανή ροή την ταχεία διολίσθηση μιας χώρας σαν τις ΗΠΑ στον αυταρχισμό. Αυτό είναι επίσης συγκλονιστικό. Ποτέ άλλοτε δεν είχαμε τόσα Μέσα για να βλέπουμε ακριβώς πώς μια χώρα παραδίδεται στους εχθρούς της ελευθερίας, βήμα βήμα, θεσμό θεσμό. Οι δυο όψεις ενός νέου δυστοπικού κόσμου, η φονική ακροδεξιά κυβέρνηση του Ισραήλ και η MAGA υπερεξουσία συνδέονται άρρηκτα.

Μεταφασισμός: ο φασισμός του 21ου αιώνα

Είναι αυτό που έρχεται φασισμός; Δεν είναι, με τα ιστορικά συμφραζόμενα του 20ού αιώνα. Από την άλλη, έχει πολλά από τα χαρακτηριστικά του. Παρακολουθούμε σήμερα στις ΗΠΑ μια μαχητική ομπρέλα κινήσεων με παραστρατιωτικές εκφάνσεις. Κι αν δεν έχουμε τον αντικοινοβουλευτισμό του Μεσοπολέμου, τον μιλιταρισμό, την πολεμική επεκτατικότητα και τον εθνοφυλετισμό, έχουμε πολλά άλλα στοιχεία που συγκροτούν τον μεταφασισμό του 21ου αιώνα.

Η alt-Right καταγγέλλει μέρος των οικονομικών και πολιτικών «ελίτ» και αναζητά στήριξη από την εργατική τάξη, εκδηλώνοντας ταυτόχρονα εχθρότητα έναντι του εργατικού κινήματος. Είναι σοβινιστική, αντιμεταναστευτική, ισχυρά τρανσφοβική. Εχθρεύεται το πανεπιστήμιο και την ελευθερία έκφρασης. Προσπαθεί να αλλάξει τους διεθνείς κανόνες. Η «νέα Δεξιά» ασκεί νεοφιλελεύθερη οικονομική πολιτική, εχθρεύεται το κράτος και τη γραφειοκρατία, ανοίγει πόλεμο εναντίον του. Με πρωτοφανή επιθετικότητα εξωθούμαστε στη μετάβαση από τη νεοφιλελεύθερη παγκοσμιοποίηση, που κυριάρχησε επί τριάντα και πλέον χρόνια, σε έναν εθνοκεντρικό αυταρχικό καπιταλισμό, όπου μάλιστα οι παντοδύναμοι δισεκατομμυριούχοι της τεχνο-Δεξιάς επιδιώκουν χωρίς μεσολάβηση να ασκούν πολιτική εξουσία. Η ίδια η πολιτική τάξη υποτάσσεται ή παραγκωνίζεται ως περιττή.

Αυτό είναι το κρίσιμο. Να αναγνωρίσουμε πρώτα καλά το φαινόμενο: τις αρχές της αντιδραστικής, αυταρχικής και αντιφιλελεύθερης σκέψης, την ευθεία απόρριψη της ισότητας και της ανοιχτής κοινωνίας, την παραμορφωτική διχοτομική εικόνα «αγνός λαός εναντίον εχθρών του έθνους», την αναζήτηση εσωτερικών εχθρών, την υπόρρητη ή ρητή υποστήριξη της υπεροχής του έθνους ή της φυλής, την αναγωγή της μετανάστευσης σε στοιχείο πολιτισμικού πολέμου και της αντιμετώπισής της με όρους εισβολής, πολέμου ή θεωριών αντικατάστασης, τη νοσταλγία για το ένδοξο παρελθόν, τις γενικεύσεις περί «διεφθαρμένων πολιτικών» και την αναζήτηση του ισχυρού ηγέτη, την επίθεση στις εργατικές διεκδικήσεις, τα κοινωνικά κινήματα, την αλληλεγγύη, την έννοια των δικαιωμάτων. Δείτε πώς εκφράστηκε αυτό το τελευταίο στην Ελλάδα στην περίπτωση της αποστολής στη Γάζα ή όσων δείχνουν αλληλεγγύη στους πρόσφυγες.

Έχουμε απέναντί μας την τοξική αρρενωπότητα, την πατριαρχία, δυνάμεις που τροφοδοτούν θρησκευτική μισαλλοδοξία, ζηλωτισμό, δυσπιστία προς την επιστήμη, εχθρότητα προς το απροϋπόθετο και αυτόνομο του Πανεπιστημίου. Και με τις εικόνες του στρατού στις αμερικανικές μεγαλουπόλεις, γίνεται σαφές πως μας επιτίθεται ο αυταρχικός αντισυστημισμός, αλλά και η επιβολή του νόμου και της τάξης με κάθε μέσο.

Πώς στεκόμαστε απέναντι στην Ακροδεξιά;

Δεν μπορεί να παίζουμε μόνο άμυνα αντιδρώντας στη δική τους ατζέντα. Η Αριστερά και ο χώρος των δικαιωμάτων έχουν γίνει χώροι άμυνας, δεν παράγουμε κάτι θετικό, κάτι με το οποίο θα ταυτιστεί όποιος μας ακούει. Δεν διεκδικούμε ή δεν κατορθώνουμε να ανοίξουμε τα δικά μας θέματα. Και, με όρους πολιτικής επικοινωνίας και στρατηγικής, δεν παράγουμε κάτι που να μη θυμίζει τον boomer μπάρμπα που κάθισε λίγο να τα πει με τη νεολαία.

Ας σκεφτούμε ποιες είναι οι αιχμές μας. Ποια είναι τα τρία τέσσερα θέματα γύρω από τα οποία καλούμε τον κόσμο να στρατευτεί. Ποια είναι τα θέματα που θα αποτελέσουν τον δικό μας κώδικα επικοινωνίας, όπως του Μαμντάνι στη διεκδίκηση της δημαρχίας στη Νέα Υόρκη, του Σάντερς στην προσπάθεια να συγκροτήσει μαχητική αντιπολίτευση, ή και μέρους ακόμα της γερμανικής Αριστεράς. Αν για τον Μαμντάνι η εστίαση είναι στα θέματα του κόστους ζωής, στις βασικές ανάγκες όπως η στέγαση, οι μεταφορές, η παιδική μέριμνα και τα τρόφιμα, ποια είναι τα δικά μας; Γιατί αν μετατεθεί η συζήτηση εκεί, τότε υποχωρούν οι διχαστικές πολιτικές των ταυτοτήτων, η στείρα ηθικολογία, συρρικνώνεται το πεδίο για τον αντιδραστικό λόγο.

Ποια λάθη κάνουμε απέναντι στην Ακροδεξιά;

Συνεχίζουμε να την αντιμετωπίζουμε με όρους ψήφου διαμαρτυρίας, με μόνο γνώμονα το θυμικό των εκλογέων: απογοητευμένοι, θυμωμένοι, απεγνωσμένοι, τιμωρούν –λέμε– το πολιτικό σύστημα. Φυσικά ισχύει αυτό, αλλά δεν φτάνει. Το πρώτο λάθος οδηγεί στο δεύτερο. Θεωρούμε αυτή την τάση αποκλειστικά αποτέλεσμα διακυβέρνησης: αν αλλάξει η πολιτική, η Ακροδεξιά θα ξεφουσκώσει. Αυτό κυριάρχησε στις αναλύσεις, ιδίως αριστερές, των γαλλικών εκλογών: όλη η ευθύνη για την Ακροδεξιά βαρύνει, λένε, τον Μακρόν. Φυσικά έχει τεράστιες ευθύνες ο Μακρόν, του αξίζει ό,τι παθαίνει. Επί της προεδρίας του κυριάρχησαν η αλαζονεία, ο βοναπαρτικός αυταρχισμός και η ένταση του κοινωνικού αποκλεισμού. Όμως αυτά ήταν αναγκαίο, όχι επαρκές αίτιο.

Το ίδιο ισχύει με το άλλο μας δόγμα: δεν τα λέμε αρκετά αριστερά, πιστεύουν πολλοί, γι’ αυτό ο κόσμος πάει ακροδεξιά. Δεν επιβεβαιώνεται από τα πράγματα ότι μια περιχαράκωση και ριζοσπαστική στεγανή αυτοπραγμάτωση θα προσελκύσει ευρέα στρώματα. Υπάρχει και το άλλο λάθος, το απέναντι: τα λέμε πολύ αριστερά για τη μετανάστευση ή για την εξωτερική πολιτική κι ο κόσμος φοβάται και πάει ακροδεξιά. Ούτε κι αυτό επιβεβαιώνεται, το στρογγύλεμα και η συντηρητική ζυγοστάθμιση δεν βοήθησε την αριστερά. Και, τέλος, ένα τρίτο λάθος: όταν βρίσκουμε τα σκούρα, πέφτουμε στην παγίδα του «παν-φασισμού». Βαφτίζουμε Ακροδεξιά οτιδήποτε φαίνεται πολύ δεξιό. Ανιστόρητο, γιατί δίνει στην Ακροδεξιά μεγαλύτερο μπόι από αυτό που έχει.

Η αναζήτηση στρατηγικής

Οι καιροί της ιδεολογικής πολυτέλειας και των μοναχικών διαδρομών μάλλον παρήλθαν. Ποιο είναι το ζητούμενο; Ένας μεγάλος πόλος που θα προτείνει πειστικές λύσεις με όρους κοινωνικής ανθεκτικότητας και θα διαρρήξει τόσο το δυνάμει λαϊκό ακροατήριο της αντιδραστικής Δεξιάς, όσο και τον πολύτιμο υποστηρικτικό μηχανισμό που λειτουργεί στο ακραίο Κέντρο και παρέχει αφειδώς εχέγγυα δήθεν δημοκρατικότητας στις αντιδημοκρατικές εκφάνσεις της.

Το μπλοκ απέναντι είναι σκληρό. Η Ακροδεξιά επιδιώκει να ορίσει την ατζέντα και –όπου μπορεί– να κυβερνήσει. Μέρος του προγραμματικού της λόγου είναι πλέον επίσημη ευρωπαϊκή πολιτική στο μεταναστευτικό. Η Ακροδεξιά συνδυάζει διπλό λόγο: αφενός, σκληρή ρητορική σε «ταυτοτικά» θέματα ευρωπαϊκού πολιτισμού και αξιών που «κινδυνεύουν», αντιμεταναστευτική, αντι-ΛΟΑΤΚΙ και γενικά «αντι-woke»∙ αφετέρου, σκληρές συστημικές επιλογές στην οικονομία, την πολιτική ασφάλειας, την εξωτερική πολιτική. Και βέβαια, στο βάθος, ετοιμασία για πόλεμο.

Να μην παραβλέπουμε στιγμή πως έχει σπάσει η «υγειονομική ζώνη» του αποκλεισμού, έσπασε το μεταπολεμικό αντιφασιστικό συμβόλαιο και το αντίστοιχο δικό μας της Μεταπολίτευσης: κόμματα της παραδοσιακής Δεξιάς και μερίδα των ΜΜΕ επιλέγουν πολιτικές συμπερίληψης της Ακροδεξιάς, ανακαλύπτουν μια «καλή» εκδοχή Ακροδεξιάς (φιλοευρωπαϊκή, φιλονατοϊκή, φιλελεύθερη), η οποία πλέον αποστιγματίζεται. Με αυτήν μπορούν να συνεργαστούν για να αντιμετωπίσουν την «κακή» Ακροδεξιά, που είναι αντιευρωπαϊκή, ρωσόφιλη και θετική στην κρατική παρέμβαση στην οικονομία.

Επίδραση ασκεί και στους πολιτικούς της αντιπάλους, διαμορφώνεται μια «δεξιά Αριστερά», οικονομικά προοδευτική, αλλά πολιτικά-πολιτισμικά συντηρητική και αντιμεταναστευτική: Βάγκεκνεχτ στη Γερμανία, Κίνημα «Πέντε Αστέρων» στην Ιταλία, ακόμα και τμήματα της ελληνικής Αριστεράς που υιοθετούν αντιδραστικά και ηθικολογικά σχήματα.

Μπορεί η εναλλακτική να είναι μια γενικόλογη στρογγυλή πατριωτική κεντρο-Αριστερά όπου χίλιοι καλοί χωράνε; Μάλλον όχι. Μπορεί να είναι μια πουριτανική, καθαρή και αμόλυντη Αριστερά; Μάλλον όχι, επίσης. Εκεί βρισκόμαστε σήμερα, στις δύο αυτές αρνήσεις.

Σε αυτές προστίθεται ένας νεοαρχηγισμός με αλλαγή ετικέτας και συσκευασίας, χωρίς η νέα συσκευασία να αναγράφει τίποτα για το περιεχόμενο του προϊόντος. Μου φαίνεται αδιανόητη μια μεσσιανική λογική που αναμένει εκ των προτέρων αποδοχή χωρίς καμιά απολύτως δέσμευση ή διευκρίνιση προθέσεων και θέσεων. Το «ευλογημένος ο Ερχόμενος» είναι κατώτερο των περιστάσεων, ενέχει όλα τα σπέρματα των αποτυχιών του παρελθόντος.

Ζόρικα τα πράγματα. Όχι χαμένα από χέρι, αλλά δύσκολα. Και επειδή νιώθουμε φόβο και ανασφάλεια, κάνουμε το σφάλμα να παίρνουμε τις μάχες που κερδίζονται σε επίπεδο κοινωνικής διαμαρτυρίας σαν τον πόλεμο. Η μεγάλη εικόνα είναι άλλη, απέχει από τον δικό μας σοσιαλμιντιακό μικρόκοσμο που παραμορφώνει την ηχώ του έξω κόσμου.

Η απόπειρα μιας δικής μας ατζέντας

Το στοίχημα, λοιπόν, είναι η αναζήτηση των βασικών πεδίων για προγραμματικές συγκλίσεις. Ενδεικτικά θέματα: δημόσια αγαθά, δημόσια υγεία, αντιμετώπιση ακρίβειας και φτώχειας, προστασία της εργασίας, καταπολέμηση της Ακροδεξιάς ως αυτοτελές πολιτικό ζητούμενο, παραγωγικό μοντέλο, σχέση οικονομίας, υπερτουρισμού και κλίματος. Μπορεί άλλος να προτείνει άλλες θεματικές, αλλά δεν βρίσκω πώς αλλιώς θα προχωρήσουμε αν όχι με συζήτηση για λίγα και σοβαρά θέματα.

Η μάχη ειδικά απέναντι στην Ακροδεξιά προϋποθέτει να επαναπροσδιορίσουμε την έννοια «ασφάλεια», να της δώσουμε το πλήρες της περιεχόμενο και να παύσει να ταυτίζεται με την ασφάλεια της Δεξιάς με το πηλήκιο. Να επανοικειοποιηθούμε δηλαδή την ασφάλεια που καπηλεύονται όσοι έχουν κατασκευάσει συνθήκες καθολικής επισφάλειας. Ας αναλογιστούμε μια πρόταση βασισμένη σε μια πενταπλή ασφάλεια:

βιοτική ασφάλεια και αντιμετώπιση φτώχειας, μέτωπο υπέρ της φορολόγησης του πλούτου.
κλιματική ασφάλεια και πρόσβαση στα οικουμενικά κοινά. Συλλογική προσαρμογή και ανθεκτικότητα στην κλιματική κρίση.
γεωπολιτική ασφάλεια στη γειτονιά μας. Στη βάση διεθνών κανόνων δικαίου να πούμε δυνατά ότι δεν έχουμε πάντα δίκιο σε όλα, για να είμαστε πειστικοί σε όσα έχουμε δίκιο.
ασφάλεια του κράτους δικαίου και της δημοκρατίας.
έμφυλη ασφάλεια, ισότητα, προστασία των ευάλωτων ομάδων.

Σκέφτομαι δυο επάλληλους σχεδιασμούς. Απέναντι στην Ακροδεξιά, τον υπερπατριωτικό εθνολαϊκισμό του Βελόπουλου, τον ελληνοτραμπισμό της Λατινοπούλου, τον υπερορθόδοξο σκοταδισμό της Νίκης, ως τα νεοφασιστικά ορφανά της ΧΑ, χρειάζεται το ευρύτερο δυνατό μέτωπο. Μια συσπείρωση διαρκής, με πολιτικές δυνάμεις με τις οποίες καθένας και καθεμιά μπορεί να νιώθει ότι τους χωρίζουν πολλά. Αυτή είναι η έννοια της συσπείρωσης. Δε χωράει εκεί πουριτανισμός, σεχταρισμός, απομόνωση, ιδεολογική καθαρότητα. Είναι συσπείρωση σε επαγγελματικά και επιστημονικά σωματεία, σε δήμους, σε κάθε πεδίο της δημόσιας σφαίρας.

Απέναντι στην κυβερνώσα Δεξιά τα πράγματα είναι πιο δύσκολα. Χρειάζονται πολιτικές συγκλίσεις, ανοιχτοί διαυλοι συναινέσεων και ανοχών. Φυσικά, θα υπάρξουν αποκλεισμοί και αυτοεξαιρέσεις, έτσι γίνεται πάντα. Αλλά πρέπει να επιχειρηθεί η αναζήτηση κοινών τόπων με σκοπό τη διαμόρφωση εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης.

Έχω επίγνωση των τεράστιων δυσκολιών που καθιστούν κάθε τέτοιο εγχείρημα σχεδόν αδύνατο. Δύσκολα μπορεί να συνομιλήσει κανείς με μια δύναμη που προσδιορίζεται ως σοσιαλδημοκρατική, αλλά δεν καταψηφίζει το νομοσχέδιο Πλεύρη για την άρση του ασύλου. Έχω επίγνωση πόσο δυσκολεύουν τη συζήτηση κόμματα της Αριστεράς που υπερψηφίζουν την αγορά κι άλλων φρεγατών στην Ελλάδα. Το ίδιο τη δυσκολεύουν δυνάμεις που δεν θέλουν ούτε σταγόνα κυβερνητικής εμπειρίας του 2015-2019 στο κοκτέιλ τους. Αλλά μας δυσκολεύουν πολύ και πρόσωπα που αντιλαμβάνονται έναν ιστορικό πολιτικό χώρο ως πεδίο άσκησης προσωπικής ιδιοκτησιακής στρατηγικής και επιζητούν εκ των υστέρων και εν λευκώ δικαίωση εφ’ όλης της πολιτικής τους ύλης. Πολύ μας δυσκολεύουν όλα τούτα. Αλλά παρ’ όλα αυτά, πρέπει να επιχειρήσουμε τη συνεννόηση. Θέτοντας όρους, διατυπώνοντας όρια, προθέσεις και πρϋποθέσεις. Δεν έχουμε άλλη επιλογή, εκτός αν παραδοθούμε μοιρολατρικά στο απευκταίο.

Μια αναγκαία διευκρίνιση: Οι φωνές της αντιπολιτικής είναι δυνατές και ελκυστικές, αλλά απαιτείται καθαρή απόρριψή τους. Εξηγούμαι: Είναι άλλο πράγμα η ολόψυχη υποστήριξη στο κίνημα των συγγενών αναφορικά με τη διερεύνηση του εγκλήματος στα Τέμπη, και άλλο μια πιθανή κομματική του μετεξέλιξη με αντιπολιτική γόμωση. Με το πρώτο μαζί, στο δεύτερο απέναντι. Να είμαστε καθαροί εκεί, γιατί σε καιρούς ξηρασίας είναι ελκυστική η παλίρροια της αντιπολιτικής.

Συνοψίζοντας, μιλάμε σχηματικά για δυο ομόκεντρους κύκλους, μια μεγαλύτερη πολιτική συμπερίληψη στην έννοια του μετώπου κατά της Ακροδεξιάς και αναγκαστικά δυσκολότερες συγκλίσεις στην προσπάθεια εναλλακτικής διακυβέρνησης. Η συλλογιστική αυτή γίνεται πολύ πιο δύσκολη γιατί δεν υπάρχει σαφής διαχωρισμός Δεξιάς και Ακροδεξιάς. Η κυβέρνηση έχει ακροδεξιά συνιστώσα, η κυβερνητική ρητορική απευθύνεται συχνά σε ακροδεξιά αντανακλαστικά. Αυτός είναι όμως ο λόγος που πρέπει να επιχειρηθεί. Μπροστά μας διαμορφώνεται ήδη ορατή η προοπτική δεξιάς κυβέρνησης με ακροδεξιά κοινωνική και πολιτική αντιπολίτευση. Σε αυτό το ενδεχόμενο δεν μπορεί να μην υπάρχει πολιτική απάντηση.

Σημαίνει αυτό συγχωροχάρτι και πολιτική αμνηστία για τις πρόσφατες πολιτικές διαδρομές καθενός και καθεμιάς; Όχι. Αλλά να σκεφτούμε τι θα σήμαινε η επιδίωξη ιδεολογικής καθαρότητας και η απαίτηση δηλώσεων μετανοίας σε καιρούς μεγάλων κρίσεων. Ας φανταστούμε πως μπαίναμε σήμερα σε ένα παιχνίδι χρονομηχανής και βρισκόμασταν μπροστά στη δυνατότητα ενός αποτελεσματικού μετώπου απέναντι στην άνοδο του φασισμού στον Μεσοπόλεμο. Ας φανταστούμε ότι ο ένας ζητούσε από τον άλλο πιστοποιητικά ιδεολογικής καθαρότητας ενώ η φασιστική μηχανή μαρσάριζε. Ιστορικό έγκλημα θα το χαρακτηρίζαμε, αυτοχειρία. Ας φανταστούμε πώς θα φαντάζουν τα δικά μας λάθη, οι αδράνειες ή αγκυλώσεις, σε μερικά χρόνια, αν τα πράγματα οδηγηθούν όντως στην επικράτηση των τεράτων.

Η ΕΠΟΧΗ