Τα μεσημεριανάδικα ασχολούνται με την παιδική προστασία για έναν και μόνο λόγο: η Κιβωτός του Κόσμου είναι τηλεοπτικό προϊόν που πουλάει. Τα έχει όλα: μυστήρια, οικονομικά σκάνδαλα, οσμή σεξουαλικής κακοποίησης ανηλίκων. Έχει ένα είδωλο που γκρεμίζεται, το ίδιο είδωλο που έκαναν μικρό επίγειο θεό αυτές οι εκπομπές. Τώρα τον κάνουν δαίμονα. Έχει επίσης μια γυναικεία μορφή που προβάλλεται -τι σταθερό κι ακλόνητο στερεότυπο- σαν ο σατανικός εγκέφαλος που κινούσε τα νήματα.
Δε θα σταθούμε άλλο στην υπόθεση που ερευνάται από τη δικαιοσύνη. Μπορούμε όμως με αφορμή την Κιβωτό να θυμηθούμε όσα θα έπρεπε να αποτελούν κοινό τόπο αναφορικά με την παιδική προστασία.
Ίδρυμα και παιδική προστασία είναι έννοιες ασύμβατες. Όχι για ένα ίδρυμα με σταθερά μοτίβα κακοποίησης (όπως αυτά που τώρα καταγγέλλονται) αλλά κάθε ίδρυμα είναι δομικά, καταστατικά σχεδόν, αδύνατο να προσφέρει πραγματική προστασία. Ακόμα και ένα «καλό» ίδρυμα κακοποιεί επειδή ιδρυματοποιεί. Πόσω μάλλον βέβαια αν είναι χώρος όπου ασκούνται συστηματικά κακοποιητικές πρακτικές.
Προσωποπαγή σχήματα στον χώρο της παιδικής προστασίας έχουν ως δομικό στοιχείο τις σχέσεις εξουσίας και εξάρτησης. Και προσωποπαγές σχήμα δεν ήταν βέβαια μόνο η Κιβωτός. Υπάρχουν κι άλλες οργανώσεις με τέτοια προσωποπαγή δομή, σε όλους γνωστές. Υπάρχουν κι άλλες οργανώσεις με έναν ιδρυτή, αρχηγό, εκπρόσωπο ενώπιον θεού και ανθρώπων. Δηλαδή έναν μικρό θεό για τροφίμους και εργαζομένους που αποφασίζει χωρίς λογοδοσία και αντίλογο. Που μοιράζει την εύνοια ή τη δυσμένειά του, που επιβραβεύει και τιμωρεί κατά το δοκούν. Μια συνήθως μεγάλη δομή χωρίς καμιά συλλογική διαδικασία, καμιά συμμετοχή της κοινότητας του ιδρύματος, καμιά αλληλεπίδραση με την τοπική κοινωνία. Όταν λοιπόν ακούω κάποιον που περιφέρεται στα μίντια και λέει «ξέρω όλα τα παιδιά με το μικρό τους όνομα, αγαπάω κάθε παιδί σαν να ήταν δικό μου παιδί» και άλλα τέτοια βαρύγδουπα, κουμπώνομαι. Γιατί η παιδική προστασία δε θέλει pop idols της φιλανθρωπίας.
Όταν ακούω πολλή φιλανθρωπία επίσης κουμπώνομαι. Γιατί η φιλανθρωπία βασίζεται στην ανισοτιμία, στη διαιώνιση της εξάρτησης. Βασίζεται στον οίκτο, όχι στην ενσυναίσθηση και την αλληλεγγύη. Βασίζεται στον «ευαίσθητο πλούσιο». Και βλέπουμε μια κρατική πολιτική που με την παρούσα κυβέρνηση ταυτίζεται με την προσφυγή σε πλούσια πρόσωπα και πλούσια ιδρύματα που θα αναλάβουν πρωτοβουλίες φιλανθρωπίας.
Τι χρειαζόμαστε; Πράξεις με «αειφόρο αλληλεγγύη», πράξεις που γεννάνε διαρκώς τη συνέχειά τους ανεξαρτήτως προσώπων, κινήσεις που δε θα είναι θνησιγενώς συναρτημένες από τη βούληση και την αυτοπροβολή μιας κυρίας του καλού κόσμου ή ενός καλού πλούσιου κυρίου. Αλλά το ξέρουμε, η υφυπουργός Εργασίας αρμόδια για θέματα Πρόνοιας και Κοινωνικής Αλληλεγγύης φροντίζει με τον τρόπο της να το θυμίζει: η δουλειά υποδομής στις αναδοχές και τις υιοθεσίες και η αποϊδρυματοποίηση δεν προσφέρουν προβολή και λάμψη.
Έχουμε 1600 παιδιά σε ιδρύματα. Κι ας είναι τα ιδρύματα εχθρός της πραγματικής παιδικής προστασίας. Κι ας είναι τα ιδρύματα μια «τεχνολογία κοινωνικής πρόνοιας» που διεθνώς εγκαταλείπεται. Τι χρειαζόμαστε; Μικρές μονάδες οικογενειακού τύπου, δομές με εξειδικευμένο προσωπικό. Χρειαζόμαστε να τηρούνται όσα νομοθετήθηκαν: διαφάνεια, μητρώα των παιδιών στις δομές, υποχρεωτικά ατομικά σχέδια οικογενειακής αποκατάστασης. Αλλά αυτά θέλουν δουλειά μακριά από γκαλά και συνεντεύξεις τύπου. Θέλουν δίκτυα κοινωνικών κοινοτικών υπηρεσιών με σύγχρονα εργαλεία έγκαιρης παρέμβασης προληπτικού χαρακτήρα. Αντ’ αυτού, έχουμε κατακερματισμό των υπηρεσιών, παράλληλα δίκτυα που δε συναντούνται, υποστελέχωση, εργαζόμενους με συμβάσεις χωρίς συνέχεια ή σε απόλυτη εργασιακή επισφάλεια. Την ίδια ώρα, η απειλή της κακοποίησης δεν είναι η εξαίρεση. Το λέει ο Γιώργος Νικολαΐδης, διευθυντής Ψυχικής Υγείας και Κοινωνικής πρόνοιας του Ινστιτούτου Υγείας του Παιδιού: «Το 85% των παιδιών που θα τοποθετηθούν σε ένα ίδρυμα, ακόμη και στο καλύτερο, την πρώτη εβδομάδα ή μήνα, θα ξαναθυματοποιηθεί σωματικά από τα άλλα παιδιά ενώ το 25-30% θα κακοποιηθεί σεξουαλικά».
Είναι εντυπωσιακός ο τρόπος που κάθε φορά ΜΜΕ και κοινωνία «πέφτουμε από τα σύννεφα» για πράγματα που ήταν προφανή από την αρχή. Γιατί αρκούσε να δει κανείς τα μοντέλα συμπεριφοράς που αναπαράγουν δημόσια τέτοιες δομές προστασίας σαν την Κιβωτό για να είναι τουλάχιστον πολύ καχύποπτος, αν όχι βέβαιος για τις ιεραρχικές σχέσεις εξάρτησης και τις κακοποιητικές πρακτικές στο εσωτερικό τους.
Και κάτι τελευταίο: ειδικά η Εκκλησία δεν πείθει καθόλου για την δήθεν άγνοια και την αθωότητά της ως προς τέτοια περιστατικά. Έχει μακρά πείρα συγκάλυψης τέτοιων μορφών σεξουαλικής και άλλης κακοποίησης. Τουλάχιστον ας μην κοροϊδευόμαστε κατάμουτρα.
Κωστής Παπαϊωάννου, τ. ΓΓ Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, εκπαιδευτικός