Macro

Κώστας Καλλωνιάτης: Τι δεν μας λένε για την οικονομία

Η ΕΠΙΚΛΗΣΗ ΤΟΥ ΠΡΟΣΩΡΙΝΟΥ στην εποχή της αβεβαιότητας φαίνεται να είναι το μόνιμο άλλοθι των κυβερνώντων για όσα άσχημα συμβαίνουν. Προσωρινή είπαν αρχικά πως θα ήταν η πανδημία, αλλά η πανδημία συνεχίζεται ακάθεκτη. Προσωρινή είπαν πως θα ήταν η μείωση της πλήρους απασχόλησης, αλλά να που αυτή συνεχίζεται φέτος ασταμάτητη. Προσωρινός λένε είναι ο πληθωρισμός, αλλά ο πληθωρισμός συνεχίζει ανοδικά, παρά την όψιμη οικονομική επιβράδυνση.

Αυτή η επίκληση του προσωρινού εγκαταλείπεται, βεβαίως, όταν τα νούμερα βελτιώνονται. Η ισχυρή ανάκαμψη του β’ τριμήνου 16,2% και η συνακόλουθη λογική αναβάθμιση της αύξησης του ΑΕΠ σε 5,9% για το σύνολο του 2021 μεταλλάσσεται σε ξεκίνημα μιας νέας εποχής ευημερίας για τη χώρα: «Μπορεί να υπάρχουν ακόμα ανησυχίες, μπορώ να σας πω όμως με απόλυτη βεβαιότητα ότι βρισκόμαστε στην αρχή ενός μεγάλου, ενός σημαντικού αναπτυξιακού κύκλου για τη χώρα μας (πρωθυπουργός στη ΔΕΘ).

Ποια είναι, λοιπόν, η σκοτεινή πλευρά της οικονομίας που αποσιωπάται;

Η κρίση χρέους που χρεοκόπησε την Ελλάδα το 2009 δεν έχει περάσει, ενώ το δημόσιο χρέος αυξήθηκε στο 206% του ΑΕΠ. Η αποπληρωμή του χρέους ρυθμίστηκε ώς το 2032, αλλά προϋποθέτει πρωτογενή πλεονάσματα μετά το 2022, που περιορίζουν τον δημοσιονομικό χώρο για άσκηση υποστηρικτικής πολιτικής και είναι αμφίβολο αν η οικονομική ανάπτυξη θα μπορεί να τα προσφέρει.

Επιπλέον, τα μηδενικά επιτόκια που επιτρέπουν σήμερα στην Ελλάδα να αναχρηματοδοτεί φθηνά το χρέος της, αναπότρεπτα, κάποια στιγμή θα αυξηθούν, καθώς θα περιορίζεται η επεκτατική νομισματική πολιτική των κεντρικών τραπεζών. Οι ισολογισμοί των οποίων έχουν εκτιναχθεί σε επίπεδα – ρεκόρ, με την ηλεκτρονική εκτύπωση νέου χρήματος να τροφοδοτεί τις ήδη υπερτιμημένες αγορές περιουσιακών στοιχείων (μετοχές, ομόλογα, ακίνητα), με συνέπεια η παγκόσμια οικονομία να κάθεται σήμερα πάνω στα αναμμένα κάρβουνα μιας πλειάδας από αγορές – φούσκες. Μία απλή κίνηση αύξησης των επιτοκίων από τη Fed είναι ικανή να γκρεμίσει τον πύργο από τραπουλόχαρτα των αγορών αυτών.

Πυροκροτητής σε μια αύξηση των επιτοκίων και συνακόλουθης κατάρρευσης της πυραμίδας χρεών θα είναι μια περαιτέρω κλιμάκωση του πληθωρισμού, πηγή του οποίου είναι τόσο η αύξηση της ζήτησης μετά τον εγκλεισμό που προκάλεσε η πανδημία όσο και η αδυναμία ανταπόκρισης της προσφοράς, λόγω της έλλειψης εργατικών χεριών (βλ. πανδημία), αλλά και πρώτων υλών ή βιομηχανικών υλικών (π.χ. ημιαγωγοί). Σημειώνουμε πως οι τιμές χονδρικής στη Γερμανία αυξήθηκαν κατά 12,3% σε ετήσια βάση τον Αύγουστο του 2021, το υψηλότερο ποσοστό από τον Οκτώβριο του 1974, ενώ οι πληθωριστικές προσδοκίες των καταναλωτών στις ΗΠΑ για το επόμενο έτος αυξήθηκαν για 10ο συνεχόμενο μήνα στο 5,2%, τον Αύγουστο.

Στην Ελλάδα, βέβαια, ο πληθωρισμός (1,9%) είναι χαμηλότερος αυτού της ευρωζώνης (3%) και των ΗΠΑ (5%). Ομως, αυξάνεται πολύ ταχύτερα, αφού το χάσμα των 3 ποσοστιαίων μονάδων που υπήρχε από τον πληθωρισμό της ευρωζώνης, τον Γενάρη 2021, είχε περιοριστεί σε μία μονάδα τον Αύγουστο. Επειδή, δε, στη βάση των πληθωριστικών πιέσεων είναι οι αυξήσεις των ενεργειακών τιμολογίων (βλ. αύξηση 21% της τιμής της βενζίνης το 9μηνο Οκτωβρίου ’20 – Ιουλίου ’21) και η Ελλάδα είναι πολύ περισσότερο εξαρτημένη από τις εισαγωγές ενέργειας (μεταξύ 2014 και 2019 ο βαθμός ενεργειακής εξάρτησης της χώρας αυξήθηκε από 65,4% σε 74,1%, όταν της Ε.Ε.19 αυξήθηκε μόλις από 60,1% σε 65,3%), η ελληνική ευαισθησία στις εξωγενείς πληθωριστικές πιέσεις είναι σαφώς μεγαλύτερη.

Οσον αφορά τα θεμελιώδη οικονομικά μεγέθη, πρέπει να τονιστεί πως ο ακαθάριστος σχηματισμός παγίου κεφαλαίου ως ποσοστό του ΑΕΠ παραμένει πολύ χαμηλός (11,4% το α’ εξάμηνο ’21, όταν παγκοσμίως και πανευρωπαϊκά είναι γύρω στο 23%). Μετά τον Απρίλιο έχουμε δε σημαντική επιβράδυνση των ρυθμών αύξησης της μεταποιητικής και βιομηχανικής παραγωγής, των λιανικών πωλήσεων, όπως και αισθητή επιδείνωση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης. Επίσης, στο α’ 7μηνο ’21, έχουμε ετήσια αύξηση του ελλείμματος Γεν. Κυβέρνησης κατά 2 δισ. και του πρωτογενούς ελλείμματος κατά 1,5 δισ.

Το πόσο ευάλωτη είναι η θέση των νοικοκυριών φαίνεται από τη σχέση του χρέους τους προς το ΑΕΠ, που από 53,5% το γ’ 3μηνο 2019 ανήλθε σε 59% το δ’ 3μηνο 2020, αντιστρέφοντας την προηγούμενη τάση μείωσής του. Επίσης, φαίνεται από το γεγονός ότι το μέσο ωριαίο κόστος εργασίας στην Ελλάδα ως προς το αντίστοιχο της ευρωζώνης μειώθηκε κατά 14,6 ποσοστιαίες μονάδες στο διάστημα 2008-2020, ώστε να μη δικαιολογεί άλλες πολιτικές λιτότητας. Τέλος, η ευάλωτη θέση των νοικοκυριών καταγράφεται στη διαφορά μισθού και κόστους διαβίωσης (μαζί με το νοίκι) που στην Ελλάδα είναι αρνητική και η 2η χειρότερη μεταξύ των χωρών της νότιας Ευρώπης (βλ. γράφημα).
Ομως και η κατάσταση των επιχειρήσεων δεν είναι καθόλου καλή, μετά την τεράστια κάμψη του τζίρου τους, το 2020 και το α’ 3μηνο 2021, με εξαίρεση τις πολύ μεγάλες (βλ. κέρδη για 60% των εισηγμένων το 2020).

Επισημαίνεται πως τα δάνεια προς τον ιδιωτικό τομέα στην Ελλάδα, τον Ιούλιο 2021, ήταν μειωμένα κατά 8 δισ. περίπου σε ετήσια βάση, όταν στην Ευρώπη τα δάνεια αυξάνονταν. Επίσης, το μέσο τραπεζικό επιτόκιο δανεισμού στην Ελλάδα ήταν, τον περασμένο Ιούνιο, 2,64%, έναντι -0,42% αντίστοιχα στην Ε.Ε.

Ομως και η κατάσταση των ελληνικών τραπεζών, οι οποίες προσπαθούν όπως όπως να ξεφορτωθούν στα funds τα «κόκκινα» δάνεια σε εξευτελιστικές τιμές (βλ. επικείμενους πλειστηριασμούς), εμφανίζεται σημαντικά εξασθενημένη στους ισολογισμούς τους, όταν στην Ε.Ε. εμφανίζεται ενισχυμένη.

Τέλος, η αύξηση των τιμών των κατοικιών, η οποία παρασύρει ανοδικά και τα ενοίκια (αφορούν το 30% περίπου των νοικοκυριών), έχει ως αποτέλεσμα την επιβάρυνση του πληθωρισμού και της τσέπης μεγάλου μέρους των μισθωτών.

ΜΕ ΟΛΑ ΑΥΤΑ κατά νου και την υγειονομική, κλιματική και οικονομική κρίση εν εξελίξει, είναι τουλάχιστον αδόκιμο να ισχυριστεί κανείς με «απόλυτη βεβαιότητα» τον ερχομό ενός νέου αναπτυξιακού κύκλου.
Ο Κώστας Καλλωνιάτης είναι οικονομολόγος