Στην πορεία για το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ διεξάγεται ένας πλούσιος διάλογος, μεταξύ άλλων, σχετικά με τον αναγκαίο μετασχηματισμό του κόμματος. Συμβολή σ’ αυτόν είχε ένα πρόσφατο ενδιαφέρον κείμενο τριών προβεβλημένων στελεχών της ηγεσίας μας (Ν. Παππάς, Χρ. Σπίρτζης, Κ. Ζαχαριάδης) υπό τον τίτλο «Για το πολιτικό μας σχέδιο – Μία διεύρυνση αμφίπλευρη πολιτικά, πολύπλευρη κοινωνικά». Στο κείμενο αυτό, αφού σωστά γενικά περιγράφουν την πολιτική συγκυρία και το δρόμο προς το συνέδριο με αναφορές στο πολιτικό σχέδιο και το πρόγραμμα (αλλά χωρίς κάποια ουσιαστική ανάλυση), επικαλούνται την πολιτική διακήρυξη για να δηλώσουν την ανάγκη μετασχηματισμού του κόμματος σε μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη.
Συγκεκριμένα παραθέτουν ένα απόσπασμα της πολιτικής διακήρυξης (κάλεσμα σε νέα μέλη) του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ το κρίσιμο σημείο του οποίου είναι: «Τώρα είναι η σειρά μας να εμπιστευτούμε τον κόσμο που μας εμπιστεύτηκε. Όλοι μαζί να δημιουργήσουμε μια σύγχρονη αριστερή προοδευτική παράταξη, που θα εκφράζει τα όνειρα και τις ανάγκες του δημοκρατικού προοδευτικού κόσμου» για να δηλώσουν αμέσως μετά: ‘Θα δώσουμε λοιπόν όλες μας τις δυνάμεις, ώστε: «ο ΣΥΡΙΖΑ και η Προοδευτική Συμμαχία να μετασχηματιστούν σε μια μεγάλη προοδευτική δημοκρατική παράταξη, με ευθύνη για το παρόν και το μέλλον του τόπου».’
Δεν μπορούμε παρά να επισημάνουμε μία στρέβλωση της πραγματικότητας που εδώ υπάρχει και αφορά την τελευταία πρόταση που οι συντάκτες βάζουν σε εισαγωγικά, αφήνοντας να εννοηθεί πως πρόκειται για συνέχεια του αποσπάσματος της πολιτικής διακήρυξης που προηγήθηκε. Στρέβλωση, δε, είναι για τον απλό λόγο ότι δεν υπάρχει στην πολιτική διακήρυξη παρόμοια αναφορά. Αν αυτή προκύπτει από κάποιο άλλο επίσημο κείμενο του κόμματος, που δεν νομίζουμε, θα έπρεπε να αναφερθεί και όχι να αποδίδεται στην πολιτική διακήρυξη, την ομόφωνα ψηφισμένη, όπως εμφατικά τονίζουν για να υποστηρίξουν τον δεσμευτικό χαρακτήρα της πρότασης αυτής.
Ανεξάρτητα, πάντως, από την εν λόγω διατύπωση, η ουσία της διαφωνίας μας βρίσκεται στο ότι είναι άλλο πράγμα να λέμε πως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα δημιουργήσει με όλους τους δημοκράτες, αριστερούς και προοδευτικούς πολίτες ή φορείς μία σύγχρονη προοδευτική παράταξη, ένα είδος πολιτικής και κοινωνικής συμμαχίας, που θα είναι και η βάση μιας μελλοντικής προοδευτικής διακυβέρνησης, και είναι άλλο πράγμα να λέγεται πως ο ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ θα μετασχηματιστεί ο ίδιος σε προοδευτική παράταξη. Γιατί λίγο-πολύ είναι σε όλους μας γνωστή η διαφορά κόμματος και παράταξης από τα μαθητικά και φοιτητικά μας χρόνια ή την συνδικαλιστική μας εμπειρία. Στην παράταξη η όποια λειτουργία είναι πολύ χαλαρή και φιλελεύθερη, ενώ συμμετέχουν φίλοι, συμπαθούντες και οπαδοί χωρίς αυστηρό πολιτικό πλαίσιο αρχών, δεσμεύσεων και υποχρεώσεων, ενώ στο κόμμα εκτός από δικαιώματα τα μέλη αναλαμβάνουν συγκεκριμένα καθήκοντα στη βάση των αξιών, των αρχών και των καταστατικών δεσμεύσεων του κόμματος που οφείλουν να τηρούν.
Έτσι, μολονότι, η συμφωνία με το ‘κείμενο των τριών’ για την ανάγκη ανοίγματος και μαζικοποίησης του κόμματος προκειμένου να αντιστοιχηθεί με την κοινωνική του επιρροή και βάση είναι δεδομένη και αδιαμφισβήτητη, ο τρόπος με τον οποίο αυτοί προτείνουν να το επιχειρήσουμε μας βρίσκει εντελώς αντίθετους. Γιατί οδηγεί στην τυπική και ουσιαστική αυτοδιάλυση του κόμματος, σε ένα ασπόνδυλο και άνευρο πολιτικό μόρφωμα, σε ένα κόμμα-χυλό όπου το μόνο που θα απομένει και θα ξεχωρίζει θα είναι ένας κεντρικός γραφειοκρατικός μηχανισμός.
Αν χρειαζόμαστε ένα μαζικό αριστερό δημοκρατικό και προοδευτικό κόμμα με πολλά νέα αλλά συνειδητοποιημένα μέλη είναι γιατί ακριβώς μόνο μία οργανωμένη και συγκροτημένη ταξικά και πολιτικά δύναμη όπως είναι ένα αριστερό κόμμα θα μπορέσει να παρέμβει στα κοινωνικά κινήματα και να τα ενεργοποιήσει στην κατεύθυνση του κοινωνικού, δηλαδή του οικο-σοσιαλιστικού μετασχηματισμού, παρακάμπτοντας και υπερπηδώντας τις σοβαρές αντιστάσεις που προβάλλουν τα οργανωμένα οικονομικά συμφέροντα του αστικού συστήματος, όπως αυτά τα κατέδειξε η πρόσφατη εμπειρία μας της διακυβέρνησης 2015-2019. Καμία παράταξη φίλων και οπαδών ή αόρατων-ψηφιακών μελών δεν αποτελεί παρόμοια δύναμη κοινωνικής αλλαγής, μάρτυρας αδιάψευστος η ιστορία.
Το να λέμε, όπως εσφαλμένα κάνουν οι τρεις σύντροφοι, πως «στρατηγική μας είναι η διεύρυνση, η ανασυγκρότηση και ο μετασχηματισμός» (του κόμματος), είναι σαν να κοιτάμε το δάχτυλο αντί για τη Σελήνη που αυτό μας δείχνει. Στρατηγική μας είναι ο τρόπος, το σχέδιο (πρόγραμμα, ταξικές και πολιτικές συμμαχίες) με το οποίο θα πορευτούμε για τον μετασχηματισμό της κοινωνίας, όχι το εργαλείο-όχημα του κόμματος που το υπηρετεί. Και ο καλύτερος τρόπος για να υπηρετήσει αυτό το σχέδιο, αυτή την στρατηγική το κόμμα, είναι να καταφέρει να ενώσει σε συνειδητή πολιτική δύναμη τις καταπιεζόμενες τάξεις (εργατική, μικροαστική) που εκπροσωπεί και των οποίων τη χειραφέτηση επιδιώκει. Γιατί αυτό που χαρακτηρίζει τον καπιταλιστικό τρόπο παραγωγής με την κοινωνική διαίρεση της εργασίας είναι η ανομοιομορφία τόσο της παραγωγής και των οικονομικών συνθηκών, όσο και των υποτελών τάξεων που εκμεταλλεύεται και οι οποίες αποτελούν την κινητήρια δύναμη αυτής της παραγωγής. Ανομοιομορφία και ανισότητα τόσο μεταξύ όσο και εντός των τάξεων.
Επειδή, όμως, οι συνθήκες ύπαρξης των ανθρώπων καθορίζουν σε τελευταία ανάλυση και τη συνείδησή τους, γι’ αυτό στους κόλπους κάθε τάξης, οι άνθρωποι που ανήκουν σε αυτή δεν έχουν ενιαία συνείδηση. Αυτός ακριβώς είναι και ο λόγος που βλέπουμε την εργατική τάξη, από την άποψη της ταξικής της συνείδησης (δηλαδή από την άποψη της συνειδητοποίησης των διαρκών κοινών συμφερόντων της) να παρουσιάζεται διαιρεμένη σε τόσες τάσεις, ρεύματα και ιδεολογικές και πολιτικές κατευθύνσεις. Την αδυναμία αυτή του μετώπου της εργασίας έρχεται να καλύψει το κόμμα. Αυτοί είναι οι λόγοι της δημιουργίας των κομμάτων και των οργανώσεών τους. Για τη, δε, σημερινή δυσπιστία μεγάλου μέρους της κοινωνίας απέναντι στα πολιτικά κόμματα δεν ευθύνεται το «κομματικό φαινόμενο» ως τύπος οργάνωσης, αλλά η πολιτική των κομμάτων που στην περίπτωση του ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ καλούμαστε να αλλάξουμε.
Η ανάγκη δημιουργίας ενός συγκροτημένου, συνειδητοποιημένου και μαζικού αριστερού κόμματος οφείλεται, λοιπόν, στην ανομοιομορφία και την ανομοιογένεια που επικρατεί μέσα στην εργατική τάξη και την οποία το κόμμα καλείται να ενοποιήσει. Γιατί, αν πραγματικά πιστεύουμε πως η χειραφέτηση των εργαζομένων είναι υπόθεση των ίδιων των εργαζομένων, είναι αυτή η τάξη – με την ευρεία της έννοια – που θα πρωτοστατήσει στον κοινωνικό μετασχηματισμό, ενώ το κόμμα είναι ο βασικός, ίσως ο βασικότερος, καταλύτης αυτής της μετατροπής με τη προβολή του ριζοσπαστικού του προγράμματος, τη διαφώτιση, την πειθώ και τη συμβολή του στους αγώνες.
Αν θέλουμε να καταπολεμήσουμε τις ανισότητες όπως όλοι στον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ πιστεύουμε, αν θέλουμε να αντιμετωπίσουμε την πολυδιάσπαση, την σύγχυση και τον αποπροσανατολισμό των εργαζομένων, τότε πρέπει να ενισχύσουμε την μαζικότητα και τη συνοχή (αυτά τα δύο πάνε αναγκαστικά μαζί ώστε να είναι αποτελεσματικά) του κόμματός μας και όχι να ανοίξουμε πόρτες και παράθυρα σε όλους όσους μας περιβάλλουν και να το κάνουμε κάτι σαν το… σπίτι των ανέμων. Γιατί όταν ενσωματώνεις άκριτα στο κόμμα μέρος αυτής της κοινωνίας, την οποία κατά τα άλλα επιθυμείς να αλλάξεις, τότε αντί το κόμμα να γίνει το όχημα μετασχηματισμού της υπάρχουσας κοινωνίας, γίνεται η κοινωνία όχημα μετασχηματισμού του κόμματος, δηλαδή του μεταφέρει όλα τα δεινά της ανισότητας, της ανομοιογένειας και ανομοιομορφίας από τα οποία οφείλει να απαλλαγεί.
Το ‘κείμενο των τριών’ πολύ ορθά επισημαίνει πως «ακόμα και το πιο επεξεργασμένο, επίκαιρο και ρηξικέλευθο πρόγραμμα, αν δεν γίνει κτήμα της πολιτικής και κοινωνικής πλειοψηφίας θα παραμείνει ένα νοητικό πείραμα και δεν θα μετασχηματιστεί σε υλική δύναμη που μπορεί να βελτιώσει τη ζωή των ανθρώπων». Όμως, δεν υπάρχει περίπτωση να γίνει κτήμα της κοινωνικής πλειοψηφίας αν πρωτύτερα δεν έχει γίνει κτήμα των μελών του κόμματος ώστε να το διαδώσουν ευρύτερα. Και αυτό δεν μπορεί να το κάνει καμία παράταξη, μόνο το κόμμα. Ένα κόμμα στο οποίο, όπως τονίζει η πολιτική διακήρυξη :
«η ένταξη έχει πραγματικό νόημα. Γιατί οι αποφάσεις του λαμβάνονται συλλογικά. Και συλλογικά μάχεται από κάθε θέση για την υπεράσπιση της κοινωνικής πλειοψηφίας. Χρειαζόμαστε επομένως ένα μαζικό κόμμα με διαδικασίες που επιτρέπουν τη συνεχή αλληλεπίδραση με το κοινωνικό περιβάλλον… Ένα κόμμα του οποίου οι Οργανώσεις Μελών κοινωνικά γειωμένες και ιδεολογικά μαχητικές συζητούν και αποφασίζουν δημοκρατικά για όλα τα μικρά και μεγάλα θέματα. Τα μέλη συμμετέχουν ενεργά στην τοπική αυτοδιοίκηση, τα συνδικάτα, τα επιμελητήρια, τους τοπικούς φορείς, τους επιστημονικούς και πολιτισμικούς συλλόγους εξειδικεύοντας και μεταφέροντας στην κοινωνία τις ιδέες μας αλλά και γειώνοντας το ίδιο το κόμμα με την κοινωνία. Ένα κόμμα που θα μπορεί να συμπυκνώνει από την σκοπιά του σοσιαλισμού του 21ου αιώνα τα αιτήματα και τις διεκδικήσεις της κοινωνίας».
Τέλος, η αναφορά που κάνουν οι τρεις σύντροφοι στη λειψή λειτουργία της ΚΕΑ έχει άμεση σχέση με το είδος του κόμματος-παράταξη που προτείνουν και το οποίο βασίζεται στην άνευ όρων διεύρυνση με νέα μέλη. Κι αυτό τη στιγμή που από το πρώτο κύμα διεύρυνσης έχει καταδειχθεί η δυσκολία ένταξης και αφομοίωσης των νέων μελών με συνέπεια τη λειψή λειτουργία των ίδιων των ΟΜ. Θα πρέπει κάποτε να καταλάβουμε, ότι το πρόβλημα της ανάπτυξης και ποιοτικής ενδυνάμωσης (όχι μετάλλαξης) του κόμματος είναι πρωτίστως πολιτικό και όχι οργανωτικό ώστε να αντιμετωπίζεται με τη δημιουργία νέων οργάνων (πχ Εθνικό Συμβούλιο).
Κώστας Καλλωνιάτης