Πλησιάζει ο καιρός για το συνέδριο του ΣΥΡΙΖΑ ενόσω στο σβέρκο μας νιώθουμε την ανάσα των εκλογών. Ο προσυνεδριακός διάλογος μόλις ξεκινά και τα κρίσιμα ζητήματα που πρέπει να συζητηθούν (στρατηγική συμμαχιών, τακτική αντιμετώπισης χρόνιων παθήσεων όπως στο συνδικαλιστικό και την ΤΑ, κυβερνητικό πρόγραμμα) δεν τα χωρά ο χρόνος. Αντ’ αυτών, στην ατζέντα τείνουν να κυριαρχήσουν τα οργανωτικά με κορυφαίες τις διαδικασίες εκλογής προέδρου και ΚΕ, αν θα είναι δηλαδή από το συνέδριο (όπως πάντα), ή από τα μέλη του κόμματος συνολικά όπως εσχάτως πρότεινε αιφνιδιαστικά και χωρίς ουσιαστική κατά τη γνώμη μου αιτία ο σ. πρόεδρος Αλέξης Τσίπρας προκαλώντας ένα «μικρό» εσωκομματικό σεισμό.
Θα ήθελα να θυμίσω πως τον Φεβρουάριο 2020 στην ομιλία του στην ΚΕ ο σ. πρόεδρος τόνιζε και πολύ σωστά:
«Μπορούμε, λοιπόν, να κυβερνήσουμε τη δεύτερη φορά εφαρμόζοντας ένα πρόγραμμα ριζοσπαστικό, μεγάλων τομών προς όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας, όταν σε κρίσιμα ερωτήματα, που όλους μας απασχολούν δεν έχουμε δώσει απαντήσεις και δεν έχουμε βρει λύσεις;
Μπορούμε για παράδειγμα, να εφαρμόσουμε ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα προς όφελος της πλειοψηφίας, αν δεν απαντήσουμε ή ακόμη χειρότερα αν θεωρήσουμε de facto αναπάντητα ορισμένα ερωτήματα, όπως για παράδειγμα:
Τι κάνουμε με τις τράπεζες, τα κόκκινα δάνεια, για την προστασία των δανειοληπτών;
Τι κάνουμε με την ΤτΕ, όταν συστηματικά και με σχέδιο υπονομεύει την κυβέρνηση και την κυβερνητική πολιτική που έχει ψηφίσει ο ελληνικός λαός;
Τι κάνουμε με τους ελεγκτικούς μηχανισμούς όταν οι ίδιοι αποτελούν εστίες διαφθοράς και κράτος εν κράτει;
Τι κάνουμε με τη δημόσια διοίκηση, όταν υπάρχουν θύλακες δολιοφθοράς του κυβερνητικού έργου που ο ελληνικός λαός έχει ψηφίσει, της κυβέρνησης που ο λαός έχει επιλέξει;
Τι κάνουμε με τους εκπροσώπους της διαπλοκής και του παλιού πολιτικού συστήματος μέσα σε κρίσιμες δομές εξουσίας, κρατικές δομές;
Τι κάνουμε με τους ολιγάρχες που κατέχουν μονοπωλιακές θέσεις στα μέσα ενημέρωσης;
Αυτά όλα είναι κρίσιμα ερωτήματα. Και δεν είναι θέματα, ξέρετε, που αφορούν μόνο ένα κόμμα. Είναι θέματα που αφορούν την ίδια τη λειτουργία της δημοκρατίας. Διότι, δημοκρατία είναι όταν αποφασίζει ο λαός και εκλέγει μια κυβέρνηση, αυτή η κυβέρνηση να μπορέσει να εφαρμόσει το σχέδιό της».
Ποιο απ’ όλα αυτά τα κρίσιμα ερωτήματα απαντήθηκε ή έστω συζητήθηκε ως ζήτημα στρατηγικής στο κόμμα; Εξ όσων γνωρίζω κανένα. Ούτε καν τον Απολογισμό της διακυβέρνησης και της τριετούς σχεδόν αξιωματικής μας αντιπολίτευσης δεν έχουμε συζητήσει. Πως, λοιπόν, σύμφωνα με τα λόγια του ίδιου του σ. Αλέξη, θα εφαρμόσουμε μεθαύριο ένα ριζοσπαστικό πρόγραμμα προς όφελος της πλειοψηφίας όταν δεν έχουμε επεξεργαστεί λύσεις σε παρόμοια ζητήματα και δεν διδασκόμαστε από την πρόσφατη εμπειρία μας;
Κι όμως, ενώ ο ίδιος ο πρόεδρος έχει τονίσει πως «τη δεύτερη φορά δεν θα υπάρχει δικαιολογία, καμία», σπεύδουμε εναγώνια την επομένη της εκλογικής ήττας του 2019, όχι να συζητήσουμε μεταξύ μας το «τι κάνουμε» (να θυμίσω πως το συνέδριο ήταν να γίνει φθινόπωρο 2019), αλλά να κτίσουμε γέφυρες συμμαχιών με τον κεντρώο χώρο, πρώτα με την αντικαταστατική διεύρυνση των ηγετικών οργάνων κυρίως με πασοκογενείς – η ΚΕ έγινε ΚΕΑ και η ΠΓ έγινε ΠΣ – και την αλλαγή του ονόματος και εμβλήματος του κόμματος και κατόπιν με την ψηφιακή κυρίως προσέλκυση νέων μελών όχι σε μία βάση πολιτικής αποδοχής των αξιών και των θέσεων της Αριστεράς, αλλά της ανάγκης μαζικοποίησης του κόμματος προκειμένου να φύγει με κάθε τρόπο η κυβέρνηση ΝΔ.
Το αποτέλεσμα το γνωρίζουμε και δεν είναι άλλο από την εικονική συμμετοχή των περισσότερων νέων μελών μόνο στις εκλογικές διαδικασίες και τη δημιουργία μελών δύο ταχυτήτων. Γεγονός που ισοδυναμεί με την διαμόρφωση ανισοτήτων στο εσωτερικό των ΟΜ και την πρόκληση αντιθέσεων και συγκρούσεων που αντί να τις ενεργοποιούν μάλλον τις αδρανοποιούν. Μάρτυρας αυτής της κατάστασης η απαράδεκτα χαμηλή κινητοποίηση και παρουσία των μελών μας στις διαδηλώσεις και τα κινήματα.
Η σημερινή, λοιπόν, εμφάνιση από τον σ. Τσίπρα προτάσεων για την εκλογή προέδρου και ΚΕ απευθείας από τη βάση μπορεί να αιφνιδίασε, όμως δεν έπεσε από τον ουρανό. Είναι η συνέχεια μιας μετεκλογικής πορείας στην οποία οι ευθύνες της ήττας αποδίδονται σε οργανωτικά αίτια και συγκεκριμένα στην δυσλειτουργία του κόμματος το οποίο θεωρείται αναχρονιστικό, συγκεντρωτικό και κλειστοφοβικό (νοοτροπία 3%).
Ασφαλώς το κόμμα έχει ευθύνες για την ήττα του 2019. Όμως, δεν πρέπει να ξεχνάμε πως το 2015 έχασε το 40% των μελών του και από το υπόλοιπο ένα μεγάλο μέρος απορροφήθηκε σε κυβερνητικά καθήκοντα με συνέπεια να εξασθενίσει πολιτικά και να υπολειτουργεί οργανωτικά. Είναι άδικο οι πολιτικές ευθύνες και τα λάθη της τελευταίας εξαετίας να αποδίδονται πρωτίστως στο κόμμα και τον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας του. Αν αυτά πρέπει να αλλάξουν, καλώς, αλλά μελετημένα, όχι στο πόδι, την τελευταία στιγμή, και μάλιστα με προτάσεις οργανωτικές, που ξενίζουν, διχάζουν και κυρίως περιθωριοποιούν την ουσιαστική πολιτική συζήτηση που πρέπει προσυνεδριακά να γίνει.
Ο σ. πρόεδρος είχε πρόσφατα δηλώσει πως θα κερδίσουμε το Κέντρο κάνοντας αριστερή στροφή. Δεν θυμάμαι να εξηγήθηκε ποτέ τι εννοούσε. Αν, όμως, οι προτάσεις του για εκλογή ΚΕ και προέδρου απευθείας από τη βάση (μέλη) εκλαμβάνονται ως αριστερή στροφή γιατί γίνονται στο όνομα της άμεσης δημοκρατίας διερωτώμαι για τα εξής:
Πως θα κρίνουν τα μέλη τις προτάσεις του προέδρου όταν η επίσημη κομματική κοινοποίησή τους δεν συνοδεύεται από κάποιο πολιτικό σκεπτικό που να τις στηρίζει;
Τα ενεργά και οικονομικά τακτοποιημένα μέλη που ο σ. Τάσος Παππάς ισχυρίζεται πως μόνον αυτά πρέπει να έχουν δικαίωμα συμμετοχής στην εκλογή προέδρου και ΚΕ δεν πρέπει να έχουν αντίστοιχα μόνον αυτά δικαίωμα συμμετοχής στην εκλογή των συνέδρων; Θα γίνει έγκαιρα η σχετική εκκαθάριση από τα εικονικά μέλη;
Με ποια πολιτικά κριτήρια θα επιλέξουμε από μία ενιαία λίστα τα νέα πρόσωπα στην ΚΕ όταν δεν μας δίνεται η δυνατότητα μέσω διαμεσολαβητικών οργάνων – όπως είναι το συνέδριο -να αξιολογήσουμε συζητώντας τις πολιτικές απόψεις και τον τρόπο σκέψης ενός εκάστου;
Πάνω σε ποια βάση καλούνται τα μέλη να εκλέξουν νέα ΚΕ όταν στα προσυνεδριακά κείμενα δεν υπάρχει απολογισμός της τρέχουσας ΚΕ;
Με ποια κριτήρια ισοτιμίας μπορούν τα νέα μέλη που εισήλθαν στο κόμμα με μία απλή αίτηση μία μέρα, η μία εβδομάδα ή και ένα μήνα πριν, να εκλέξουν νέα άξια και ικανά στελέχη στην ΚΕ όταν δεν έχουν προλάβει να συνεργαστούν και γνωρίζουν μόνον τους επώνυμους συντρόφους από τα ΜΜΕ ;
Από πού κι ως που η απευθείας εκλογή προέδρου και ΚΕ από τα μέλη θεωρείται άμεση δημοκρατία ; Δεν γνωρίζουμε ότι ακόμη και σύμφωνα με τον «Μαρξ της αστικής τάξης», Μαξ Βέμπερ, η άμεση δημοκρατία χαρακτηρίζεται από (α) περιορισμένο χρόνο θητείας, (β) δικαίωμα ανάκλησης ανά πάσα στιγμή, (γ) εναλλαγή ή επιλογή με κλήρο για την εκπροσώπηση ώστε κάθε μέλος να συμμετέχει με τη σειρά του αποτρέποντας την απόκτηση θέσης ισχύος και την επαγγελματοποίησή του, (δ) στενά καθοριζόμενη εντολή για τον τρόπο άσκησης της αντιπροσώπευσης και (ε) άμεση υποχρέωση απολογισμού πεπραγμένων στη συνέλευση των μελών ;
Δεδομένου ότι οι προτάσεις της ηγεσίας δεν απαντούν σε κανένα από τα παραπάνω ερωτήματα και δεν καλύπτουν κανένα από τα παραπάνω αμεσοδημοκρατικά χαρακτηριστικά, δεν θα ήταν υπερβολή να επισημανθεί ότι μάλλον κατατείνουν στο αντίθετο των δηλωμένων προθέσεων περί ενός πιο δημοκρατικού και συμμετοχικού κόμματος. Ένας πρόεδρος εκλεγμένος απευθείας από τα μέλη, δεν λογοδοτεί σε κανένα ενδιάμεσο όργανο (συνέδριο, ΚΕ) αλλά μόνο στα μέλη του κόμματος κάθε 4 χρόνια περίπου, ενώ στο ενδιάμεσο είναι ανεξέλεγκτος. Το ίδιο ισχύει και με μία ΚΕ που εκλέγεται αναλόγως. Με αυτόν, όμως, τον τρόπο εκλείπει η λογοδοσία και ο έλεγχος (τα όποια εσωκομματικά δημοψηφίσματα αποφασίζει η ηγεσία και δεν αποτελούν υποκατάστατο), ενώ ακυρώνεται το κύρος και η λειτουργικότητα των ενδιάμεσων οργάνων. Μία πυραμιδωτή κομματική οργάνωση από την οποία αφαιρούνται τα ενδιάμεσα στρώματα συλλογικότητας κι αλληλοεξάρτησης είναι μαθηματικά βέβαιο πως θα καταρρεύσει. Ας αναλογιστούμε λοιπόν αν αυτό θέλουμε για τον ΣΥΡΙΖΑ-ΠΣ.
Όταν ψηφίζουν 300- 400.000 σε Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ για να εκλέξουν αρχηγό, είναι η εκχώρηση μιας εντολής χωρίς να υπάρχει από εκεί και πέρα ένας έλεγχος.
Ο Κώστας Καλλωνιάτης είναι Οικονομολόγος
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών