Συνεντεύξεις

Κώστας Αντωνόπουλος: Καθαρά ζήτημα πολιτικής βούλησης η πολυμερής συμφωνία

ΣΥΝΕΝΤΕΥΞΗ ΜΕ ΤΟΝ ΚΩΣΤΑ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟ, ΑΝΑΠΛΗΡΩΤΗ ΚΑΘΓΗΤΗ ΔΙΕΘΝΟΥΣ ΔΙΚΑΙΟΥ ΣΤΗ ΝΟΜΙΚΗ ΣΧΟΛΗ ΤΟΥ ΔΠΘ

Τη συνέντευξη πήρε ο Παύλος Κλαυδιανός

Να δούμε, πρώτα, τη νομική πλευρά της συμφωνίας για τον East Med;
Aφορά, κυρίως, την κατασκευή ενός μεγάλου μήκους αγωγού που ξεκινά από την περιοχή μεταξύ Ισραήλ και Κύπρου που θα μεταφέρει αέριο μέσω Κρήτης, Πελοποννήσου, Δυτ. Ελλάδας και Ιταλίας στη Δυτική Ευρώπη. Θα περάσει από το βυθό της θάλασσας, αλλά ως γνωστόν ο βυθός ολόκληρος αποτελείται από υφαλοκρηπίδες παράκτιων χωρών. Σύμφωνα με το Δίκαιο της θάλασσας, κάθε κράτος έχει την υποχρέωση να επιτρέπει την τοποθέτηση αγωγών στην υφαλοκρηπίδα του, δεν μπορεί να το αρνηθεί. Το μόνο που δικαιούται, είναι να απαιτήσει να υπάρξει συναίνεσή του για τη συγκεκριμένη πορεία του αγωγού. Έως τώρα συμφωνίες οριοθέτησης υφαλοκρηπίδας και Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) έχουν υπογραφεί μεταξύ Ισραήλ και Κύπρου, Αιγύπτου και Κύπρου. Τη συμφωνία Κύπρου-Λιβάνου, επειδή υπάρχει μια αμφισβητούμενη περιοχή μεταξύ Ισραήλ – Λιβάνου, ο Λίβανος δεν την έχει επικυρώσει. Από εκεί θα ξεκινήσει, από την οριοθετημένη, αλλά στην πορεία θα περάσει και από περιοχές όπου υπάρχουν διεκδικήσεις από Αίγυπτο, Ελλάδα, Τουρκία και εν μέρει, Λιβύη.

Η συμφωνία East med είναι δεσμευτική για τα μέρη ή ακόμη δεν έχει αυτό τον χαρακτήρα;
Μια συμφωνία πάντα έχει δεσμευτικό χαρακτήρα, διαφορετικά θα είναι μια συμφωνία για να συμφωνήσουν στο μέλλον. Εξαρτάται από τη φρασεολογία της συμφωνίας, η οποία εκφράζει τη βούληση των μερών. Αν πρόκειται για μια συμφωνία η οποία απλά δηλώνει την πρόθεση για τη σύναψη μιας δεύτερης οριστικής συμφωνίας, τότε δεν θα είναι δεσμευτική.

Η Ιταλία διστάζει να μπει στη συμφωνία. Ποιοι οι λόγοι, νομίζεις;
Δεν το γνωρίζουμε. Πάντως η υπάρχουσα συμμετοχή εταιρίας της σε έρευνα στην ΑΟΖ της Κύπρου ανεστάλη όταν αντέδρασε η Τουρκία. Ξέρετε, η όλη φιλοσοφία η οποία διέπει την εκμετάλλευση ενεργειακών πόρων στη θάλασσα, τις συναφείς οριοθετήσεις που καθιστούν τη δυνατότητα επιμερισμού αρμοδιοτήτων για να είναι δυνατή αυτή η εκμετάλλευση, είναι η συνεργασία. Αυτή η φιλοσοφία αποτυπώνεται και στη Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας και στο εθιμικό δίκαιο. Καμιά εταιρεία δεν επιθυμεί να βρεθεί στην πρώτη γραμμή μιας αντιπαράθεσης. Επομένως, όταν υπάρχει μια σοβαρή αντιδικία μεταξύ δύο χωρών, διστάζουν να προχωρήσουν. Είτε να σχεδιάσουν μια επένδυση, είτε να την υλοποιήσουν, είτε να προβούν σε πράξεις εκμετάλλευσης και εξερεύνησης, διακινδυνεύοντας να βρεθούν στο κέντρο της αντιπαράθεσης.

 

Το τελικό στάδιο της οριοθέτησης

Αυτό μπορεί να πρoκύψει, και είναι πολύ σοβαρότερο, νότια της Κρήτης, που η Λιβύη τώρα θεωρεί δική της θαλάσσια περιοχή και η Ελλάδα ήδη αδειοδοτεί;
Είναι πολύ πιθανό να συμβεί αυτό. Αυτό το οποίο κάνουμε, κυρίως οι ακαδημαϊκοί, είναι να βλέπουμε τις αρχές οριοθέτησης και να πιθανολογούμε το αποτέλεσμά της. Αλλά η οριοθέτηση είναι το τελικό στάδιο όλης αυτής της σχέσης. Η σχέση αρχίζει με τη διατύπωση κάποιων, συχνά αντιτιθέμενων, προσεγγίσεων όσον αφορά τον επιμερισμό της υφαλοκρηπίδας. Αλλά για να γίνει αυτό, να γνωρίζουμε δηλαδή τις προσεγγίσεις, πρέπει να έχουμε μια στέρεη βάση και τέτοια είναι να δηλώσει ή να προτείνει ένα κράτος ακριβείς συντεταγμένες, οι οποίες προσδιορίζουν το εξωτερικό όριο της περιοχής που θεωρεί ότι του ανήκει ως υφαλοκρηπίδα. Η Τουρκία έχει στείλει τέτοιες συντεταγμένες στον ΟΗΕ. Η χώρα μας δεν το έχει κάνει ακόμη. Και μια βάση από την οποία θα μπορούσε να ξεκινήσει η Ελλάδα είναι ο Ν. 4001/2011 (Νόμος Μανιάτη), ο οποίος στο άρθρο 156 προβλέπει ότι ελλείψει συμφωνίας οριοθέτησης ως όριο θεωρείται, από την πλευρά της Ελλάδας, η μέση γραμμή. Αυτό είναι μια καλή βάση να αποσταλούν συντεταγμένες. Σίγουρα αυτό θα προκαλέσει αντιδράσεις από κάποιους, οι οποίοι θα το αμφισβητήσουν, και εκεί ξεκινά η διαδικασία που τελικά θα οδηγήσει στην οριοθέτηση. Ένα άλλο θέμα είναι ότι δεν θα πρέπει, κατά τη γνώμη μου, να φθάσουμε ως χώρα στο στάδιο της οριοθέτησης χωρίς να έχουμε ασκήσει τα δικαιώματα, τα οποία έχουμε με βάση τη Σύμβαση Δικαίου Θάλασσας και το εθιμικό δίκαιο. Αφορά δυο θέματα. Πρώτον, την χάραξη ευθειών γραμμών για τον υπολογισμό της αιγιαλίτιδας ζώνης, που εκ των πραγμάτων μετακινεί το εξωτερικό όριο της αιγιαλίτιδας περισσότερο προς τη θάλασσα και περιλαμβάνει μεγαλύτερο μέρος του βυθού στην κυριαρχία της χώρας. Δεύτερον, είναι η επέκταση της αιγιαλίτιδας πέραν των έξι ναυτικών μιλίων. Θα κρίνει η κυβέρνηση το ακριβές πλάτος μεταξύ των έξι και δώδεκα μιλίων, το οποίο επίσης θα περιλάβει ένα πολύ μεγάλο μέρος του βυθού στην κυριαρχία της, διότι η υφαλοκρηπίδα νομικά υπάρχει μετά το εξωτερικό όριο της αιγιαλίτιδας ζώνης.

Εδώ ανακύπτει, βεβαίως, η διαφορά με την Τουρκία.
Η Τουρκία, όντως, υποστηρίζει ότι οποιαδήποτε επέκταση θα αποτελέσει casus belli. Το είπε στα μέσα της δεκαετίας του 1990, όταν η Ελλάδα επικύρωσε τη Σύμβαση για το δίκαιο της θάλασσας.

Συντεταγμένες και άσκηση δικαιωμάτων

Ο κ. Τσαβούσογλου στη συνέντευξή του στο «Βήμα» λέει «αυτό που εσείς θεωρείται casus belli». Δεν δέχεται αυτό τον όρο.
Μας λέει το αυτονόητο, ότι δηλαδή η επέκταση των χωρικών υδάτων δεν είναι casus belli. Casus belli είναι μόνο μια ένοπλη επίθεση. Αυτό που δεν πρέπει να ξεχνάμε είναι ότι η Τουρκία ξεκινά από μια αφετηρία εσφαλμένη και αντίθετη από το διεθνές δίκαιο ότι τα νησιά δεν έχουν υφαλοκρηπίδα.

Στην ίδια συνέντευξη ο κ. Τσαβούσογλου ισχυρίζεται ότι αυτό δεν είναι αυτόματο δικαίωμα, αλλά προκύπτει από τη νομολογία του δικαστηρίου η επήρεια.
Άλλο η επήρεια, που προκύπτει στο τέλος. Ένα θέμα είναι η επήρεια και ένα άλλο είναι να ξεκινήσουμε από την αφετηρία ότι τα νησιά έχουν υφαλοκρηπίδα και με συντεταγμένες να καθορίσουμε το εξωτερικό της όριο. Από εκεί, με έναν πολύ προσεκτικό τρόπο, πρέπει να ξεκινήσει η χώρα και εν συνεχεία, όταν φθάσει στην τελική οριοθέτηση, όλα αυτά θα προσαρμοσθούν. Αλλά ο συνδυασμός συντεταγμένων και άσκησης δικαιωμάτων που δίνει η σύμβαση, θα μας φέρει στο τελικό στάδιο με τους καλύτερους όρους. Όλα αυτά, δεν τα έχει επικοινωνήσει καμία κυβέρνηση, είναι άγνωστα στην κοινή γνώμη. Έτσι θα έφθανε η διαπραγμάτευση στο τελικό στάδιο της οριοθέτησης με πολύ καλύτερους όρους, που θα ήταν συγχρόνως στοιχείο για να διευκολυνθεί η κοινή γνώμη να δεχθεί το τελικό αποτέλεσμα, όποιο και να ήταν αυτό.

Η προσφυγή στη Χάγη

Η Τουρκία, θεωρείτε ότι θέλει προσφυγή στη Χάγη ή εν πάση περιπτώσει ότι εκτιμά ότι είναι υποχρεωμένη να τη δεχθεί;
Για να υποβληθεί, γενικά, μια διαφορά στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης (Δ.Δ.Χ.) θα πρέπει να συναινέσουν και τα δυο ενδιαφερόμενα κράτη στην αρμοδιότητά του. Η συναίνεση μπορεί να δοθεί πριν τη γένεση της διαφοράς, είτε με μια διακήρυξη για οποιαδήποτε μελλοντική διαφορά, είτε συμμετέχοντας σε μια διεθνή συνθήκη, η οποία περιλαμβάνει μια συνυποσχετική ρήτρα με βάση την οποία όλες οι διαφορές που αφορούν τη συνθήκη θα υποβάλλονται στο Δ.Δ.Χ. Μπορεί, όμως, να γίνει αποδεκτή και μετά τη γένεση της διαφοράς με τη σύνταξη ενός συνυποσχετικού, μιας ειδικής συμφωνίας. Σ’ αυτή την περίπτωση είναι καθαρά ζήτημα πολιτικής βούλησης των δυο ενδιαφερόμενων. Κυρίως πολιτικής βούλησης να επιλυθεί μια διαφορά οριστικά. Δεν αποκλείω η Τουρκία να δεχθεί να υπογράψει ένα συνυποσχετικό. Εκείνο, όμως, που έχει μεγάλη σημασία είναι να προσδιορισθεί, με όσο το δυνατό μεγαλύτερη ακρίβεια, λεπτομέρεια και σαφήνεια, το αντικείμενο της διαφοράς που θα επιλύσει, με βάση το συνυποσχετικό, το Δ.Δ.Χ. Διότι, αν το αντικείμενο διατυπωθεί, πχ, γενικά για το Αιγαίο, μπορεί να περιλαμβάνει το οτιδήποτε: απ΄ το εδαφικό καθεστώς των βραχονησίδων, μέχρι την οριοθέτηση θαλασσίων ζωνών ΑΟΖ και υφαλοκρηπίδας. Άρα, όσο πιο εξειδικευμένο είναι το αντικείμενο, τόσο περισσότερο διασφαλίζεται για τα δυο ενδιαφερόμενα κράτη ότι το Δ.Δ.Χ. δεν θα ασχοληθεί με ζητήματα, που κάποιο απ΄ αυτά, θεωρεί πολύ ευαίσθητα για τα συμφέροντά του. Θα μπορούσε π.χ. να συμφωνηθεί ότι η διευθέτηση θα αφορά μια περιοχή του Αιγαίου ή μόνο την περιοχή του Καστελορίζου. Θα ξεκινήσουν τα δυο μέρη από πτυχές της διαφοράς οι οποίες ενέχουν τη λιγότερη αντιδικία, από τα «εύκολα». Αρκεί να υπάρχει βούληση.

Η ελληνική πλευρά λέει –έλεγε, ίσως– ότι η μόνη διαφορά με την Τουρκία είναι η υφαλοκρηπίδα και, φυσικά, οι συναφείς ΑΟΖ και εναέριος χώρος. Η Τουρκία βάζει ή υπονοεί ότι θα βάλει κι άλλα θέματα. Μπορούμε να διευκρινίσουμε το ζήτημα αυτό;
Πρέπει να αναρωτηθούμε, πρώτα, σε ποιες περιοχές του Αιγαίου η Τουρκία, ενδεχομένως, υποβάλλει και αξιώσεις εδαφικής κυριαρχίας σε βραχονησίδες ή νησίδες. Το ζήτημα ρυθμίζεται από τη Συνθήκη της Λωζάνης, αλλά η Τουρκία το αμφισβητεί. Η Λωζάνη προσδιόρισε με σαφήνεια και οριστικό τρόπο τα σύνορα μεταξύ Ελλάδας – Τουρκίας και αυτά μεταξύ Ιταλίας – Τουρκίας στα Δωδεκάνησα, το οποίο καθεστώς κληρονόμησε αυτούσιο η Ελλάδα το 1947 με τη Συνθήκη Ειρήνης με την Ιταλία. Υπάρχει συμφωνία οριοθέτησης των συνόρων μεταξύ Ιταλίας – Τουρκίας το 1932, η οποία όμως δεν πρωτοκολλήθηκε ποτέ στην Κοινωνία των Εθνών. Τότε ίσχυε ότι όσες συμφωνίες δεν πρωτοκολλούνται, ήταν άκυρες κάτι το οποίο δεν ισχύει σήμερα. Επιπλέον, η Τουρκία υποστηρίζει ότι το καθεστώς νησιών τα οποία δεν αναφέρονται ονομαστικά, παραμένει αμφισβητούμενο. Επί πολλά χρόνια αυτή η έστω άκυρη συνθήκη όριζε ένα σύνορο και στην πράξη αυτό γινόταν σεβαστό. Το Διεθνές Δίκαιο προβλέπει τη σταθερότητα και μονιμότητα των συνόρων και γι’ αυτό ακόμη κι όταν λυθεί μια συνθήκη, τα σύνορα που όριζε εξακολουθούν να ισχύουν, δεν παρασύρονται σε εξαφάνιση. Εδώ εδράζονται οι αξιώσεις, διεκδικήσεις της Τουρκίας –ήδη έχει διατυπωθεί η άποψη περί γκρίζων ζωνών, στην περιοχή της Δωδεκανήσου, μέχρι στιγμής. Τέτοια, όμως, συγκέντρωση βραχονησίδων και νησίδων δεν υπάρχει στο Βόρειο Αιγαίο ή στην περιοχή Νοτιοανατολικά της Καρπάθου – Κάσου – Καστελόριζου – Κρήτης – Ρόδου. Πάντως, μπορούν να απομονωθούν συγκεκριμένες πτυχές μιας διαφοράς ή συγκεκριμένες γεωγραφικές περιοχές και να επιλυθούν από τα δυο ενδιαφερόμενα μέρη, εφόσον δεν θέτουν δυσχερή, περίπλοκα ή ευαίσθητα ζητήματα για τα συμφέροντα του ενός ή του άλλου μέρους.

Τα παραθυράκια της Τουρκίας

Στη συνέντευξή του ο κ. Τσαβούσογλου υποστηρίζει ότι ναι μεν η Τουρκία δεν έχει υπογράψει τη Σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, αλλά δέχεται τη νομολογία σχετικά μ’ αυτή. Και η Ελλάδα έχει δηλώσει ότι δεν δέχεται σχετικές αποφάσεις για οριοθετήσεις, παρατήρησε. Τι ακριβώς ισχύει;
Η Ελλάδα έχει αποδεχθεί την αρμοδιότητα του Δ.Δ.Χ., με διακήρυξη του Άρθρου 36 (2) του Καταστατικού του για μελλοντικές διαφορές, εξαιρώντας με επιφυλάξεις συγκεκριμένες κατηγορίες διαφορών, κάτι που έχουν το δικαίωμα να κάνουν τα κράτη, αλλά αυτό αφορά ένα συγκεκριμένο τρόπο αποδοχής της αρμοδιότητας. Δέχεται την αρμοδιότητά του εκ των προτέρων, αλλά όχι για οποιαδήποτε διαφορά. Γι ΄ αυτό υπάρχει και η δυνατότητα της αποδοχής της αρμοδιότητας του Δ.Δ.Χ. με συνυποσχετικό για την επίλυση μιας συγκεκριμένης διαφοράς.

Ο κ. Τσαβούσογλου λέει επίσης ότι η τουρκική πλευρά έχει εκδηλώσει την ετοιμότητά της να αρχίσει ο διάλογος για την Αν. Μεσόγειο, αφήνοντας να υπερίπταται ότι δεν βρήκε ανταπόκριση.
Δεν θεωρούμε, εκ των προτέρων, ότι η διαφορά θα καταλήξει στη Χάγη. Δεν είναι απαραίτητο ένα κράτος να μπει στη διαδικασία διαλόγου, δηλώνοντας εκ των προτέρων την πρόθεσή του να συνάψει συνυποσχετικό. Αυτό μπορεί να προκύψει στην πορεία. Εκείνο, όμως, το οποίο χρειάζεται όταν ξεκινά η διαδικασία, είναι να υπάρχει καλή πίστη και από τις δυο πλευρές. Η Τουρκία ισχυρίζεται εδώ ότι αγνοείται ως ένα κράτος της Αν. Μεσογείου και δεν λαμβάνονται υπόψη τα συμφέροντά της, κάτι το οποίο δεν συμβαίνει όσον αφορά την Κυπριακή Δημοκρατία. Σε κάθε περίπτωση, νομικά, αυτό δεν είναι απαραίτητα εκδήλωση κακής πίστης. Η καλή πίστη πρέπει να υπάρχει κατά τη διαπραγμάτευση. Μεταξύ, πχ, των δυο ομάδων χωρών Λιβύης – Τουρκίας / Αιγύπτου – Ελλάδας – Κύπρου μπορεί, τελικά, να υπάρξει κάποια σύγκλιση και στο τέλος να συνάψουν μια πολυμερή συμφωνία που προτείνεται από πολλούς σήμερα.

Πολυμερής συμφωνία

Και εσείς στη διάρκεια της συζήτησης μάς δίνετε ικανό υλικό που στηρίζει ότι οι υφαλοκρηπίδες στη Μεσόγειο εμπλέκονται, όπως και οι αξιώσεις από τα αντι-κείμενα και παρά-κείμενα κράτη. Επομένως, εάν κριθεί αναγκαίο, πώς θα μπορούσε να εκκινήσει μια πολυμερής συνεννόηση;
Οποιαδήποτε πολυμερής συμφωνία, η οποία προϋποθέτει μια συνδιάσκεψη για να καταλήξουμε σε αυτή, είναι θέμα καθαρά πολιτικής βούλησης. Το πλεονέκτημα μιας τέτοιας επιλογής θα ήταν ότι θα δοθεί μια συνολική λύση στο ζήτημα του επιμερισμού του βυθού της Ανατ. Μεσογείου μεταξύ των υφαλοκρηπίδων των παράκτιων κρατών της περιοχής, θα χαραχθούν τα όρια και, νομίζω, θα λήξει ένα εξαιρετικά φλέγον ζήτημα για την περιοχή. Σε διαφορετική περίπτωση, έχουμε ένα πλέγμα διμερών συμφωνιών που θα οριοθετούν την υφαλοκρηπίδα και εφόσον η οριοθέτηση θα επηρεάζει κάποιο τρίτο κράτος της περιοχής, τότε το κάθε ένα από τα δυο κράτη θα έρχεται σε συνεννόηση με το τρίτο και θα αναπροσαρμόζει, ενδεχομένως, την αρχική οροθετική γραμμή. Δηλαδή θα έχουμε μια σειρά από διαφορετικές συμφωνίες, οι οποίες θα είναι χρονοβόρες, και στο τέλος θα καταλήξουν στην αναπροσαρμογή της αρχικής οροθετικής γραμμής.

Από την πολιτική πλευρά όμως, μια τέτοια πρόταση, θα εκτονώσει την οξυμένη κατάσταση στη Μεσόγειο και ως προς την Ελλάδα θα την απεμπλέξει από μια εμπλοκή πάρα πολύ επικίνδυνη. Υπάρχουν θεσμοί που θα μπορούσαν να το διεκπεραιώσουν;
Σίγουρα έχει αυτές τις θετικές πλευρές που λέτε. Πρώτα απ’ όλα θα μπορούσαν, άμεσα, οι ίδιοι οι ενδιαφερόμενοι να προχωρήσουν στην πολυμερή συμφωνία. Ή κάποιο κράτος της Ανατ. Μεσογείου να λάβει τη σχετική πρωτοβουλία και να υποβάλει την πρόταση σε όλους τους υπόλοιπους με σκοπό να πετύχει μια σύνθεση βουλήσεων, ώστε να συγκληθεί μια πολυμερής συνδιάσκεψη. Θα μπορούσε να γίνει και με πρωτοβουλία του γενικού γραμματέα του ΟΗΕ να προσφέρει τις καλές του υπηρεσίες ή να ζητηθεί από το Συμβούλιο Ασφαλείας με μια σύσταση. Θα μπορούσε και από έναν περιφερειακό οργανισμό, όπως η Ευρωπαϊκή Ένωση.

Συμφωνία Τουρκίας – Λιβύης

Να ξαναέλθουμε, όμως, στη συμφωνία Λιβύης – Τουρκίας υπό το φως των τελευταίων εξελίξεων που δεν ευνοούν τον Φαράτζ, το σύμμαχο της Τουρκίας. Οι τούρκοι αξιωματούχοι, βλέποντας τον κίνδυνο, λένε από τώρα ότι και να ανατραπεί αυτό το καθεστώς, η συμφωνία παραμένει. Εξάλλου, λένε, συμφωνίες έχουν συνάψει πολλοί, με τον Φαράτζ πριν την Τουρκία.
Σίγουρα υπάρχει συνέχεια του κράτους και από τη στιγμή που τη συμφωνία υπέγραψε μια κυβέρνηση αποδεκτή διεθνώς να εκπροσωπεί τη Λιβύη, οι συμφωνίες, καταρχήν, δεν θα θεωρηθούν άκυρες ή ανύπαρκτες. Το μόνο που μπορεί να γίνει, είναι αν η ίδια η Λιβύη ζητήσει αναδιαπραγμάτευση ή αναθεώρηση της συμφωνίας. Αυτό μπορεί να το κάνει η νέα, αν υπάρξει, κυβέρνηση. Ή και να την καταγγείλει. Όχι, όμως, ότι αυτομάτως η συμφωνία θα καταπέσει.

Από μερικές δηλώσεις τούρκων αξιωματούχων προκύπτει ότι η συμφωνία είναι διαπραγματεύσιμη. Ισχύει αυτό;
Κατά την άποψή μου, η Τουρκία επιθυμεί η οριοθέτηση της υφαλοκρηπίδας της με τα γειτονικά κράτη να γίνει, κατά κύριο λόγο, με διαπραγμάτευση και προσπαθεί να πετύχει τους καλύτερους όρους. Πριν αρχίσουν οι διαπραγματεύσεις, δεν διστάζει να ζητεί ή να βάζει πράγματα στο τραπέζι που προφανώς δεν συνάδουν με το Διεθνές Δίκαιο. Αυτό δεν το κάνει από άγνοια, αλλά, πιστεύω, για να πετύχει αυτά που πραγματικά θέλει.

Πηγή: Η Εποχή