Συνεντεύξεις

Κωνσταντίνος Λαγουβάρδος: «Η θερμοκρασία του πλανήτη έφτασε το όριο των +1,5 βαθμών Κελσίου»

Με τις θερμοκρασίες να είναι ήδη ασυνήθιστα υψηλές για την εποχή και τις πρώτες πυρκαγιές να σημειώνονται στη χώρα, συζητάμε με τον μετεωρολόγο και διευθυντή ερευνών στο Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών, Κωνσταντίνο Λαγουβάρδο, για τις ολοένα πιο εμφανείς και άμεσες επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης, αλλά και αν υπάρχει ελπίδα αντιστροφής των δεικτών του ρολογιού, που εδώ και καιρό δείχνουν ότι είμαστε στο και πέντε.
 
Η θερμοκρασία είναι ήδη αρκετά ανεβασμένη για την εποχή, ενώ και ο χειμώνας ήταν ιδιαίτερα ζεστός. Πού οφείλεται αυτή η άνοδος, συνδέεται με την κλιματική κρίση ή είναι κάτι που μπορεί να παρατηρηθεί ανά κάποια χρόνια;
 
Ο χειμώνας που πέρασε, ήταν ο θερμότερος που έχουμε καταγράψει ποτέ στη χώρα μας ως μέση θερμοκρασία. Ο Μάρτιος, έπειτα, είχε κάποιες μικρές περιόδους κρύου, αλλά ουσιαστικά από τις 25 Μαρτίου και πιθανά μέχρι τις 15 Απριλίου, έχουμε θερμοκρασίες που είναι λίγο ως πολύ πάνω από τις κανονικές, σε ολόκληρη τη χώρα. Έχουμε απόκλιση από 4 έως 10 βαθμούς Κελσίου πάνω από τις κανονικές θερμοκρασίες για την εποχή. Τέτοια φαινόμενα έχουν παρατηρηθεί και στο παρελθόν, με πιο ζεστούς χειμώνες κτλ, αλλά αυτό που διαπιστώνεται είναι πως τώρα γίνονται όλο και συχνότερα, όλο και πιο έντονα και για μεγαλύτερο διάστημα. Το ότι είχαμε τον θερμόμετρο χειμώνα που συνέβη σε όλα τα καταγεγραμμένα χρονικά, δείχνει ακριβώς ότι πρόκειται για μια ακραία συμπεριφορά. Η εμμονή δε των θερμοκρασιών, δηλαδή ότι η άνοδος της θερμοκρασίας δεν εκδηλώνεται μόνο για λίγες μέρες όπως παλιότερα, σημαίνει ότι ανεβαίνουν ευρύτερα οι μέσοι όροι και θα έχουμε πιο συχνά τέτοιες ακραίες συμπεριφορές του καιρού. Δεν πρόκειται, προφανώς, να εξαφανιστούν τα κρύα, αλλά το ανησυχητικό είναι ότι οι θερμές περίοδοι, όλες τις εποχές του χρόνου, γίνονται πιο συχνές και η μέση θερμοκρασία της χώρας μας ανεβαίνει. Τα τελευταία 30 χρόνια έχει ανέβει 1,5 βαθμούς Κελσίου.
 
 
Ποιες οι συνέπειες αυτής της ανόδου της θερμοκρασίας στο άμεσο χρονικό διάστημα;
 
Ήδη έχουμε αρκετές συνέπειες –και πέρυσι και φέτος. Ο πρώτος τομέας που πλήττεται αρκετά είναι η αγροτική παραγωγή. Τα φυτά και τα δέντρα θέλουν ώρες ψύχους, που δεν τις λαμβάνουν σε ικανοποιητικό βαθμό όταν έχεις έναν ήπιο χειμώνα. Ενώ και οι υψηλές θερμοκρασίες που έχουμε περιόδους που δεν πρέπει, και αυτές δημιουργούν προβλήματα στην ανθοφορία, στη συνέχεια και στην εξέλιξη των φυτών. Συμβάλλουν, βέβαια, πολλοί παράγοντες (αέρας, βροχές, χαλαζοπτώσεις κτλ), αλλά η μεταβολή της θερμοκρασίας παίζει σίγουρα ένα πολύ σημαντικό ρόλο στην αγροτική παραγωγή. Ένα άλλο πρόβλημα που προκαλούν οι υψηλότερες θερμοκρασίες, είναι αλλαγές στα χιόνια. Συνεχίζουμε να έχουμε χιόνια, αλλά αυτά περιορίζονται σε μεγαλύτερα υψόμετρα, επομένως ο χώρος που καταλαμβάνουν, όπως και ο όγκος τους, είναι μικρότερος. Αυτό δημιουργεί προβλήματα στον υδρολογικό κύκλο, γιατί πέρα απ’ τη βροχή, που ένας μέρος της χάνεται γρήγορα, το χιόνι είναι επίσης απαραίτητο στοιχείο του, γιατί όταν λιώνει αργά τέλος άνοιξης, εισχωρεί σιγά σιγά στους υπόγειους υδροφόρους ορίζοντες. Αν έχουμε λιγότερο χιόνι, θα έχουμε έλλειψη σε υδροφόρους ορίζοντες.
 
 
Ταυτόχρονα, καταγράφονται ήδη οι πρώτες πυρκαγιές στη χώρα. Αυτές οφείλονται μόνο στις υψηλές θερμοκρασίες για την εποχή ή και στην έλλειψη ενός σωστού σχεδιασμού διαχείρισης, πρόληψης και αντιμετώπισης;
 
Σίγουρα ευθύνονται και οι δύο παράγοντες. Οι υψηλές θερμοκρασίες, σε συνδυασμό με την ξηρασία, καθώς είχαμε πολύ λίγες βροχοπτώσεις, δημιουργούν συνθήκες ξήρανσης της νεκρής καύσιμης ύλης στα δάση, δηλαδή ό,τι είναι πεσμένο στο έδαφος, κλαδιά, πευκοβελόνες κτλ. Όλα αυτά μπορούν να ξεραθούν πολύ γρήγορα, ακόμα και σε λίγες μέρες αν είναι υψηλές οι θερμοκρασίες. Αν έρθει, λοιπόν, και μια μέρα με ισχυρούς ανέμους, όπως ήταν το περασμένο Σάββατο, θα δημιουργηθεί φωτιά πολύ γρήγορα. Προφανώς δε όταν έχουμε πολύ ζεστά καλοκαίρια, όπως ήταν το ’21 και το ’23, με μεγάλους καύσωνες και παρατεταμένη ξηρασία, θα έχουμε ανεξέλεγκτες πυρκαγιές, όπως είδαμε στην Εύβοια, την Πάρνηθα, τον Έβρο, τη Ρόδο κτλ. Όσο, λοιπόν, τα καλοκαίρια μας γίνονται πιο ζεστά και παρουσιάζουν περισσότερους καύσωνες, αυτό θα έχει ως αποτέλεσμα και μεγαλύτερο κίνδυνο πυρκαγιάς και μεγαλύτερες εκτάσεις που θα καίγονται, καθώς θα πρόκειται για μεγα-πυρκαγιές, που είναι πολύ δύσκολο να ελεγχθούν, ακόμα και αν δεν έχεις ισχυρούς ανέμους. Αυτό το φαινόμενο το βλέπουμε σε όλη τη Μεσόγειο. Φυσικά, όμως, οι πυρκαγιές δεν είναι μόνο ζήτημα καιρού. Προφανώς σχετίζεται, πρώτον, με τη διαχείριση που έχουμε για τα δάση, που δεν θα ήθελα να επεκταθώ ιδιαίτερα, καθώς δεν είναι το αντικείμενό μου. Δεύτερον, όσον αφορά τον τομέα μου, με τις πολιτικές που υιοθετούνται. Πρέπει να δούμε καλύτερα τα επιστημονικά εργαλεία που έχουμε στη διάθεσή μας, ώστε να προβλέπουμε αυτές τις δύσκολες πυρομετεωρολογικές καταστάσεις, και αυτά τα εργαλεία να αξιοποιούνται και επιχειρησιακά από τους ανθρώπους που είναι υπεύθυνοι για την αντιμετώπιση.
 
 
Κάθε χρόνο, όπως είπατε και πριν, λόγω της κλιματικής κρίσης είναι όλο και πιο συχνά και έντονα τα ακραία φαινόμενα. Υπάρχει τρόπος να αναστρέψουμε την κατάσταση; Παγκοσμίως αποφασίζονται μέτρα, που όμως δεν φαίνεται να υλοποιούνται. Τι πρέπει και τι μπορούμε να κάνουμε;
 
Ενώ λαμβάνονται μέτρα κατά των εκπομπών του διοξειδίου του άνθρακα και από διάφορες χώρες γίνεται μια προσπάθεια στροφής στις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, βλέπουμε ότι συνεχίζονται να αυξάνονται τα επίπεδα συγκέντρωσης του διοξειδίου του άνθρακα, γιατί είναι μια αργή διαδικασία. Ακόμα και αν με έναν μαγικό τρόπο σήμερα σταματούσαμε όλες τις εκπομπές, που προφανώς είναι αδύνατον, θα χρειάζονταν δεκαετίες, ώστε να μπορέσει η ατμόσφαιρα να ισορροπήσει σε συγκεντρώσεις διοξειδίου του άνθρακα σαν αυτές που είχαμε στην προ-βιομηχανική περίοδο. Πολλώ δε μάλλον που δεν κάνουμε ό,τι πρέπει. Σταθεροποιούμε κάπως τις εκπομπές, αλλά συνεχίζουν να είναι πολύ μεγάλες και αυξάνουν συνεχώς το διοξείδιο του άνθρακα στην ατμόσφαιρα. Κάθε χρόνο, από το 1950 και μετά που μετράμε, η συγκέντρωση του διοξειδίου του άνθρακα στην ατμόσφαιρα συνεχώς αυξάνεται. Και όσο αυτή αυξάνεται, θα ανεβαίνουν και οι θερμοκρασίες. Σε κάποιες περιοχές πιο γρήγορα, σε άλλες λιγότερο, αλλά σε κάθε περίπτωση ανεβαίνουν. Ήδη η θερμοκρασία του πλανήτη μας έχει φτάσει στους +1,5 βαθμούς Κελσίου, που είχε τεθεί ως το όριο που δεν πρέπει να ξεπεραστεί. Ως διαφορά, δηλαδή, που έχει η θερμοκρασία του πλανήτη μας σε σχέση με αυτή της προ-βιομηχανικής περιόδου. Αυτό που πρέπει να κάνουμε ως πολίτες είναι να πιέσουμε άμεσα τις κυβερνήσεις, ώστε να περιορίσουν όλο και περισσότερο τις εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα. Εμείς ως επιστήμονες καταγράφουμε το πρόβλημα, υπολογίζουμε τι γίνεται και τι θα συμβεί και προειδοποιούμε. Αν αφήσουμε τα πράγματα να συνεχιστούν έτσι, αυτή η αύξηση θα πάει στους +2, +2,5 βαθμούς κοκ, και αυτό θα ήταν τελείως καταστροφικό. Θα σήμαινε ακόμα μεγαλύτερους καύσωνες, άρα πιο δύσκολες καταστάσεις για την υγεία μας και την αγροτική παραγωγή, πιο έντονα καιρικά φαινόμενα, αύξηση της θερμοκρασίας της θάλασσας κτλ, μπαίνοντας σε έναν φαύλο κύκλο, που θα αυξάνεται συνεχώς η θερμοκρασία και από ένα σημείο και μετά θα έχει αποσταθεροποιηθεί τόσο πολύ η κατάσταση, που δεν θα μπορούμε ούτε να προβλέψουμε τι θα συμβεί. Το πρόβλημα πια είναι εδώ, δεν είναι κάτι που θα έρθει. Το βλέπουμε, το ζούμε.
 
Τζέλα Αλιπράντη