Macro

Η κομβική σημασία της Ψηφιακής Πολιτικής σήμερα

Πόσο σημαντική είναι η Ψηφιακή Πολιτική για την Αριστερά σήμερα; Aφορά τις εξαγγελίες που κάνουν υπουργοί κατά καιρούς για να δείχνουν ότι οδηγούν τη χώρα στο μέλλον δια της τεχνολογίας, συνώνυμης του εκσυγχρονισμού; Ή μήπως αφορά τα διάφορα κινητά, tablet και γενικώς καταναλωτικά παιχνίδια και τα social media; Με άλλα λόγια, αφορά η Ψηφιακή Πολιτική την Αριστερά σήμερα, ή είναι κάτι για λαϊκή κατανάλωση χωρίς ουσία;
Σε αυτό το ερώτημα θα δοκιμάσω να απαντήσω.
Είναι κοινός τόπος ότι το Ψηφιακό έχει κατακλύσει τη ζωή μας. Από την καθημερινή διαχείριση της ψυχαγωγίας μας, έως την επικοινωνία με φίλους, συνεργάτες και αγνώστους μέσω του Facebook. Πέρσι, ο πρόεδρος της WITSA1, σε ένα συνέδριο στην Αθήνα, ανακοίνωσε περήφανος ότι ο μέσος Αμερικάνος περνάει το 60% του χρόνου μπροστά σε μια οθόνη και τώρα με το Google Glass θα περνάει το 80%. Ευτυχώς, για την ώρα το Google Glass απέτυχε εμπορικά, αλλιώς η απομόνωση θα είχε εξαπλωθεί.
Αυτά τα θέματα μας αφορούν όλους. Επειδή όμως το πεδίο εμπλοκής του Ψηφιακού στην καθημερινότητά μας είναι απέραντο, σε αυτό το άρθρο θα ήθελα να επικεντρωθώ σε ένα αμιγώς πολιτικό θέμα, ένα θέμα που βρίσκεται στην καρδιά της αριστερής αντίληψης για την κοινωνία, τον έλεγχο του κράτους.
Ως κυβέρνηση της Αριστεράς έχουμε δηλώσει επανειλημμένα ότι «έχουμε την κυβέρνηση, αλλά όχι την εξουσία», που υπονοεί βεβαίως ότι «εξουσία είναι ο έλεγχος του κράτους» και όχι η κοινοβουλευτική πλειοψηφία.
Ο έλεγχος αυτός φαίνεται στην ταχύτητα και την αποτελεσματικότητα του κράτους στη διεκπεραίωση επιλεγμένων διοικητικών εργασιών και στην καθυστέρηση ή πλήρη «αδυναμία» στη διεκπεραίωση άλλων. Π.χ: γιατί αργεί τόσο πολύ «να βγει» η σύνταξη, ενώ η επεξεργασία της φορολογικής δήλωσης γίνεται γρήγορα; Πού εξαφανίστηκε η λίστα Λαγκάρντ; Γιατί δεν έχουμε ακόμη κτηματολόγιο;
Τα κυριότερα εργαλεία χειραγώγησης της αποτελεσματικότητας του Δημοσίου είναι η πολυνομία2, οι χαοτικές ή ανύπαρκτες διαδικασίες και η απέραντη γραφειοκρατία -που στηρίζουν την κωλυσιεργία και τη διάχυση των ευθυνών. Μια εντολή ενός υπουργού μπορεί να επιστραφεί ως «παράνομη», να καθυστερήσει, ή να εξαφανιστεί μεταξύ αποστολέα και παραλήπτη, καθώς πρωτόκολλα διαφορετικών ή και του ιδίου υπουργείου δεν επικοινωνούν μεταξύ τους. Τα ηλεκτρονικά πρωτόκολλα δεν επικοινωνούν μεταξύ τους!

 

Το βαθύ γραφειοκρατικό κράτος

Με εξαίρεση τις μνημονιακές δεσμεύσεις, το βαθύ αυτό κράτος είναι το σημαντικότερο εμπόδιο που αντιμετωπίζουμε ως κυβέρνηση της αριστεράς και θα συνεχίσουμε να αντιμετωπίζουμε και μετά τη λήξη των μνημονίων, ίσως και σε μεγαλύτερη ένταση, καθώς τα μέτρα που θα θέλουμε να πάρουμε θα είναι πιο ριζοσπαστικά.
Αυτοί οι μηχανισμοί δεν αντιμετωπίσθηκαν ποτέ ως προβλήματα προς επίλυση αλλά, αντίθετα, ως τα κύρια εργαλεία διαχείρισης πολιτικών επιλογών και διαπλοκής. Οι λύσεις ήταν πάντα προφανείς: η πολυνομία λύνεται με κωδικοποίηση της νομοθεσίας, οι διαδικασίες ορίζονται και επιβάλλονται, η γραφειοκρατία εξαλείφεται με αναδιοργάνωση. Εφαρμόστηκαν επιλεκτικά σε κάποιους οργανισμούς (όπως η Εφορία), ενώ σε άλλους ο πολίτης εξακολουθεί να ταλαιπωρείται από μακρές περιόδους αναμονής (για τη σύνταξή του π.χ.) και σε κάποιους άλλους έχουμε φαινόμενα τύπου «Novartis».
Με την «Εθνική Στρατηγική για τη Διοικητική Μεταρρύθμιση 2017-2019» του υπουργείου Διοικητικής Ανασυγκρότησης, η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ άρχισε να αντιμετωπίζει αυτές τις στρεβλώσεις της ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης. Η Στρατηγική περιλαμβάνει πολιτικές για την ενίσχυση του συντονισμού των φορέων της Δημόσιας Διοίκησης, για τον εκσυγχρονισμό των δομών και την χαρτογράφηση και απλοποίηση διαδικασιών («Μητρώο Διαδικασιών»), για τη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού, για την κωδικοποίηση της νομοθεσίας και την εφαρμογή των αρχών της καλής νομοθέτησης, για την ηλεκτρονική διακυβέρνηση, κ.ά.
Το κατ’ εξοχήν εργαλείο εφαρμογής αυτών των πολιτικών επιλογών είναι η Ψηφιακή Τεχνολογία, δηλαδή τα Πληροφοριακά Συστήματα του Δημοσίου, τα οποία για «απροσδιόριστους» λόγους, άλλες φορές λειτουργούν και άλλες όχι. Σημειωτέον ότι για να υλοποιηθούν αυτά τα συστήματα απαιτούνται έργα Πληροφορικής τριών έως πέντε ετών και χρηματοδότηση από ένα έως δέκα εκατομμύρια ευρώ. Η αποτυχία, έστω και μερική, ενός τέτοιου έργου αποτελεί σοβαρότατη οπισθοδρόμηση για το φορέα που αφορά.
Η αντίληψη ότι οι μηχανισμοί αυτοί δεν αποτελούν πολιτικές επιλογές, αλλά τυχαίες και συγκυριακές καταστάσεις, χαρακτηρίζει την εσφαλμένη αντίληψη της Αριστεράς σχετικά με τη Δημόσια Διοίκηση και την Ψηφιακή Τεχνολογία. Πρέπει να τονισθεί ότι η επιλογή εάν θα λειτουργήσει ένα Πληροφοριακό Σύστημα του Δημοσίου ή όχι, είναι ταυτόσημη με την επιλογή εάν θα λειτουργήσει ή θα μαραζώσει μια συγκεκριμένη δομή του Δημοσίου3.
Τα παραπάνω πρέπει να γίνουν κατανοητά, όχι ως τεχνολαγνική υπερβολή, αλλά ως πραγματικότητα: ο έλεγχος του κράτους περνάει μέσα από την Ψηφιακή Τεχνολογία. Μόνο μέσω της Ψηφιακής Τεχνολογίας είναι δυνατή η εφαρμογή οποιασδήποτε πολιτικής. Πώς θα υποστηριχθεί το «Μητρώο Διαδικασιών»; Πώς θα υποστηριχθεί η διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού στη Δημόσια Διοίκηση; Σε ποιους δίνονται τα Προνοιακά Επιδόματα; Η κάρτα του Μετανάστη; Το Κοινωνικό Εισόδημα Αλληλεγγύης; Το Κοινωνικό Τιμολόγιο της ΔΕΗ; Η Κάρτα Αστικών Συγκοινωνιών (AthenaCard); Τι από αυτά θα είχε επιτύχει η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ χωρίς την υποστήριξη από τα αντίστοιχα Πληροφοριακά Συστήματα;

 

Έλεγχος μέσω Ψηφιακής Πολιτικής

Άρα το πρωτεύον και βασικό συμπέρασμα είναι ότι, αν μας ενδιαφέρει ο έλεγχος του κράτους, θα πρέπει να μας ενδιαφέρει η Ψηφιακή Πολιτική και τα έργα Πληροφορικής του Δημοσίου. Οτιδήποτε επιτυγχάνουμε ως κυβέρνηση κρύβει από πίσω ένα μικρό ή μεγάλο ψηφιακό έργο. Η επιτυχία ενός μέτρου ή μιας πολιτικής εξυγίανσης του κρατικού μηχανισμού εξαρτάται απόλυτα από την επιτυχία του έργου Πληροφοριακής που το υποστηρίζει. Επομένως, η Ψηφιακή Πολιτική είναι κύριο πεδίο ταξικής σύγκρουσης, πράγμα που αποκρύπτεται τεχνηέντως πίσω από ένα πέπλο τεχνολογικού μυστικισμού ή υποτιθέμενων «τυχαίων» εξαγγελιών έργων Πληροφορικής. Στην πραγματικότητα κάθε έργο Πληροφορικής του Δημοσίου αποτελεί πεδίο ταξικής σύγκρουσης.
Ένα παράδειγμα πολιτικής επιλογής δια μέσου της απαξίωσης συγκεκριμένων έργων Πληροφορικής, είναι τα συστήματα Ηλεκτρονικής Διαχείρισης Εγγράφων τον δημοσίων φορέων (υπουργείων, οργανισμών κ.λπ.). Τα συστήματα αυτά είναι εγκατεστημένα εδώ και τουλάχιστον είκοσι χρόνια, αλλά χρησιμοποιούνται ελάχιστα, κυρίως σε περιφερειακούς οργανισμούς. Οι λόγοι είναι προφανείς (διαφάνεια, απόδοση ευθυνών κ.λπ.).
Το τελευταίο διάστημα έχουν γίνει τουλάχιστον τρεις εξαγγελίες για οριζόντια έργα Ηλεκτρονικής Διαχείρισης Εγγράφων για όλο το Δημόσιο. Δεν έχει όμως να αναρωτηθεί κανείς γιατί δεν μπήκαν ποτέ σε λειτουργία τα υπάρχοντα. Εάν η Ηλεκτρονική Διαχείριση Εγγράφων δεν γίνει αντιληπτή σαν πεδίο ταξικής σύγκρουσης, θα χαθεί άλλη μια ευκαιρία. Εάν δεν γίνει αντιληπτό ότι πίσω από τις «τυχαίες» αστοχίες των δεκάδων έργων Ηλεκτρονικής Διαχείρισης Εγγράφων κρύβεται μια σιδερένια πολιτική βούληση που στοχεύει στη διαιώνιση της αδιαφάνειας, πώς θα δοθεί η μάχη; Εάν δεν αναγνωριστεί ότι το πεδίο της μάχης είναι τα ίδια τα έργα Πληροφορικής, θα έχει χαθεί ο πόλεμος αμαχητί.
Όμως το μεγάλο διακύβευμα δεν ο εξορθολογισμός του Δημοσίου, αλλά η ίδια η ύπαρξή του. Η διαχρονική αδυναμία πληροφορικής υποστήριξης έχει υπονομεύσει δραματικά την αποτελεσματικότητά του, με αποτέλεσμα την απαξίωσή του. Αυτό αποτελεί και το κύριο ιδεολογικό και πολιτικό όπλο στα χέρια του νεοφιλελευθερισμού που στοχεύει στην ιδιωτικοποίηση του Δημοσίου.

 

Τα κρίσιμα εργαλεία

Το όπλο που έχει σήμερα η κυβέρνηση για να δώσει αυτή τη μάχη, είναι το υπουργείο Ψηφιακής Πολιτικής Τηλεπικοινωνιών και Ενημέρωσης (ΥΨΗΠΤΕ), στο οποίο συγκεντρώθηκαν επιτέλους όλες οι αρμοδιότητες για την Ψηφιακή Πολιτική και τις Τηλεπικοινωνίες, οι οποίες εσκεμμένα ήταν σκόρπιες σε διάφορα υπουργεία. Οι αρμοδιότητες αυτές συγκεντρώνονται πλέον στις δύο γενικές γραμματείες του ΥΨΗΠΤΕ, της Ψηφιακής Πολιτικής και των Τηλεπικοινωνιών. Η γενική γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής (ΓΓΨΠ) έχει υπό την ευθύνη της όλους τους τομείς που εμπλέκονται στην Ψηφιακή Πολιτική, όπως τα εργασιακά, τα θέματα επιχειρηματικότητας, την έρευνα και την ανάπτυξη, την ηλεκτρονική διακυβέρνηση κ.λπ.
Όσον αφορά τη Δημόσια Διοίκηση, ρόλος της ΓΓΨΠ είναι να καταρτίζει την Ψηφιακή Στρατηγική, να επιβλέπει την υλοποίηση των έργων και να εποπτεύει τη χρήση των αποτελεσμάτων τους. Αυτοί είναι και οι τρεις τομείς σύγκρουσης: η επιλογή των έργων, ώστε να στηρίζουν τις πολιτικές επιλογές της Αριστεράς, η σωστή υλοποίηση τους και τέλος η χρήση τους (όπως η χρήση της Ηλεκτρονική Διαχείριση Εγγράφων που αναφέρθηκε). Η ίδρυση του ΥΨΗΠΤΕ και της Γενικής Γραμματείας Ψηφιακής Πολιτικής ήταν πολιτική τομή για τη στήριξη της Δημόσιας Διοίκησης.
Εν κατακλείδι, πρέπει να αντιληφθούμε ότι τα ψηφιακά έργα του Δημοσίου, από την αρχική σύλληψη μέχρι και τη χρήση, αποτελούν πεδία ταξικής σύγκρουσης, στο βαθμό που η αριστερά προωθεί τη δημόσια σφαίρα, ενώ η δεξιά την ιδιωτική. Επομένως, σε αυτή τη συγκυρία είναι κρίσιμο η γενική γραμματεία Ψηφιακής Πολιτικής να εδραιώσει τη θέση της ως κεντρικός κατευθυντήριος φορέας, ώστε η ψηφιακή τεχνολογία να υπηρετεί τις πολιτικές επιλογές της Αριστεράς.

 

1. Η World Information Technology and Services Alliance (WITSA) είναι μια κοινοπραξία ενώσεων της παγκόσμιας βιομηχανίας Τεχνολογίας Πληροφοριών και Επικοινωνιών (https://www.witsa.org/)
2. Έτσι ώστε η εκάστοτε διοικητική πράξη να είναι είτε νόμιμη είτε παράνομη, ανάλογα με τις προθέσεις του βαθέως κράτους όταν θέλει ή δεν θέλει να εκτελέσει εντολές – αριστερών προϊσταμένων π.χ.
3. Γίνεται συνήθως συνδυασμός υποχρηματοδότησης, μείωσης προσωπικού και ανύπαρκτης, υποτυπώδους ή απηρχαιωμένης ψηφιακής υποστήριξης. Δομές όπως αυτές της Δημόσιας Υγείας, Ασφάλισης και Παιδείας απαξιώνονταν σταθερά σύμφωνα με αυτό το τρίπτυχο. Με αυτό τον τρόπο, οι δομές που επιλέγονταν να δοθούν στον ιδιωτικό τομέα, αδυνατούσαν να ανταπεξέλθουν αποτελεσματικά στις σύγχρονες απαιτήσεις, και απαξιώνονταν συστηματικά.

 

Ο Ιδομενέας Μανωλιτσάκης είναι διδάκτωρ Φυσικής και Πληροφορικής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου, μέλος του Τμήματος Ψηφιακής Πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ

Πηγή: Η Εποχή