Macro

Κοινωνικός απόηχος στο διχασμό του κέντρου

Οι εσωτερικές συγκρούσεις στο ΚΙΝΑΛ, που οδήγησαν τελικά στην αποχώρηση του Ποταμιού, αλλά και στη δημόσια πια αποστασιοποίηση ηγετικών στελεχών του ΠΑΣΟΚ, αποδίδονται συχνά στην αυταρχική συμπεριφορά της κ. Γεννηματά, που οξύνει τις υπάρχουσες πολιτικές διαφορές στο εσωτερικό του. Η πρόεδρος του ΚΙΝΑΛ δεν είναι άμοιρη ευθυνών, αλλά οι αιτίες που προκαλούν την αναταραχή και τις φυγόκεντρες τάσεις καταφανώς την υπερβαίνουν.
Το ΚΙΝΑΛ, μετά από αλλεπάλληλες αποτυχημένες προσπάθειες, επιχείρησε να εκφράσει τις προσδοκίες και τις ανάγκες μιας «μεσαίας τάξης» που το ΠΑΣΟΚ, και σε συνεργασία με τη ΝΔ αργότερα, είχε οδηγήσει με τις επιλογές του στην απόγνωση. Αυτή ήταν ήδη μια πρώτη δυσκολία, στην οποία προστίθεται μια δεύτερη, εξίσου σημαντική: μετά τις εκλογές του Σεπτεμβρίου 2015 και ιδίως μετά το κλείσιμο της τελευταίας αξιολόγησης και της συμφωνίας για τα μεσοπρόθεσμα μέτρα ρύθμισης του χρέους, οι επιφυλάξεις και η εχθρότητα που συντηρούνταν σε σημαντικό βαθμό έναντι του ΣΥΡΙΖΑ, λειάνθηκαν, με αποτέλεσμα να διαμορφωθούν στο εσωτερικό αυτού του κοινωνικού χώρου αποκλίνουσες τάσεις.

Μεσαίες και κατώτερες τάξεις

Σε αντίθεση με την αρχικά κυρίαρχη τάση, που έβλεπε με κακό μάτι το βασικό ενδιαφέρον τής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ-Οικολόγων να στρέφεται έμπρακτα στην προστασία των πιο αδύναμων στρωμάτων, των χαμηλόμισθων και χαμηλοσυνταξιούχων, ή ακόμα περισσότερο των στρωμάτων κάτω από το όριο της φτώχειας, η προοπτική χαλάρωσης της λιτότητας και οι βάσιμες ενδείξεις ελάφρυνσης τουλάχιστον τμημάτων της «μεσαίας τάξης», ενίσχυσε νέες τάσεις, με πιο ήπιες διαθέσεις έναντι της κυβερνητικής πολιτικής.
Αν απομακρυνθούμε λίγο από την επιφάνεια των πολιτικών – κομματικών αντιπαραθέσεων και συμφερόντων, δεν θα δυσκολευτούμε να διαπιστώσουμε ότι αυτή η νέα πραγματικότητα δικαιολογημένα ανησύχησε τους διεκδικητές της πολιτικής εκπροσώπησης αυτού του κοινωνικού χώρου. Η μεν ΝΔ, στο βαθμό που ακόμα επιχειρεί να διασώσει ένα κεντροδεξιό προφίλ, αντέδρασε με το γνωστό σε όλους πια τρόπο: αφενός, διέγραψε τον κ. Μίχαλο με την εύκολη και ανόητη κατηγορία ότι έγινε ΣΥΡΙΖΑ. Εύκολη, γιατί είναι αβαθέστατη· ανόητη, γιατί μ΄ αυτό τον τρόπο κάνει πως δεν βλέπει ότι δεν πρόκειται για μια προσωπική στάση, αλλά μάλλον για μια ταξική συμπεριφορά: τα συμφέροντα που θέλει να εκφράζει ο κ. Μίχαλος, δεν είναι διατεθειμένα να θυσιαστούν, προκειμένου να ωφεληθεί ο κ. Μητσοτάκης.
Αφετέρου, προκειμένου να ανακόψει την τάση τοποθέτησης των φορέων αυτής της τάξης με βάση τα υλικά συμφέροντά τους, όπως οι ίδιοι τα αντιλαμβάνονται, έριξε στο στίβο τα παλιά όπλα τής νέας εθνικοφροσύνης. Γιατί τα όπλα αυτά έχουν ανέκαθεν την ιδιότητα να θολώνουν το ταξικό τοπίο και τις διαφορές που προκύπτουν από τις θέσεις μέσα στο κοινωνικό σώμα προς όφελος των διαφορών στη βάση ταυτοτήτων. Με τον τρόπο αυτό η ηγεσία της ΝΔ ελπίζει ότι τα υλικά συμφέροντα θα μπουν σε δεύτερη μοίρα και οι σειρήνες της νέας φάσης δεν θα αγγίξουν τα αφτιά μιας παραδοσιακής πελατείας τής συντηρητικής παράταξης.

Πολιτική ρευστότητα με κοινωνικό υπόβαθρο

Αν, όμως, αυτή είναι η λογική της ΝΔ, ανεξάρτητα από το αν θα φέρει ή όχι τα αναμενόμενα αποτελέσματα, ποια λογική μπορεί να εντοπίσει κάποιος στις αντιδράσεις του έτερου διεκδικητή της εκπροσώπησης αυτής της τάξης, δηλαδή του ΚΙΝΑΛ; Μπορούμε εξαρχής να πούμε ότι η σε σημαντικό βαθμό ταύτιση ή σύμπλευση της ηγεσίας τού ΚΙΝΑΛ με τις επιλογές της ηγεσίας της ΝΔ, δυσκολεύει εξαιρετικά την ανακάλυψη ιχνών απλής λογικής στη συμπεριφορά της.
Αρνούμενη να δει τις υπαρκτές διαφορές συμφερόντων στο εσωτερικό αυτού του τμήματος του κοινωνικού σώματος, αφενός ταυτίζεται με τις επιλογές και τις πρωτοβουλίες της ΝΔ, αφετέρου αδυνατεί να ερμηνεύσει τις αντιδράσεις που προκαλούνται στο εσωτερικό του ΚΙΝΑΛ, και τις αντιμετωπίζει σαν συνωμοσίες και επιβουλές κατά της ηγεσίας, ενώ εκφράζουν πραγματικές διαφορές στο κοινωνικό πεδίο.
Ο πιο εύκολος (και απρόσφορος) τρόπος να ερμηνεύσει κάποιος την αποχώρηση του Ποταμιού, είναι να την αποδώσει στις ηγετικές φιλοδοξίες τού κ. Θεοδωράκη. Για να το πράξει, ωστόσο, θα πρέπει να κάνει ότι ξεχνάει τη διαδρομή του Ποταμιού και του προέδρου του, η οποία είχε ως αφετηρία τη διακήρυξη σύμπλευσης με τη ΝΔ, καθώς τη θεωρούσαν κόμμα στο οποίο εκφράζονται και επικρατούν οι συγγενικές προς τις απόψεις τους εκσυγχρονιστικές φιλευρωπαϊκές τάσεις. Η σημερινή μετατόπισή τους οφείλεται κατά βάση στην παταγώδη διάψευση αυτής της εκτίμησης. Η δεξιά στροφή της ΝΔ έδειξε ότι, προκειμένου να ικανοποιήσει το ένστικτο της αυτοσυντήρησής της, είναι διατεθειμένη να καταφύγει στην παλιά καλή συνταγή της εθνικιστικής αναδίπλωσης· η οποία έχει ως συνέπεια την απώθηση σε δεύτερη μοίρα και την υποταγή των συμφερόντων και των αναγκών τής «μεσαίας τάξης» στις πολιτικές και οικονομικές επιδιώξεις των τμημάτων εκείνων του μεγάλου κεφαλαίου, οι οποίες δεν συμβαδίζουν αναγκαστικά με τα συμφέροντα των μεσοστρωμάτων. Τι κοινό μπορεί να έχουν, για παράδειγμα, οι επιδιώξεις του κ. Μαρινάκη με τις ανάγκες ενός βιοτέχνη, ενός εμπόρου ή ενός επαγγελματία στην Κοζάνη;
Πέρα, λοιπόν, από συνωμοσιολογίες και αποστασιολογίες, αν θέλουμε να κατανοήσουμε τι συμβαίνει και πώς είναι δυνατόν να επηρεαστούν οι εξελίξεις, χρειάζεται να διερευνήσουμε τα γεγονότα με αυτό το γνώμονα, παρότι είναι δύσκολο, καθώς δεν διαθέτουμε τη βοήθεια των αναγκαίων οικονομικών, κοινωνιολογικών και πολιτικών μελετών. Αλλά και χωρίς αυτά τα χρήσιμα εργαλεία, είμαστε υποχρεωμένοι να ερμηνεύσουμε τις πρόσφατες μετατοπίσεις στο πολιτικό σκηνικό. Και να προβλέψουμε με τη μεγαλύτερη δυνατή ακρίβεια τις τάσεις που διαμορφώνονται, οι οποίες ήδη εκφράζονται και με αλλαγές προσανατολισμού και με επανατοποθετήσεις τόσο στο κοινωνικό – ταξικό πεδίο, όσο και στο πεδίο των πολιτικών (επανα)τοποθετήσεων.

Θα υπάρξει συνέχεια

Ο αναβρασμός στο χώρο του πολιτικού και κοινωνικού κέντρου θα συνεχιστεί για αρκετό διάστημα ακόμα. Ένας από τους βασικούς λόγους είναι ότι η (πασοκική ουσιαστικά) ηγεσία του ΚΙΝΑΛ αντιλαμβάνεται ως εκλογικό καθήκον της την ανάκτηση ψηφοφόρων που στράφηκαν στον ΣΥΡΙΖΑ. Λες και οι ψηφοφόροι είναι αριθμοί που τους παίρνει και τους πάει ο άνεμος πότε από εδώ και πότε από εκεί. Δεν είναι σε θέση να αντιληφθεί τις ανάγκες και τις απαιτήσεις των υλικών φορέων της «μεσαίας τάξης» στη νέα περίοδο και με γνώμονα αυτές να πολιτευτεί. Δεν έχει εκτιμήσει σωστά τη διάθεση ρήξης με την προϋπάρχουσα κατάσταση, που εξέφρασε η υπερψήφιση του ΣΥΡΙΖΑ τρεις φορές μέσα στο 2015 και η δημοσκοπική του διατήρηση σε υψηλά ποσοστά, παρά τον ανελέητο πόλεμο από την πλευρά των θιγόμενων συμφερόντων. Όποιος αντιμετωπίζει στις παρούσες συνθήκες την πολιτική αναμέτρηση στο χώρο του κέντρου σαν ένα αγώνα ρεβάνς κατά του ΣΥΡΙΖΑ, το πιο πιθανό είναι να στρέψει εναντίον του ακόμα κι αυτούς που έχουν αντιρρήσεις ή δισταγμούς για την κυβερνητική πολιτική.
Γιατί σε κάθε εποχή, σε κάθε συγκυρία το ερώτημα «με ποιον θα πας και ποιον θ΄ αφήσεις» τίθεται πάντοτε με την ίδια ένταση και υποχρεώνει σε αποφασιστικές απαντήσεις, με βάση το παρόν και το μέλλον και όχι το παρελθόν.
Και αυτό που συμβαίνει στο παρόν, είναι διαφορετικό από αυτό που συνέβη το 1980: η γόνιμη σύνδεση της τύχης των μεσοστρωμάτων με τις προσδοκίες των πιο αδύναμων κοινωνικών τάξεων έγινε τότε με την ηγεμονία του προοδευτικού κέντρου· στις σημερινές συνθήκες μπορεί να γίνει με την ηγεμονία της αριστεράς, όσο κι αν αυτό έχει ήδη διαταράξει τις πολιτικο-οικονομικές ισορροπίες τού συστήματος και τις σχετικές φιλοφοξίες.
Αν στο Μαξίμου και στην Κουμουνδούρου αρχίσουν να δαπανούν το χρόνο τους στη συστηματική καλλιέργεια ευνοϊκών συνθηκών και διαθέσεων για την επίτευξη αυτής της δυνατότητας και όχι για τις οφσόρ της κ. Μαρέβας, αυτή η δυνατότητα θα γίνει βεβαιότητα.

Χαράλαμπος Γεωργούλας

Πηγή: Η Εποχή