Την τελευταία περίοδο η χώρα μας, αλλά και η υφήλιος γενικότερα, έχουν πληγεί από καιρικά φαινόμενα ιδιαίτερης σφοδρότητας. Χαρακτηριστικά παραδείγματα είναι οι πλημμύρες στη Γερμανία και στο Βέλγιο με τις εκατόμβες νεκρών –οι σφοδρότερες πλημμύρες τουλάχιστον τα τελευταία 150 χρόνια. Την ίδια στιγμή τόσο η Ευρώπη όσο και η Ασία, βίωσαν το δεύτερο θερμότερο Ιούνιο από το 1880 (έτος που αρχίσαμε να καταγράφουμε τη θερμοκρασία σε παγκόσμιο επίπεδο), ενώ η Αφρική και η Βόρεια Αμερική τον θερμότερο Ιούνιο όλων των εποχών. Αξιοσημείωτος ήταν ο καύσωνας που έπληξε τον Δυτικό Καναδά και τις ΒΔ πολιτείες των ΗΠΑ, με θερμοκρασίες ρεκόρ και με μεγάλο αριθμό θυμάτων. Ταυτόχρονα, η παγοκάλυψη της Αρκτικής ήταν κατά 10% μειωμένη σχετικά με τον μέσο όρο, ενώ ό αριθμός των κυκλώνων που έπληξαν τον Ατλαντικό και τον ΒΑ Ειρηνικό ήταν από τους υψηλότερους που έχουν καταγραφεί ποτέ. Στη χώρα μας είδαμε τις πυρκαγιές να ξεκινάνε νωρίτερα από το συνηθισμένο (από τον Μάιο μήνα), ενώ οι καύσωνες να μας επισκέπτονται νωρίτερα απ’ ό,τι το είχαμε συνηθίσει και καταγράψει από τα δεδομένα μας. Αυτά είναι μόνο μερικά σημάδια της κλιματικής αλλαγής, ή καλύτερα της κλιματικής κρίσης, που βιώνουμε εδώ και μερικά χρόνια, καθώς το κλίμα της Γης πάντα άλλαζε, αυτό που όμως βιώνουμε τα τελευταία χρόνια δεν εμπεριέχει μόνο τη φυσική «μεταβλητότητα», αλλά και μια σημαντική συμμετοχή του ανθρώπινου παράγοντα.
Επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης έχουν ήδη καταγραφεί από την επιστημονική κοινότητα σε μια σειρά από μετρήσιμες παραμέτρους, όπως η θερμοκρασία της Γης που έχει αυξηθεί σχεδόν κατά ένα βαθμό Κελσίου από την προβιομηχανική περίοδο, το επίπεδο της στάθμης των θαλασσών, που επίσης έχει αυξηθεί με ταυτόχρονη μείωση της παγοκάλυψης, η επιμήκυνση της καλοκαιρινής περιόδου κατά περίπου 3–5 ημέρες τη δεκαετία στη χώρα μας, η αύξηση εμφάνισης των «τροπικών βραδιών» (ελάχιστη θερμοκρασία πάνω από 20 βαθμοί Κελσίου), κλπ. Υπάρχουν, όμως, και μια σειρά από επιπτώσεις που καθώς είναι πολυπαραγοντικές, δηλαδή εκτός της κλιματικής κρίσης, συμμετέχουν και άλλοι παράμετροι, για τις οποίες η επιστημονική αβεβαιότητα είναι μεγαλύτερη. Σε αυτή την κατηγορία ανήκουν και τα «έντονα καιρικά φαινόμενα», όπου απαντήσεις για τη μελλοντική συμπεριφορά τους μάς δίνουν οι μαθηματικές προσομοιώσεις, ή «μοντέλα», όπως αλλιώς ονομάζονται. Τα μοντέλα μάς λένε ότι φαινόμενα σαν και αυτά που παρατηρήθηκαν στη Γερμανία και το Βέλγιο, η κλιματική κρίση θα αυξήσει τόσο την ένταση τους, όσο και τη συχνότητα εμφάνισης τους. Έτσι φαινόμενα σαν τον «Ιανό» ή τον «Ζορμπά» που ζήσαμε εμείς στην Ελλάδα, θα εμφανίζονται όλο και πιο συχνά και ταυτόχρονα οι οικονομικές απώλειες που οφείλονται σε αυτά, θα γίνονται μεγαλύτερες.
Για το τελευταίο, πρόσφατη μελέτη του Παγκόσμιου Οργανισμού Μετεωρολογίας (ΠΟΜ) καταδεικνύει ότι αυτό ήδη συμβαίνει. Έτσι, η οικονομική αξία των καταστροφών της δεκαετίας 2005–2014 που οφείλονται στο κλίμα και τον καιρό ή αλλιώς σε «έντονα καιρικά φαινόμενα», ανέρχονται σε 1 τρισεκατομμύριο δολάρια, με μια σχεδόν εκθετική αύξηση με τον χρόνο, καθώς το νούμερο αυτό εμφανίζεται αυξημένο σχεδόν 2 φορές σχετικά με την προηγούμενη δεκαετία 1995–2004 και 10 φορές σχετικά με την δεκαετία 1975–1984.
Αν και ο περιορισμός της κλιματικής κρίσης απαιτεί διεθνείς συμφωνίες για συντονισμένες τοπικές δράσεις, η προσαρμογή γίνεται σε τοπικό επίπεδο. Για αυτό η χώρα μας χρειάζεται: α) τόσο να στοιχειοθετήσει άμεσα με τις τρέχουσες επιστημονικές γνώσεις τις περιβαλλοντικές επιδράσεις που έχει η κλιματική αλλαγή στην περιοχή μας, με τη χρήση δεικτών που μπορούν να χρησιμοποιηθούν για τη ποσοτικοποίηση των επιπτώσεων στους διάφορους κοινωνικο-οικονομικούς τομείς της χώρας και την ανθρώπινη υγεία, β) όσο και να αναπτύξει τεχνογνωσία αιχμής και πρωτοποριακά εργαλεία σε διεθνές επίπεδο, ώστε να έχει τεκμηριωμένη επιστημονική άποψη για θέματα ατμοσφαιρικής ρύπανσης και της απορρέουσας κλιματικής αλλαγής.
Στη διεθνή προσπάθεια της επιστήμης για την κατανόηση του φαινομένου και των επιπτώσεων της ΚΑ, αλλά και τη συμπεριφορά των έντονων καιρικών φαινομένων, συμμετέχει ενεργά και η ελληνική επιστημονική κοινότητα μέσω του Εθνικού Δικτύου για την Κλιματική Αλλαγή «CLIMPACT», που συντονίζεται από το Εθνικό Αστεροσκοπείο Αθηνών (ΕΑΑ). Το δίκτυο CLIMPACT χρηματοδοτείται από την ΓΓΕΚ και το υπουργείο Ανάπτυξης και Επενδύσεων και αποτελείται πέραν του ΕΑΑ από δέκα ακόμα εμβληματικούς, εθνικούς, επιστημονικούς φορείς: την Ακαδημία Αθηνών, το Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, το Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών, το Εθνικό Κέντρο Έρευνας Φυσικών Επιστημών «Δημόκριτος», το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, το Πανεπιστήμιο Κρήτης, το Πολυτεχνείο Κρήτης, το Ερευνητικό Κέντρο ΑΘΗΝΑ και το Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών. Η πρωτοβουλία CLIMPACT αποτελεί μια διεπιστημονική κοινοπραξία, που επιδιώκει να αποτελέσει το κύριο συμβουλευτικό όργανο για την πολιτεία και τους πολίτες σε θέματα κλιματικής αλλαγής και των επιπτώσεων που σχετίζονται με αυτήν.
Στα πλαίσια του CLIMPACT, πέρα από τη παραγωγή επιστημονικής γνώσης υψηλής ποιότητας, σκοπός του είναι η ανάπτυξη Συστημάτων Έγκαιρης Προειδοποίησης (ΣΕΠ). Είναι γνωστό ότι τα ΣΕΠ «σώζουν ζωές», καθώς ενώ την τελευταία δεκαετία οι οικονομικές απώλειες από τα «ακραία καιρικά φαινόμενα» έχουν αυξηθεί κατά περίπου 2 φορές, οι απώλειες σε ανθρώπινες ζωές έχουν μειωθεί κατά περίπου 5 φορές χάρη στα ΣΕΠ. Τα συστήματα αυτά θα είναι διαθέσιμα στην πολιτεία (επιχειρησιακούς φορείς πολιτικής προστασίας, τις περιφέρειες και τα κέντρα λήψης αποφάσεων), ώστε να τα χρησιμοποιούν παράλληλα για τη βελτίωση των παρεχόμενων υπηρεσιών πολιτικής προστασίας. Παρόλα αυτά, απαραίτητη προϋπόθεση για αποτελεσματική διασύνδεση ανάμεσα στην έρευνα και στους φορείς πολιτικής προστασίας είναι η ενεργοποίηση ενός συγκεκριμένου πλαισίου, που να ευνοεί τη συνεργασία και να αξιοποιούνται τα αποτελέσματα και οι δυνατότητες της εφαρμοσμένης έρευνας και της καινοτομίας.
Ο Νίκος Μιχαλόπουλος είναι διευθυντής του ΙΕΠΒΑ/ΕΑΑ και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Κρήτης
Πηγή: Η Εποχή