Κινητοποιήσεις σε όλη τη χώρα. Ο πρόεδρος Μακρόν και η κυβέρνησή του δεν κατάλαβαν τίποτα και εμμένουν στη φιλελεύθερη πολιτική της λιτότητας. Γι΄ αυτό η CGT θα συνεχίζει τις διεκδικήσεις της και επιμένει στην κήρυξη «κατάστασης οικονομικής ανάγκης» για την άμεση ικανοποίηση των αιτημάτων: αύξηση του κατώτατου μισθού, αυξήσεις των συντάξεων, βελτίωση των κοινωνικών υπηρεσιών και επιστροφή του φόρου υψηλών εισοδημάτων, του ISF κ.λπ. Για τα αιτήματα αυτά η CGT θα συνεχίσει με απεργιακές κινητοποιήσεις στις μεγάλες επιχειρήσεις και διαδηλώσεις.
Εβδομάδα πυκνών γεγονότων ήταν για τη Γαλλία αυτή που πέρασε. Πρεμιέρα έκανε ο πρόεδρος Μακρόν, που εξαναγκάστηκε να μιλήσει μετά από τέσσερις εβδομάδες κινητοποιήσεων και αναταραχών με την εμφάνιση των «Κίτρινων Γιλέκων». Απευθύνθηκε σε όσους βρέθηκαν στις πλατείες αλλά και γενικότερα στο γαλλικό λαό, με μια καλά οργανωμένη προσπάθεια μέσω των τηλεοπτικών καναλιών. Οι εξαγγελίες του, όμως, δεν έπεισαν τους άμεσα ενδιαφερόμενους, τους εργαζόμενους, τους νέους και τις κοινωνικές ομάδες με χαμηλά εισοδήματα. Γιατί αναφέρθηκε σε παλιές συνταγές, συνέχισης των πολιτικών της λιτότητας. Πολιτικές που εφαρμόζονται 40 χρόνια περίπου με καταστροφικές συνέπειες για τους μισθωτούς και τις ζωντανές δυνάμεις της Γαλλίας.
Ο πρόεδρος γύρισε ουσιαστικά «την πλάτη του στις δίκαιες διεκδικήσεις των εργαζομένων του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, των νέων και των συνταξιούχων», αναφέρει σε ανακοίνωσή της η CGT και συνεχίζει: «Δεν είπε τίποτα για τους εργαζόμενους στο δημόσιο τομέα, αντίθετα, μίλησε, αν και συγκεκαλυμμένα, για τις προκλήσεις και απειλές του δημόσιου τομέα». Δεν είπε τίποτα για τους νέους που υφίστανται μια απαράδεκτη βία και καταπίεση στην εργασία, αλλά και ανισότητες ευκαιριών και πρόσβασής τους στις σπουδές. Δεν είπε τίποτα για την αύξηση του κατώτατου μισθού, τα 100 ευρώ που ανέφερε δεν εκφράζουν τίποτα, αφού για τους εργοδότες οι αυξήσεις θα κοστίσουν μόνο 1 ευρώ. Συνεπώς, δεν πρόκειται για τίποτ΄ άλλο παρά για την αύξηση που είχε προκαθοριστεί σαν πριμ για την προσφερόμενη εργασία. Αυξήσεις που προβλέπονται ήδη στον προϋπολογισμό που έχει καταθέσει στη Βουλή η κυβέρνηση.
Πρόεδρος απέναντι στην κοινωνία
Δεν θυμήθηκε να πει κάτι για τους άνεργους, για τους οποίους συνεχίζεται η αβεβαιότητα σχετικά με τα επιδόματα που παίρνουν. Δεν επιβάλλουν καμία επιβάρυνση στην εργοδοσία, οι όποιες αυξήσεις, επιδόματα ή δώρα επαφίενται στην καλή θέληση των εργοδοτών, αν στο τέλος του χρόνου θελήσουν να κάνουν μια χειρονομία προς τους εργαζόμενους τους (παρόμοια άποψη ακούσαμε τελευταία και στη χώρα μας από τον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης). Να σημειωθεί ότι η οποιαδήποτε αύξηση του μισθού θα αντισταθμιστεί με τη μείωση των ασφαλιστικών εισφορών (CSG) και του αφορολόγητου των υπερωριών. Όλ΄ αυτά «τα μέτρα θα επιδράσουν προς την αντίθετη κατεύθυνση απ΄ αυτή της αύξησης της απασχόλησης», τονίζει η CGT. Και το βασικότερο, απέφυγε να μιλήσει για την επιστροφή του φόρου αλληλεγγύης στα υψηλά εισοδήματα (ISF). Ενός μέτρου που ψηφίστηκε και εφαρμόστηκε επί προεδρίας Σαρκοζί και συνεχίστηκε επί Ολάντ. Η επιστροφή του εμβληματικού αυτού φόρου (ISF) θα σηματοδοτούσε μια κάποια στροφή. Ο Μακρόν δεν έχει καμία τέτοια πρόθεση. Γι΄ αυτό αρνείται να το συζητήσει, όπως αρνείται να γίνει (ή να ανακοινωθεί) μελέτη που θα καταδεικνύει πως χρησιμοποιείται αυτό το ποσό. Πάντως, είναι γνωστό ότι δεν διατίθεται για νέες επενδύσεις (αυτό δείχνουν τα στοιχεία), όπως είχε εξαγγελθεί. Το σύστημα, συνεπώς, μετά την ομιλία του προέδρου Μακρόν δεν θα πρέπει να αισθάνεται κάποια ανησυχία. Ο ίδιος θα συνεχίσει να είναι «πρόεδρος των πλουσίων», ανήμπορος απέναντι στην κοινωνική οργή.
Με την παρέμβασή του, όμως αυτή ναρκοθέτησε ο ίδιος την εξουσία του. Με την επίθεση του και το βίαιο στιγματισμό των «Κίτρινων Γιλέκων» για όσα συνέβησαν το τελευταίο σαββατοκύριακο στο Παρίσι. Αναπαρήγαγε τα ίδια επιχειρήματα σε κάθε παρόμοια περίπτωση, χωρίς να πει μια λέξη, για την αστυνομική βία, τις κροτίδες λάμψης κ.λπ.
Και τώρα τι;
Μετά απ΄ όλα αυτά, το ερώτημα που τέθηκε ήταν και τώρα τι γίνεται; Για πολλούς που είχαν βγει στις πλατείες π.χ. τα «Ελευθέρα Κίτρινα Γιλέκα», όπως έχουν αυτοπροσδιοριστεί, που παρακολούθησαν τη ομιλία Μακρόν, η απάντησή ήταν άμεσα και κατηγορηματική: συνεχίζουμε και προετοιμάζουμε τις κινητοποιήσεις. Υπήρξαν όμως και ορισμένοι που μίλησαν για ανακωχή. Θεώρησαν ότι η παρέμβαση Μακρόν ήταν ένα πρώτο βήμα (διαλόγου κ.λπ.) και επιπλέον υποστηρίζουν ότι τα «Κίτρινα Γιλέκα» δεν θα πρέπει να έρθουν σε αντίθεση με το κοινό αίσθημα λίγες μέρες πριν τις γιορτές των Χριστουγέννων και του νέου έτους.
Στρασβούργο: Η δολοφονική επίθεση
Οι φωνές αυτές πολλαπλασιάστηκαν μετά την τρομοκρατική επίθεση της Τρίτης, στη χριστουγεννιάτικη αγορά του Στρασβούργου, που είχε σαν συνέπεια να χάσουν τη ζωή τους 3 άνθρωποι και να τραυματιστούν πάνω από 10 άτομα. Έτσι, εκτός από κυβερνητικούς παράγοντες που κάλεσαν τον κόσμο να μην διαδηλώσει, παρόμοια θέση πήρε ο ηγέτης του κόμματος της δεξιάς (LR), Λοράν Βοκέ. Η Μαρίν Λεπέν, ηγέτης του Εθνικού Συναγερμού (RN), δεν πήρε σαφή θέση· όταν ρωτήθηκε από δημοσιογράφους είπε: «υποθέτω ότι σε κάθε περίπτωση, όταν αυτή η κατάσταση συναγερμού εξαιτίας της τρομοκρατίας συνεχίζεται, εξ ορισμού αποκλείονται οι διαδηλώσεις. Συνεπώς, οι διαδηλώσεις δεν μπορούν να λάβουν χώρα».
Από την άλλη, τα κόμματα της Αριστεράς, ο εθνικός γραμματέας του Γαλλικού ΚΚ, Φαμπιέν Ρουσέλ, εκτίμησε ότι οι διαδηλώσεις κατά της κυβέρνησης θα συνεχιστούν «και μετά το τραγικό συμβάν στο Στρασβούργο». Με το ίδιο πνεύμα μίλησε και ο Ζαν-Λυκ Μελανσόν, ο οποίος προέβλεψε ότι αυτές θα συνεχιστούν και στις γιορτές. Η κυβέρνηση επεδίωξε πάση θυσία να αποφύγει τις κινητοποιήσεις. Γι΄ αυτό όλος ο κρατικός μηχανισμός βρίσκεται σε ετοιμότητα, όπως το περασμένο Σάββατο, ώστε να κρατηθούν οι διαδηλωτές μακριά από το κέντρο.
Μια νέα κατάσταση
Πέρα από την έκβαση των κινητοποιήσεων, τα «Κίτρινα Γιλέκα» κατόρθωσαν να ανατρέψουν ορισμένες καταστάσεις και να επιβάλουν μια καινούργια ατζέντα, θέτοντας στο δημόσιο διάλογο ζητήματα ταμπού για την εξουσία και τις ελίτ, όπως η επαναφορά του φόρου αλληλεγγύης. Ταυτόχρονα, άρχισαν να αμφισβητούν και να ανατρέπουν παλιές καταστάσεις που επιβλήθηκαν με την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη της Λισαβόνας, που ήταν η αρχή θεσμοθέτησης των πολιτικών λιτότητας στην ΕΕ. Σήμερα η πολιτική αυτή αμφισβητείται έντονα. Ο γνωστός οικονομολόγος Τόμας Πικετί, σε συνεργασία με άλλους διανοούμενους, κυκλοφορούν κείμενο με τίτλο «Ένα σχέδιο για τη δημοκρατική συνθήκη της Ευρώπης», δηλαδή την αλλαγή της Ευρώπης.
Αυτό, τη στιγμή που η πολιτική Μακρόν, της αντιπαράθεσης των φιλελευθέρων με τους μη φιλελεύθερους, των προοδευτικών κατά των συντηρητικών, θεωρείται εντελώς σχηματική και απλοϊκή και συνεπώς δεν μπορεί να έχει καμία τύχη. Έτσι, ο πρόεδρος Μακρόν, που το μεγάλο του χαρτί ήταν το «ευρωπαϊκό», μετά τις τελευταίες εξελίξεις φαίνεται να είναι μόνος του και αποδυναμωμένος αν κρίνουμε από τη στάση των Βρυξελλών —και όχι μόνο— που δεν δείχνουν καθόλου ευτυχισμένες με όσα συμβαίνουν στο Παρίσι. «Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή παρακολουθεί με προσοχή την επίδραση των μέτρων στο προϋπολογισμό της χώρας» γράφει η «Λε Μοντ» και συνεχίζει: Ο θεσμός που είναι υπεύθυνος για την παρακολούθηση των κρατικών προϋπολογισμών, η Ευρωζώνη επισήμανε τον κίνδυνο της μη συμμόρφωσης της Γαλλίας να περιορίσει το δημόσιο έλλειμμα το 2019 στο 2,8% του ΑΕΠ». Η παρέκκλιση φαίνεται να κινείται γύρω στο 3,4%, δηλαδή πάνω από το 3% που προβλέπει το Σύμφωνο Οικονομικής Σταθερότητας και Ανάπτυξης. Ποια θα είναι η συνέχεια, δύσκολο να προβλεφθεί. Σίγουρο είναι, ίσως και ελπιδοφόρο, ότι έχουν αναζωπυρωθεί οι συζητήσεις στην αριστερά, στους διανοούμενους και τους εργαζόμενους που βρίσκονται στους δρόμους και στις πλατείες.
Μπάμπης Κοβάνης
Πηγή: Η Εποχή