Υπάρχει αυτή η διαφήμιση που τρέχει κλιμακωτά εδώ και έναν μήνα σε δόσεις και με το ανάλογο σασπένς μέχρι να αποκαλύψει τι ακριβώς διαφημίζει. Είναι δυο τύποι που παραγγέλνουν καφέ, ο ένας λίγο ψιλοδιανοούμενος και προσεγμένος, ο άλλος πιο χύμα και με μαλλί σαν να σηκώθηκε μόλις από το κρεβάτι, παίρνουν τους καφέδες, «με μετρητά ή κάρτα;» ρωτά η υπάλληλος, ο χύμα κοιτάζει τον φίλο του απορημένος, προφανώς δεν έχει σάλιο ούτε σε μετρητά ούτε σε κάρτα.
Αφού προηγήθηκαν μερικές μέρες προβολής του διαφημιστικού σποτ με αναπάντητο το ερώτημα της πωλήτριας, ακολούθησαν και τα αποκαλυπτήρια της πλήρους διαφήμισης: τι παίζει λοιπόν με την πληρωμή των καφέδων; Παίζει payzy, μια εφαρμογή ψηφιακών πληρωμών μέσω κινητού της Cosmote (εδώ κάνω κι εγώ διαφήμιση δωρεάν, αλλά δεν πειράζει, χαλάλι τους). Και μετά η διαφήμιση πλημμυρίζει με εικόνες στις οποίες ο προσεγμένος εξηγεί ότι με το payzy μπορείς να πληρώνεις όλα και όλους με το κινητό, ενώ ο χύμα, μες στην καλή χαρά, ρωτάει αν παίζει να πληρώνει ένα εμπριμέ πουκάμισο που δοκιμάζει, να πληρώνει τους λογαριασμούς ή να στείλει χρήματα στην αδελφή του. Τέσπα, την έχετε δει τη διαφήμιση, η σημειολογία της είναι προφανής, η ανεμελιά των πρωταγωνιστών της κραυγαλέα και το μήνυμά της είναι ότι το κινητό, πέρα απ’ όλα τα άλλα, είναι και το πορτοφόλι σας. Δεν είναι άλλωστε ούτε η πρώτη ούτε η μόνη εκδοχή ψηφιακού πορτοφολιού και προφανώς σε πολύ λίγα χρόνια οι κάρτες, πιστωτικές ή χρεωστικές, θα περάσουν στην προϊστορία του χρήματος.
Αυτό που δεν λέει η διαφήμιση του payzy και δεν μας αποκαλύπτουν οι χαμογελαστοί πρωταγωνιστές της είναι πώς ακριβώς γεμίζει ένα ψηφιακό πορτοφόλι και από πού πηγάζει η ξεγνοιασιά τους για το περιεχόμενό του. Παίζει να πας να πληρώσεις με payzy και να σου απαντήσει ο αθέατος big brother της ταμειακής ότι «δεν παίζει» η πληρωμή γιατί ο κουμπαράς του κινητού δεν έχει επαρκές υπόλοιπο; Παίζει και παραπαίζει, γιατί όσο κι αν οι περισσότεροι από μας έχουμε εξοικειωθεί με την εικόνα του κυριολεκτικά άδειου από χαρτονομίσματα και κέρματα δερμάτινου πορτοφολιού, δηλαδή με την ιδέα της σταδιακής εξαφάνισης του χρήματος στη φυσική μορφή των μετρητών, την ίδια στιγμή ζούμε με την αγωνία του υπολοίπου στην κάρτα κάθε φορά που πλησιάζουμε στο ταμείο του σούπερ μάρκετ ή που περνάμε την κάρτα από το ασύρματο POS του πρατηρίου βενζίνης, όπου ο υπάλληλος σχεδόν δεν ρωτάει πια, ξέρει: «Είκοσι;», «ναι, είκοσι», «να βάλω τη μεσαία που είναι σήμερα προσφορά;», «όχι, όχι, την απλή», γιατί κι ένα λίτρο σε βγάζει κουτσά στραβά για τα επόμενα 20-30 χιλιόμετρα.
Από άποψη τάιμινγκ, που λέμε και ελληνιστί, το πρόβλημα με το λαμπερό και χαρωπό μήνυμα αυτής και άλλων συναφών διαφημίσεων ή νέων προϊόντων πληρωμής είναι ότι δεν έχουν και πολύ μεγάλη επαφή με την υλική πραγματικότητα της πλειονότητας των ανθρώπων. Το πρόβλημα δεν είναι πόσο εύκολα, ανέπαφα και μαγικά πληρώνεις -αν στο μέλλον π.χ. έχουμε ψηφιακά εμφυτεύματα στον εγκέφαλο θεωρητικά η εντολή πληρωμής θα είναι μια απλή σκέψη-, αλλά το αν έχεις να πληρώσεις. Αν οι λογαριασμοί, τα ενοίκια, οι δανειακές δόσεις, τα κοινόχρηστα αφήνουν κάτι στο συμβατικό, πιστωτικό ή ψηφιακό πορτοφόλι σου για τις υπόλοιπες συναλλαγές και αγορές, τις μεγάλες ανάγκες και τις μικρές πολυτέλειες, τις επιθυμίες ή πράξεις αλληλεγγύης προς συγγενείς και φίλους. Και ακόμη περισσότερο αν ο πληθωρισμός και οι ανατιμήσεις στα αγαθά της επιβίωσης καίνε το περιεχόμενο του φυσικού ή ψηφιακού πορτοφολιού μας πριν καν το βγάλουμε από την τσέπη, την τσάντα ή την οθόνη του κινητού. Προφανώς το πρόβλημα είναι ότι, ανεξαρτήτως μέσου πληρωμής, φέτος και του χρόνου, όπως με τόνους τρομοκρατικούς μάς πληροφορούν τα μέσα στα διαλείμματα της αισιόδοξης διαφημιστικής ροής, θα παγώσουμε, θα σφιχτούμε, θα στερηθούμε, θα εξοικονομήσουμε, θα στενάξουμε, κάποιοι ενδεχομένως και θα πεινάσουμε.
Ας πούμε ωστόσο ότι αυτό είναι το αυτονόητο, που το καταλαβαίνουν οι πάντες, χωρίς να χρειάζεται ιδιαίτερη ανάλυση. Ωστόσο πίσω από τις οβιδιακές μεταμορφώσεις του χρήματος στην έσχατη ψηφιακή εκδοχή του και ειδικά στον διαφημιστικό εξωραϊσμό του αναπαράγεται ο ίδιος πανάρχαιος φετιχισμός, που στην εποχή της κυριαρχίας του πιστωτικού συστήματος έχει αποκτήσει διαστάσεις θρησκευτικής πίστης. Τι παίζει με το χρήμα; Από πού πηγάζουν οι ακατάσχετες χρηματορροές; Ποιος γεννάει τα 40 τρισ. δολάρια φυσικού ή πιστωτικού χρήματος που βρίσκεται σε κυκλοφορία σε όλο τον κόσμο; Ποιος είναι το θεϊκό χέρι που έχει δημιουργήσει το 1 τετράκις εκατομμύρια χρήματος κάθε εκδοχής, από το επενδυμένο χρήμα και τα παράγωγα μέχρι τα μυστικιστικά κρυπτονομίσματα που πλημμυρίζουν τον πλανήτη χλευάζοντας την ανέχεια της πλειονότητας των κατοίκων του;
Τα ερωτήματα είναι ρητορικά και αν τα θέσει κανείς σε έναν κεντρικό τραπεζίτη ή και σε οποιονδήποτε τραπεζίτη θα πάρει απαντήσεις που θα επιχειρούν να βάλουν τη μεταφυσική του χρήματος σε ορθολογική και τεχνοκρατική συσκευασία. Κατά βάθος όμως πιστεύουν ότι είναι τα δικά τους θεϊκά χέρια που αυξομειώνουν τις παγκόσμιες χρηματορροές ανάλογα με τις επιδόσεις του πληθωρισμού ή του ΑΕΠ. Σαν να έχουν στα κινητά τους μια ψηφιακή εφαρμογή συνδεδεμένη με το άπειρο.
💬 Θεωρίες για την υπεραξία
«Το έγκλημα έγινε.
Εσπασε του παιδιού τον κουμπαρά
Χύθηκαν κάτω τα νομίσματα
Παλιές δεκάρες τρυπημένες στη μέση
Και μεγάλα στιλπνά κέρματα.
Οχι, τίποτα δεν μπορείς πια ν’ αγοράσεις
Τόσα πολλά νομίσματα κι όλα άχρηστα
Τίποτα δεν μπορείς πια ν’ αγοράσεις
Και το παιδί να κλαίει
Κι εσύ τίποτα δεν μπορείς πια ν’ αγοράσεις
Και το παιδί να κλαίει και να ζητά
Τίποτα τίποτα πια».
Μανόλης Αναγνωστάκης, «Η συνέχεια 3»
ΚΙΜΠΙ