Στους τρεις και πλέον αιώνες ύπαρξής του, αλλά κυρίως στον μισό αιώνα οικουμενικής κυριαρχίας του, ο καπιταλισμός ως μοναδικό μοντέλο παραγωγής και διανομής πλούτου δεν έχει σταματήσει ούτε στιγμή να μας εκπλήσσει με τις οβιδιακές μεταμορφώσεις του και τις χαμαιλεοντικές προσαρμογές του σε κάθε πολιτικό, κοινωνικό, γεωγραφικό περιβάλλον. Εχει αποδειχθεί συμβατός με τα πιο ακραία συστήματα διακυβέρνησης. Υποτίθεται ότι δεν μπορεί να κάνει χωρίς τις κοινοβουλευτικές δημοκρατίες, στις οποίες η επιρροή του κεφαλαίου διαμεσολαβείται από εκλεγμένους εκπροσώπους. Αλλά μια χαρά τα έχει πάει με ακραίους, αιματηρούς δικτάτορες, ακόμη και με την τρομακτική βιομηχανία θανάτου που έστησε ο ναζισμός. Ο καπιταλισμός αποδείχθηκε θεαματικά συμβατός με το μονοκομματικό κινεζικό κράτος της «αρμονίας», ενώ δουλεύει θαυμάσια και για τον «τσάρο πασών των Ρωσιών» και τους ολιγάρχες που τον περιβάλλουν.
Τέσπα, όλα τα ’χει ο καπιταλιστικός μπαχτσές, αλλά στην καθ’ ημάς Δύση κυριαρχεί το αντιπροσωπευτικό μοντέλο των αιρετών διαμεσολαβητών, αν και με σημαντικές διαφορές στις δυο όχθες του Ατλαντικού.
Στην Ευρώπη, στην Ε.Ε. για την ακρίβεια, ίσως έχουμε τις πιο μεγάλες και ισχυρές δόσεις αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας, όχι μόνο στο επίπεδο κάθε κράτους-μέλους, αλλά και στο πεδίο της (σχεδόν ομοσπονδιακής) δημοκρατίας των 27 χωρών, όπου τα βέτο και οι ειδικές πλειοψηφίες ενίοτε δυσχεραίνουν την αναπαραγωγή και επέκταση του ευρωπαϊκού (αν υπάρχει τέτοιο πράγμα πια) κεφαλαίου. Πάντως, ακόμη και στον «υπερβολικά δημοκρατικό» ευρωπαϊκό καπιταλισμό, όταν τα πράγματα σκουραίνουν, όπως στα χρόνια της κρίσης χρέους, επιστρατεύονται τα μεγάλα μέσα και η δημοκρατία μπαίνει στον πάγο: με αναγκαστικές κυβερνήσεις συνεργασίας ακροδεξιο-κεντροαριστερές, δοτούς πρωθυπουργούς, φυτευτούς υπουργούς, κοινοβούλια που εκβιάζονται να ψηφίσουν εν μιά νυκτί νομοσχέδια χιλιάδων σελίδων χωρίς να τα διαβάσουν. Κάτι σας θυμίζουν όλα αυτά, σωστά;
Κατά τα λοιπά, στον ευρωπαϊκό καπιταλισμό το κεφάλαιο κάνει τη δουλειά του με ποικίλους τρόπους: από την πολιορκία του ιερατείου και του Κοινοβουλίου των Βρυξελλών από χιλιάδες λομπίστες που υποβάλλουν τις θέσεις της επιχειρηματικότητας σε δοτούς και αιρετούς, μέχρι τους αξιωματούχους των «περιστρεφόμενων θυρών» και τους εκπροσώπους κυβερνήσεων που διαγκωνίζονται για την υπεράσπιση του εγχώριου καπιταλισμού και των «εθνικών πρωταθλητών» κάθε κράτους. Ολα συνθέτουν μια περίπλοκη χορογραφία –συνήθως αντιτιθέμενων και σπανίως συντιθέμενων – ισχυρών συμφερόντων που αναδεικνύουν την Ε.Ε. στον συμπαθή πλην από χέρι χαμένο βραδύποδα του οικουμενικού καπιταλισμού.
Στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού, ο αμερικανικός καπιταλισμός κάνει αλλιώς τη δουλειά. Στο πολιτικό σύστημα εκπροσωπούνται δύο κόμματα του κεφαλαίου. Παρότι η αμερικανική αντιπροσωπευτική δημοκρατία έχει αρκετές δικλίδες ασφαλείας και ισορροπίας ώστε να αποτρέπεται η συγκέντρωση υπερβολικής ισχύος σε έναν πόλο εξουσίας, κανείς δεν είχε ποτέ την παραμικρή αμφιβολία ότι Δημοκρατικοί και Ρεπουμπλικανοί βρίσκονται «στην ίδια πλευρά της ιστορίας». Εστω κι αν εκφράζουν διαφορετικές μερίδες (συχνά ανελέητα συγκρουόμενες) της επιχειρηματικής ολιγαρχίας. Το γεγονός ότι η περιθωριοποιημένη αμερικανική Αριστερά βρίσκει καταφύγιο στους Δημοκρατικούς και ότι εκεί ενίοτε βγαίνουν μπροστά ριζοσπαστικές ρητορικές τύπου Μπέρνι Σάντερς δεν αλλάζει τη γενική εικόνα.
Η σχέση βουλευτών και γερουσιαστών με συγκεκριμένες τοπικές ή εθνικές πτέρυγες της οικονομικής ελίτ είναι οργανική: για την τεράστια πλειονότητά τους είναι αδύνατη η εκλογή χωρίς τη χρηματοδοτική και άλλη στήριξη, κι αυτή φυσικά γεννά υποχρεώσεις ανταπόδοσης στη διάρκεια της κοινοβουλευτικής ή κυβερνητικής θητείας. Αποκλίνουσες περιπτώσεις Αμερικανών βουλευτών που δεν υποκύπτουν στις πιέσεις των λόμπι για να μην προδώσουν τους ψηφοφόρους τους γίνονται απλώς σενάρια του Χόλιγουντ. Ενίοτε πολύ διδακτικά και αποκαλυπτικά για το ποιος κυβερνά την υπερδύναμη.
Με θεμελιώδη δεδομένα τα παραπάνω, δύο είναι τα βασικά στοιχεία που διαφοροποιούν τα δύο κόμματα του κεφαλαίου, Δημοκρατικούς και Ρεπουμπλικανούς: Οι πρώτοι είναι ιστορικά πιο εξωστρεφείς (και πολεμικά!), αλλά και πιο κεϊνσιανοί στις δημοσιονομικές πολιτικές, ρίχνοντας το βάρος τους στα λεγόμενα οικονομικά της προσφοράς. Οι δεύτεροι, υποστηρίζουν έναν πιο εσωστρεφή, πιο προστατευτικό και λιγότερο εκθετικό ιμπεριαλισμό. Δεν θέλουν «υπερβολές» στις αναδιανεμητικές πολιτικές, θέλουν μικρό κράτος, λιγότερους φόρους και ελεύθερες από παρεμβάσεις αγορές, επενδύοντας στα λεγόμενα οικονομικά της προσφοράς. Ωστόσο, σε γενικές γραμμές, από τη δεκαετία του 1970 και μετά και τα δύο αμερικανικά κόμματα έχουν στηρίξει (κι έχουν στηριχτεί από) τη δολαριοποίηση της παγκόσμιας οικονομίας, τη στρατιωτικοποίησή της, για να στηριχτούν οι θηριώδεις τζίροι του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος, και τη χρηματιστικοποίησή της ώστε, με επίκεντρο τη Wall Street, η παγκόσμια ροή χρήματος να καταλήγει εκεί.
Μέχρι σήμερα αυτές οι στρατηγικές, αυτές οι επιλογές των κάθε φορά κυρίαρχων πτερύγων του αμερικανικού κεφαλαίου, οι προσαρμογές και στροφές που επέβαλλαν οι όλο και συχνότερες κρίσεις, υποστηρίζονταν από προσεκτικά επιλεγμένους πολιτικούς διαμεσολαβητές. Την πολιτική κηδεμονία του κεφαλαίου στη διακυβέρνηση της υπερδύναμης την εξέφραζαν ευεργετημένοι ή δωροδοκημένοι εκλεκτοί της επιχειρηματικής ελίτ, όχι η ίδια η ελίτ απευθείας και αδιαμεσολάβητα. Πράγμα που είχε ρίσκο και φύρα στον ακριβή και αξιόπιστο μετασχηματισμό των κελευσμάτων της σε κυβερνητική πολιτική.
Ο Τραμπ και η κυβέρνηση που ετοιμάζει συνιστούν μια τομή στην ιστορία της πολιτικής διακυβέρνησης του καπιταλισμού. Για πρώτη φορά σε τέτοια έκταση τη «δικτατορία του κεφαλαίου» θα την ασκήσουν όχι αβέβαιοι, διαπλεκόμενοι εντεταλμένοι του, με τη φιλοδοξία να υπερασπίσουν κάπως τη σχετική αυτονομία της πολιτικής, αλλά επιχειρηματίες του σκληρού πυρήνα του καπιταλισμού. Ο Μασκ, ο αντιπρόεδρος Βανς, ο Ινδοαμερικανός Ραμασουάμι, ο πετρελαιάς Κρις Ράιτ δεν είναι απλώς εκπρόσωποι της τάξης τους στη διακυβέρνηση· είναι το ίδιο το κεφάλαιο που καταλύει τη σχετική αυτονομία του κράτους και κάνει την άσκηση κυβερνητικής πολιτικής καθαρή μπίζνα. Εχοντας πρόσβαση και στη Silicon Valley και στους παγκόσμιους ψηφιακούς κολοσσούς και στον οικουμενικό καπιταλισμό του υπολογιστικού νέφους και στη Wall Street και στο χρηματοπιστωτικό κεφάλαιο και στο παραδοσιακό βιομηχανικό κεφάλαιο που θέλει να πάρει το αίμα του πίσω και στους πετρελαιάδες και στους αεριτζήδες της φούσκας των ακινήτων.
Συνελόντι ειπείν: Εχουμε πιθανότατα για πρώτη φορά στην ιστορία της Δύσης κατάληψη του κράτους από μια ομάδα άπληστων και ακραίων υπερπλούσιων επιχειρηματιών που μπορούν να επηρεάζουν ταυτόχρονα τις αγορές, την παγκόσμια ροή του χρήματος, την ιδιωτικοποίηση υπέρ των πιο επιθετικών κεφαλαίων, αλλά και τα φτωχά λαϊκά στρώματα, ακόμη και μέρος της εργατικής τάξης που χειραγωγήθηκε προεκλογικά και ζει με την προσδοκία ενός «χρυσού νέου αμερικανικού αιώνα». Κι αυτό είναι ό,τι πιο επικίνδυνο για την ανθρωπότητα μετά την αναρρίχηση των ναζί στην εξουσία, το 1933.
ΚΙΜΠΙ