Απόγνωση. Δεν βρίσκω πιο κατάλληλη λέξη για να χαρακτηρίσω την ψυχολογία χιλιάδων, εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που εδώ και περίπου δεκαπέντε χρόνια ανέβηκαν πάνω στο κύμα της μεγάλης προσδοκίας και προσπάθησαν να ισορροπήσουν όσο γίνεται περισσότερο όρθιοι πάνω στη σανίδα, το κύμα τούς έριχνε, τους κατάπινε, τους τσάκιζε, αλλά αυτοί ξανά και ξανά εκεί, σαν σέρφερ με τη λαχτάρα του αρχάριου να φτάσει όρθιος στην ακτή.
Απόγνωση είναι η μόνη λέξη που ταιριάζει σ’ αυτό που νιώθουν για τις εξελίξεις, κυρίως στον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά τελικά σε όλο τον αστερισμό της Αριστεράς, οι άνθρωποι κάθε ηλικίας που τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια πίστεψαν στην ευκαιρία και στη δυνατότητα μιας μεγάλης κοινωνικής και πολιτικής αλλαγής. Απόγνωση νιώθουν οι αριστεροί άνθρωποι, ή τουλάχιστον όσοι εμπιστεύτηκαν την Αριστερά με μια αξιοσημείωτη για τα δεδομένα της μετεμφυλιακής και της μεταπολιτευτικής περιόδου διάρκεια. Εστω κι αν η διαρκώς μεταλλασσόμενη ηγεσία αυτής της Αριστεράς έκανε τα πάντα για να διαψεύσει αυτή την εμπιστοσύνη.
Ανεξάρτητα από το τι ψήφισαν στις τελευταίες ευρωεκλογές ή στις εθνικές εκλογές του 2023, ανεξάρτητα από το αν συμμετείχαν ή όχι στις ενδοκομματικές κάλπες για τη διαδοχή Τσίπρα, ανεξάρτητα από το πόσο συμμετείχαν ή παρακολούθησαν τους σεισμούς, τις αντιπαραθέσεις, τις διασπάσεις, τις ανθρωποφαγίες του τελευταίου χρόνου, ακόμη κι άνθρωποι που ήταν αφοσιωμένοι στον ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα κλείνουν τ’ αυτιά τους, σφαλίζουν τα μάτια τους και λένε: «Δεν θέλω να ξέρω, δεν θέλω να μαθαίνω, μη μου λες τίποτα». Δεν ξέρω αν κι εσείς συναντάτε στον περίγυρό σας αυτή τη στάση, εγώ έχω την αίσθηση ότι είναι κυρίαρχη. Αυτό είναι το βασικό σύμπτωμα της απόγνωσης των αριστερών ανθρώπων, της αριστερής απόγνωσης, που είναι ένα βήμα πιο πέρα από την απελπισία, στην απελπισία κάπως διασώζονται τα ένστικτα επιβίωσης κι αυτοσυντήρησης, στην απόγνωση χάνονται κι αυτά, υπάρχει μια ολική παραίτηση και άρνηση. (Ο Γκράμσι, που πέρασε μεγάλο μέρος της σύντομης ζωής του στη φυλακή, σύστηνε την απαισιοδοξία της σκέψης και την αισιοδοξία της βούλησης ως συνταγή επιβίωσης των αριστερών στις αλλεπάλληλες ήττες που τους περίμεναν, τώρα η απαισιοδοξία έχει καταλάβει όχι μόνο τη σκέψη και τη βούληση, αλλά και την πράξη, μετατρέπεται σε μια τρομακτική πολιτική και κοινωνική παραλυσία.)
Συνέδρια, πλατφόρμες, διασπάσεις, συνεδριάσεις οργάνων, δημοψηφίσματα, διαγραφές, προγραφές, γάμοι, γαμήλια πάρτι, ξεκατινιάσματα στο Χ και στο Φου Μπου, εξώδικα, αγωγές, μηνύσεις, βρισίδια, απειλές, προειδοποιήσεις για αποκαλύψεις, μανιφέστα μέσω TikTok, ένα κόμμα που κυβέρνησε τη χώρα σχεδόν πέντε χρόνια και που πρωταγωνίστησε στο πολιτικό σκηνικό για δεκαπέντε χρόνια, ένα κόμμα που θα άλλαζε την Ελλάδα και την Ευρώπη αλλά μετάλλαξε μόνο τον εαυτό του, περιδινείται εδώ κι έναν χρόνο γύρω από έναν ναρκισσευόμενο, μαθητευόμενο μάγο της πολιτικής, χωρίς να παράγει ίχνος πολιτικής, πόσο μάλλον αριστερής πολιτικής.
Αναρωτιέται κανείς αν αυτή η αυτοκραταστροφική εξέλιξη, που ενσπείρει την αριστερή απόγνωση, είναι αποτέλεσμα τυχαιότητας ή ενός καλά οργανωμένου σχεδίου. Μια σπιθαμή απέχουμε από το να πιστέψουμε την πιο ευφάνταστη θεωρία συνωμοσίας για τους σεναριογράφους και σκηνοθέτες αυτής της α-πολιτικής οπερέτας που εξαχρειώνει ό,τι αριστερό δοκιμάστηκε (έστω κι αν απέτυχε) την τελευταία δεκαπενταετία. Αλλά, όταν παρατηρεί κανείς ότι πρωταγωνιστές, δευτεραγωνιστές και κομπάρσοι αυτής της θλιβερής οπερέτας, στο πλευρό ή απέναντι από τον φιλόδοξο νέο ιδιοκτήτη του περιδινούμενου ΣΥΡΙΖΑ, είναι οι ίδιοι άνθρωποι που στα χρόνια των μνημονίων ανταγωνίζονταν σε ριζοσπαστισμό, που στα χρόνια της διακυβέρνησης διαχειρίστηκαν θέσεις ευθύνης και διαπραγματεύτηκαν με την τρόικα κρίσιμες επιλογές και στα χρόνια της αντιπολίτευσης αναλώνονταν περισσότερο στη νομή της εσωκομματικής εξουσίας, παρά στη διαμόρφωση μιας αξιόπιστης και λαϊκά κατανοητής εναλλακτικής πολιτικής, αντιλαμβάνεται ότι το πρόβλημα αυτού του χώρου είναι βαθύτατα ανθρωπολογικό.
Πού φώλιαζαν τόσος πολιτικός εγωισμός, όλη η αλαζονεία, η αμοιβαία απέχθεια, ακόμη και το μίσος ανάμεσα σε ανθρώπους που υπόσχονταν να υπηρετήσουν συλλογικά συμφέροντα και οράματα, που έθεταν τη διαφωνία τους στην υπηρεσία της σύνθεσης κι όχι της καρεκλομαχίας; Αν υπάρχουν έστω και λίγοι μέσα σε αυτό το σπαρασσόμενο πολιτικό δυναμικό που αντιλαμβάνονται τι ζημιά, πόση καταρράκωση προκαλεί σε μεγάλο μέρος της κοινωνίας αυτή η εικόνα, ίσως υπάρχει κάποια ελπίδα.
Με ορόσημο τον Δεκέμβρη του 2008 -αυτό το απρόβλεπτο, εκρηκτικό προανάκρουσμα της μεγάλης κρίσης-, η ελληνική κοινωνία μπήκε σε μια περίοδο τεράστιας πολιτικής και ιδεολογικής κινητικότητας. Εκανε άλματα, βγήκε κατά εκατομμύρια στους δρόμους και στις πλατείες, για μια περίοδο κατέστησε τη χώρα υπερδύναμη της παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, έκανε την ελίτ της χώρας να τρέμει από φόβο, αποδόμησε το πολιτικό σύστημα και τα κόμματα, ανάγκασε τους δανειστές και εταίρους να αφήσουν στην άκρη τα δημοκρατικά προσχήματα και να μεθοδεύσουν κανονικότατα οικονομικά και θεσμικά πραξικοπήματα και ανέδειξε τη μικρή, αριστερή «συνομοσπονδία» του ΣΥΡΙΖΑ σε όχημα ελπίδας και κόμμα εξουσίας.
Για κάποιο διάστημα η Αριστερά απέκτησε μια αδιανόητη για τα ευρωπαϊκά δεδομένα ακτινοβολία, τόση που ίσως τύφλωσε πολλούς από τους χαρισματικούς ή τους άπειρους κι αδέξιους διαχειριστές της, με τα πλούσια ακαδημαϊκά και τεχνοκρατικά προσόντα, αλλά και με τρομακτικό έλλειμμα επαφής με την κοινωνία. Η συμβολή τους στην εξοικείωση της κοινωνικής πλειονότητας με τις αριστερές αξίες και την ιδέα της ριζικής κοινωνικής αλλαγής υπέρ των αδυνάτων ήταν τεράστια. Αλλά εξίσου τεράστια είναι η ευθύνη τους για την καταρράκωση αυτών των αξιών και ιδεών, για την εγκατάλειψη χιλιάδων ανθρώπων σ’ αυτό που αποκαλώ αριστερή απόγνωση. Είναι μια συντριβή ανάλογη με αυτήν του 1989, όταν οι καρικατούρες σοσιαλισμού στην Ευρώπη κατέρρεαν σαν πύργοι τραπουλόχαρτων και απανταχού κομμουνιστές βρέθηκαν να απολογούνται για εγκλήματα, αντί να υπερασπίζονται οράματα κι επιτεύγματα.
Το χειρότερο για την ελληνική πολιτική συγκυρία είναι ότι η αριστερή απόγνωση και το έλλειμμα ιδεών, πολιτικής, προγραμμάτων, προσώπων, φορέων, σκέψης και βούλησης για πολιτική και κοινωνική αλλαγή καταγράφεται την ώρα που αρχίζει για τον Μητσοτάκη το μεγάλο τσαλάκωμα. Κι έρχεται από τα κάτω. Γιατί απ’ τα πάνω συνεχίζεται το μεγάλο σιδέρωμα. Και δη με την ευγενική χορηγία της αντιπολίτευσης.
ΚΙΜΠΙ