Την συνέντευξη πήρε ο Δημήτρης Γκιβίσης
-Πως βλέπεις τα πράγματα ενόψει του σημερινού δημοψηφίσματος;
-Η κυβέρνηση διεξάγει μια εκστρατεία υπέρ του δημοψηφίσματος. Ορισμένοι βουλευτές κάνουν επίσης μια άλλη εκστρατεία, με την οποία προφανώς δεν τάσσονται υπέρ του ερωτήματος του δημοψηφίσματος, αλλά υποστηρίζουν την ψηφοφορία αντί να την μποϋκοτάρουν. Οι βουλευτές αυτοί είναι ελάχιστα αισθητοί σε σύγκριση με τους προηγούμενους, που είναι υπέρ της καταφατικής απάντησης στο ερώτημα. Η πραγματική αντίθεση στο δημοψήφισμα και στην ίδια την συμφωνία προέρχεται από τα μικρότερα, περιθωριακά κόμματα, και από τους αναποφάσιστους ψηφοφόρους, τη λεγόμενη «σιωπηρή πλειοψηφία». Αυτό το στρατόπεδο είναι υπέρ του μποϊκοτάζ, και σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις είναι πολύ ισχυρό. Εάν προστεθούν και εκείνοι που είναι ρητά αντίθετοι προς την συμφωνία, θα έλεγα ότι όσοι δεν την υποστηρίζουν είναι περισσότεροι από όσους είναι υπέρ. Η διαφορά είναι σε μονοψήφιο αριθμό, και είναι ένας σφιχτός αγώνας. Είναι επίσης σημαντικό να σημειωθεί, ότι η συντριπτική πλειοψηφία όσων υποστηρίζουν την συμφωνία εκπροσωπούν άλλες εθνότητες στη χώρα, ενώ η πλειοψηφία των Μακεδόνων εξακολουθεί να είναι κατά κύριο λόγο εναντίον της, και εκπροσωπούνται από την λαϊκιστική καμπάνια «Μποϊκοτάζ» που κινείται μέσω των κοινωνικών μέσων ενημέρωσης. Το γεγονός ότι οι εθνοτικές μειονότητες θα μπορούσαν να αποφασίσουν για τα πιστεύω της εθνοτικής πλειοψηφίας, μπορεί να δημιουργήσει μια διεθνοτική ένταση μετά το δημοψήφισμα. Αυτό είναι ένα επικίνδυνο ενδεχόμενο και πρέπει να το έχουμε κατά νου και να είμαστε προσεκτικοί.
-Το «ναι» στο δημοψήφισμα θεωρείς ότι είναι μόνο ένα «ναι» στην συμφωνία των Πρεσπών, ή δηλώνει και μια βαθύτερη επιθυμία των πολιτών να αποφασίσουν για το ποιο θα είναι μέλλον της Δημοκρατίας της Μακεδονίας; (ευρωπαϊκή προοπτική, ένταξη στο ΝΑΤΟ). Δηλαδή, εκφράζει και μια επιθυμία για σταθερότητα;
-Οι λαοί των Βαλκανίων είναι κάθε άλλο παρά αφελείς. Το τραύμα, η μετάβαση, η φτώχεια, και η μακρόχρονη εμπειρία στην αίθουσα αναμονής της Ευρωπαϊκής Ένωσης, μας έχουν διδάξει να είμαστε ιδιαίτερα επιφυλακτικοί όσον αφορά τις προοπτικές ένταξης στην Ένωση στο άμεσο μέλλον, και όχι υπερβολικά ενθουσιώδεις για το ΝΑΤΟ. Η επιλογή είναι μάλλον ανάμεσα στις γεωπολιτικές δυνάμεις, και η φιλοδυτική στάση φαίνεται να επικρατεί, παρά τα φιλορωσικά αισθήματα της σλαβικής και ορθόδοξης εγγύτητας και των φαντασμάτων μιας πιθανής ένωσης. Γεωγραφικά και γεωπολιτικά δεν έχουμε άλλη επιλογή από το να εισέλθουμε μια μέρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ή να είμαστε μέρος της Ευρώπης με κάποια άλλη μορφή, της Ευρώπης με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, με ή χωρίς την Ένωση. Έτσι, είναι μια φιλοδυτική επιλογή, ας πούμε. Η πλειοψηφία των πολιτών δεν είναι οπαδοί της συμφωνίας, αλλά τη δέχονται ως προϋπόθεση για την προώθηση των διαδικασιών της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, ανεξάρτητα από το πόσο μακρόχρονη μπορεί να είναι η ένταξη (και ποια θα είναι η μορφή της, όπως προανέφερα). Κάτι άλλο επίσης, είναι ότι οι άνθρωποι έχουν κουραστεί από τις εντάσεις με τους γείτονες, από την απογοήτευση της ανυπαρξίας ταυτότητας, και νοιώθουν ταπεινωμένοι που αναφέρονται σε αυτούς με ένα ακρωνύμιο. Είναι ένα τέλος σε μια διαμάχη και, παρόλο που δεν είναι οριστικό από την οπτική μας, το δέχονται ως το μόνο πιθανό τέλος. Η επιχειρηματολογία ορισμένων διανοούμενων, στους οποίους συμπεριλαμβάνομαι και εγώ, που εξακολουθούν να εξηγούν ότι η συμφωνία διασφαλίζει τον σεβασμό του δικαιώματος της αυτοδιάθεσης και της εθνοτικής και πολιτισμικής ταυτότητας, δύσκολα γίνεται δεκτή από την πλειοψηφία των εθνοτικά Μακεδόνων. Έτσι, θα έλεγα ότι όσοι ψηφίσουν υπέρ της συμφωνίας θα το κάνουν με το μυαλό τους και όχι με την καρδιά τους. Επίτρεψέ μου να επαναλάβω, ότι είναι μια γενικότερη επιλογή μεταξύ της Ευρώπης και της πραγματικότητας. Δεν υπάρχει άλλη εναλλακτική λύση, παρά μια αφελής πεποίθηση ότι η Ε. Ε. και το ΝΑΤΟ μας περιμένουν με ανυπομονησία, και ότι από την στιγμή που θα ενταχτούμε θα ζήσουμε μια ζωή ευτυχισμένη. Δεν νομίζω ότι μια τέτοια αφήγηση, αν και επιδιώκεται από την καμπάνια υπέρ της συμφωνίας, δουλεύει στον οποιονδήποτε ή, τουλάχιστον όχι, στην πλειοψηφία.
-Αν στο δημοψήφισμα επικρατήσει το «ναι» θεωρείς ότι διευκολύνεται σε μεγάλο βαθμό και το θέμα των συνταγματικών αλλαγών, ή θα υπάρξουν προβλήματα με το VMRO–DPMNE;
-Νομίζω ότι θα υπάρξουν προβλήματα με το VMRO-DPMNE ούτως ή άλλως. Δεν μπορώ ακόμα να φανταστώ πως ο κυβερνητικός συνασπισμός προτίθεται να κερδίσει τις ψήφους που είναι απαραίτητες για τις συνταγματικές αλλαγές. Ένα θετικό αποτέλεσμα στο δημοψήφισμα ενδέχεται να ενθαρρύνει ορισμένους βουλευτές του VMRO να ψηφίσουν υπέρ, αλλά αυτή εξακολουθεί να είναι μια μακρινή υπόθεση. Το κόμμα είναι ομόφωνα ενάντια στην συμφωνία. (σημ: σε διευκρινιστική ερώτηση που έκανα, η συνομιλήτρια μου είπε ότι θεωρεί ασαφή τη δήλωση του επικεφαλής του VMRO Χρίστιαν Μίτσκοσκι πως θα σεβαστεί το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος, και ότι δεν μπορεί να ελέγξει τους βουλευτές του).
-Έχεις πει ότι θεωρείς την συμφωνία των Πρεσπών ως αμοιβαία επωφελή. Να πούμε περισσότερα σχετικά με αυτό;
-Η συμφωνία των Πρεσπών επιλύει μια διαμάχη μεταξύ των δύο χωρών η οποία στηρίζεται σε ανησυχίες για την εθνική και πολιτισμική ταυτότητα, και ως εκ τούτου αγγίζει πολύ ευαίσθητα θέματα και από τις δύο πλευρές. Πρόκειται για μια συμφωνία που βασίζεται στην συνειδητοποίηση ότι αναφερόμαστε σε διαφορετικά πράγματα όταν χρησιμοποιούμε τον όρο «μακεδονικό»: για εμάς είναι ένα αναγνωριστικό στοιχείο που μας διακρίνει ως ξεχωριστό έθνος και εθνότητα από τα γειτονικά βουλγαρικά και σέρβικα έθνη, και τα δύο τους νότιο-σλαβικά κράτη και έθνη. Πολλοί από εμάς που δεν ταυτιστήκαμε ποτέ με το αφήγημα της μακεδονικής αρχαιότητας, αλλά γεννηθήκαμε με την μακεδονική ταυτότητα όπως αναπτύχθηκε μέσα στο πλαίσιο της Γιουγκοσλαβίας, και ως εκ τούτου έχουμε μεγαλώσει ως Μακεδόνες με την έννοια ενός από τα πολλά νότιο-σλαβικά έθνη, είμαστε Μακεδόνες με την εθνική και εθνοτική έννοια. Αλλά αυτή η αίσθηση του εθνοτικού ανήκειν, δεν έχει καμία σχέση με την αρχαία Μακεδονία και την ελληνική αρχαιότητα. Πιστεύω ότι η κυρίαρχη πλειοψηφία των εθνοτικά Μακεδόνων προσδιορίζεται με αυτή την έννοια. Θα έλεγα ότι η αρχαιοποίηση είναι μια μάλλον πρόσφατη εφεύρεση, της οποίας η δυναμική αναπτύχθηκε στα τέλη της δεκαετίας του 1990 και στην πρώτη δεκαετία του 2000, και ήταν κυρίως η απάντηση στην ελληνική αφήγηση της αρχαιότητας. Δεν έχουμε ούτε στην προφορική ιστορία, ούτε στη λογοτεχνία, ούτε στη λαογραφία, ούτε στην υλική και άυλη πολιτιστική κληρονομιά μας οποιαδήποτε αναφορά στην ελληνική αρχαιότητα ή στο Βασίλειο της Μακεδονίας. Με άλλα λόγια, είναι δυνατό να είσαι Μακεδόνας με μια διαφορετική έννοια που δεν έχει σε τίποτα να κάνει με την ελληνική πολιτιστική κληρονομιά, και αυτή είναι η ταυτότητα στην οποία γεννήθηκε η πλειοψηφία από εμάς. Η συμφωνία επιβεβαιώνει την πολιτική αρχή της αυτοδιάθεσης, και οι δυο πλευρές έχουν δηλώσει την αντίστοιχη κατανόησή τους στην μακεδονική ταυτότητα: για στην ελληνική πλευρά παραμένει η περιφερειακή ταυτότητα και η πολιτιστική κληρονομιά, ενώ στην μακεδονική πλευρά η εθνική και εθνοτική ταυτότητα που συνδέεται με τη γλώσσα, η οποία θεωρείται ότι συγκαταλέγεται μεταξύ των νότιο-σλαβικών γλωσσών. Η Ελλάδα έχει επιλύσει το ζήτημα στην αρχή του ergaomnes, όπως πάντοτε επιδίωκε και φαινόταν μέχρι φέτος ανέφικτο, ενώ η Μακεδονία έχει πάρει εγγυήσεις ότι δεν απειλείται το δικαίωμά της στην αυτοδιάθεση, αλλά αντίθετα επιβεβαιώνεται ρητά.
Η Κατερίνα Κολόζοβα, είναι καθηγήτρια Φιλοσοφίας, Κοινωνικής Θεωρίας και Σπουδών Φύλου στο Πανεπιστήμιο UACS των Σκοπίων, και διευθύντρια στο Ινστιτούτο Κοινωνικών και Ανθρωπιστικών Επιστημών
Πηγή: Η Εποχή