Στην Κω, στη μικρή Μέκκα του καπιταλισμού, εκεί όπου η βιομηχανία του τουρισμού σωρεύει υπερκέρδη, εκεί όπου η φύση παραβιάζεται για χάρι των «ολ ιν κλούσιβ», εκεί δολοφονείται η ουσία του ανθρώπου.
Στην Κω, στο αναπτυξιακό υπόδειγμα, το πετυχημένο, εκεί όπου το κεφάλαιο δεν βρίσκει εργατικά χέρια, με τα ψίχουλα που δίνει, και προσλαμβάνει προσφυγόπουλα, έτσι, επειδή μπορεί, επειδή του επιτρέπεται, η ανθρωπινότητα διολισθαίνει.
Στην Κω, στο τσιφλίκι των μεγαλοξενοδόχων, που κατασπαράσσουν την μικρή και τη μεσαία επιχειρηματικότητα, στην Κω που στα νερά της επαναπροωθούνται οι κατατρεγμένοι –κοινό το μυστικό-, στην Κω όπου η εργατιά και οι αρχές του τόπου κατέβαζαν φορτηγά να εμποδίσουν κατατρεγμένα γυναικόπαιδα να καταλύσουν στο καμπ της προσφυγιάς, στην Κω την ιλουστρέ, την ηλιόλουστη, την πεντάστερη, εκεί πεθαίνει η ανθρώπινη ψυχή.
Στην εποχή του homo inhumanus, του χαϊντεγκεριανού απάνθρωπου ανθρώπου, εκεί ο καπιταλισμός αποκαλύπτει το θανατερό του πρόσωπο: ο Χάρων ζει εκεί. Εκεί κοντά, στο πλάι των υψηλών πολιτικών προσώπων που φιλοξενούνται κάθε χρόνο στα πεντάστερα, πεθαίνει μια γυναίκα στην καρότσα φορτηγού, ελλείψει ασθενοφόρου. Εκεί, το νοσοκομείο, υποστελεχωμένο πιο πολύ από ποτέ, δείχνει ξεκάθαρα τις προτεραιότητες των κυβερνώντων. Εκεί, όπου ο φετιχισμός της δύναμης –να ταχτούμε στο πλευρό των δυνατών, ας είναι και δυνάστες- όπως τεχνηέντως καλλιεργείται από τα νεοδεξιά ιδεολογήματα, αποπροσανατολίζει τους λαούς και τους καταδικάζει σε ταξική ασυνειδησία. Σε μια Ευρώπη που καταστρέφει το αλληλέγγυο πρόσωπό της, οι από κάτω, μπορεί να εξεγείρονται ενάντια στην προσφυγιά, δεν ξεσηκώνονται όμως και εναντίον του όντως φταίχτη. Διότι λουόμενοι μικροαστοί τουρίστες και κάτοικοι κοινή μοίρα έχουν: το θάνατο σε μια καρότσα φορτηγού.
Αλλά ο αλλοτριωμένος άνθρωπος, παντού στον καπιταλισμό, συνήθισε: να θεωρεί αυτονόητη την εκμετάλλευση, αυτονόητη την αδικία, αυτονόητο τον εξευτελισμό. Η μεταλλαγμένη κρατούσα ηθική εμμένει σε μια μοντέρνα θεοδικία των προνομίων, να αποδέχεται δηλαδή τη συσσώρευση του πλούτου όχι ως κλοπή της εργατικής αξίας αλλά ως δωράκι εκ θεού στους «καπάτσους». Ο μεταλλαγμένος πολιτισμός της απανθρωπιάς θεωρεί αυτονόητο να εξαιρούνται της φορολογικής επιβάρυνσης οι «πεντάστεροι» και να πληρώνουν το διάφορο οι εργαζόμενοί/ές τους. Θεωρεί αυτονόητο να σωπαίνει, να υποαμείβεται, να δουλεύει μαύρα, να κλίνει το γόνυ στους μεταμοντέρνους φεουδάρχες. Και να πεθαίνει, στην Κω σε μια καρότσα φορτηγού, ενώ γύρω του το χρήμα κάνει πάρτι.
Και στην Κέρκυρα. Και στη Φαλάνη. Και παντού, όπου ο άνθρωπος εξέπεσε, γινόμενος υποζύγιο που μπορεί να αντικατασταθεί πανεύκολα στην αλυσίδα της παραγωγής.
«Πολλά τα δεινά κουδέν ανθρώπου δεινότερον πέλει», έλεγε ο Σοφοκλής (Αντιγόνη). Τω όντι. Είναι εκπληκτικό, πώς λειτουργεί η διάνοια του ανθρώπου. Πώς, αιώνες τώρα, υπομένει την αδικία, πώς επιτρέπει τον ευτελισμό, πώς αναπαράγει τα μαρτύριά του. Πώς, μπροστά στον ίδιο του τον θάνατο, δεν εξανίσταται.
Πώς δεν αντιλαμβάνεται ότι τα φληναφήματα περί παραγωγικότητας, αναπτυξιακής προοπτικής της οικονομίας και άλλων συναφών, δεν ωφελούν. Θα εξακολουθήσει να πεθαίνει «καθ’ οδόν» αφού θα ξεπουλιούνται στην «ιδιωτική πρωτοβουλία» όλο και πιο πολλά απ’ όσα ονομάζουμε δημόσια αγαθά. Για να σωρεύουν αφορολόγητα κέρδη και υπερκέρδη οι ελάχιστοι, αδιάφοροι παντελώς μπροστά στο θάνατο των πολλών.
Να σπάσουν οι αλυσίδες των από κάτω, να ελευθερωθεί η σκέψη τους, παραμένει ζητούμενο. Για την Αριστερά, ως οργανωμένη συλλογικότητα, τούτο αποτελεί το χρέος της.