Macro

Κατέ Καζάντη: Ο θάνατος του στοχαστή και η ανθρώπινη ελπίδα

Ποιος ή ποια θυμάται τον Γιούργκεν Μόλτμαν; Ποιος ή ποια έμαθε κάποτε ποιος ήταν, πώς έζησε, σε τι συνεισέφερε στην εξέλιξη της ανθρώπινης σκέψης, αν συνέβαλε, ή όχι, να γίνει ο κόσμος κατάτι καλύτερος;
 
Προφανώς η απάντηση είναι στερεοτυπικά αρνητική: διότι ο Μόλτμαν, ο Ευρωπαίος άνθρωπος που πέθανε στις 3 του Ιουνίου, λίγες ημέρες πριν από τη διεξαγωγή των ευρωεκλογών, με όρους του σήμερα, δεν είναι παρά μια αμελητέα ύπαρξη. Ο θεολόγος της Ελπίδας, ο άνθρωπος που ήθελε να γίνει μαθηματικός αλλά η φρίκη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου τον έσπρωξε στη θεολογία και τη φιλοσοφία, δεν ήταν από εκείνους που σήμερα θα απασχολούσαν τον δημόσιο διάλογο. Ούτε, φυσικά, τα τηλεοπτικά τραπέζια.
 
Η ύπαρξη του μαθητή του ρηξικέλευθου Καρλ Μπαρτ, καθηγητή στο πανεπιστήμιο του Τίμπιγκεν, που συνομίλησε διά του έργου του με τον αφρό της διανόησης του 20ού αιώνα, από τον Μπλοχ και τον Αντόρνο έως τον Πολ Ρικέρ, για τη σημερινή Ευρώπη αποτελεί μιαν όλως διόλου ασήμαντη ανθυπολεπτομέρεια.
 
Για την τρέχουσα, κυρίαρχη, ιδεολογία, δικαίως. Διότι, στον υπαρκτό, αντιανθρώπινο καπιταλισμό η φρενίτιδα της συσσώρευσης παραμερίζει κάθε δυνατότητα αναστοχασμού: ο απόλυτος προορισμός της ύπαρξης είναι το τροχάδην στα τυφλά, χάριν της υπερανάπτυξης και της κερδοφορίας – των ολίγων.
 
Το έργο του Μόλτμαν βρίσκεται, φυσικά, στον αντίποδα της κατεστημένης σκέψης. Το κριτικό πνεύμα με το οποίο αντιμετωπίζει την εκπτωτική πορεία των Εκκλησιών και της πολιτικής δυναμικής τους τοποθετεί στον κάλαθο των αχρήστων αυτόν και τους ομοίους τους, ως αντιφρονούντες παρίες. Διότι αν θρησκεία και πολιτική αποτελούν συστήματα σχετιζόμενων πρακτικών, οι ελευθεριακές τοποθετήσεις του Μόλτμαν τον κατατάσσουν, επιπλέον, στους επικίνδυνους θεολογούντες.
 
«Από την Εκκλησία των διωκόμενων έγινε, όπως πολλές φορές στην Ιστορία, η Εκκλησία των κυρίαρχων και των εξουσιαστών»*, λέει, θεωρώντας συνένοχους στην καταπίεση εκείνους που θα ‘πρεπε να στέκουν διαρκώς συνηγορούντες στο πλευρό των από κάτω.
 
Διότι «ο σταυρωμένος Θεός δεν είναι απολίτικος Θεός. Είναι ο Θεός των φτωχών, των καταπιεσμένων και των ταπεινωμένων». Η κατανόηση της εσχατολογίας εντός της Ιστορίας σημαίνει ότι το βίωμα της επουράνιας απελευθέρωσης πρέπει να γειωθεί όχι μεταφυσικά αλλά παροντικά, στο εδώ και το τώρα: «η απελευθέρωση από τον φαύλο κύκλο της φτώχειας ονομάζεται κοινωνική δικαιοσύνη, από τον φαύλο κύκλο της βίας ανθρώπινα δικαιώματα, από τον φαύλο κύκλο της αλλοτρίωσης ταυτότητα μέσα στην αναγνώριση, από τον οικολογικό φαύλο κύκλο ειρήνη με τη φύση και στον φαύλο κύκλο της απουσίας νοήματος θάρρος για την ύπαρξη και την πίστη»*.
 
Για τον Μόλτμαν, κάθε συνεπής χριστιανός οφείλει να τοποθετείται εναντίον των κοινωνικά κατασκευασμένων διαιρέσεων που εμποδίζουν το κατεξοχήν αγαπητικό εν Χριστώ έργο. Οφείλει δηλαδή να εναντιώνεται στην ταξική κοινωνία της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο. Απέναντι στον κοσμοπολίτικο, από τα πάνω, ανθρωπισμό της «φιλανθρωπίας» αντιτάσσει, έτσι, τον σεβασμό της ύπαρξης καθαυτής.
 
Αλλά, σε μιαν Ευρώπη που διαρκώς δημιουργεί εντός της κοινωνικούς ερειπιώνες, ο ανθρωπότυπος του Μόλτμαν είναι φύρα. Δεν συνεισφέρει στην ανάπτυξη, όπως εξάλλου και όποιος ή όποια άλλη επιμένει να ακολουθεί, με έναν επίμονο ρομαντισμό, σπουδές και τέχνες που δεν αποφέρουν κέρδη.
 
Και αν, παρεμπιπτόντως, αντιστρατεύεσαι το υπάρχον σύστημα, θεωρώντας πως εργάζεται «στο πλαίσιο μιας σπειροειδούς δίνης που κάνει τα πλούσια έθνη πλουσιότερα και τα φτωχά φτωχότερα», η γομολάστιχα των δημιουργών των σύγχρονων αστέρων, πλέον, σε σβήνει εν τη γενέσει.
 
Ώσπου, τουλάχιστον, οι έσχατοι, οι λησμονημένοι, αλλά πρωτοπόροι, να επανακτήσουν τον ιστορικό τους ρόλο.
 
* Γιούργκεν Μόλτμαν, Ο Σταυρωμένος Θεός, μτφ. Πέτρου Γιατζάκη
 
Κατέ Καζάντη
ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ