“…Οι πύραυλοι που κρέμονται από μια τρίχα, τα αεροπλάνα που περιπολούν κουβαλώντας υδρογονικές βόμβες, τα ραντάρ που υπόκεινται διαρκώς σε λάθη, οι φανατικοί που ελέγχουν το Πεντάγωνο, αυτές είναι οι πηγές της αγωνίας μας, που παρέχουν τη στατιστική βεβαιότητα ότι οι άνθρωποι θα υποστούν μαρτυρικό θάνατο ενώ οι μανδαρίνοι και οι πεισματικά αδιάφοροι τραβάνε τον κολασμένο δρόμο τους…”
Μπέρτραντ Ράσελ, Δεκέμβρης 1961
Η απάντηση στο ερώτημα γιατί το ειρηνιστικό -πασιφιστικό για τους παλαιότερους– κίνημα, είναι περίπου ανύπαρκτο, είναι ευθέως ανάλογη με την απάντηση στο ερώτημα γιατί το αντικαπιταλιστικό κίνημα τελεί επίσης σε κατάσταση ανυπαρξίας. Και είναι μάλλον απλό: εάν δεν ξεσκεπάζεται ο ιμπεριαλιστικός χαρακτήρας του πολέμου αλλά και της ιμπεριαλιστικής ειρήνης, που ο πόλεμος προετοιμάζει (Λένιν), εάν δηλαδή αποσυνδέεις την καπιταλιστική ολοκλήρωση, και την εμπέδωσή της ως νομοτελειακή κοινωνική κατάσταση, από την “ειρήνη των λαών”, η ειρήνη ως έννοια εκπίπτει σε ερώτημα για τις διαγωνιζόμενες διεθνών καλλιστείων.
Ο Βρετανός φιλόσοφος, Μπέρτραντ Ράσελ, δεν ήταν κομμουνιστής. Τουναντίον. Κατέκρινε, όμως, διαρκώς την αποικιοκρατική πολιτική της Βρετανίας, υποστήριζε διαρκώς τα απελευθερωτικά από αυτήν κινήματα, αναθεμάτισε τον πόλεμο στο Βιετνάμ, οργανώνοντας μεγάλες διαδηλώσεις, τάχτηκε δε ανοιχτά εναντίον του επεκτατισμού του αμερικανικού κεφαλαίου. Από τους πλέον ενεργούς διανοούμενους της πολιτικής ανυπακοής, είναι πασίγνωστη η σύλληψη και η φυλάκισή του έπειτα από μια καθιστική διαμαρτυρία εναντίον των πυρηνικών.
Αλλά στην εποχή του Ράσελ τίποτα δεν είχε τελειώσει: οι ουτοπίες έμοιαζαν δρόμοι ανοιχτοί, τα κινήματα ήταν ακόμα μαζικά, το δε διαβόητο τέλος της ιστορίας δεν είχε επέλθει. Σήμερα, την τωρινή φάση της ανάπτυξής του, ο δυτικός πολιτισμός κατάφερε να εξαλείψει κάθε ενδοχομενικότητα. Αν ο καπιταλισμός είναι ο αδιαμφισβήτητος τρόπος ύπαρξης των κοινωνιών, όλο το αίμα που τούτος προϋποθέτει εντάσσεται στα αυτονόητα. Γίνεται, έτσι, αυτονόητος ο πόλεμος, αυτονόητα και τα αποτελέσματά του. Οι νεκροί στρατιώτες, οι νεκροί άμαχοι, τα καραβάνια της προσφυγιάς είναι η καπιταλιστική κανονικότητα: μια κανονικότητα που κάνει τις χώρες να κλείνουν τα σύνορα και τους λαούς να μένουν απαθείς ή και να επικροτούν τις πολιτικές επαναπροώθησης με φονικούς πνιγμούς ή κάθε άλλο μέσο. Η “ένοπλη ειρήνη”, η συνέχιση του πολέμου με άλλα μέσα (Κλαούζεβιτς) είναι η καθημερινότητα του δυτικού ανθρώπου. Επιπλέον, οι συρράξεις γίνονται τηλεοπτικό θέαμα. Οι λαοί που πλήττονται απανθρωποποιούνται, γίνονται ηθοποιοί σε ένα χολιγουντιανό κατασκεύασμα που δεν αφορά.
Σε έναν κόσμο όπου θεωρείται αυτονόητο τα κονδύλια για οπλικά συστήματα να είναι υπερπολλαπλάσια εκείνων για την καταπολέμηση της φτώχειας και των ανισοτήτων, τόσο ώστε καμιά/νεις να μη μιλά πλέον γι’ αυτό, είναι προφανές πως το πρόβλημα γίνεται απειλητικό πρώτα και κύρια για τους από κάτω: οι από πάνω “τραβάνε τον κολασμένο δρόμο τους”. Μπίζνες ας γιούζουαλ, αφού φρόντισαν να αλλοτριώσουν τόσο τις συνειδήσεις ώστε να καταστεί αδύνατη κάθε προοπτική αντίστασης.
Η λύση, φυσικά, είναι υπόθεση της αριστεράς. Διότι μοναχά η αριστερά διαθέτει υψηλό αντικαπιταλιστικό φρόνημα. Μοναχά η αριστερά μπορεί να ασκήσει συνολική κριτική στη γενεσιουργό αιτία του πολέμου, την ιμπεριαλιστική φύση δηλαδή του ίδιου του συστήματος. Η αφύπνιση των λαών για ένα νέο αντιπολεμικό κίνημα, που θα αφορά τον διεθνή αφοπλισμό, τώρα μάλιστα που ξαναρχίζουν επικίνδυνες συζητήσεις περί της χρήσης των πυρηνικών για παραγωγή ενέργειας, γίνεται πρωταρχικό καθήκον.
Ό,τι αντιμετωπίζουμε σήμερα στην Ουκρανία είναι, πιθανότατα, μόνο η αρχή.
Κατέ Καζάντη
Πηγή: independent news