«Από τον καθένα ανάλογα με τις δυνατότητες του, στον καθένα ανάλογα με τις ανάγκες του»: αυτή η παρακαταθήκη ανθρωπιάς, αυτή η κραυγή αλληλεγγύης, πέρα και μακριά από κάθε λογής, διανοητική ή σωματική, αριστεία, αυτή η μεταχριστιανική αγάπη για τον/η διπλανό/ή που υποτάσσει στην αρχή της ισότητας κάθε μορφής, φύσει ή θέσει, προνόμιο, παραμένει η πιο σημαντική παρακαταθήκη της σύγχρονης ανθρωπότητας. Διότι δεν μένει μοναχά στον ηθικολογικό διαμοιρασμό των χιτώνων, ούτε στη θεόθεν δικαιοσύνη. Αποτελεί μια ισχυρή προτροπή χειραφέτησης στο ιστορικό παρόν, στο εδώ και το τώρα: να φέρνεις τον αδύναμο μπροστά στην ιστορική του ευθύνη, να ενωθεί διεθνιστικά με τους καταπιεσμένους όπου γης, για να σπάσει τις αλυσίδες της ανάγκης, να του υποδεικνύεις τη δύναμή του και να τον προτρέπεις να επαναστατεί, για κείνον και για τον διπλανό του, είναι η αρχή που μεταβάλλει την καταπίεση σε κινητήρια αρχή, καθιστά τη συμπόνια επαναστατική πράξη και ανάγει την επανάκτηση της καλοσύνης σε ιστορική τελεολογία.
«…όταν θα έχει εξαφανιστεί η υποδουλωτική υποταγή των ατόμων στον καταμερισμό της εργασίας και μαζί της και η αντίθεση ανάμεσα στην πνευματική και τη σωματική δουλειά»*, όταν δηλαδή θα πάψει η εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, όταν πάψει ο άνθρωπος να χρησιμοποιεί τις δυνάμεις του ωσάν τα ζώα, τότε θα πάψουν να υπάρχουν και οι θανατηφόρες ανισότητες, τότε θα πάψει να υπάρχει ο ανθρωπισμός ως θεωρητικό σχήμα και θα μεταβληθεί σε εμπράγματη κατάσταση εντός της ιστορίας.
Ο κομμουνισμός δεν είναι παρά η «ιδιοποίηση της ουσίας του ανθρώπου από τον άνθρωπο», ένας «ολοκληρωμένος νατουραλισμός – ανθρωπισμός»*. Δυστυχώς, όμως, «ο άνθρωπος», λέει ο Αλτουσέρ, «πραγματώνει την ουσία του ανθρώπου στα αλλοτριωμένα προϊόντα της εργασίας του, εμπορεύματα, κράτος, θρησκεία». Οπότε, αυτός ο άνθρωπος, η «απανθρωπη αντικειμενικότητα», οφείλει να επανακτήσει, να επανιδιοποιηθεί την όντως ουσία του. Κι επειδή «η ανθρώπινη ουσία δεν είναι μια αφαίρεση πού υπάρχει στο απομονωμένο άτομο αλλά, στην πραγματικότητά της, είναι το σύνολο των κοινωνικών σχέσεων»*, αυτές ακριβώς τις κοινωνικές σχέσεις πρέπει να τις μετασχηματίσει ριζοσπαστικά. Στον μαρξισμό, η απάνθρωπη διάσταση του ανθρώπου – εκμεταλλευτή, αυτός, δηλαδή, ο εγωιστής αλλοτριωμένος και κατακερματισμένος άνθρωπος της καπιταλιστικής κοινωνίας πρέπει να αντικατασταθεί: εν τέλει, πρόκειται για τη μεγάλη μάχη για το ιδιαζόντως επίκαιρο πρόταγμα, να αρθεί ο άνθρωπος πάνω από την ευτέλεια της συσσώρευσης, πάνω δηλαδή από τα κέρδη.
Τα προτάγματα του Καρόλου Μαρξ, σήμερα, που το παγκόσμιο προλεταριάτο δείχνει τόσο αμήχανο όσο και 200 χρόνια πριν, παραμένουν. Κι όσο θα υπάρχει ακόμα κι ένας φτωχός άντρας και μια φτωχή γυναίκα που θα αποκοιμιούνται συνειδησιακά και θα πείθονται από τα απάνθρωπα μυθεύματα της καπιταλιστικής παντοκρατορίας, ο κόσμος της εργασίας θα ανατρέχει ξανά και ξανά σ’ αυτόν.
Αυτός ο γιος του Εβραίου, προσηλυτισμένου όμως στον χριστιανισμό, δικηγόρου, που ξεκίνησε θεολόγος και κατέληξε επιστήμων και επαναστάτης, που δεν θέλησε να ερμηνεύσει αλλά ν’ αλλάξει τον κόσμο, πέθανε στα 65 του, το 1883 στις 14 του Μάρτη, μάλλον στην αφάνεια. Τάφηκε στο νεκροταφείο του Χάιγκεϊτ στο βορειοανατολικό Λονδίνο, στον οικογενειακό τάφο όπου ήταν θαμμένη και η Τζένη, η γυναίκα του, σ’ ένα σημείο ταπεινό, λιγάκι μακριά από κει που, κοντά έναν αιώνα μετά, το 1956, φτιάχτηκε το μνημείο όπου φυλάσσονται και τα οστά του.
Γιατί ο ανθρωπισμός του, που έγκειται στην εναγώνια προσπάθεια να απαλλαγούν επιτέλους τα υποκείμενα από την αλλοτρίωσή τους και να επανεύρουν τις ψυχές τους, δεν έχει γίνει πλειοψηφική αρχή ώστε ν’ αλλάξει ο κόσμος, είναι ένα ερώτημα που πρέπει να μας απασχολεί διαρκώς.
*Χειρόγραφα του 1844
*6η θέση για τον Φόιερμπαχ
*Κριτική του προγράμματος της Γκότα
Κατέ Καζάντη
ARTI NEWS