Στο μνημειώδες “Ο Άιχμαν στην Ιερουσαλήμ”, έργο που προέκυψε από τις σημειώσεις κατά την παρακολούθηση της δίκης του αρχιτέκτονα του ολοκαυτώματος των Εβραίων, Άντολφ Άιχμαν, η Χάνα Άρεντ παρατηρεί: «δεν υπήρχε σημάδι πάνω του εδραίων ιδεολογικών πεποιθήσεων ή ιδιαίτερων αχρείων κινήτρων», ούτε καν ανοησία, αλλά “απουσία σκέψης», αδυνατότητα να συλλάβει τη φρικαλεότητα του κακού. Ο Άιχμαν ασκούσε μοναχά, με εξαιρετική ευσυνειδησία τα καθήκοντά του, διεκπεραιώνοντας πειθήνια τις διαταγές των ανωτέρων του, δίχως να ρωτάει πολλά πολλά. Και, εννοείται, δίχως να κρίνει. Κοντολογίς, ο Άιχμαν υπήρξε ένας καλός τεχνοκράτης, πιστός στην καντιανή κατηγορική προσταγή του δόγματος του προτεστάντη που θέτει uber alles την καλή δουλειά.
Έτσι, κατά την Άρεντ, η «Τελική Λύση», η εξόντωση δηλαδή των λαών που περισσεύουν, δεν ήταν παρά το αποτέλεσμα των πράξεων ενός αποϊδεολογικοποιημένου νομοταγούς πολίτη, χωρίς την ιδιότητα του πολίτη, που δεν έβλεπε, δεν άκουγε, δεν ένοιωθε. Δεν είχε άποψη και δεν γνώριζε.
Ρωτήθηκε, λοιπόν, σήμερα (ΕΡΤ, Απευθείας) η υφυπουργός Εργασίας, κ. Δόμνα Μιχαηλίδου, επιτετραμμένη μάλιστα για τις συνθήκες ζωής και το μέλλον των ασυνόδευτων ανήλικων προσφύγων/μεταναστών, αν έχει κάτι να πει για τα διαβόητα μπάρμπεκιου χοιρινού μετά αλκοόλ και την επίσης διαβόητη δήλωση Κυρανάκη. Ως απάντηση, δήλωσε οικονομολόγος. Μια γυναίκα που προσπαθεί να κάνει αυτό για το οποίο εκλήθη με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αναρμόδια ταυτοχρόνως να τοποθετηθεί επί του συγκεκριμένου. Στην επισήμανση του δημοσιογράφου, πως πρόκειται για πολιτικό ζήτημα, η -αμήχανη- απάντηση ήταν πως η περίπτωση χρήζει μάλλον ψυχολογικής διάγνωσης και η ίδια δεν είναι ψυχολόγος.
Το πράγμα είχε και συνέχεια. Κληθείσα να σχολιάσει τα ρηθέντα του Χ. Αθανασίου περί Ροδόπης, νησιών και πληθυσμιακής αλλοίωσης, η άριστη επιστήμων τεχνοκράτισσα κ. Μιχαηλίδου επίσης δεν απάντησε. “Δεν πολιτεύομαι”, δηλώνει. Κάνω τη δουλειά μου, υπονοεί. Δεν έχει, δηλαδή, εδραίες ιδεολογικές πεποιθήσεις, ούτε στοχεύσεις, παραμένει μια δεινή, ταγμένη στο καθήκον που της ορίστηκε, επαγγελματίας.
Παρακάμπτοντας την επί της ουσίας συμφωνία ή διαφωνία με την πεποίθηση της ΄Αρεντ, περί “Κοινοτοπίας του Κακού”, δεν γίνεται να μην παρατηρήσει κανείς την ομοιότητα: σε όλες τις συνθήκες, η τρόπος αποφυγής να λάβει οιοσδήποτε θέση απέναντι στο όντως Κακό, είναι, κάθε φορά, η επίκληση του “ιδιαίτερου καθήκοντος”.
Η επίκληση του “επαγγελματισμού”, του τεχνοκρατισμού, ο οποίος, δήθεν, μένει ανεπηρέαστος από πολιτικές θέσεις ενώ, στην πραγματικότητα, είναι οργανικό κομμάτι της πολιτικής, ως άλλοθι της πιο βαθιάς συντήρησης. Διότι η κ. Μιχαηλίδου, η μη πολιτικός ούτε και ψυχολόγος, σε προηγούμενη φάση, και όταν την συνέφερε, και επί των συνδρόμων της αριστεράς ομίλησε και για ψυχικά νοσούντες. Και ας δηλώνει τώρα “οικονομολόγος”.
Όταν οι δήθεν αγγελικά πλασμένοι άριστοι, σε ζητήματα τόσο σημαντικά όσο εκείνων που άπτονται του ρατσισμού/φασισμού, κρύβονται πίσω από αφελή “δεν ξέρω, δεν απαντώ”, κάποιος οφείλει να τους εγκαλέσει. Και να τους δείξει με σαφήνεια πως, η πολιτική δεν είναι δουλειά για τεχνοκράτες αλλά ενόρμηση (Βέμπερ). Και αν δεν τους αρέσει, να πάνε σε δουλέψουν πολυεθνική. Δεν κάνουν γι΄ αυτούς τα υπουργεία.
Κατέ Καζάντη
Πηγή: Left