Οταν, μεσούσης της κρίσης του κορωνοϊού (Απρίλιος του 2020), η Βραζιλία μετρούσε κατά χιλιάδες τα θύματα, ο Ζαΐρ Μεσσίας Μπολσονάρου, σε συνεννόηση με τους αγαπημένους του εταίρους, τους πάστορες της Ευαγγελικής, κυρίως, Εκκλησίας και τους θρησκευτικούς ηγέτες γενικώς, καθιέρωσε ημέρα γενικής νηστείας για να διώξει το μίασμα από τη χώρα. «Οι δυνάμεις του κακού υψώνονται ενάντια σε έναν θεοσεβούμενο χριστιανό Πρόεδρο, υπέρμαχο της οικογένειας. Η Κυριακή θα είναι μία ημέρα νηστείας» έγραφε τότε στο Twitter ο -και πάστωρ, και γερουσιαστής- Μάρκο Φελιτσιάνο.
Περίπου τον ίδιο καιρό, εν Ελλάδι μεσουρανούσε το άστρο του Σωτήρη Τσιόδρα. Όστις εχρίσθη από τον Κυριάκο Μητσοτάκη επικεφαλής της επιστημονικής επιτροπής διαχείρισης της κρίσης, με έντονα πολιτικό ρόλο, όμως, εκπρόσωπος και του υπουργείου Υγείας γαρ. Ο επιστήμων ιατρός, την ώρα που ανώτερος και κατώτερος κλήρος διέσπειραν στο κοινωνικό σώμα διάφορα επικίνδυνα, ασκούσε την ιεροψαλτική, ενώ τα φίλια ΜΜΕ εξήραν το χριστιανικό του ήθος.
Στη Βραζιλία, ένας εκ των υπουργών Παιδείας της κυβέρνησης Μπολσονάρου ήταν ο Μίλτον Χιμπέιρο, πάστορας της Πρεσβυτεριανής Εκκλησίας και υπολοχαγός των Ενόπλων Δυνάμεων – δύο ιδεολογικοί/κατασταλτικοί μηχανισμοί του κράτους σε έναν. Λίγα χρόνια πριν, στην Ελλάδα, ένας μητροπολίτης (Καλαβρύτων Αμβρόσιος) παρακαλούσε «τον εσταυρωμένο Χριστό να σαπίσει το χέρι του Φίλη» (υπουργού Παιδείας) αν αντικαθιστούσε το μάθημα των Θρησκευτικών με εκείνο της Θρησκειολογίας.
Το χαϊντεγκεριανό sein-zum-tode, η φύση του είναι-προς-τον θάνατο, η επίγνωση δηλαδή του θανάτου και ο τρόμος που προκαλεί, αποτελεί την απαρχή της θρησκευτικής πίστης. Ταυτόχρονα και την απαρχή της βαθιάς εκμετάλλευσης: ως όπιο του λαού, καθησυχάζει και παρηγορεί. Αλλά, εξαιτίας αυτού, κάνει, συχνά, τον άνθρωπο άθυρμα. Επιβάλλει σκοταδιστικές ιδέες, εκτυφλώνει, στρέφει εναντίον συνανθρώπου, ανοίγει πολέμους.
Εκείνοι -εκείνοι, καθότι πατριαρχικό πράγμα η θρησκεία- που νέμονται τη, διόλου -μα διόλου- μεταφυσική εξουσία που ασκούν τα κάθε λογής θρησκεύματα ασκούν, φυσικά, εμπράγματη πολιτική. Αποτελούν σύστημα που διαπλέκεται με τα λοιπά εξουσιαστικά σχήματα της διαχείρισης του κοινωνικού σώματος.
Εχει πάμπολλες, ψυχοκοινωνικές, προεκτάσεις η θρησκεία ως φαινόμενο, αφού δημιουργεί μοντέλα και τρόπους ζωής. Κι αν ο Χριστιανισμός, επί παραδείγματι, αποτέλεσε τω όντι ένα επαναστατικό κίνημα άμα τη εμφανίσει του, όταν οι οπαδοί της ιουδαϊκής τούτης σέχτας, πορευθέντες, μαθήτευσαν και κατακυρίευσαν πάντα τα έθνη, μετεξελίχτηκε σε σκληρότατο κατεστημένο. Κι αν κατακεραύνωνε τον πλούτο, κατά το παύλειον «οι δε βουλόμενοι πλουτείν εμπίπτουσιν εις πειρασμόν και παγίδα και επιθυμίας πολλάς ανοήτους και βλαβεράς, αίτινες βυθίζουσι τους ανθρώπους εις όλεθρον και απώλειαν» (Προς Τιμόθεον Α΄, 1, 9), κι αν διακήρυξε τη γενική ισότητα, «ουκ ένι Ιουδαίος ουδέ Έλλην, ουκ ένι δούλος ουδέ ελεύθερος, ουκ ένι άρσεν και θήλυ» (Προς Γαλάτας, γ΄ 23, δ΄ 5 ), ενεπλάκη με την κοσμική εξουσία και ταυτίστηκε μ’ αυτήν.
Τι είναι σήμερα οι απανταχού Εκκλησίες; Μα αρμός της εξουσίας, ίσως μάλιστα ο πιο ισχυρός κι ανθεκτικός. Και από τους πιο εκμεταλλευτικούς. Κι αν η κεφαλαιοκρατική τάξη υφαρπάζει με το ζόρι τον μόχθο του κόσμου της εργασίας, στις Εκκλησίες δίδεται τάχα οικειοθελώς. Γίνονται, όμως, βαθύπλουτες. Κι όπως όλες, έτσι κι αυτή της Ελλάδας.
Από την εποχή του Βυζαντίου ακόμα -αλήστου μνήμης τα χρυσόβουλα, σαν του Βατοπεδίου-, η μοναστηριακή περιουσία και η απαλλοτρίωσή της υπέρ των ακτημόνων αποτελούσε αγκάθι, σημείο διαρκούς τριβής των καλόγηρων με τους προοδευτικούς αυτοκράτορες. Σήμερα πια η Εκκλησία της Ελλάδας δεν εκπροσωπεί απλώς το κεφάλαιο. Είναι κεφάλαιο, έχοντας επιχειρηματική κερδοφόρα δράση, και ως κεφάλαιο πρέπει να αντιμετωπίζεται.
Οι επονομαζόμενες «χρυσές μπίζνες» και οι αγαστές σχέσεις με μεγαλοεπιχειρηματίες δεν αφήνουν καμιά αμφιβολία. Ας πούμε, το πρόσφατο θεαματικό πρότζεκτ Green Sxisto, με τη βούλα του Ιωάννη Λιάπη-Ιερώνυμου Β΄, που παρουσιάστηκε 14 Σεπτεμβρίου 2022 παρουσία του πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη, καταδεικνύει ότι η αγιότητα γίνεται αγιότερη όταν συνοδεύεται με ζεστό χρήμα, ενώ η, δήθεν, φιλανθρωπία παραμένει προπαγανδιστικός μηχανισμός.
Η Ορθόδοξη Εκκλησία, όπως και η Καθολική, η Προτεσταντική κ.ο.κ., είναι πολιτικές και πολιτιστικές κοινωνικές διαστάσεις που υπόκεινται σε μεταμορφώσεις αναλόγως της ιστορικής στιγμής: από ιδεολογίες των σκλάβων και των από κάτω, μεταβλήθηκαν σε μηχανισμούς εξουσίας και ελέγχου εκείνων που κάποτε εκπροσωπούσαν, με αντιχριστιανική επί της ουσίας δράση.
Προκύπτει, λοιπόν, το ερώτημα: τι δουλειά με δαύτα έχει η Αριστερά, παρεκτός να καταγγέλλει, αντί να σώζει, τα φαινόμενα;
Διότι η μεν συγκρότηση της πολιτικής ταυτότητας της Δεξιάς περιλαμβάνει το θρησκεύειν, της δε Αριστεράς, την κριτική και τον συγκρητισμό. Αντί, λοιπόν, να συγκροτήσει μια νέα, ανεξίθρησκη ταυτότητα, με προεξάρχοντα χαρακτηριστικά τον σεβασμό στην ετεροδοξία και την ανοχή, επιδιώκεται το ανάποδο: προσπαθεί να προσποριστεί ένα κομμάτι από την πίτα της αντίπερα, της διαβόητης Δεξιάς του Κυρίου. Τούτο φαίνεται να επηρεάζει και τις προσωπικές πρακτικές. Πλείστα όσα ενσταντανέ αριστερών στο πλάι ρασοφόρων, με εκκλησιασμούς, περιφορές εικόνων κ.ο.κ. βλέπουν το φως της δημοσιότητας για να αποδειχτεί τι; Ότι οι αριστεροί/ες δεν είναι του διαβόλου; Ότι σέβονται τα παραδεδομένα; Όλα εις μάτην, καθότι Εκκλησία και Δεξιά είναι σάρκα μία, αχωρίστως και αδιαιρέτως, ενίοτε δε και ατρέπτως.
Αλλά ο λαός δεν τρώει πάντα κουτόχορτο. Πιστός ή άπιστος, ένθεος ή άθεος, μπροστά στα καμώματα του χρυσοποίκιλτου ράσου θα αντιδράσει. Αρκεί να τα ξεσκεπάζουμε. Κι αυτά και τη δολιότητά του.
Στη δεύτερη φορά Αριστερά, λοιπόν, και στις πρώτες δέκα, και όχι εκατό, ημέρες, επιτέλους, χωρισμός Εκκλησίας-Πολιτείας. Με φορολόγηση της μεγάλης περιουσίας της. Με ιερείς και αρχιερείς που δεν θα πληρώνονται από τον κρατικό κορβανά, αλλά από το βαθύπλουτο παγκάρι και τα υπερκέρδη από τις μπίζνες. Με σχολεία χωρίς ομολογιακό μάθημα κατήχησης (Θρησκευτικά), αλλά με Ιστορία Θρησκευμάτων, Κοινωνιολογία και Ψυχολογία της Θρησκείας.
Και με τις κάθε είδους απειλές τους να απαντώνται. Σαφώς και μεγαλοφώνως.
Κατέ Καζάντη