Macro

Κατέ Καζάντη: Ας μιλήσουμε για τους «εθνικούς ευεργέτες»!

Ας μιλήσουμε για κείνη τη συνομοταξία των πολιτών που σωρεύει πλούτο καταπιέζοντας, εκμεταλλευόμενος το συνάνθρωπο. Ας μιλήσουμε για κείνους/ες που θεωρούν αυτονόητο το διαχωρισμό των ανθρώπων σε «άξιους-με-ιδέες» και λιγότερο «άξιους», υποτακτικούς, στην υπηρεσία των πρώτων.

Ας μιλήσουμε για τον πλούτο. Το μεγάλο πλούτο. Που δεν αποκτιέται ούτε με τη «σκληρή δουλειά» –λες κι ο κόσμος της εργασίας τεμπελιάζει– ούτε με την εξυπνάδα, αλλά με την «ευελιξία», τουτέστιν την ελαστική ηθική απέναντι στην ανθρώπινη ψυχή.

Ας μιλήσουμε για τους, κατά το παύλειο, χρώμενους τω κόσμω τούτω (Α’ Κορ. 7,29-31). Αυτούς που δεν κατανοούν πως «παράγει γαρ το σχήμα του κόσμου τούτου» και πως η φθαρτότητα είναι η αναπόδραστη μοίρα, δούλων και αφεντάδων.

Ας μιλήσουμε γι΄ αυτούς που διαφεντεύουν σκυλεύοντας.

Αυτοί, λοιπόν, κι αυτές, που θεωρούν εαυτούς αθάνατους, οι εκλεκτοί του Μαμμωνά, αυτοί, διά της ύπαρξής τους, αποδεικνύουν πόσο κοντά βρίσκεται ο άνθρωπος στον κόσμο των αλόγων. Διότι ομοιάζουν στην τίγρη και στο λέοντα, όταν κατασπαράσσουν ό,τι βρεθεί στο διάβα τους.

Αυτοί κι αυτές θεωρούν ιδιωτική υπόθεση τον κοινωνικά παραγόμενο πλούτο. Θα έμεναν αναλφάβητοι δίχως δασκάλες/ους, πεινασμένοι δίχως αρτοποιούς, άστεγοι δίχως χτίστες. Τις δε ιδέες τους δεν θα τις σκέφτονταν δίχως τις κοινωνικές συνθήκες του βίου τους και, αν ακόμα τις είχαν, η πραγμάτωσή τους θα παρέμενε φαντασίωση δίχως το εργατικό δυναμικό, κι ας συνεργάζονταν και με τον ίδιο τον διάβολο – ναζί, φασίστες, χούντες, ο καλός ο μύλος όλα τα αλέθει.

Αυτοί κι αυτές, που σώρευσαν δυο τρία, και βάλε, κράτη μαζί, οι πασίγνωστοι, που φιγουράρουν στα γκαλά και, με τα διαμαντικά τους, θα έσωζαν, αν ήθελαν, ολόκληρους λαούς, που τώρα αφαιμάσσουν, κόπτονται, τάχα, για την υστεροφημία τους. Και κάνουν αγαθοεργίες. Φτιάχνουν ιδρύματα. Ώστε να επιστρέψουν στο λαό, έστω, το ελάχιστο.

Ή μήπως όχι; Τα κίνητρά τους είναι, μάλλον, ταπεινότερα. Κοιτάζουν τι κερδίζουν από την κάθε προσφορά. Και δεν είναι μοναχά οι φοροαπαλλαγές. Η δύναμη, η εξουσία να ορίζεις ποιο ζει και ποιο πεθαίνει, η καλλιέργεια των σχέσεων εξάρτησης, η εισβολή στην κουλτούρα και η διαμόρφωση της παιδείας είναι ισοδύναμα –ίσως και ισχυρότερα– κίνητρα από τα δισεκατομμύρια που τους χαρίζονται από τις κυβερνήσεις.

Οπότε: οι βαθύπλουτοι, εκείνοι δηλαδή που ορίζονται «εθνικοί ευεργέτες», με τους μεγαλόσταυρους και τα συμπαρομαρτούντα, ήταν, παντού και πάντοτε, μια κοινωνική ομάδα ολωσδιόλου αντιλαϊκή.

Οι ιδιοκτήτες τραπεζών, επί παραδείγματι, με τα μορφωτικά και άλλα ιδρύματά τους, σώζονται και ξανασώζονται από τα κράτη, αλλά, υπερτοκίζοντας, ξεσπιτώνουν το λαό από τα, πολλές φορές, διπλοπληρωμένα σπίτια του. Οπότε, να παριστάνουν τους αλληλέγγυους, συμμετέχοντας στο χτίσιμο σχολείων ή νοσοκομείων, δεν είναι μοναχά υποκρισία, είναι αναισχυντία. Κατά το πλατωνικό, «έξις ψυχής υπομονετική αδοξίας ένεκα κέρδους», το ιδίωμα δηλαδή του ανθρώπου να μην πολυκόπτεται για την κακή του φήμη εφόσον κερδίζει. Νεοελληνιστί: ξεδιαντροπιά.

Να τους ξεμπροστιάζεις λοιπόν, όπως ο δήμαρχος Πατρέων, Κώστας Πελετίδης, και να γίνεσαι «είδηση» των δελτίων, έστω κι αν παρουσιάζεται αρνητικά, είναι μια μορφή χρέους. Όπως χρέος είναι να μιλάς, και να ξαναμιλάς, για την αύξηση της φορολόγησης του μεγάλου πλούτου που προτείνουν οι –όχι και τόσο κομμουνιστές– Ζούκμαν και Πικετί.

Διότι ο λαός και μόνο, δια της αδιάλειπτης εργασίας και, κυρίως, διά της ανοχής του στις αλυσίδες αυτής, ευεργετεί τους ολίγους και όχι το ανάποδο. Και προφανώς, ο λαός, και μόνον αυτός, μπορεί να σώσει το λαό.

Η ΕΠΟΧΗ