Μπορούμε να επινοούμε ξανά και ξανά την αγάπη έτσι ώστε η εκάστοτε κοινωνική οργάνωση του έρωτα να μη στρέφεται ενάντια στον ίδιο της τον εαυτό; Πάνω σε τι έχει δομηθεί το σύγχρονο ερωτικό φαντασιακό; Και κατά πόσο η πατριαρχία σαμποτάρει τις ετερόφυλες σχέσεις;
Το 2021 καταγράφηκε σημαντική αύξηση θυμάτων ενδοοικογενειακής βίας, κατά κύριο λόγο γένους θηλυκού. Εκτός από τις γυναίκες που κακοποιήθηκαν στο πλαίσιο μιας συντροφικής σχέσης, υπήρξαν και εκείνες που δολοφονήθηκαν. Βάσει των στοιχείων μιας έκθεσης από το 2010 έως και το 2019, οι καταγγελίες για εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας τετραπλασιάστηκαν. Συμπέρασμα;
Η πρωτόγνωρη συνθήκη της πανδημίας και η δεκαετής οικονομική κρίση πυροδότησαν τις ήδη υπάρχουσες παθογένειες. Ο εύκολος δρόμος είναι να καταδικάσουμε μόνο τους θύτες. Δεν αρκεί αυτό, ωστόσο, για να μη χρειαστεί να προσθέσουμε άλλα ονόματα δίπλα σε εκείνο της Καρολάιν, της Γαρυφαλλιάς, της Ελένης, την Κωνσταντίνας, …και σε τόσα άλλα που ποτέ δεν μάθαμε. Ούτε είναι εφικτό να μιλήσουμε για υγιή συντροφικότητα και συναισθηματική ολοκλήρωση εάν δεν επανεξετάσουμε σε τι παραπέμπει το περιεχόμενο της γυναικείας ταυτότητας και σε τι παραπέμπει το περιεχόμενο του ανδρισμού.
Η Mona Chollet, συγγραφέας του «Ας επινοήσουμε ξανά τον έρωτα», σημειώνει πως «το ερωτικό μας φαντασιακό δομήθηκε πάνω σε γυναίκες κυριαρχημένες» και θίγει την επιτακτική ανάγκη να αλλάξουμε τις σχέσεις κυριαρχίας μέσα στο ζευγάρι. Για να συμβεί αυτό και να μεταβληθεί το κοινωνικό μοντέλο των σχέσεων, θα πρέπει να εστιάσουμε στην κουλτούρα των έμφυλων προτύπων και στη λειτουργία του πατριαρχικού συστήματος σε αυτούς τους ταραγμένους καιρούς.
Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. Στην προνεωτερική Ευρώπη, οι σχέσεις -δηλαδή οι γάμοι- βασίζονταν στις οικονομικές συνθήκες. Η ρομαντική αγάπη -η οποία περικλείει τον έρωτα και τη σεξουαλικότητα- εμφανίζεται στα τέλη του 18ου αιώνα. Εκτοτε και σταδιακά η συναισθηματική ζωή επανακαθορίζεται μέσα από τις νέες συνθήκες. Η οικονομική εξάρτηση των γυναικών από τους άντρες τους και οι επικρατούσες αντιλήψεις για τους έμφυλους ρόλους συνέβαλαν στην εκθήλυνση της αγάπης. Ετσι, οι γυναίκες επιφορτίστηκαν με την ανατροφή των παιδιών και το σπίτι και η ρομαντική αγάπη, η οποία τροφοδοτούνταν από την εξιδανίκευση της μητέρας, έγινε μέριμνα των γυναικών και συμπαρατάχθηκε με τη γυναικεία υποτέλεια.
Μέχρι που οι γυναίκες χειραφετήθηκαν, οι άντρες σάστισαν και τα ιδεώδη της ρομαντικής αγάπης άλλαξαν. Αντικαταστάθηκαν από την «καθαρή σχέση» -φράση δανεική από τον Αντονι Γκίντενς- όπου τα υποκείμενα άρχισαν να συνάπτουν σχέση για την ίδια τη σχέση. Μόνο που αυτό το είδος της αγάπης αντέφασκε με την ιδέα του «για πάντα» και του «ενός και μοναδικού», όπως υπογράμμιζε ο Βρετανός κοινωνιολόγος, καθώς προϋπέθετε την άντληση ικανοποίησης για τη διατήρηση του δεσμού και από τις δύο πλευρές. Οι σχέσεις έγιναν πιο «ρευστές» σε αυτούς τους ρευστούς καιρούς -όπως γράφει ο Ζίγκμουντ Μπάουμαν- και το πολλαπλό άρχισε να εκθρονίζει το ένα, βάσει του προτάγματος του νεοφιλελευθερισμού.
Σε αυτό το νεοφιλελεύθερο τοπίο, διαποτισμένο από την «παραδοσιακή ιδεολογία» -φράση δανεική από τη φεμινίστρια Pagelow στην προσπάθειά της να ορίσει την «ευρεία γκάμα από παραδοσιακά πιστεύω προς όφελος της πατριαρχικά οργανωμένης κοινωνικής δομής»-, τι απέγιναν και τι μπορούν να απογίνουν η ερωτική αγάπη και η υγιής συντροφικότητα;
Ολα δείχνουν πως η κοινωνική οργάνωση της αγάπης συνεχίζει να ενισχύει την εξουσία των ανδρών πάνω στις γυναίκες. Αυτό, ωστόσο, δεν λειτουργεί μόνο εις βάρος των γυναικών. Πρόκειται για μια κοινή δυσκολία πέραν του φύλου, όπως έχει επισημάνει ο Πασκάλ Μπρικνέρ, καθώς η πατριαρχία κάνει μεταστάσεις. Ακόμα και στην παρακμή της συνεχίζει, ωστόσο, να εγκλωβίζει τις γυναίκες ακόμα και μέσα στο γλωσσικό σύστημα, δηλαδή στο συμβολικό πεδίο, πυροδοτώντας είτε την κακοποίηση του ασθενούς φύλου, είτε το σαμποτάζ του έρωτα.
Αν ανατρέξουμε σε κάποιες μελέτες στα τέλη του 20ού αιώνα, θα διαπιστώσουμε πως η συντριπτική πλειονότητα κακοποιημένων γυναικών (75% του δείγματος) είχαν αναφερθεί σε έναν πατερναλιστικό τύπο ανατροφής. Αυτό διαπίστωσε η Αμερικανίδα συγγραφέας και φεμινίστρια Ρεμπέκα Γουόκερ πριν από μερικές δεκαετίες, εξηγώντας πως η υπακοή στις κοινωνικές φόρμες, η πρόσδοση αρνητικών ετικετών στις γυναίκες που δεν προσαρμόζονται, οι άκαμπτοι ρόλοι που επιφορτίζονται οι άνδρες και οι γυναίκες από τη γέννησή τους οδηγούν… Το παραπάνω συμπέρασμα δεν απέχει πολύ από εκείνο της Mona Chollet, η οποία το 2018 είχε υπογράψει το γαλλικό best seller «Sorcieres», υποκινούμενη από το κίνημα me too.
Συγκεκριμένα η Γαλλίδα συγγραφέας ανέπτυξε τον εξής στοχασμό: «Πολλοί άντρες και γυναίκες που αναζητούν τη συναισθηματική ολοκλήρωση βρίσκονται αποδυναμωμένοι μπροστά στον τρίτο πρωταγωνιστή που εισβάλλει στο σαλόνι και στο κρεβάτι τους: την πατριαρχία». Η Chollet, διερευνώντας τις καθημερινές θέσεις και ταυτότητες που αναπτύσσουμε ασυνείδητα απέναντι στην αγάπη και στους αγαπημένους, μας δείχνει πως τελικά ναρκοθετούμε -ερήμην μας- τις ίδιες μας τις σχέσεις. Και θέτει το εξής ερώτημα: «Μπορεί να είναι κανείς φεμινιστής και να του αρέσει η βίαιη αρρενωπότητα του Χάρισον Φορντ στο “Indiana Jones”; Μπορεί να είναι κάποια λάτρης της ρομαντικής παράδοσης και των αισθηματικών μυθιστορημάτων εποχής και να απορεί γιατί τα σύγχρονα ερωτικά μοντέλα συνεχίζουν να βασίζονται στη γυναικεία υποτέλεια;».
Στο «Ας επινοήσουμε ξανά την αγάπη» μπορούμε να διαπιστώσουμε, μέσα από απλά καθημερινά παραδείγματα, ποιο είναι το οικιακό μοντέλο σχέσεων και πώς θα μπορούσε να αλλάξει, ποια είναι η αναπαράσταση των φύλων και πώς θα μπορούσαμε να πάψουμε να εκπληρώνουμε τους έμφυλους ρόλους.
Παράλληλα, μας καλεί να θυμηθούμε πως είμαστε όλοι φορείς οικείων και ανοίκειων στοιχείων που εντείνονται σε περιόδους κρίσης και πως η πατριαρχία δεν είναι παρά ένα κοινωνικό σύστημα που στηρίζεται στις σχέσεις δύναμης. Και όλοι μας, ως φορείς όψεων ετερότητας, κινδυνεύουμε να πέσουμε θύματα. Γιατί οι κακοποιητικές σχέσεις και οι ταχείς έρωτες των καταναλωτών σωμάτων και ηδονών είναι το αυτοάνοσο της καπιταλιστικής πατριαρχίας. Γιατί ο φόβος για το ανοίκειο… καραδοκεί ακόμα και στην πιο τρυφερή οικειότητα για να την τορπιλίσει. Και αν υπάρχει μια πιθανότητα να τα καταφέρουμε να βγούμε ζωντανοί και ενωμένοι μέσα από τις σχέσεις, είναι τα πρότυπα της ερωτικής αγάπης να πάψουν να εδράζονται στην όποια υποτέλεια.
Δήμητρα Αθανασοπούλου
Πηγή: Εφημερίδα των Συντακτών