Η αφετηρία του “χρονικού της ακρίβειας” του ηλεκτρικού ρεύματος βρίσκεται στον Ιούλιο του 2019. Τότε ανέλαβε χρέη υπουργού Ενέργειας ο Κωστής Χατζηδάκης. Λίγες μέρες μετά δήλωνε ότι: κανείς δεν θέλει τη ΔΕΗ, “μόνο ένας τρελός θα έπαιρνε τη ΔΕΗ” και ότι η εταιρεία δεν έχει χρήματα ούτε για να αγοράσει… στύλους. Παραδεχόταν βέβαια ότι η νέα κυβέρνηση της ΝΔ επιδίωκε όχι μόνον να την κρατήσει όρθια, αλλά και να την καταστήσει ελκυστική για υποψήφιους επενδυτές.
Αυτές οι δηλώσεις έστρωσαν το δρόμο για αυξήσεις στα τιμολόγια ρεύματος και για ιδιωτικοποίησή της ΔΕΗ, που είχε τότε περίπου το 80% της αγοράς, ήταν δηλαδή ο μεγαλύτερος πάροχος με διαφορά.
Σήμερα, Μάιος 2024, η ΔΕΗ έχει μερίδιο αγοράς μικρότερο από 50% (48.64% τον Απρίλιο) Από αυτή τη δραστική συρρίκνωση του μεριδίου της επωφελούνται βέβαια οι ιδιώτες πάροχοι.
“Διάσωση” στις πλάτες των καταναλωτών
Η πρώτη μεγάλη αύξηση στα τιμολόγια τον Σεπτέμβριο του 2019 ήταν της τάξης του 20% και όπως είχε υπολογιστεί τότε, κόστισε στους καταναλωτές περί τα 500 εκατ. ευρώ. Ταυτόχρονα η έκπτωση συνέπειας περιορίστηκε στο 5% (από 15%, και στη συνέχεια 10% έως το καλοκαίρι του 2019).
Οι αυξήσεις παρουσιάστηκαν σαν να ήταν κάποιο τρομερό πλάνο «διάσωσης». Δεν ήταν όμως τίποτε άλλο πέρα από μια “ένεση” στα έσοδα της, που διεύρυνε παράλληλα παράλληλα τα περιθώρια κέρδους των ανταγωνιστών της.
Η κυβέρνηση φρόντιζε πάντως να καλλιεργήσει κατάλληλο κλίμα για να περάσουν οι αυξήσεις τιμολογίων ως “σωτήρια” κίνηση προκειμένου να μην καταρρεύσει – όπως ισχυριζόταν -ο εθνικός ενεργειακός φορέας. Ο αρμόδιος υπουργός Κ. Χατζηδάκης κινδυνολογούσε επισείοντας την απειλή ενός συστημικού κινδύνου για την ελληνική οικονομία.
“Φοβάμαι μπλακ άουτ και για αυτό δεν κοιμάμαι τα βράδια”, δήλωνε. Το θέμα του μπλακ άουτ αφορούσε και τον διαχειριστή του δικτύου διανομής, τον ΔΕΔΔΗΕ. Οπως φάνηκε αργότερα, υπήρχε και για αυτόν κυβερνητικό σχέδιο:
Τον Φεβρουάριο του 2022 το 49% του ΔΕΔΔΗΕ πουλήθηκε από το Δημόσιο σε ένα fund που δεν είχε μάλιστα καμία τεχνογνωσία στα δίκτυα ηλεκτρισμού.
Τα κέρδη της πανδημίας και του πολέμου στην Ουκρανία
Ακολούθησε η πανδημία του COVID19. Αυτή την περίοδο που όλοι κλείστηκαν μέσα στα σπίτια και η οικονομική δραστηριότητα περιορίστηκε, στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας κάποιοι συνέχισαν να αποκομίζουν υψηλά κέρδη. Τότε η μείωση της κατανάλωσης και άρα και της παραγωγής είχε ως αποτέλεσμα πρωτόγνωρες τιμές φυσικού αερίου και ρεύματος.
Η χονδρική τιμή ρεύματος έφτασε τον Απρίλιο του 2020 στα 28 ευρώ ανά μεγαβατώρα ή 0,28 ευρώ ανά κιλοβατώρα, όταν η χρέωση της ΔΕΗ για την οικιακή κιλοβατώρα (βασικό τιμολόγιο Γ1) ήταν μόλις 0,11 ευρώ (ακριβώς 11,058 λεπτά)
Τότε, αν και οι ιδιώτες πάροχοι εκτός ΔΕΗ εφάρμοζαν ήδη τη γνωστή στη συνέχεια “ρήτρα αναπροσαρμογής”, ΔΕΝ μείωσαν προς όφελος των καταναλωτών τις χρεώσεις, αλλά διεύρυναν τα περιθώρια κέρδους τους.
Το τρικ με τις ρήτρες
Ακολούθησε η έξοδος από τα λοκντάουν και η αύξηση της ζήτησης για φυσικό αέριο και ρεύμα που ώθησε πάλι προς τα πάνω τις τιμές.
Τον Αύγουστο του 2021 εφαρμόζει και η ΔΕΗ τη ρήτρα αναπροσαρμογής, η οποία μεταφέρει ουσιαστικά οποιοδήποτε ρίσκο στους καταναλωτές. Οι τιμές ρεύματος παίρνουν την πάνω βόλτα. Η ακρίβεια στο ρεύμα χτυπάει κόκκινο το 2022 με την έναρξη της πολεμικής σύγκρουσης στην Ουκρανία.
Εκεί φτάνουμε σε τιμές ρεύματος που ζαλίζουν. Με τη χονδρική τιμή να εκτινάσσεται πάνω από τα 200, ακόμη και τα 250 ευρώ ανά μεγαβατώρα, όταν έως το 2019 ήταν κάτω από τα 100 ευρώ και το 2020 ακόμη και κάτω από τα 50 ευρώ.
Τον Ιούλιο του 2022 η ρήτρα αναπροσαρμογής «καταργήθηκε» στα λόγια γιατί υπήρξαν πολλές προσφυγές και από καταναλωτικές οργανώσεις κατά της ρήτρας. Επειδή λοιπόν δεν ήταν καθόλου δημοφιλής, ενσωματώθηκε στα τιμολόγια ρεύματος τα οποία άρχισαν να ανακοινώνονται κάθε μήνα. Στον υπολογισμό της τιμής ρεύματος για κάθε μήνα οι πάροχοι ενσωμάτωσαν πλήρως το κόστος και το όποιο ρίσκο αναλάμβαναν. Αυτό συνεχίζεται και σήμερα ουσιαστικά.
Παράλληλα η ΔΕΗ τον Ιούλιο του 2022 αύξησε το πάγιο της από 1,69 ευρώ ανά τετράμηνο σε 3,5 ευρώ/μήνα. Ακολούθησαν φυσικά και οι υπόλοιποι πάροχοι. Σήμερα η χρέωση για το πράσινο, το λεγόμενο Ειδικό Τιμολόγιο, έχει πάγιο στα 5 ευρώ/μήνα και υπάρχει πάροχος που χρεώνει ακόμη και πάνω από εννέα (9) ευρώ πάγια χρέωση το μήνα. Έχουν αυξηθεί επίσης σημαντικά και οι ρυθμιζόμενες χρεώσεις, όπως ονομάζονται για τους Διαχειριστές των Δικτύων ΑΔΜΗΕ και ΔΕΔΔΗΕ.
Είμαστε πια στη δεύτερη τετραετία της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας όπου δυστυχώς οι αυξημένες τιμές ρεύματος έχουν γίνει η νέα κανονικότητα. Αναλαμβάνει λοιπόν ως νέος υπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας ο Θεόδωρος Σκυλακάκης ο οποίος λέει ότι αυτό που χρειαζόταν τελικά για να πέσουν οι τιμές ήταν τα… “χρωματιστά τιμολόγια”.
Τον περασμένο Ιανουάριο δήλωνε ότι ο ανταγωνισμός ενεργοποιήθηκε κτλ. Ποιο ήταν όμως το πραγματικό αποτέλεσμα των πολύχρωμων τιμολογίων;
Ότι αύξησαν τα περιθώρια κέρδους των παρόχων ρεύματος.
Σύμφωνα με δημοσιευμένα στοιχεία, ο μέσος όρος του μικτού περιθωρίου κέρδους για τους παρόχους ηλεκτρικής ενέργειας έφθασε στο 24,40% τον Μάρτιο του 2024, από 13,49% που ήταν τον Νοέμβριο του 2023 και μόλις 7,92% τον Δεκέμβριο του 2023, πριν δηλαδή εφαρμοστούν τα χρωματιστά τιμολόγια.
Η επιδότηση της ακρίβειας – Τα λεφτά στους παρόχους
Τα τρία βασικά συμπεράσματα που προκύπτουν:
Τα κέρδη των παρόχων είναι πάντοτε διασφαλισμένα με κυβερνητική επιλογή και βούληση. Δεν υπάρχει επί της ουσίας ρίσκο για τους προμηθευτές αφού το μετακυλίουν και με το παραπάνω στους καταναλωτές.
Κρίση βίωσαν μόνο οι καταναλωτές και όχι οι πάροχοι, αφού συνέχισαν να παράγουν υπερκέρδη εν μέσω κρίσης.
Η κυβέρνηση επέλεξε να επιδοτεί την ακρίβεια.
Σύμφωνα με στοιχεία της δεξαμενής σκέψης Greentank, μεταξύ Σεπτεμβρίου 2021 και Δεκεμβρίου 2022 η Ελλάδα συγκέντρωσε από διαφορετικές πηγές € 10.7 δισ. ευρώ, τα οποία διοχέτευσε σε μέτρα αντιμετώπισης της ενεργειακής κρίσης.
Από αυτά, τα € 9,78 δισ. ήταν απευθείας επιδοτήσεις- πήγαν δηλαδή στους προμηθευτές ρεύματος.
Δεν έγινε καμία παρέμβαση στη λειτουργία της αγοράς για να μειωθούν οι τιμές. Τον Νοέμβριο του 2021 μάλιστα εν μέσω της ενεργειακής κρίσης η κυβέρνηση αποφάσισε να παραδώσει το 17% της ΔΕΗ σε ιδιώτες μέσω αύξησης μετοχικού κεφαλαίου.
Η επιλογή Μακρόν και οι επιδόσεις της ΔΕΗ
Στη Γαλλία, ως αντίδραση στην ενεργειακή κρίση, ο Μακρόν -που δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως ακραίος σοσιαλιστής, επέβαλε πλαφόν 4% στις αυξήσεις τιμών ηλεκτρικού ρεύματος. Με αυτό το πλαφόν η κρατική (κατά 88,3%) εταιρεία ηλεκτρισμoύ EDF επωμιζόταν μεγάλη ζημιά. Για να την αντισταθμίσει, προχώρησε σε μεγάλη αύξηση κεφαλαίου και το ποσοστό κρατικής συμμετοχής αυξήθηκε. Τώρα η EDF έχει επανακρατικοποιηθεί πλήρως.
Στην Ελλάδα την ίδια περίοδο η κυβέρνηση επέλεξε να επιτρέπει στη ΔΕΗ να κερδοσκοπεί, αντί να στηρίζει τους καταναλωτές. Επέτρεπε δηλαδή στη ΔΕΗ να συμπεριφέρεται σαν μιά ιδιωτική εταιρεία με μοναδικό σκοπό το κέρδος.
Ακόμα και μέσα στην κρίση η ΔΕΗ είχε υπερκέρδη – όπως και οι υπόλοιποι πάροχοι. Σύμφωνα με τα οικονομικά της αποτελέσματα που ανακοινώθηκαν πρόσφατα, το 2023 είχε 1,5 δισ. ευρώ λειτουργικά κέρδη και καθαρά κέρδη κοντά στα 500 εκατ. ευρώ, που της επιτρέπουν να διανείμει μέρισμα στους μετόχους της – το πρώτο μετά από μία δεκαετία.
Οι… προσευχές των καταναλωτών
Φτάνοντας τέλος στο σήμερα είναι σημαντικό να ξεκαθαριστεί ότι, η όποια αποκλιμάκωση των τιμών τους τελευταίους μήνες δεν οφείλεται φυσικά στα “χρωματιστά” τιμολόγια, ούτε σε οποιαδήποτε παρέμβαση είτε της ΡΑΑΕΥ ή της Επιτροπής Ανταγωνισμού, ή της κυβέρνησης, αλλά… στην τύχη. Στο ότι δηλαδή οι αποθήκες της ΕΕ είναι πλήρεις κατά 90 %, όπως και από το ότι ο χειμώνας ήταν ήπιος, καθώς και στο ότι έχει αυξηθεί το μερίδιο των ΑΠΕ στο μείγμα. Αυτό παραδέχεται και η ΡΑΑΕΥ, απαντώντας πρόσφατα σε σχετική ερώτηση Κοινοβουλευτικού Ελέγχου.
Συμπέρασμα τέταρτο: Το μόνο που έχουν να κάνουν οι καταναλωτές είναι να… προσεύχονται για καλοκαιρία και για να μην εμφανιστεί κάποια καινούργια κρίση.
Γίνεται και αλλιώς
Είμαστε όμως στην εποχή της κλιματικής κρίσης και κρίσεις πιθανότατα θα προκύψουν. Η παρούσα κυβέρνηση δεν μπορεί ή δεν θέλει να τις αντιμετωπίσει. Και αυτό είναι το πιο τρομακτικό.
Τελικό συμπέρασμα: Γίνεται και αλλιώς! Με προϋπόθεση όμως να υπάρχει βούληση και πολιτικές που προστατεύουν τους καταναλωτές και όχι τα κέρδη εταιρειών.
– Με μία κυβέρνηση που αντιλαμβάνεται την πρόσβαση στο ρεύμα σε προσιτές τιμές ως καθολικό δικαίωμα.
– Με τη ΔΕΗ να επανακτά τον ιστορικό κοινωνικό και αναπτυξιακό της ρόλο, να μη συμμετέχει σε καρτέλ αλλά να τα σπάει.
– Με εποπτικές Αρχές που ασκούν τις ελεγκτικές τους αρμοδιότητες.
– Με διμερή συμβόλαια καταναλωτών-παραγωγών, με αυτοπαραγωγή από νοικοκυριά με φωτοβολταϊκά στη στέγη για παράδειγμα και με Ενεργειακές Κοινότητες.
Η Ινώ Σιώζιου είναι ειδική σε θέματα ενεργειακής πολιτικής και περιβάλλοντος και υποψήφια Ευρωβουλευτής με τη Νέα Αριστερά